Τι θα γίνει με τους αντάρτες Χούθι; Οι επιθέσεις τους σε εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα ανάγκασαν κορυφαίες ναυτιλιακές εταιρείες να αποφύγουν τη Διώρυγα του Σουέζ, την ταχύτερη θαλάσσια διαδρομή από την Ασία στην Ευρώπη.
Ηδη, η Tesla του Ελον Μασκ ανακοίνωσε, σύμφωνα με το Reuters, ότι θα σταματήσει προσωρινά την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων σε εργοστάσιο έξω από το Βερολίνο, λόγω έλλειψης εξαρτημάτων. Tριήμερη παύση στο εργοστάσιό της στο Βέλγιο ανακοίνωσε και η Volvo (η πλειοψηφία των μετοχών της ανήκει στην κινεζική Geely), ενώ «η ΙΚΕΑ και η βρετανική εταιρεία λιανικής πώλησης ρούχων Next έχουν προειδοποιήσει για πιθανές καθυστερήσεις στις παραδόσεις προϊόντων».
Αυτή, φυσικά, είναι η μία διάσταση. Η άλλη είναι ο κίνδυνος να ξεφύγει η ανάφλεξη στην Ερυθρά Θάλασσα, με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και μια πολυεθνική Δυτική δύναμη από τη μια πλευρά, και από την άλλη τους αντάρτες Χούθι, που έχουν τη στήριξη του Ιράν και άλλων οργανώσεων και κρατών. Στις 12 Δεκεμβρίου, ΗΠΑ και Βρετανία επιτέθηκαν με πυραύλους σε θέσεις των Χούθι στο παραλιακό μέτωπο της Υεμένης, σε σημεία από τα οποία επιχειρούν πλήττοντας με δικούς τους πυραύλους και drones τα μεγάλα εμπορικά πλοία.
Στον διάλογο που διεξάγεται για τις επιλογές των ΗΠΑ παρενέβη ο πολιτικός επιστήμονας Ελιοτ Α. Κοέν, πρώην σύμβουλος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (2007-2009) και σήμερα επικεφαλής στρατηγικής στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (CSIS), ένα από τα πιο γνωστά think tank της Ουάσινγκτον.
Εριξαν «νεραϊδόσκονη»
Σε άρθρο του στην ιστοσελίδα του περιοδικού Atlantic, o Kοέν υποστηρίζει ότι «οι ΗΠΑ γνωρίζουν πώς να βάλουν τέλος στις επιθέσεις κατά της Ναυτιλίας» και προτείνει πιο ριζοσπαστικές λύσεις για την αντιμετώπιση των Χούθι.
Με αφορμή τις αναφορές από την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι οι επιθέσεις στην Υεμένη ήταν σχεδόν αναίμακτες, ο Κοέν παραθέτει τα θετικά σχόλια που ακούστηκαν από σχολιαστές για την «αποστολή μηνύματος», την «αποκατάσταση της δυνατότητας αποτροπής» και την «αποφυγή της κλιμάκωσης». Τις παραθέτει για να υποστηρίξει ότι στερούνται στρατηγικής αντίληψης και στην ουσία αποτελούν «ένα είδος νεραϊδόσκονης» που οι αμήχανοι αξιωματούχοι και οι αναλυτές σκορπίζουν «πάνω σε φαινομενικά δυσεπίλυτα προβλήματα».
«Τα πλήγματα στην Υεμένη αναμφίβολα κατέστρεψαν ορισμένες εγκαταστάσεις ραντάρ, μειώνοντας τον χρόνο προειδοποίησης των Χούθι σε έναν νέο γύρο βομβαρδισμών, καθώς και μερικούς εκτοξευτές πυραύλων και χώρους αποθήκευσης. Φαίνεται ότι σχεδιάστηκαν για να μη σκοτώσουν ανθρώπους, παρότι οι άνθρωποι είναι αυτοί που κάνουν τον πόλεμο, όχι τα πράγματα» σημειώνει ο Κοέν.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι, αντιθέτως, έδωσαν την ευκαιρία στην αγριεμένη ηγεσία των Χούθι να καμαρώνει ότι δέχτηκε απλώς γροθιά από μια φθίνουσα υπερδύναμη και να συνεχίζει απτόητη, εκτοξεύοντας περισσότερους πυραύλους σε εμπορικά πλοία.
