Συνηθίσαμε να τη βλέπουμε στo πόντιουμ των νικητών, συχνά στο ψηλότερο σκαλί. Από το 2014, που κατέκτησε το αργυρό μετάλλιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ανοικτού στίβου, μέχρι σήμερα, πρωταγωνιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει κερδίσει τα πάντα. Για πολλά χρόνια υπήρξε το πρόσωπο του πιο «σίγουρου» μεταλλίου της Ελλάδας στον στίβο, στις μεγάλες διοργανώσεις. Είναι λογικό, που τα ρεπορτάζ των media κατέγραψαν τον αγώνα της στο Παρίσι με αμηχανία. Η ένατη θέση δεν ταιριάζει στην Κατερίνα Στεφανίδη, την κορυφαία ελληνίδα αθλήτρια όλων των εποχών. Από την άλλη, όμως, η μάχη που έδωσε ήταν υπέροχη. Μάθημα συνέπειας, επαγγελματισμού, επιμονής και γενναιότητας.
Ας πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, όσο κι αν μας στενοχωρούν. Η μυθική καριέρα της Στεφανίδη οδεύει προς το τέλος της. Τον Φεβρουάριο έκλεισε τα 34. Υποφέρει από χρόνιους τραυματισμούς, λόγω της συσσωρευμένης καταπόνησης του κορμιού της έπειτα από τόσα χρόνια πρωταθλητισμού. Ακόμη κι αν δεν πονάει κάπου τις μέρες των αγώνων, οι προπονήσεις της γίνονται μετ’ εμποδίων. Εδώ και αρκετό καιρό είναι πιο αραιές και με μικρότερη ένταση. Και, πλέον, έχει να ανταγωνιστεί αθλήτριες πολύ νεότερες (η 27χρονη Αυστραλέζα, Νίνα Κένεντι, που χθες κατέκτησε το «χρυσό», ήταν τριών ετών όταν η Κατερίνα έπιασε το κοντάρι για πρώτη φορά), ή απολύτως υγιείς.
Η Στεφανίδη κράτησε τη σημαία του ελληνικού στίβου ψηλά – ήταν η εθνική μας παρηγοριά σε εποχές που η χώρα είχε χρεωκοπήσει και χρήματα για την καλλιέργεια πρωταθλητών δεν υπήρχαν. Αλλά τα χρόνια πέρασαν. Στο απόγειο της καριέρας της έφτασε την τετραετία 2016-2019. Σε αυτό το χρονικό διάστημα πέτυχε έναν αδιανόητο άθλο (κατείχε χρυσό μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα) και κατέγραψε την ιστορικά υψηλότερή της επίδοση (4,91 μέτρα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Λονδίνου, το 2017). Εκτοτε, η «κλάση» της πάλευε με τη φθορά του χρόνου και, συχνά, νικούσε. Αλλά όχι πάντα.
Στο Παρίσι ταξίδεψε με εφετινό ατομικό ρεκόρ τα 4,73 μ. Αυτή η επίδοση της χάρισε, τον Ιούνιο, το αργυρό μετάλλιο στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της Ρώμης (όπου αγωνίστηκε με παυσίπονα), όμως για τους Ολυμπιακούς Αγώνες δεν ήταν αρκετή. Η Στεφανίδη το υποπτευόταν, ότι τα μετάλλια θα «κλείδωναν» στα 4,85μ. και πάνω. Οπως συνέβη στο Τόκιο. Επίσης, γνώριζε ότι θα πάλευε με αθλήτριες που είχαν πολύ καλύτερο εφετινό ρεκόρ. Μετά τη Ρώμη δεν είχε λάβει μέρος σε άλλον αγώνα, λόγω του τραυματισμού της. Αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν την πτόησε.
Πήγε να πολεμήσει για το όνειρό της: να ανέβει ξανά στο βάθρο των Ολυμπιονικών, οκτώ χρόνια μετά την κορυφαία της στιγμή (το 2016 στο Ρίο ντε Τζανέιρο). Δεν τα κατάφερε, όμως δικαιούται να υπερηφανεύεται ότι σε τρεις τελικούς Ολυμπιακών Αγώνων έχει πηδήσει πάνω από τα 4,70μ. – δεν είναι πολλές οι αθλήτριες του επί κοντώ που μπορούν να το πουν αυτό.
Το βράδυ της Τετάρτης, η 24χρονη Μόλι Κόντερι (Βρετανία), με τη Νο 1 επίδοση εφέτος (4.92μ.), δεν κατόρθωσε, καν, να προκριθεί στον τελικό. Η 27χρονη Αντζέλικα Μόζερ (Ελβετία), με εφετινό ατομικό ρεκόρ 4,88μ, δεν πήρε μετάλλιο. Η 26χρονη Βίλμα Μούρτο, η φινλανδή πρωταθλήτρια Ευρώπης πριν από δυο χρόνια, τερμάτισε έβδομη. Σε αυτό το σπορ, που είναι… κινούμενη άμμος, η διαχρονική αξία της Στεφανίδη θα μνημονεύεται ως σπάνιο φαινόμενο. Κι όχι μόνο στο επί κοντώ.
Ακόμη και τώρα, βαδίζοντας προς τα 35, με ένα βιογραφικό γεμάτο θριάμβους, βλέπεις στα μάτια της τη «φλόγα» που την έκανε Ολυμπιονίκη και παγκόσμια πρωταθλήτρια. Από το 2005, που κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Κορασίδων στο Μαρακές, μέχρι σήμερα, δεν έσβησε ούτε στιγμή.
Σε όποια αγωνιστική κατάσταση κι αν βρισκόταν, ποτέ δεν πρόδωσε τον εαυτό της. Εκανε, πάντοτε, το καλύτερο που μπορούσε. Ποτέ δεν φοβήθηκε. Ενατη; Ενατη. Αλλά με το κεφάλι ψηλά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News