1668
| CreativeProtagon / Reuter

Λέα Σεϊντού: Το #MeToo, ο Μακρόν, ο Μποντ και άλλα πολλά

Protagon Team Protagon Team 28 Μαΐου 2024, 09:01
|CreativeProtagon / Reuter

Λέα Σεϊντού: Το #MeToo, ο Μακρόν, ο Μποντ και άλλα πολλά

Protagon Team Protagon Team 28 Μαΐου 2024, 09:01

Οταν επρόκειτο να επιδοθεί σε casting couch, ο Χάρβεϊ Γουάινσταϊν δεν λογάριαζε αν η ηθοποιός, που την ήθελε ξαπλωμένη στον καναπέ του πριν της δώσει έναν ρόλο, ήταν άσημη στάρλετ ή ήδη γνωστή όπως η Λέα Σεϊντού. Η γαλλίδα ηθοποιός ήταν το τελευταίο θύμα των ορέξεων του διαβόητου αμερικανού παραγωγού, που μίλησε δημόσια για όσα βίωσε σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου: «Μιλούσαμε στον καναπέ, όταν ξαφνικά πήδηξε πάνω μου και προσπάθησε να με φιλήσει. Επρεπε να υπερασπιστώ τον εαυτό μου. Είναι μεγαλόσωμος, οπότε έπρεπε να είμαι δυνατή για να αντισταθώ. Εφυγα από το δωμάτιό του, απόλυτα αηδιασμένη», είπε. Με μαρτυρίες όπως η δική της, το 2017 ξέσπασε το κίνημα #MeToo και ο ισχυρός άντρας της βιομηχανίας του κινηματογράφου κατέληξε στη φυλακή για βιασμούς.

Επτά χρόνια αργότερα, όταν ο Τζόναθαν Ντιν των Times ρωτάει τη Λέα Σεϊντού αν πιστεύει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει χάρη στο #MeToo η γαλλίδα σταρ απαντάει καταφατικά, σοκαρισμένη από το γεγονός ότι μπορεί κάποιοι να διαφωνούν. «Δεν το νιώθετε;», λέει μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα με αφορμή την αναμενόμενη προβολή στους κινηματογράφους της τελευταίας ταινίας της, «Το Θηρίο».

Στην πραγματικότητα, όμως, υπάρχουν πολλοί φερόμενοι ως δράστες παρόμοιων αδικημάτων που εξακολουθούν να εργάζονται στο χώρο, ενώ κάποιοι, που πιστεύουν ότι το κίνημα το παράκανε, δημοσιεύουν αντιδραστικά σχόλια στο Διαδίκτυο, για να μην αναφέρουμε ότι τον περασμένο μήνα ανατράπηκε η καταδίκη του Γουάινσταϊν για βιασμό το 2020, όταν το εφετείο της Νέας Υόρκης αποφάσισε ότι η δίκη του δεν ήταν δίκαιη, σχολιάζει ο βρετανός δημοσιογράφος στους Times. (Σημειώστε, όμως, ότι δεν αποφυλακίστηκε γιατί έχει και άλλη καταδίκη για βιασμό).

«Υπήρχε σινεμά πριν από το κίνημα #MeToo και μετά από αυτό», παρατηρεί η Λέα Σεϊντού, «και είναι τρελό, τα έχω ζήσει και τα δύο. Ηταν αποδεκτά ορισμένα πράγματα που τώρα φαίνονται σουρεαλιστικά», σχολιάζει, εννοώντας την κουλτούρα του casting couch των παραγωγών που ενδιαφέρονται μάλλον για σεξ παρά για ικανότητες, αλλά και το ότι οι ταινίες γυρίζονταν μόνο με την «ανδρική ματιά», με το γυναικείο ταλέντο να παραγκωνίζεται.

Και αναφέρει τις δύο ταινίες του Τζέιμς Μποντ στις οποίες έπαιξε στο πλευρό του Ντάνιελ Κρεγκ, το «Spectre» (2015) και το «No Time to Die» (2021), στις οποίες ο χαρακτήρας της Μάντλιν Σουάν τον οποίο υποδύθηκε, ήταν πλέον ισάξιος του 007. «Θα ήταν περίεργο να εμφανίζουν σήμερα τον Μποντ σαν έναν άντρα υπερβολικά μισογύνη», υπογραμμίζει, τονίζοντας «Πρέπει να αντικατοπτρίζει την κοινωνία στην οποία ζούμε».