Οι πόλεμοι της Μπαρμπαριάς
Το ερώτημα που θέτει ο Κοέν είναι «τι είδους σύγκρουση είναι αυτή;». Μια πιθανότητα είναι ότι πρόκειται για πόλεμο με ένα πειρατικό κράτος, που δεν επιδιώκει τόσο τη λεηλασία όσο το κύρος, τη φήμη και την περιφερειακή επιρροή. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βρεθεί εκεί και στο παρελθόν, για την ακρίβεια δύο φορές» συνεχίζει, και προσφέρει εκδοχές που στηρίζονται σε ιστορικά παραδείγματα:
♦ Η Μπαρμπαριά, ή αλλιώς Ακτή των Βερβέρων, ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούσαν οι Ευρωπαίοι από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα για την κεντρική και δυτική παράκτια περιοχή της Βόρειας Αφρικής: το σημερινό Μαρόκο, την Αλγερία, την Τυνησία και τη Λιβύη. Οι ΗΠΑ διεξήγαγαν δύο ξεχωριστούς πολέμους με την Τρίπολη (1801-1805) και το Αλγέρι (1815-1816).
Στα τέλη του 18ου αιώνα οι πειρατές συχνά κυρίευαν ευρωπαϊκά πλοία στη Μεσόγειο απαιτώντας λύτρα για την απελευθέρωση των πληρωμάτων τους. Για εκατοντάδες χρόνια, η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, μεταξύ άλλων, επέλεγαν να προστατεύουν το εμπόριό τους πληρώνοντας κάποιου είδους φόρο στα κράτη της Μπαρμπαριάς, αντί να πολεμούν. Οταν ο αμερικανός πρόεδρος Τόμας Τζέφερσον αποφάσισε να στείλει πολεμικά πλοία στις ακτές τις Μεσογείου, η κίνηση αυτή σηματοδότησε την αρχή του πρώτου πολέμου.
«Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ πέτυχε μερικά αξιοσημείωτα κατορθώματα, όπως τον βομβαρδισμό της Τρίπολης και μια πορεία στην έρημο (…), αλλά μέχρι εκεί» σημειώνει ο Κοέν στο Atlantic. Μετά από προσεκτική διπλωματία και τη διακριτική καταβολή φόρου που μεταμφιέστηκε σε λύτρα, απελευθερώθηκαν ορισμένοι αμερικανοί αιχμάλωτοι. Ομως το πρόβλημα δεν εξαφανίστηκε. Τα κράτη της Βόρειας Αφρικής συνέχισαν να εμποδίζουν και να εκμεταλλεύονται μέσω της πειρατείας το αμερικανικό εμπόριο.
Παρά ταύτα, ο πρώτος αυτός πόλεμος σφράγισε μια ιστορική εξέλιξη. Ηταν η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ εκτός των συνόρων τους, και μάλιστα υπερπόντια. Σύμφωνα με τον ελληνοαμερικανό πανεπιστημιακό Χάρη Ψωμιάδη, στο πλευρό των Αμερικανών πολέμησαν και 38 έλληνες μισθοφόροι.
♦ Το 1812, οι ΗΠΑ επανήλθαν και έστειλαν στην Μπραμπαριά σχεδόν ολόκληρο το αμερικανικό Ναυτικό. «Ο Στίβεν Ντεκατούρ, ένας από τους καλύτερους αξιωματικούς του Ναυτικού της γενιάς του, κατέλαβε ένα μεγάλο αλγερινό πολεμικό πλοίο, απέκλεισε το Αλγέρι και απαίτησε την κατάργηση όλων των μορφών φόρου υποτέλειας και την απελευθέρωση των ευρωπαίων και των αμερικανών ομήρων» σημειώνει ο Κοέν.
