1479
| REUTERS/CreativeProtagon

Λάθος του Ερντογάν με τον Ιμάμογλου ή μήπως όχι;

Protagon Team Protagon Team 27 Μαρτίου 2025, 09:31
|REUTERS/CreativeProtagon

Λάθος του Ερντογάν με τον Ιμάμογλου ή μήπως όχι;

Protagon Team Protagon Team 27 Μαρτίου 2025, 09:31

Εχει λόγο στη Συρία, βαρύνοντα μάλιστα, σύμφωνα με κάποιους. Επιδιώκει να γίνει εκ νέου στρατιωτικό δεκανίκι μιας Ευρώπης που αναζητά ασφάλεια μετά το κλείσιμο της προστατευτικής ομπρέλας των ΗΠΑ, κερδίζοντας έτσι πόντους και ενόψει μιας πιθανής επανεξέτασης του «όχι» στην ένταξη στην ΕΕ. Κατέληξε σε συμφωνία με τον Οτσαλάν για να σταματήσει ο ένοπλος αγώνας των Κούρδων. Συνεχίζει να έχει μεγάλη επιρροή στη Βόρεια Αφρική και εξακολουθεί να επιθυμεί να διαδραματίσει ρόλο στις εξελίξεις στην Ουκρανία ως πιθανός μεσολαβητής μεταξύ Μόσχας και Κιέβου.

Τι ώθησε, λοιπόν, τον Ταγίπ Ερντογάν, παρ’ όλες τις προαναφερθείσες, ευνοϊκές για τον ίδιο και την πατρίδα του συνθήκες, να βγάλει το κοστούμι και τη γραβάτα του προέδρου της Τουρκίας και να βάλει (για ακόμη μια φορά) τη φορεσιά του σουλτάνου, συλλαμβάνοντας και φυλακίζοντας τον κύριο πολιτικό του αντίπαλο, τον κεμαλιστή έκπτωτο δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου;

Σε ανάλυσή του ο Λούκα Αντζελίνι της Corriere della Sera γράφει πως θα μπορούσε κάποιος να απαντήσει επικαλούμενος την παραβολή του σκορπιού: ένας βάτραχος πείθεται να διασχίσει το ποτάμι για να μεταφέρει στην πλάτη του έναν εν δυνάμει φονικό σκορπιό. Ο σκορπιός γνωρίζει πως αν συμβεί κάτι και πέσει στο νερό, θα πεθάνει, αλλά ο πειρασμός να χρησιμοποιήσει το κεντρί του είναι ανίκητος. Τελικά τσιμπάει τον βάτραχο, αυτός πεθαίνει και μαζί του παρασέρνει στον βυθό και τον σκορπιό. Γιατί ο σκορπιός επιλέγει, μοιραία, να τσιμπήσει τον βάτραχο; Επειδή είναι στη φύση του, απαντά ο ιταλός αρθρογράφος. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για τον τούρκο πρόεδρο.

Αλλά ενδέχεται να υπάρχει και μια πιο σύνθετη ερμηνεία αυτής που εκ πρώτης όψεως ερμηνεύεται ως λάθος κίνηση τη λάθος στιγμή ή, έστω, ως μια «σωστή» κίνηση από τη σκοπιά του Ερντογάν (με στόχο να απαλλαγεί από τον βασικό του αντίπαλο), αλλά άκαιρη.

Ο Χένρι Τζ. Μπάρκι, εταίρος του Council on Foreign Relations, με ειδίκευση στην Τουρκία, σημείωσε ότι «ο Ερντογάν παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο φυλακίζοντας τον κύριο ηγέτη της Αντιπολίτευσης (…) Καταρχάς θα κινητοποιήσει την Αντιπολίτευση και θα κάνει τον Ιμάμογλου πολύ, πολύ, πολύ πιο δημοφιλή από όσο είναι τώρα. Θα τον κάνει, στην πραγματικότητα, μάρτυρα. (Επιπλέον) αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τουρκική οικονομία, η οποία μόλις είχε αρχίσει να ανακάμπτει».

Μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα «γιατί τώρα;» έδωσε στην Corriere della Sera ο τούρκος πολιτικός επιστήμονας Καραμπεκίρ Ακογιουνλού, καθηγητής στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και συγγραφέας του βιβλίου «Eξοδος από τη δημοκρατία: Ανελεύθερη διακυβέρνηση στην Τουρκία και αλλού».

Είναι αλήθεια ότι ο Ερντογάν έχει σημειώσει περισσότερες από μία επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική, «αλλά στο εσωτερικό βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Η οικονομική κρίση, οι πρόσφυγες, η πιο αποτελεσματική αντιπολίτευση: το κόμμα του Ερντογάν έχασε σχεδόν όλες τις μεγάλες πόλεις στις περυσινές εκλογές και οι δημοσκοπήσεις δίνουν στον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης προβάδισμα. Η νεοαποκτηθείσα επιρροή της Τουρκίας στη Συρία γέννησε ελπίδες για γρήγορη επιστροφή των σύρων προσφύγων στην πατρίδα τους, αλλά αυτό δεν συμβαίνει» είπε.

