To έλεγαν οι αναλυτές, το έλεγε ο Μακρόν, το έλεγε η Ελλάδα, ήρθε η εκλογή του Τραμπ και όλοι κατάλαβαν. Και τώρα η ΕΕ ψάχνει τρόπο να δει τι θα κάνει αν οι ΗΠΑ την αφήσουν ξεκρέμαστη απέναντι στον Πούτιν. Βεβαίως, έχοντας υποτιμήσει και αγνοήσει επί δεκαετίες αυτή τη διάσταση, ευρισκόμενες σε λήθαργο σε ό,τι αφορά την Αμυνα και το συνολικό κεφάλαιο της στρατηγικής αυτονομίας, οι Βρυξέλλες ανακαλύπτουν τώρα στο «και πέντε» ότι άργησαν. Και προκύπτει μοιραία το ερώτημα: «τώρα τι κάνουμε;»…
Απάντηση σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα επιχειρούν να δώσουν οι Financial Times σε ένα άρθρο-ανάλυση που προτείνει συγκεκριμένες λύσεις. Η κορυφαία οικονομική εφημερίδα αρχίζει από την περιγραφή της συγκυρίας: Καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ επαναφέρει την ιδεολογία «Πρώτα η Αμερική» στον Λευκό Οίκο, οι ηγέτες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα: «Η Ευρώπη, μόνη».
«Θα έπρεπε να είναι προετοιμασμένοι: εδώ και οκτώ χρόνια παραδέχονται ανοιχτά την ανάγκη να σταθεί η Ευρώπη στα δικά της πόδια» τονίζει ο Μάρτιν Σάντμπου που υπογράφει το κείμενο. «Παρόλα αυτά, οι Ευρωπαίοι εξακολουθούν να βρίσκονται σε δύσκολη θέση, όπως οι μαθητές που έχουν αναβάλει τα μαθήματά τους για την τελευταία στιγμή», προσθέτει με χιούμορ.
Ολοι συμφωνούν τώρα, στο «και πέντε», ποιοι πρέπει να είναι οι στόχοι της Ευρώπης. «Να στερήσουν στον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν την επιτυχία στην Ουκρανία που θα τον ενθάρρυνε να εντείνει την απειλή για τη δική τους ελευθερία ως φιλελεύθερες δημοκρατίες» συνεχίζει ο αρθρογράφος. Και περιγράφει το τοπίο αυτή τη στιγμή στην ΕΕ:
♦ Οι ηγέτες γνωρίζουν ότι πρέπει να κάνουν την Ευρώπη ξανά μεγάλη. Ομως οι καλύτερες προθέσεις συνεχίζουν να ναυαγούν λόγω αδυναμίας να βρεθούν τα μέσα για τους σκοπούς αυτούς. Πάρα τις καλές πολιτικές ιδέες -όπως αυτές που περιέχονται στις πρόσφατες εκθέσεις του Ενρίκο Λέτα και του Mάριο Ντράγκι- οι επισημάνσεις αντιμετωπίζονται με ένα νεύμα και στη συνέχεια με μια ερώτηση: «Αλλά από πού θα βρεθούν τα χρήματα;»
Επομένως, επείγει να αντιμετωπιστούν μεγάλα ερωτήματα σχετικά με τον προϋπολογισμό της ΕΕ, τον κρατικό αλλά και τον κοινό δανεισμό. Ο Σάντμπου τονίζει στο άρθρο του στους Finacial Times πως ακόμη και χωρίς μια μεγάλη αλλαγή στον προϋπολογισμό η ΕΕ διαθέτει περισσότερους πόρους απ’ ό,τι θέλει να παραδεχτεί. «Ξεκινήστε με την Ουκρανία, την οποία η Ευρώπη πρέπει πλέον να είναι πρόθυμη να τη χρηματοδοτήσει πλήρως από μόνη της. Αν η Ουκρανία χάσει τον πόλεμο, η ασφάλεια της Ευρώπης θα αποδυναμωθεί μόνιμα και σε αυτή την περίπτωση η γεωπολιτική της αυτονομία θα είναι καταδικασμένη.
«Για το δικό της συμφέρον, η Ευρώπη πρέπει να καλύψει το κενό που αφήνει το οριστικό τέλος της αμερικανικής υποστήριξης» σχολιάζει αρθρογράφος. Εδώ και έξι μήνες, η Ευρώπη και η απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν εργάζονται για την προκαταβολή 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων που προέρχονται από ρωσικά κρατικά χρήματα τα οποία έχουν παγώσει σε δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Μπορεί να τα καταφέρουν πριν από την αλλαγή εξουσίας στην Ουάσινγκτον (στις 20/1/2025), αλλά μόλις και μετά βίας αρκούν για να βγάλει η Ουκρανία τον χειμώνα.
