Δύο αυταρχικοί ηγέτες έχουν μεγάλες προσδοκίες από τις εκλογές σε μια μεγάλη δημοκρατία. Πούτιν και Ερντογάν παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις έως τις ενδιάμεσες εκλογές (midterm elections) της 8ης Νοεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες ίσως αναδιαμορφώσουν τις πλειοψηφίες στα δύο σώματα του Κογκρέσου: τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία. Και παρακολουθούν γιατί έχουν «άλογο στην κούρσα», όπως λένε οι Αμερικανοί, καθώς και επιδιώξεις για το μετά.
Το «άλογο» που θέλουν να κερδίσει είναι ασφαλώς η τραμπική και «φιλο-πουτινική» πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, που συγκρούεται τελευταία με το μετριοπαθές τμήμα του. Οι επιδιώξεις των «δύο» είναι ξεκάθαρες και γνωστές: ο Πούτιν περιμένει οι ΗΠΑ να σταματήσουν να στηρίζουν με όπλα την Ουκρανία και ο Ερντογάν να πάρει επιτέλους τα F-16 που μπλοκάρει το Κογκρέσο.
Ας αρχίσουμε ανάποδα: από τη γειτονιά μας και τον Ταγίπ Ερντογάν, που απειλεί διαρκώς τη χώρα μας.
Για να έχουμε μια καθαρή εικόνα, θα πρέπει καταρχάς να βάλουμε στην άκρη την ερμηνεία που επιχειρήθηκε από την Αγκυρα –και από ορισμένους κύκλους στην Αθήνα– σε ό,τι αφορά την περίφημη αρχική «απόρριψη της τροπολογίας Μενέντεζ», η οποία δεν ενσωματώθηκε στον αμυντικό προϋπολογισμό της Γερουσίας. Το γεγονός παρουσιάστηκε ως νίκη του τουρκικού λόμπι, που ανοίγει τον δρόμο για τα F-16.
Η εξέλιξη αφορούσε, ωστόσο, τον τρόπο λειτουργίας του Κογκρέσου και τις προτεραιότητες ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών και, όπως εξήγησαν στελέχη της αμερικανικής Γερουσίας, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση στήριξη του αιτήματος της Τουρκίας για αγορά και αναβάθμιση των F-16.
Οι δύο τροπολογίες (Μενέντεζ – Πάπας) που επέβαλαν προϋποθέσεις στην Τουρκία για την αναβάθμιση των F-16, τέθηκαν μεν εκτός του νομοσχεδίου της Γερουσίας για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ (NDAA), ωστόσο ανάλογη τροπολογία για τα F-16 από τον βουλευτή Κρις Πάπας έχει περάσει στην εκδοχή του νομοσχεδίου της Βουλής των Αντιπροσώπων και όλα θα κριθούν στη διαπραγμάτευση που θα γίνει μεταξύ της Βουλής και της Γερουσίας για την τελική μορφή του NDAA.
Αλλωστε, τροπολογίες μπορούν να επανέρχονται σε μεταγενέστερες φάσεις και, κυρίως, η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας διατηρεί πάντοτε το δικαίωμα να προβάλει βέτο στην έγκριση αμυντικών συμβάσεων. Επομένως, το ενδιαφέρον εστιάζεται στο τοπίο μετά τις ενδιάμεσες εκλογές και στο ενδεχόμενο οι Ρεπουμπλικάνοι να αποκτήσουν τον έλεγχο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία, παρά τη βελτίωση της δημοσκοπικής εικόνας του προέδρου Μπάιντεν κατά τους τελευταίους μήνες.
Οι τέσσερις που αποφασίζουν
Πριν φθάσουμε στο ευρύτερο κλίμα που επικρατεί για τον Ερντογάν στην Ουάσινγκτον, διπλωματικές πηγές με άριστη γνώση των δεδομένων εξήγησαν ότι για να «περάσουν» από το Κογκρέσο τα F-16, θα πρέπει πρακτικά να συμφωνήσουν τέσσερα πρόσωπα: ο πρόεδρος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων της Γερουσίας (σήμερα ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ) και ο επικεφαλής της μειοψηφίας (Ranking Member) στην ίδια Επιτροπή –ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Τζιμ Ριτς–, καθώς επίσης οι δύο επικεφαλής των παρατάξεων στην αντίστοιχη Επιτροπή της Βουλής
Οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι ακόμη κι αν οι εκλογές για το σύνολο των 435 εδρών της Βουλής της Αντιπροσώπων και τις 35 από τις 100 έδρες της Γερουσίας δώσουν την πλειοψηφία στους Ρεπουμπλικάνους και στα δύο σώματα, ουσιαστικά δεν αλλάζουν οι ισορροπίες για το κρίσιμο θέμα, διότι και στις δύο επιτροπές οι αποφάσεις λαμβάνονται ομόφωνα.
Επομένως, μια ενδεχόμενη εναλλαγή ρόλων (πχ. του Μενέντεζ με τον Ριτς) μετά τις ενδιάμεσες εκλογές δεν θα αλλάξει τα πράγματα. Οι ίδιες πηγές προσθέτουν, ότι, πέρα από τα πρόσωπα, «η άποψη ότι ο Ερντογάν έχει ξεφύγει από τις ράγες έχει διαποτίσει διακομματικά τις ΗΠΑ».