Τι γίνεται, όμως, στη Γαλλία, όπου φωνές για σεξουαλική παρενόχληση απείλησαν να επισκιάσουν το Φεστιβάλ των Καννών το τελευταίο δεκαπενθήμερο; Η Λέα Σεϊντού έχει μια μοναδική οπτική, σημειώνει ο Τζόναθαν Ντιν στους Times, επισημαίνοντας ότι λίγες ηθοποιοί είναι σε θέση να σχολιάσουν την κατάσταση καλύτερα από την 38χρονη γαλλίδα σταρ, η οποία έχει εργαστεί τόσο στη Γαλλία όσο και στο Χόλιγουντ, με σκηνοθέτες όπως οι Ρίντλεϊ Σκοτ, Σαμ Μέντες, Γουές Αντερσον, Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και Κουέντιν Ταραντίνο.

Φέτος εμφανίστηκε στο «Dune: Μέρος Δεύτερο», ενώ σύντομα αναμένεται να κυκλοφορήσει και το «Θηρίο», το παράξενο sci-fi ερωτικό δράμα του Μπερτράν Μπονελό, ελεύθερη διασκευή της νουβέλας του Χένρι Τζέιμς του 1903 «Το θηρίο στη ζούγκλα» (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αγρα), που προβλήθηκε πέρσι στις αθηναϊκές Νύχτες Πρεμιέρας.

Στο εξωτερικό επικρατεί ίσως η αντίληψη ότι οι Γάλλοι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για το #MeToo. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, εξάλλου, 100 ηθοποιοί, μεταξύ των οποίων οι Ιζαμπέλ Αντζανί, Εμανουέλ Μπεάρ και Ζιλιέτ Μπινός, υπέγραψαν μια επιστολή, που δημοσιεύτηκε στη γαλλική εφημερίδα Le Monde με το άνοιγμα του φεστιβάλ Καννών, όπου ισχυρίζονται ότι η Γαλλία έχει μείνει πολύ πίσω σχετικά με το #MeToo. Και ισχυρίστηκαν ότι παρά τα εφτά χρόνια προσπαθειών για την αποκάλυψη της κακοποιητικής συμπεριφοράς των ανδρών «οι επιτιθέμενοι προστατεύονται από τη συλλογική άρνηση».

Η Σεϊντού το αρνείται: «Οχι, το [#MeToo] είναι και στη Γαλλία», λέει, «Η νέα γενιά είναι πολύ δραστήρια. Βλέπω τις ανιψιές μου, είναι σούπερ συνειδητοποιημένες. [Το κίνημα] είναι πολύ δυνατό και όχι μόνο στον κινηματογράφο. Ισως η παλιά γενιά να μην έχει εισχωρήσει εντελώς, αλλά υπάρχει αλλαγή. Εχει γίνει μια κίνηση», υποστηρίζει.

Σχολιάζοντας δε την αρχική δήλωση του Εμανουέλ Μακρόν, ότι η χώρα είναι «περήφανη» για τον Ζεράρ Ντεπαρντιέ, εναντίον του οποίου υπάρχουν αναρίθμητες κατηγορίες για σεξουαλικές επιθέσεις, η Σεϊντού την αποκάλεσε «πολύ περίεργη». (Ωστόσο, στη συνέχεια ο γάλλος πρόεδρος διαφοροποίησε ελαφρώς το περσινό σχόλιό του, λέγοντας ότι περιμένει τη δίκη του Ντεπαρντιέ τον Οκτώβριο)

«Ηταν τρελό. Δίνει μια πολύ κακή εικόνα για τη χώρα μας. Γιατί να το πει; Ηταν πραγματικά κάτι. Είναι τρελό το πει ο πρόεδρος. Τρελό. Αλλά μιλώ για τους νέους που βλέπω εδώ. Και έχουν πλήρη επίγνωση [για το #MeToo]», τονίζει στη συνέντευξή της στους Times μιλώντας με ευθύτητα στον Τζόναθαν Ντιν με τον οποίο συναντήθηκε σε ένα μικρό εστιατόριο κοντά στο σπίτι της στο Παρίσι όπου ζει με τον σύντροφό της, Αντρέ Μεγιέρ, επενδυτικό τραπεζίτη, και τον επτάχρονο γιο τους Ζορζ.

