«Το τρέιλερ της νέας σειράς της Apple TV+ “The New Look” είναι συναρπαστικό. Φλας αναβοσβήνουν. Μοντέλα με υπέροχα στριφογυριστά φορέματα […] Ο Μπεν Μέντελσον και η Ζιλιέτ Μπινός, ως Κρίστιαν Ντιόρ και Κοκό Σανέλ, ρίχνουν έντονα βλέμματα στην κάμερα. “Η παριζιάνικη ραπτική θα μπορούσε να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο χιλιάδες συνηθισμένες γυναίκες ονειρεύονται και ζουν” διακηρύσσει η Γκλεν Κλόουζ υποδυόμενη τον χαρακτήρα της σημαίνουσας συντάκτριας του Harper’s Bazaar, Κάρμελ Σνόου. Οι λάτρεις όχι μόνο της μόδας, αλλά και των πληθωρικών δραμάτων εποχής, πρέπει να μετρούν αντίστροφα τις μέρες μέχρι την πρεμιέρα της σειράς» γράφει η Τζούντι Μπέρμαν, κριτικός τηλεόρασης του Time.
Είναι αλήθεια πως μια τηλεοπτική σειρά με κορυφαίους πρωταγωνιστές, για την άνοδο του Κριστιάν Ντιόρ, καθώς αυτός εκθρονίζει την Κοκό Σανέλ, συμβάλλοντας συγχρόνως με τις δημιουργίες του στο να επιστρέψει η αισιοδοξία, η ζωντάνια και η ομορφιά στον κόσμο μετά τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο πολυαναμενόμενη θα μπορούσε να είναι. Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα είναι μάλλον απογοητευτικό, τουλάχιστον σύμφωνα με την αμερικανίδα κριτικό.
«Τι κρίμα που η σειρά των 10 επεισοδίων μοιάζει τόσο λίγο με τις διαφημίσεις που την προωθούν […] Εχοντας χαρακτηριστεί ως μια αφήγηση της μετεωρικής ανόδου του Ντιόρ στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το “The New Look” πρακτικά είναι μια βαρετή, άκεφη, μπερδεμένη διαδρομή ανά την κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία, με οδηγούς δύο από τα πιο διάσημα ονόματα στην ιστορία της μόδας.
»Ο ρυθμός είναι αργός και οι χαρακτήρες αδύναμοι. Ηθοποιοί και σκηνοθέτες κλάσης πήγαν χαμένοι. Τα μεγάλα ερωτήματα για την τέχνη και την πολιτική παραμένουν όχι μόνο αναπάντητα, αλλά σε μεγάλο βαθμό δεν τίθενται καν. Εάν μπορεί να ειπωθεί ότι η σειρά αιχμαλωτίζει κάποιο πνεύμα, αυτό είναι το πνεύμα του ζόφου εν καιρώ πολέμου» υποστηρίζει αλύπητα η Τζούντι Μπέρμαν.
Αρνητική άποψη για τη σειρά εκφράζει και η Λούσι Μάνγκαν του Guardian, κάνοντας λόγο για ένα «απλουστευτικό», «πομπώδες» και «παράλογο σε σημείο προσβολής» δράμα για την ιστορία της γαλλικής υψηλής ραπτικής, που αντιμετωπίζει τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο απλά ως μια ταλαιπωρία για τη μόδα.
«Αυτή είναι η ιστορία της αντιπαλότητας μεταξύ των σχεδιαστών Κοκό Σανέλ και Κριστιάν Ντιόρ, που αναπτύχθηκε παράλληλα με τη δοκιμασία μιας παγκόσμιας σύρραξης, η οποία, μη αρκούμενη απλώς να παρεμποδίσει την εξέλιξη της μόδας και ειδικότερα της επιχείρησης της Κοκό, σκότωσε επίσης εκατομμύρια Εβραίους. Αλλά μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται να ακούσετε πολλά για αυτούς. Η σειρά αφορά τη σημασία της τέχνης και τα όμορφα λειασμένα γαλλικά βάσανα (δεν πρόκειται να ακούσετε πολλά ούτε για τη Γαλλία του Βισί και την πολύ άκομψη απέλαση 76.000 Εβραίων σε στρατόπεδα εξόντωσης), οπότε φορέστε το κομψότερο φόρεμά σας και συνεχίζουμε!» γράφει η βρετανίδα κριτικός τηλεόρασης.
Οσον αφορά το περίφημο New Look του Κριστιάν Ντιόρ, η Νατάλια Ασπέζι της ιταλικής Repubblica μας πληροφορεί πως έτσι χαρακτήρισε ο αμερικανικός τύπος την επανάσταση που έφερε στη μόδα ο γάλλος μόδιστρος μετά «τη μικρή και συγκλονιστική επίδειξη υψηλής, πολύ υψηλής ραπτικής, τον Φεβρουάριο του 1947 στο κατάμεστο salon του, όπου τελικά διακηρύχθηκε ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε πραγματικά τελειώσει, ότι ήταν απαραίτητο να ξεχαστούν τα εκατομμύρια των νεκρών, οι πόλεις που καταστράφηκαν, τα έξι εκατομμύρια Εβραίοι που θυσιάστηκαν» γράφει η ιταλίδα δημοσιογράφος.