«Δεν θα εγκρίνω καμία πώληση F-16 για την Τουρκία έως ότου ο Ερντογάν σταματήσει την επιθετική του εκστρατεία σε όλη την περιοχή. Τελεία και παύλα», δήλωσε πρόσφατα ο Μενέντεζ. Παρά τους υψηλούς τόνους, η οπτική του απηχεί και τις απόψεις στελεχών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Είναι ενδιαφέρον ότι ξαφνικά (;), στις 26 Οκτωβρίου, λίγες ημέρες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, και σε μια περίοδο που το τουρκικό λόμπι πνέει μένεα κατά του φιλέλληνα γερουσιαστή για τα F-16, έγινε γνωστό ότι ο Μενέντεζ αντιμετωπίζει νέα ομοσπονδιακή έρευνα, ενώ προ πέντε ετών είχε απαλλαγεί για μια άλλη υπόθεση. Προς το παρόν, η θέση του στη Γερουσία δεν απειλείται καθώς θα διεκδικήσει την επανεκλογή το 2024 και όχι στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου.
Οι ευνοϊκές ισορροπίες που διαμορφώνονται λοιπόν αυτή τη στιγμή σημαίνουν άραγε ότι η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα, δια της διπλωματικής οδού και του ελληνικού λόμπι, να διασφαλίσει (με βάση το προφανές δίκιο της) ότι δεν θα εγκριθούν ποτέ τα F-16 για τον Ερντογάν; Προφανώς και όχι. Από την άλλη πλευρά, η εκτίμηση ότι ο Ερντογάν θα βρεθεί «αγκαλιά» με τα F-16 αν επικρατήσουν οι Ρεπουμπλικάνοι απέχει πολύ από την πραγματικότητα.
Τα πράγματα θα παραμείνουν πολύ δύσκολα για την Τουρκία και η όποια αλλαγή στάσης από την πλευρά της Αμερικής θα εξαρτηθεί από τη στάση του ίδιου του Ερντογάν στο ευρύτερο πλαίσιο που περιλαμβάνει και τις σχέσεις του με τη Ρωσία.
To Ρεπουμπλικανικό μπλοκ υπέρ του Πούτιν
Σε ό,τι αφορά τώρα τις επιδιώξεις του Πούτιν, στελέχη των Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, όπως η Λιζ Τσένι, προειδοποιούν, όπως σημείωσε η Washington Post, με δημόσιες δηλώσεις τους για την δράση της «φιλο-πουτινικής πτέρυγας» εντός του κόμματος, με πρώτο τον επικεφαλής του στη Βουλή των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι, και τον κίνδυνο να ισχυροποιηθεί σε τέτοιο βαθμό μετά τις ενδιάμεσες εκλογές (midterms) της 8ης Νοεμβρίου, ώστε να μπλοκάρει τις αποφάσεις για τη στήριξη της Ουκρανίας.
Ο Μακάρθι, ο οποίος ανάλογα με το αποτέλεσμα της κάλπης θα μπορούσε να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων –εάν επικρατήσουν oι Ρεπουμπλικάνοι– δήλωσε στα μέσα Οκτωβρίου πως, παρότι είναι σημαντική η βοήθεια προς την Ουκρανία, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο ότι θα συνεχίσει να αποτελεί «λευκή επιταγή».
H Washington Post τόνισε στο ίδιο πλαίσιο ότι είναι σημαντικός ο αριθμός των Ρεπουμπλικάνων υποψηφίων για τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία που έχουν εκφράσει «εχθρικές διαθέσεις» για τη χρηματοδότηση προς την Ουκρανία. Αυτό σημαίνει ότι η διατύπωση «φιλο-πουτινική» πτέρυγα των Ρεπουμπλικάνων, εκτός από ακριβής, είναι και ένα φαινόμενο που πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Σχολιάζοντας το πώς θα μπορούσε να κινηθεί το φιλο-πουτινικό μπλοκ, που βρίσκεται πιο κοντά στον Τραμπ, η εφημερίδα δημοσίευσε τις εκτιμήσεις του ειδικού για τη Ρωσία Τίμοθι Σνάιντερ, καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Yale. Ο καθηγητής εκτίμησε ότι προκύπτει σοβαρό ζήτημα από το ενδεχόμενο ο Μακάρθι να γίνει πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και να βρεθούν ταυτόχρονα στη αμερικανική Βουλή και στη Γερουσία πολλοί εκπρόσωποι των Ρεπουμπλικάνων με παρόμοιες αντιλήψεις.
Κατά τον Σνάιντερ, η επικράτηση της Ουκρανίας στον πόλεμο με τη Ρωσία αφορά ευρύτερα «τη δημοκρατία σε ολόκληρο τον κόσμο». Αλλά και στρατηγικά, για τα συμφέροντα των ΗΠΑ, οι επιτυχίες των ουκρανικών δυνάμεων στο πεδίο της μάχης αποτελούν και ένα μήνυμα προς την Κίνα, στο πλαίσιο των σεναρίων για επίθεσή της στην Ταϊβάν, καθώς δείχνουν πόσο δύσκολη μπορεί να είναι μια εισβολή και επομένως μειώνουν την πιθανότητα να συμβεί.
Ο αναλυτής συμπεραίνει ότι, ευτυχώς, υπάρχουν ακόμη πολλοί μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνοι που μοιράζονται την άποψη ότι «οι ΗΠΑ πρέπει να βοηθήσουν την Ουκρανία να επικρατήσει».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News