Οσο για το γεγονός ότι οι επόμενες προεδρικές εκλογές στην Τουρκία είναι προγραμματισμένες για το 2028 και ο Ερντογάν δεν θα μπορεί να είναι υποψήφιος ξανά (εκτός αν αναθεωρηθεί το Σύνταγμα), σημειώνεται ότι σε περίπτωση πρόωρων εκλογών ο τούρκος πρόεδρος θα μπορούσε να διεκδικήσει την επανεκλογή του. Αρα ο Ερντογάν θα μπορούσε να ανεχτεί τις πορείες και τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, έως ότου αρχίσει να υποχωρεί η λαϊκή οργή, ώστε στη συνέχεια να έχει τον χρόνο να πείσει το Κοινοβούλιο για πρόωρες εκλογές.

Ωστόσο κυριαρχεί η εντύπωση ότι, ακόμη και στο εσωτερικό μέτωπο, το αποτέλεσμα (της σύλληψης του Ιμάμογλου) ήταν το αντίθετο από αυτό που πιθανώς να είχε κατά νου ο τούρκος πρόεδρος, δεδομένου ότι οι δρόμοι και οι πλατείες των μεγαλύτερων πόλεων της Τουρκίας είναι γεμάτες οπαδούς της αντιπολίτευσης (γι’ αυτό γίνεται λόγος και για νέο Γκεζί, μετά το 2013), ενώ επλήγη άμεσα και η οικονομία, με τον χρηματιστηριακό δείκτη της χώρας να υποχωρεί κατά 16,3% τις τρεις ημέρες μετά τη σύλληψη του Ιμάμογλου (αν και τη Δευτέρα άρχισε να ανακάμπτει) και στο ίδιο διάστημα η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας «έκαψε» 26 δισ. δολάρια από τα αποθέματά της σε ξένο συνάλλαγμα.

Ηταν, λοιπόν, λανθασμένος, τουλάχιστον όσον αφορά την επιλογή του χρόνου, ο υπολογισμός του Ερντογάν; Η απάντηση εξακολουθεί να μην είναι σαφής. Σε άρθρο του ο Τζέιμι Ντέτμερ του Politico Europe παρέθεσε την άποψη της Γκιονούλ Τολ, ανώτερης εταίρου του Middle East Institute και συγγραφέα του βιβλίου «Ο πόλεμος του Ερντογάν: ο αγώνας ενός αυταρχικού ηγέτη στην πατρίδα και στη Συρία»: σύμφωνα με την τουρκάλα ειδικό, ο πρόεδρος της Τουρκίας πιθανώς να ενθαρρύνθηκε από τη γεωπολιτική στροφή προς τον αυταρχισμό και να θεώρησε ότι αυτή ήταν μια κατάλληλη στιγμή για να δράσει.

«Οι αντιδημοκρατικές ενέργειες του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στο εσωτερικό έχουν καλλιεργήσει ένα παγκόσμιο κλίμα, με  αυταρχικούς ηγέτες να αισθάνονται εξουσιοδοτημένοι να συντρίψουν κάθε διαφωνία» θεωρεί η Γκιονούλ Τολ. Πράγματι, είμαι μάλλον απίθανο ο Τραμπ, που ζητά επιτακτικά να φυλακιστούν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, να επιπλήξει, δημόσια ή ιδιωτικά, τον Ερντογάν για τη φυλάκιση του Ιμάμογλου. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στον φιλοτραμπικό Τάκερ Κάρλσον, ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου, Στιβ Γουίτκοφ, περιέγραψε μια πρόσφατη τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ των δύο ηγετών ως «εξαιρετική» και «μεταμορφωτική».

Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο προαναφερθείς Χένρι Τζ. Μπάρκι του Council on Foreign Relations: «Ο Ερντογάν είναι διατεθειμένος να ρισκάρει τόσο πολύ γιατί είναι σίγουρος ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα τον επικρίνει. Ενώ στο παρελθόν η όποια κυβέρνηση, Ρεπουμπλικανική ή Δημοκρατική, θα αποδοκίμαζε αυτό το είδος καταστολής και συλλήψεων, η κυβέρνηση Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν την ενδιαφέρει τι κάνουν οι ισχυροί ηγέτες στις χώρες τους».

Σίγουρα υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτή την άποψη. Δεν είναι τυχαίο ότι η διακεκριμένη ιστορικός και δημοσιογράφος Αν Απλμπάουμ έγραψε πρόσφατα ένα ολόκληρο βιβλίο για την άτυπη Διεθνή των αυταρχικών ηγετών («Autocracy Inc.»), εξηγώντας πώς τα αυταρχικά καθεστώτα συνεργάζονται και αλληλοϋποστηρίζονται με στόχο να υπονομεύσουν τον δημοκρατικό κόσμο.

