Το 1993, η Τι Α. Κορίν, καλλιτέχνης πολυμέσων, ακτιβίστρια, φωτογράφος και συγγραφέας ερωτικής λογοτεχνίας με πλούσιο έργο, που έγραψε επίσης την αυτοβιογραφία της, δήλωσε ότι ήταν «κοντά στο να τελειώσει με τις σεξουαλικές εικόνες». Μεγάλο μέρος της δουλειάς της περιλάμβανε «φανταστικές εικόνες χειλέων αιδοίου και… εικόνες γυναικών που κάνουν έρωτα με άλλες γυναίκες ή με τον εαυτό τους», όπως τις αποκαλούσε.
Τρεις δεκαετίες αργότερα, όμως, σκέφτηκε να προχωρήσει. «Το είχα σκεφτεί αυτό στο παρελθόν, αλλά άλλαξα γνώμη» έγραψε. «Γιατί; Διότι κανείς άλλος δεν έφτιαχνε τις εικόνες που ήθελα να δω εγώ» είπε στον Guardian και στην Ρεμπέκα Νίκολσον με αφορμή την έκδοση του καλλιτεχνικού τόμου «Tee A. Corinne: A Forest Fire Between Us».
Οι φωτογραφίες της Κορίν παραμένουν εξαιρετικές και διακριτικά ριζοσπαστικές. Το «A Forest Fire Between Us» παρουσιάζει μερικά από τα πιο σημαντικά έργα της, ανάμεσα σε πολλά έγγραφα, αφίσες, δοκίμια και επιστολές που συγκεντρώθηκαν από τη Σαρλότ Φλιντ, η οποία επιμελήθηκε την έκδοση.
Πολλές από τις φωτογραφίες τραβήχτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σε μια λεσβιακή κοινότητα στο Ορεγκον, στην οποία είχε αποτραβηχτεί η Κορίν από το Σαν Φρανσίσκο σε μια περίοδο που υπέφερε από σοβαρή κατάθλιψη. Εκεί φωτογράφισε γυναίκες γυμνές, ντυμένες ή μισοντυμένες, να εργάζονται, να χορεύουν, να χτίζουν, να κάνουν τέχνη, να κάνουν σεξ και να βρίσκονται στη φύση, αιχμαλωτίζοντας με τον φακό της τη διασταύρωση κοινοτήτων που επιστρέφουν στη γη, του φεμινισμού δεύτερου κύματος, του γυναικείου κινήματος και του πρώιμου ακτιβισμού για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων.
Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτό είναι το πρώτο βιβλίο που δημοσιεύεται για την Κορίν, η οποία πέθανε το 2006 από καρκίνο του ήπατος σε ηλικία 62 ετών, γράφει η Ρεμπέκα Νίκολσον. «Δεν είχα ακούσει ποτέ για την Τι Κορίν», της λέει η Φλιντ, η οποία πέρασε χρόνια κάνοντας έρευνα και έχει γράψει ένα εκτενές δοκίμιο για εκείνη.
Πριν πέντε χρόνια η Φλιντ βρισκόταν στη Φεμινιστική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου, όταν είδε τυχαία μια απόκοσμη φωτογραφία της Κορίν όπου τα γυναικεία σώματα σχημάτιζαν ένα αφηρημένο, καλειδοσκοπικό, ηλιακό μοτίβο. Αλλά δεν μπορούσε να την τοποθετήσει χρονικά. «Δεν υπήρχε περίπτωση να πω αν ήταν της δεκαετίας του 1930 ή ολοκαίνουργια» λέει στον Guardian.
Τελικά αποδείχτηκε ότι η φωτογραφία ήταν από τη συλλογή «Yantras of Womanlove», που τύπωσε με δικά της έξοδα η Κορίν το 1982. Η Φλιντ ένιωσε τότε «ότι οι άνθρωποι περίμεναν ένα βιβλίο για εκείνη». Εκείνη την περίοδο εργαζόταν ως επιμελήτρια στο κέντρο τεχνών Barbican και αργότερα στην γκαλερί Hayward, και τα δύο στο Λονδίνο. Σύντομα, δε, ανακάλυψε ότι το πανεπιστήμιο του Ορεγκον διέθετε ένα σημαντικό αρχείο.