Στο «Θηρίο», η Σεϊντού υποδύεται την Γκαμπριέλ, η οποία ζει σε ένα κοντινό μέλλον, όπου η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει κυριαρχήσει και οι άνθρωποι καθαρίζουν το DNA τους για να απαλλαγούν από τα συναισθήματα. Η κατάσταση περιπλέκεται όταν η Γκαμπριέλ συναντά τον Λουί (Τζορτζ ΜακΚέι), τον μεγάλο της έρωτα. Πιστεύει ότι τον γνωρίζει και ότι έχουν συναντηθεί σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους. Τους βλέπουμε σε μια παρισινή έπαυλη το 1910, έπειτα στο Λος Αντζελες το 2014 και αργότερα, το 2044, σε ένα δυστοπικό Παρίσι μέσα σε ένα κλαμπ, με πολλά flash back, μεταξύ των οποίων και μια καταπληκτική σκηνή σε ένα τρομακτικά πλημμυρισμένο Παρίσι.

Πώς θα το συνόψιζε η Σεϊντού; «Είναι περίπλοκο», λέει, «Αλλά, για μένα, είναι ο φόβος της αγάπης». Μια απάντηση τόσο ελλειπτική όσο και η ταινία, σχολιάζει ο Ντιν στους Times, αλλά η πλοκή είναι τέτοια, καθώς θέτει το ερώτημα αν αξίζει ο συναισθηματικός πόνος ή αν θα ήταν καλύτερα να είμαστε ρομποτικοί. «Μακάρι να ανησυχούσα λιγότερο για διάφορα πράγματα μερικές φορές», συνεχίζει ήσυχα η Σεϊντού, «Νιώθω ότι όλα είναι αγώνας, το να ζεις είναι αγώνας. Αλλά, τότε, η αγωνία μπορεί να βοηθήσει. Μερικές φορές το άγχος μπορεί να είναι ένστικτο επιβίωσης. Τότε ξεπερνάς τον φόβο σου και τον μεταμορφώνεις σε κάτι δημιουργικό. Κυριαρχείς στους φόβους σου», λέει. Και γράφει στο μπλοκάκι του δημοσιογράφου έναν στίχο του αγαπημένου της σουρεαλιστή Λουί Αραγκόν: «Le temps d’apprendre à vivre, il est déjà trop tard» («Οταν μαθαίνουμε πια να ζούμε είναι ήδη πολύ αργά»).

Ο βρετανός δημοσιογράφος τη ρωτάει αν η ηλικία, η οικογένεια και οι μεταβαλλόμενες προτεραιότητες την έκαναν πιο χαλαρή. «Ναι, ίσως… και έμαθα να κοροϊδεύω τον εαυτό μου. Δεν με παίρνω πολύ στα σοβαρά» απαντάει και προσθέτει γελώντας «Προσπαθώ απεγνωσμένα να είμαι αισιόδοξη».

Η ηθοποιός γεννήθηκε ως Λέα Ελέν Σεϊντού-Φορνιέ ντε Κλοζόν, σε μια οικογένεια με αριστοκρατικό παρελθόν και βαρύ όνομα στην κινηματογραφική βιομηχανία. Ο παππούς της Ζερόμ Σεϊντού είναι ο πρόεδρος της εταιρείας παραγωγής Pathé. Οι γονείς της, ο Ανρί Σεϊντού και η Βαλερί Σλουμπεργκέρ, χώρισαν όταν εκείνη ήταν τριών και ως παιδί ένιωθε μοναξιά, ταξιδεύοντας συχνά τα καλοκαίρια στην Αφρική με την ηθοποιό και φιλάνθρωπο μητέρα της, και στην Αμερική με τον επιχειρηματία πατέρα της ή περνώντας τον καιρό της σε καλοκαιρινές κατασκηνώσεις.

Οταν έκλεισε τα 18 αποφάσισε να γίνει ηθοποιός, εγκαταλείποντας τα σχέδια να γίνει τραγουδίστρια όπερας. Και η επιτυχία ήρθε γρήγορα. Η ερμηνεία της στην ταινία του Κριστόφ Ονορέ «La Belle Personne» τής χάρισε το 2009 το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης και πολλά υποσχόμενης ηθοποιού, Trophée Chopard, του Φεστιβάλ Καννών. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στην εντυπωσιακή εναρκτήρια σκηνή του «Αδωξοι Μπάσταρδη» του Κουέντιν Ταραντίνο και με αυτό τον μικρό ρόλο έκανε το ντεμπούτο της στο Χόλιγουντ.