Πολύ καλύτερο θα ήταν, συνεχίζει ο Σάντμπου, να κατασχεθεί το σύνολο των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων των ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων. Αυτό είναι στo χέρι της Ευρώπης. Τα περισσότερα από αυτά βρίσκονται δεσμευμένα λόγω των κυρώσεων της ΕΕ στο βελγικό αποθετήριο τίτλων Euroclear, ενώ κάποια από αυτά τα χρήματα βρίσκονται σε άλλα ευρωπαϊκά ιδρύματα (συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου).
Η συζήτηση για το νομικό υπόβαθρο αυτής της κίνησης έχει γίνει διεξοδικά και έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον κατάλληλες οδοί για την κατάσχεση: η μία βασίζεται σε αντίμετρα κατά των παραβιάσεων του διεθνούς δικαίου από τη Ρωσία, η άλλη στον συμψηφισμό αμοιβαίων αξιώσεων: στην προκειμένη περίπτωση των αδιαμφισβήτητων και πολύ μεγαλύτερων οικονομικών υποχρεώσεων αποζημίωσης της Μόσχας προς την Ουκρανία.
Ο αρθρογράφος των Financial Times επιμένει ότι όλα εξαρτώνται από την πολιτική βούληση της Ευρώπης. Οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν επανειλημμένα υποσχεθεί να κρατήσουν τα χρήματα αποκλεισμένα έως ότου η Μόσχα καταβάλει στο Κίεβο τα οφειλόμενα.
Τι γίνεται όμως με τις αμυντικές και επενδυτικές ανάγκες της Ευρώπης; Οι Βρυξέλλες επιδιώκουν ο ιδιωτικός τομέας να χρηματοδοτεί όσο το δυνατόν περισσότερα πρότζεκτ και προσβλέπουν σε θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) για να προσελκύσουν ιδιωτικά κεφάλαια με μια μικρή δημόσια συμμετοχή.
«Σπάνια αναφέρουν ότι ανεξάρτητα από τη χρηματοοικονομική μηχανική, τα ιδιωτικά κεφάλαια πρέπει να προέρχονται από κάπου: οι πραγματικοί πόροι πρέπει στην πραγματικότητα να αφαιρεθούν από τις τρέχουσες χρήσεις τους, αν πρόκειται να χρηματοδοτήσουν νέες» τονίζει ο Σάντμπου στους Financial Times.
Φέρνει ως παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο (που είναι εκτός ΕΕ αλλά παραμένει βασικός παράγοντας της ευρωπαϊκής ασφάλειας) το μακροχρόνιο έλλειμμα του οποίου στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σημαίνει ότι οι νέες προτεραιότητες πρέπει σε μεγάλο βαθμό να χρηματοδοτηθούν από ανακατανομή πόρων που είχαν προηγουμένως διατεθεί στο εσωτερικό της χώρας.
Αντιθέτως, η ΕΕ έχει μεγάλο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Οι ηγέτες της ΕΕ δεν μπορούν καλόπιστα να ισχυριστούν ότι οι πόροι λείπουν, με δεδομένο ότι το μπλοκ εξήγαγε 450 δισ. ευρώ σε πλεονάζουσες αποταμιεύσεις τα τελευταία τέσσερα τρίμηνα, σε μεγάλο βαθμό προς τις άλλες οικονομίες της G7 και τα υπεράκτια χρηματοπιστωτικά κέντρα, τονίζει ο ειδικός περί τα οικονομικά αρθρογράφος των FT.
Το θέμα, προσθέτει, δεν είναι να στοχεύσουμε σε μικρότερο πλεόνασμα: «Oπως πρόκειται να διαπιστώσει ο Τραμπ, η στόχευση ενός συγκεκριμένου εξωτερικού ισοζυγίου είναι δύσκολη, διότι αντανακλά τις εγχώριες αποταμιεύσεις και τις επενδυτικές επιλογές. Αλλά οι ηγέτες της ΕΕ θα πρέπει να έχουν ξεκαθαρίσει ότι ο κόσμος στον οποίο ένας ευρωπαϊκός οικονομικός μετασχηματισμός πετυχαίνει ευκολότερα είναι εκείνος στον οποίο η ΕΕ δεν είναι πλέον πλεονασματική οικονομία, αλλά αξιοποιεί όλους τους εγχώριους πόρους της, είναι χαλαρή σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές και κάνει ένα βήμα πέρα από την υπερβολική εξάρτηση από την εξαγωγική ζήτηση».
Η θέση Σάντμπου είναι πως αποτελεί καθήκον της ΕΕ είναι να κάνει αυτή την επαν-εξισορρόπηση και ότι αυτή τελικά θα λειτουργήσει προς το συμφέρον της Ευρώπης στο σύνολό της. Το μόνο βέβαιο είναι ότι υπάρχει πλέον πολύ λίγος χρόνο στα χέρια των ηγετών της ΕΕ. Για την ακρίβεια, τα χρονικά περιθώρια έχουν ήδη εξαντληθεί.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News