«Εντελώς γοητευμένη», αρχικά σχεδίαζε μια έκθεση αλλά την πρόλαβε η πανδημία. «Συνέχισα να σκέφτομαι “κάτι θα βγει από αυτό”, γιατί είναι καταπληκτικό άτομο και το έργο της απίστευτο» λέει στον Guardian. Συνέχισε λοιπόν την έρευνά της και η έκδοση «A Forest Fire Between Us» είναι το αποτέλεσμα αυτής της αγάπης.
Η Λίντα Τι Αθελστον Κάτσιν, όπως ήταν το πραγματικό όνομα της Κορίν. γεννήθηκε το 1943 στη Φλόριντα. Μεγαλωμένη από τη μητέρα και τον πατριό της, κατέγραψε αργότερα τη δύσκολη ανατροφή της στο έργο μικτής τεχνικής «Family: Growing Up Ιn a Alcoholic Family» («Οικογένεια: Μεγαλώνοντας σε μια Αλκοολική Οικογένεια»). Τη δεκαετία του 1960 παντρεύτηκε έναν μουσικό της φολκ αλλά μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο και το 1973 άρχισε να αποκαλύπτει τη λεσβιακή της υπόσταση. Μεγάλο μέρος της δουλειάς της, δε, δοξάζει το σεξ και την οικειότητα μεταξύ γυναικών.
Οπως η Φλίντ, έτσι και η Ρεμπέκα Νίκολσον νόμιζε πως δεν είχε ακούσει για την Κορίν, αλλά συνειδητοποίησε ότι είχε ξαναδεί δουλειά της. Το εξώφυλλο του άλμπουμ με το οποίο έκαναν το ντεμπούτο τους οι Βρετανοί Suede, με δυο ανδρόγυνες φιγούρες που φιλιούνται, ήταν φωτογραφία της Κορίν.
Εκείνη ήταν επίσης η συγγραφέας του «Cunt Coloring Book», μιας συλλογής σχεδίων γυναικείων γεννητικών οργάνων, που έγινε φεμινιστική σημαία όταν πρωτοκυκλοφόρησε, το 1975. Το 1981, ωστόσο, ο εκδότης άλλαξε τον τίτλο του σε «Labiaflowers», κάτι που προκάλεσε πτώση των πωλήσεων. Τελικά ο αρχικός τίτλος αποκαταστάθηκε.
Υπάρχουν πολλές εξηγήσεις για τους λόγους που έμεινε στην αφάνεια η Κορίν. Πρώτον, σπανίως εκτέθηκε σε ολη τη διάρκεια της ζωής της. «Τη δεκαετία του 1970», λέει η Φλιντ, «ήταν ακόμα πολύ επικίνδυνο να φτιάχνει κανείς έργα που απεικόνιζαν σαφείς σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Οι queer γυναίκες ήταν εντελώς παράνομες σε μια ετεροκανονική κοινωνία».
Η επιμελήτρια του «A Forest Fire Between Us» υποθέτει ότι το έργο της, που συχνά ερχόταν σε σύγκρουση με τους νόμους των ΗΠΑ και κάποιες φορές με διεθνείς νόμους που απαγορεύουν τις σεξουαλικές εικόνες, ήταν «ίσως υπερβολικά ριζοσπαστικό. Οι άνθρωποι δεν ένιωθαν άνετα με αυτό. Δεν θα το έδειχναν» τονίζει.
Η Κορίν στράφηκε στην αυτοέκδοση. «Περιέγραψε τα βιβλία ως φορητές γκαλερί με χάρτινους τοίχους» λέει η Σαρλότ Φλιντ. Αλλά ακόμη και τότε ήταν δύσκολο να τυπώνει τα βιβλία της. «Οι εκδότες δεν δημοσίευαν το υλικό. Ηταν μια πραγματική μάχη». Κάποτε η Κορίν πρότεινε μια εικόνα σε ένα περιοδικό, το οποίο τη δέχτηκε για δημοσίευση, αλλά «ο τυπογράφος αρνήθηκε να την τυπώσει. Εδειχνε μια γυναίκα να λυγίζει το σώμα της πάνω από τη σύντροφό της και το αποκαλούσαν “the lunchbox special”. Τόσο υποτιμητικό!»