Ενημέρωσε, μάλιστα, τον Νταή του Αλγερίου (τίτλος που δόθηκε στους ηγεμόνες του Αλγερίου, της Τύνιδας και της Τρίπολης υπό την Οθωμανική Αυτοκρατορία από το 1671) ότι η άλλη επιλογή που είχε θα ήταν ο αποκλεισμός, η καταστροφή του Ναυτικού του και ο βομβαρδισμός της ίδιας της πόλης. Ο Ντεκατούρ απαίτησε οι διαπραγματεύσεις να γίνουν στη ναυαρχίδα του, καθώς η δύναμη αποκλεισμού θα συνέχιζε να σταματά τα αλγερινά πλοία που εισέρχονταν ή έβγαιναν από το λιμάνι.
«Μπροστά στη δύναμη που χρησιμοποιήθηκε αποτελεσματικά, ο Νταής του Αλγερίου υποχώρησε», διαλύοντας, όπως γράφει ο Κοέν, τη φωλιά των πειρατών στις ακτές της Αφρικής, που επί τόσον καιρό αποτελούσε τεράστιο και ατιμωτικό πρόβλημα για τις ναυτικές δυνάμεις της Ευρώπης.
Διαρκές σφυροκόπημα στην Ερυθρά Θάλασσα
Τι σχέση έχει όμως η Μεσόγειος του 1815 με την Ερυθρά Θάλασσα του 2024 και ποιος παραλληλισμός επιχειρείται ανάμεσα στους Βερβέρους της Βόρειας Αφρικής πριν από 200 χρόνια και τους Χούθι της Υεμένης στις μέρες μας;
Ο αρθρογράφος του Atlantic αναφέρει ότι «η Ερυθρά Θάλασσα και τα παρακείμενα ύδατα δεν είναι λιγότερο σημαντικά για το θαλάσσιο εμπόριο σήμερα από ό,τι ήταν η Μεσόγειος το 1815». Προσθέτει ότι «αν η αναλογία ισχύει, μια επικαιροποιημένη στρατηγική θα μπορούσε να προτείνει ένα συνεχές σφυροκόπημα που θα στοχεύει όχι μόνο σε άψυχα αντικείμενα, αλλά και στους ηγέτες των Χούθι – αναγκάζοντάς τους να μετακινούνται όπως και οι ηγέτες της Αλ Κάιντα, και με παρόμοια αποτελέσματα όσον αφορά τη διάρκεια ζωής τους».
Ο Κοέν παρουσιάζει επομένως την εκδοχή μιας ευρύτερης επίθεσης των ΗΠΑ, έτσι ώστε να αντιληφθούν οι Χούθι ότι οι Αμερικανοί θα τους αφήσουν ήσυχους μόνον όταν σταματήσουν να επιτίθενται σε πλοία και σε φίλους και συμμάχους τους. Παρά ταύτα, μια εναλλακτική ανάγνωση της κατάστασης είναι πιο ακριβής:
«Οι Χούθι είναι μια ομάδα φανατικών που κυβερνούν ένα φτωχό τμήμα μιας φτωχής χώρας. Δεν κατασκεύασαν μόνοι τους αυτούς τους πυραύλους και τα ραντάρ. Τους τα έδωσε, τους εκπαίδευσε και τους καθοδήγησε –αν όχι τους κατηύθυνε μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια– το Ιράν, για το οποίο δρουν ως πληρεξούσιοι. Σε αυτή την περίπτωση, καλύτερα να τους θεωρούμε ένα πλοκάμι της Τεχεράνης. Αλλα πλοκάμια περιλαμβάνουν τη Χεζμπολάχ και τις σιιτικές πολιτοφυλακές που βομβάρδισαν αμερικανικά στρατόπεδα και τραυμάτισαν αμερικανικό προσωπικό στη Συρία και στο Ιράκ» σημειώνει o αμερικανός πολιτικός επιστήμονας.