Οσο για την Ευρωπαϊκή Ενωση, «η Ευρώπη τον χρειάζεται (τον Ερντογάν) για την ασφάλειά της και δεν θα υψώσει τη φωνή της μπροστά σε μερικές συλλήψεις. Η νέα Αμερική του Τραμπ δεν έχει πρόβλημα με τους αυταρχικούς ηγέτες. Ο Ερντογάν απλώς εκμεταλλεύεται την κατάλληλη στιγμή για να απαλλαγεί από την αντιπολίτευση» σημείωσε ο Καραμπεκίρ Ακογιουνλού.

«Ο Ερντογάν πήρε ένα μεγάλο ρίσκο, κρίνοντας ότι το πλεονέκτημα της απομάκρυνσης ενός σημαντικού αντιπάλου αξίζει το τίμημα της καταστροφής της τουρκικής δημοκρατίας», έγραψε ο Economist. «Αλλά μπορεί να είχε δίκιο σε ένα σημείο: η αντίδραση της Ευρώπης ήταν ισχνή. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ελπίζουν να στρατολογήσουν την Τουρκία, ώστε να συμμετάσχει σε μια ειρηνευτική δύναμη έπειτα από μια πιθανή κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία και, γενικότερα, να διαδραματίζει μεγαλύτερο ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια».

Πάντως το ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση, σε περιόδους κρίσης ή ανάγκης, δεν έχει πρόβλημα να κάνει τα στραβά μάτια, παραβλέποντας ακόμα και τις πιο βασικές από τις αρχές της, ο τούρκος ηγέτης το γνωρίζει εδώ και πολύ καιρό, τουλάχιστον από την άκρως επικερδή συμφωνία που υπέγραψε με τις Βρυξέλλες (υπό την αιγίδα της Μέρκελ) για την υποδοχή και τη φιλοξενία/κράτηση των σύρων προσφύγων στην Τουρκία.

Κάποιοι θα πουν ότι δεν θα φτάναμε σε αυτό το σημείο εάν οι Βρυξέλλες δεν είχαν κλείσει τις πόρτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην Αγκυρα, σε κάθε περίπτωση, όμως, σήμερα η ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα όπως είναι, όχι όπως ίσως θα μπορούσε να ήταν.

«Ο Ερντογάν παίζει ένα από τα τελευταία του χαρτιά, θέλει να γίνει ένας νέος Πούτιν. (…) Δεν περιμένουμε από τις κυβερνήσεις της ΕΕ να μας απαλλάξουν από τον Ερντογάν, αλλά τουλάχιστον οι πολίτες της Ευρώπης πρέπει να καταλάβουν ότι αυτοί οι άνθρωποι στην Κωνσταντινούπολη, στην Τουρκία, αντιστέκονται. Και κοιτάξτε τη Σερβία και τη Γεωργία, η τελευταία λέξη προέρχεται από τους ανθρώπους, όχι από τις κυβερνήσεις», είπε, μιλώντας επίσης στην Corriere della Sera, ο τούρκος δημοσιογράφος Τζαν Ντουντάρ, αρχισυντάκτης της τουρκικής εφημερίδας Τζουμχουριέτ μέχρι τον Αύγουστο του 2016 (έκτοτε ζει στη Γερμανία, έχοντας, προηγουμένως, κατηγορηθεί στην πατρίδα του για «προπαγάνδα» υπέρ του κινήματος του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν).

Θα μπορούσε, όμως, η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, εξαντλημένη όπως είναι από τη σύρραξη στην Ουκρανία, να στρέψει την προσοχή της στις πλατείες της Κωνσταντινούπολης, του Βελιγραδίου και της Τιφλίδας, ώστε να αναγκάσει τις κυβερνήσεις της να επέμβουν υπέρ των διαμαρτυρόμενων;

Ο Ερντογάν φαίνεται ότι έχει ήδη δώσει απάντηση στον εαυτό του. Ωστόσο η τελική έκβαση ενδέχεται ακόμη να μην είναι θετική για τον τούρκο πρόεδρο, αλλά όχι λόγω της αγανάκτησης των ευρωπαϊκών λαών: «Ακριβώς όπως συνέβη με τον Πούτιν, η καταστολή του Ερντογάν άρχισε να εντείνεται καθώς έπεφτε η δημοτικότητά του (…) Μπορεί ο Ερντογάν να φιλοδοξεί να γίνει σαν τον Πούτιν, αλλά η Τουρκία δεν είναι Ρωσία. Σε αντίθεση με τη Ρωσία, η οποία ευημερεί χάρη στους άφθονους φυσικούς  πόρους της, η οικονομία της Τουρκίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ξένες επενδύσεις. Οι επενδυτές έχουν ήδη αρχίσει να φεύγουν καθώς η χώρα καθίσταται ολοένα πιο αυταρχική και μια διολίσθηση προς την πλήρη απολυταρχία είναι απίθανο να τους φέρει πίσω. Η τουρκική οικονομία θα βυθιζόταν σε μόνιμη κρίση. Και ακόμη και ένας αυταρχικός ηγέτης πρέπει να φέρνει αποτελέσματα, ώστε να διατηρεί την εξουσία του», έγραψε στο Foreign Affairs η Γκιονούλ Τολ του Middle East Institute.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...