Οι επικρίσεις για το δεύτερο κύμα φεμινισμού στόχευαν συνήθως στην εστίασή του σε λευκές ετεροφυλόφιλες γυναίκες της μεσαίας τάξης. Το αξιοσημείωτο στο έργο της Κορίν είναι ότι έχει ενστικτωδώς διατομεακό χαρακτήρα, πολύ πριν γίνει ευρύτερα κατανοητή μια τέτοια έννοια. Οι φωτογραφίες, λέει στον Guardian η Φλιντ, απεικονίζουν «έγχρωμες γυναίκες, μεγαλύτερα σώματα, γυναίκες με αναπηρία, γυναίκες όλων των ηλικιών. Ηθελε πραγματικά να δείξει την πραγματικότητα του να είσαι μια queer γυναίκα που κάνει έρωτα με μια άλλη γυναίκα».
Ενας άλλος λόγος που το έργο της Κορίν δείχνει τόσο ζωντανό σήμερα είναι ότι, με τις απεικονίσεις γυναικών που έζησαν στο περιθώριο, αποτυπώνει μια περίοδο κοινωνικής Ιστορίας που έχει κατά πολύ ξεχαστεί. Η Φλιντ υποστηρίζει ότι, αρνούμενοι να τυπώσουν το έργο της, οι τυπογράφοι συνέβαλαν στην καταστολή αυτής της Ιστορίας. Το αντίτυπο του «Yantras of Womanlove» που έχει στην κατοχή της είναι άθλιο γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.
Η αναβίωση του ενδιαφέροντος για την Κορίν φαίνεται σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ. Οι επιμελητές και οι εκδότες αρχίζουν να αναγνωρίζουν τους καλλιτέχνες αυτού του είδους και τις κοινότητες που είχαν κρυφτεί ή αγνοηθεί στο παρελθόν. Το 2021, το αρχείο Rebel Dykes διοργάνωσε μια έκθεση και ένα ντοκιμαντέρ για τις λεσβίες ακτιβίστριες που ζούσαν στο Λονδίνο τη δεκαετία του 1980.
Η Φλιντ αναφέρει ακόμη την έκθεση «Women In Revolt!» της Tate, που παρουσιάζεται τώρα στο Εδιμβούργο και του χρόνου θα βρεθεί στο Μάντσεστερ, η οποία εξερευνά τη φεμινιστική τέχνη και τον ακτιβισμό στη Βρετανία από το 1970 έως το 1990. «Υπήρξαν ιστορίες απίστευτων καλλιτεχνών», λέει η Φλίντ, «με παρακαταθήκες πολιτικού ακτιβισμού, που έχουν εντελώς αγνοηθεί. Είναι σαν να αναγνωρίζονται κάποιοι άνθρωποι μετά από μια πολύ μακρά περίοδο».
Ηταν, άραγε, σε θέση να αναγνωρίσει τις γυναίκες στις φωτογραφίες, που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 βρέθηκαν σε ένα καταφύγιο φωτογραφίας στην έρημο του Ορεγκον για να καταγράψουν τη ζωή τους; «Δεν ξέρω ποιες είναι πολλές από αυτές, δυστυχώς» απαντά η Φλιντ, σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο είναι δύσκολο αν ο καλλιτέχνης δεν ζει πια.
Εχει ακούσει, όμως, πως μερικές από τις γυναίκες που έζησαν στην κοινότητα είναι ενθουσιασμένες με το έργο. Μάλιστα, στο πίσω μέρος του βιβλίου υπάρχει ένα σημείωμα που ζητάει περισσότερες πληροφορίες. «Ελπίζω ότι θα μάθουμε περισσότερα για αυτή την ιστορία» λέει. «Κάποιες γυναίκες που απεικονίζονται στο βιβλίο ίσως αναγνωρίσουν τον εαυτό τους και μας πουν γι’ αυτό».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News