Για τους μη γνώστες ο κόσμος της κλασικής μουσικής είναι περίκλειστος και άγνωστος, ένα σπάνιο σύνολο μουσικών που παίζουν σε τέλεια αρμονία προκαλώντας ένα περίεργο είδος μαγείας. Και όμως, η ιδέα ότι μπορεί να υπάρχουν προβλήματα σε αυτόν τον παράδεισο έχει βρεθεί έντονα στο επίκεντρο την τελευταία εβδομάδα, γράφει στην Telegraph ο Αϊβαν Χιούετ.
Πρόσφατα αναφέρθηκε ότι ο διάσημος βρετανός αρχιμουσικός σερ Τζον Ελιοτ Γκάρντινερ χαστούκισε και έβρισε τον βαρύτονο Γουίλιαμ Τόμας στα παρασκήνια λίγο μετά το τέλος της όπερας «Τρώες» του Μπερλιόζ, στο Φεστιβάλ Μπερλιόζ, στη γενέτειρα του μεγάλου γάλλου μουσουργού, Λα Κοτ-Σεντ-Αντρέ, κοντά στην Γκρενόμπλ, επειδή βγήκε από τη λάθος πλευρά της σκηνής.
Στη συνέχεια, για τον βραβευμένο μαέστρο δεν υπήρχαν δικαιολογίες, παρά μόνο μεταμέλεια: «Ζητώ ανεπιφύλακτα συγγνώμη» δήλωσε δημόσια ο Γκάρντινερ. «Γνωρίζω ότι η σωματική βία δεν είναι ποτέ αποδεκτή και ότι οι μουσικοί πρέπει πάντα να νιώθουν ασφαλείς».
Η επίθεση καταδικάστηκε από τους υπεύθυνους του φεστιβάλ κλασικής μουσικής BBC Proms, στο οποίο θα παρουσιαζόταν το έργο του Μπερλιόζ στις αρχές Σεπτεμβρίου, και ο μαέστρος αντικαταστάθηκε.
Γεγονός είναι ότι η κλασική μουσική υπερηφανεύεται για την επιδίωξη της τελειότητας, κάτι που με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε ένα είδος τυραννίας, με τον μαέστρο να έχει απαιτήσεις από τους μουσικούς. Το απεικονίζει ξεκάθαρα η αμφιλεγόμενη ταινία «Tár», με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Μπλάνσετ, η οποία υποδύεται μια ψυχοπαθητικά χειριστική και αυταρχική μαέστρο· η συμπεριφορά της μπορεί να φαίνεται πολύ τραβηγμένη, όπως όμως δήλωσε νωρίτερα φέτος στην Telegraph η Σάρα Ιωαννίδη, μαέστρος και διευθύντρια μουσικής της Symphony Tacoma στις ΗΠΑ, «υπάρχει και έχει γίνει χειραγώγηση στον κλάδο· υπάρχουν παιχνίδια εξουσίας, αδικία, προσδοκίες, κακοποίηση, ίσως μάλιστα ακόμη χειρότερα από ό,τι δείχνει η ταινία».
Αν και δεν είναι ξεκάθαρο πότε ακριβώς ξεκίνησε η εξουσία του αυταρχικού μαέστρου, σίγουρα φτάνει μέχρι τον Γκούσταβ Μάλερ, ο οποίος, αν και με ύψος μόλις 1,62μ., τρομοκρατούσε τους μουσικούς της ορχήστρας και τους τραγουδιστές όταν ήταν επικεφαλής της Οπερας της Αυλής της Βιέννης (Vienna Court Opera), πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η συμπεριφορά του, ωστόσο, ήταν ανεκτή γιατί οι μουσικοί ήταν ουσιαστικά λακέδες της αυλής, όπως ο Μπαχ και ο Χάιντν στη δική τους εποχή, και η υπακοή στην εξουσία ήταν μέρος της περιγραφής της δουλειάς.
Οι μαέστροι που ανατράφηκαν με αυτό το σύστημα, όταν μετακόμισαν στις Ηνωμένες Πολιτείες πήραν μαζί τους τα ήθη του Παλαιού Κόσμου και συνέχισαν να συμπεριφέρονται άσχημα στους μουσικούς. Αλλά δεν ήταν όλοι τύραννοι.
Ο Μπρούνο Βάλτερ, φίλος και μαθητής του Μάλερ και «καλλιτεχνικός σύμβουλος» της Νέας Φιλαρμονικής Ορχήστρας, ήταν γνωστός για την ήπια συμπεριφορά του προς τους μουσικούς. Ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο πιο διάσημος μαέστρος της μεταπολεμικής περιόδου, μπορούσε να είναι γοητευτικός, όπως και ο μεγάλος αντίπαλός του, Λέοναρντ Μπερνστάιν. Αλλά μπορούσαν επίσης να είναι ανελέητοι όταν το ηχητικό αποτέλεσμα δεν τους ευχαριστούσε.