Το 2013 (έναν χρόνο πριν εμφανιστεί στον «Αστακό» του Γιώργου Λάνθιμου), ήρθε «Η Ζωή της Αντέλ (Κεφάλαια 1&2)» του Αμπντελατίφ Κεσίς, βασισμένη στο κόμικ της Ζουλί Μαρό «Το Μπλε Είναι το πιο Ζεστό Χρώμα», μια παθιασμένη ερωτική ιστορία ενηλικίωσης ανάμεσα στην Εμα (Λέα Σεϊντού), ένα κορίτσι με μπλε μαλλιά, και την 15χρονη Αντέλ (Αντέλ Εξαρχόπουλος). Μία από τις σεξουαλικές σκηνές της ταινίας διάρκειας οκτώ λεπτών δεν άφηνε τίποτα στη φαντασία, και για χρόνια η Σεϊντού και η Εξαρχόπουλος είχαν εμπλακεί σε έντονες λογομαχίες με τον σκηνοθέτη για τις μεθόδους του, με την Σεϊντού να τον αποκαλεί «χειριστικό» και χωρίς σεβασμό, πριν προσθέσει ότι δεν έχει «κανένα πρόβλημα» με την ταινία, αλλά με τον Κεσίς.

Δεν είναι ένα θέμα στο οποίο θέλει να επανέλθει. Αναγνωρίζει, όμως, ότι ήταν ένα σημείο καμπής στην καριέρα της. Θυμάται ότι ήταν «νευρική λόγω των αποκαλυπτικών σκηνών» στην πρεμιέρα της ταινίας στις Κάννες. «Ημουν νέα και δεν ήξερα αν θα ήταν μια τεράστια αποτυχία, το τέλος της καριέρας μου», λέει.

Κόντρα στους φόβους της, η ταινία του αλγερινής καταγωγής Αμπντελατίφ Κεσίς κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας, που απονεμήθηκε από την κριτική επιτροπή του φεστιβάλ με επικεφαλής τον Στίβεν Σπίλμπεργκ. Ηταν η πρώτη φορά που ο Χρυσός Φοίνικας απονεμήθηκε ταυτόχρονα στον σκηνοθέτη και τις δύο πρωταγωνίστριες. «Και, φυσικά μετά τον Χρυσό Φοίνικα όλα αλλάζουν», παραδέχεται η Σεϊντού.

Η γαλλίδα ηθοποιός έχει ένα αξιοζήλευτο χολιγουντιανό βιογραφικό αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι της αρέσει το Χόλιγουντ: «Εκεί πρέπει να υπηρετείς τη βιομηχανία», λέει στους Times, «Είναι πιο μπίζνες και, φυσικά, ο αμερικανικός ανεξάρτητος κινηματογράφος είναι…», λέει κατεβάζοντας το χέρι της για να δείξει τον πάτο. «Και εγώ χρειάζομαι ανεξάρτητο κινηματογράφο, τους auteurs. Πραγματικά το χρειάζομαι», τονίζει.

Eπισημαίνει ακόμη ότι «στις ΗΠΑ», όπου όπως φαίνεται έχει περάσει τη μισή της επαγγελματική ζωή, «πρέπει να βελτιώνεις τα πάντα. Ολα πρέπει να αυξηθούν. Είναι ένας ολόκληρος τρόπος σκέψης που διαφέρει από αυτόν στην Ευρώπη». Σταματάει για λίγο και προσθέτει: «Ισως επειδή είναι μια νέα χώρα; Και γι’ αυτό οι άνθρωποι θέλουν να μένουν νέοι για πάντα; Ξέρετε είναι μια “βρεφική” κοινωνία, δεν μπορείς να γεράσεις στην Αμερική. Το να γερνάς είναι σχεδόν σαν ασθένεια εκεί πέρα».

Ισχύει μόνο για τις γυναίκες ή και για τους άνδρες; «Είναι το ίδιο και για τους άνδρες», απαντάει, «Είναι μέρος της κουλτούρας τους. Στην Αμερική σού φέρονται σαν να είσαι πάντα παιδί. Από τις διαφημίσεις στους δρόμους μέχρι τις ετικέτες που βάζουν στις συσκευασίες των δημητριακών τους», λέει στους Times και προσθέτει: «Αισθάνομαι τυχερή που είμαι ευρωπαία ηθοποιός». Καθόλου παράξενο αν σκεφτεί κανείς τις διθυραμβικές κριτικές που απέσπασε και η νέα γαλλική ταινία της.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...