Ενδεχομένως γι’ αυτό η σειρά δεν εστιάζει στα μεγάλα πολιτικά ζητήματα και στις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά τον B’ ΠΠ. «Επρεπε κάπως να αρχίσουν να ζουν ξανά. Το New Look ξεκίνησε από τις γυναίκες. Ηταν οι γυναίκες που έπρεπε να θριαμβεύσουν μέσω των θαυμάτων της νέας μόδας που διακήρυττε το δικαίωμα, μετά τον πόλεμο, να καλύπτονται με μέτρα και μέτρα πολύτιμων υφασμάτων, τονίζοντας τη θηλυκότητά τους» αναφέρει η Ασπέζι, κρίνοντας τη νέα σειρά με περισσότερη επιείκεια συγκριτικά με τις αγγλόφωνες συναδέλφισσές της.
Σχετικά με την αντιπαλότητα μεταξύ Σανέλ και Ντιόρ, το πρώτο επεισόδιο του «The New Look» (διαθέσιμο από τις 14 Φεβρουαρίου στην πλατφόρμα της Apple TV+) ξεκινάει εν έτει 1955: ενώ η Κοκό Σανέλ αστειεύεται με δημοσιογράφους πριν από την πρώτη της επίδειξη μετά την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας στη Γαλλία, ο Κριστιάν Ντιόρ, ο βασιλιάς της παρισινής υψηλής ραπτικής, απευθύνεται σε ένα κοινό εντυπωσιασμένων φοιτητών μόδας στη Σορβόνη. Αλλά το μόνο για το οποίο φαίνεται να θέλουν να μιλήσουν είναι η επιστροφή της αντιπάλου του.
Μια νεαρή γυναίκα παίρνει το μικρόφωνο και τον ρωτάει: «Είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής στο Παρίσι η Κοκό Σανέλ έκλεισε το ατελιέ της και αρνήθηκε να σχεδιάζει φορέματα για τις γυναίκες των Ναζί, ενώ εσείς συνεχίσατε να σχεδιάζετε και να βγάζετε χρήματα;». Ο συντονιστής προσπαθεί να παρακάμψει την ερώτηση, η απάντηση της οποίας ήταν «ναι», αλλά ο Κριστιάν Ντιόρ επιμένει να απαντήσει. «Υπάρχει η αλήθεια» λέει. «Αλλά υπάρχει πάντα και μια άλλη αλήθεια που ζει πίσω από αυτήν».
Στη συνέχεια αρχίζει να εξηγεί τι ακριβώς εννοεί και μεταφερόμαστε στο 1943, όπου καθίσταται ξεκάθαρο πως η πραγματικότητα ήταν όντως πιο σύνθετη. Οταν πρωτοεμφανίζεται στη σειρά, ο Κριστιάν Ντιόρ εργάζεται στον οίκο του Λουσιέν Λελόνγκ (στη σειρά τον υποδύεται ο Τζον Μάλκοβιτς), ο οποίος είχε εκφοβιστεί ώστε να προμηθεύει τις συζύγους και τις ερωμένες των Ναζί με τουαλέτες.
Ο νεαρός Κριστιάν δεν χαίρεται, φυσικά, που εξυπηρετεί τη συγκεκριμένη πελατεία, αλλά δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, καθώς πρέπει να στηρίξει την οικογένειά του. Μέρος των χρημάτων που κερδίζει τα δίνει στην αδελφή του Κατρίν (Μέισι Γουίλιαμς), η οποία είναι ιδιαίτερη δραστήρια στη γαλλική αντίσταση (με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να συλληφθεί από τους Ναζί και, αφού βασανιστεί, να αποσταλεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης). Ο Ντιόρ αφήνει επίσης αντιστασιακούς να χρησιμοποιούν το διαμέρισμά του. Οι σύζυγοι και οι φίλες των Ναζί είναι συχνά Γαλλίδες και του μεταφέρουν πολύτιμες πληροφορίες.
Εν τω μεταξύ, η Κοκό Σανέλ ζει στο «Ritz», το οποίο, πέρα από ξενοδοχείο, είναι το αρχηγείο των γερμανών κατακτητών στο Παρίσι. «Ηταν απλώς ο εγωισμός που την έκανε να συνεργαστεί με τους Ναζί ή ήταν ευμενώς διακείμενη στον γενοκτονικό αντισημιτισμό τους;» διερωτάται η Τζούντι Μπέρμαν του Time, σημειώνοντας πως ο δημιουργός του «The New Look», ο Αμερικανός Τοντ Α. Κέσλερ («Damages», «Bloodline» κ.ά.) μάλλον δεν ενδιαφέρθηκε πραγματικά να απαντήσει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News