Στη διαβόητη ταινία για τον Μπερνστάιν βλέπει κανείς μια διαφορετική πλευρά του γοητευτικού Λένι, στη σεκάνς όπου ο αρχιμουσικός αναγκάζει τον τενόρο Χοσέ Καρέρας να επαναλάβει μια συγκεκριμένη φράση στο «West Side Story» ξανά και ξανά.
Αυτή η συνύπαρξη γοητείας και εκφοβισμού εξηγεί γιατί οι μουσικοί συχνά ανέχονται τους τυραννικούς μαέστρους, καθώς και το γεγονός ότι και οι ίδιοι οι μουσικοί είναι τελειομανείς· θέλουν να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό και ξέρουν ότι ο μαέστρος θα τους βοηθήσει να το πετύχουν. Εξάλλου, τα προς το ζην τους εξαρτώνται από την έγκριση του μαέστρου – άρα για έναν ανεξάρτητο μουσικό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχει την εύνοια ενός μαέστρου.
Ο freelance κλαρινίστας Τιμ Λάινς, ο οποίος έχει εργαστεί στη βιομηχανία για περισσότερα από 30 χρόνια, λέει στον Αϊβαν Χιούετ της Telegraph: «Τα πράγματα έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Τα χρήματα είναι λιγότερα, κάτι ιδιαίτερα αρνητικό για τους ελεύθερους επαγγελματίες, αφού δεν υπάρχει οργανισμός που να τους προστατεύει. Μερικές φορές, για εξοικονόμηση χρημάτων, σου ζητούν να κάνεις μια μεγάλη, κουραστική διαδρομή, να κάνεις πρόβες και να δώσεις συναυλία, και όλα αυτά μέσα σε μία μέρα. Αλλά υπάρχουν και οι καλές μέρες: το να παίζεις υπέροχη μουσική με καλούς συναδέλφους είναι πραγματική απόλαυση».
Ωστόσο, τα πράγματα είναι καλύτερα στις μέρες μας· υπάρχει η αίσθηση ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής, καθώς οι μαέστροι με την τρομακτική φήμη αγγίζουν πλέον τα 80. Ενας από τους πιο διάσημους, ο Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, αντιμετώπισε κατηγορίες για εκφοβιστική συμπεριφορά στην Κρατική Οπερα του Βερολίνου, όπου ήταν μουσικός διευθυντής από το 1992 μέχρι την παραίτησή του για λόγους υγείας, τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους. Υπήρξε, πάντως, γενναία ειλικρινής: «Δεν είμαι νταής, αλλά ούτε και αρνάκι» είπε σε συνέντευξή του στους New York Times. «Κάποιος πρέπει να αναλάβει την ευθύνη».
Οσο για τους νεότερους μαέστρους, κανείς δεν έχει κατηγορηθεί για εκφοβισμό – και υπάρχουν διάφοροι λόγοι για αυτή την αλλαγή κουλτούρας. Αφενός η βιομηχανία κλασικών ηχογραφήσεων είναι πια η σκιά του εαυτού της, με τους μαέστρους να έχουν χάσει μεγάλο μέρος της οικονομικής τους επιρροής. Επίσης, η μουσική δεν μπορεί να έχει ανοσία για όσα συμβαίνουν στη σύγχρονη ζωή και ιδιαίτερα στα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού· οι μάνατζερ σε ορχήστρες δίνουν πλέον πολύ μεγαλύτερη προσοχή στην ψυχική και σωματική ευεξία των μουσικών τους, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τον εκφοβισμό, αλλά και με τη σεξουαλική παρενόχληση.
Υπήρξαν, μάλιστα, αρκετές αξιοσημείωτες στιγμές #MeToo στη βιομηχανία της κλασικής μουσικής, όπως η περίπτωση του Τζέιμς Λιβάιν, διάσημου μαέστρου και ιστορικού διευθυντή της περίφημης Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης, το όνομα του οποίου αμαυρώθηκε προς το τέλος της καριέρας του. Ο Λιβάιν απολύθηκε από όλες τις θέσεις του στο New York Met το 2018, μετά από σωρεία καταγγελιών για σεξουαλικές επιθέσεις σε νεαρούς, τις οποίες ο ίδιος αρνήθηκε.
Η μεγαλύτερη αιτία αυτής της αλλαγής, ωστόσο, ήταν η καθυστερημένη άφιξη σημαντικού αριθμού γυναικών στο πόντιουμ, οι οποίες έδωσαν τέλος στις κραυγές που τροφοδοτούνταν από την τεστοστερόνη, αποδεικνύοντας ότι είναι δυνατό να επιτυγχάνονται υπέροχα μουσικά αποτελέσματα χωρίς τη «βοήθεια» του εκφοβισμού.
Ο Λάινς επιβεβαιώνει ότι, ενώ τα πράγματα απέχουν πολύ από το να είναι τέλεια, η κατάσταση βελτιώνεται: «Γενικά, τα πράγματα είναι πολύ πιο συλλογικά στις μέρες μας μεταξύ μουσικών και μαέστρων, ειδικά αν ο μαέστρος είναι νεότερος. Δεν υπάρχει πια η συστηματική θυματοποίηση των μουσικών που συνέβαινε όταν μπήκα στο επάγγελμα» τόνισε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News