Σε αυτό πλαίσιο, προτείνει μια διαφορετική στρατηγική, που περιλαμβάνει τη σκλήρυνση της στάσης των ΗΠΑ απέναντι στο Ιράν. «Η αδυναμία του Ιράν είναι ο φόβος του για άμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ» τονίζει ο Κοέν. Επομένως, προτείνει, εάν οι ΗΠΑ επιθυμούν να τερματίσουν τις επιθέσεις των Χούθι, να πληγούν με αμερικανικά πυρά οι ιρανοί σύμβουλοι των Χούθι στην Υεμένη, τα αεροπλάνα και τα πλοία που τους παραδίδουν προμήθειες, καθώς και οι εγκαταστάσεις από τις οποίες στοχεύουν πλοία ανοιχτά της Υεμένης.
«Οι άνθρωποι είναι πιο δύσκολο να αντικατασταθούν από τα πράγματα, και η καλλιέργεια του φόβου είναι πιο αποτελεσματική από το να ονειρεύεται κανείς αποτροπή» σχολιάζει ο Κοέν στο Atlantic. «Το να αρκείται κάποιος να χτυπάει τους εισερχόμενους πυραύλους είναι, όπως ανακάλυψαν οι Ισραηλινοί, ένα παιχνίδι για κορόιδα, και μάλιστα ακριβό» προσθέτει.
Υπάρχουν όμως και άλλες οπτικές στο ζήτημα. Την άποψη ότι οι Χούθι δεν θα καμφθούν από τις αεροπορικές επιδρομές υποστηρίζει, καταρχάς, και ο Τζέιμι Ντέτμερ στο Politico. Ο βετεράνος ρεπόρτερ και αναλυτής σημειώνει ότι οι επιθέσεις που έγιναν και ήταν επί της ουσίας μια προειδοποίησή προς το Ιράν, συνεχίζουν να πέφτουν στο κενό.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να περάσουν το μήνυμα στην Τεχεράνη ότι η υπομονή της Δύσης εξαντλείται και το ιρανικό καθεστώς οφείλει να διατάξει τους Χούθι και τους άλλους περιφερειακούς εντολοδόχους του να σταματήσουν και να αποσυρθούν. «Παρ’ όλα αυτά, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η Τεχεράνη θα λάβει υπόψη της αυτή τη συμβουλή. Δεν υπάρχει τίποτα στο DNA του καθεστώτος που να υποδηλώνει ότι θα κάνει πίσω» γράφει ο Ντέτμερ.
Αντιθέτως, εκτιμά ότι το Ιράν έχει κάθε λόγο να επιμείνει, καθώς δεν έχει την πολυτέλεια να αφήσει τη Χαμάς στην τύχη της. Κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη άλλων ομάδων που υποστηρίζονται από το Ιράν, αποδυναμώνοντας την επιρροή του στην περιοχή. Το ενδεχόμενο ενός διευρυμένου πολέμου στη Μέση Ανατολή φαντάζει τρομακτικό για την Ουάσινγκτον και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Η Τεχεράνη ποντάρει, λοιπόν, στον υπολογισμό ότι θα ήταν καλύτερα για αυτές να πιέσουν το Ισραήλ να σταματήσει τη στρατιωτική εκστρατεία του στη Γάζα.
Οι Ιρανοί μουλάδες έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι αυτό το στοίχημα θα αποδώσει. Τίνος η υπομονή θα εξαντληθεί πρώτη; Της Δύσης ή του Ιράν και των πληρεξουσίων του; «Η εξουθένωση των Χούθι δεν θα ήταν εύκολη υπόθεση για τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Το 2015, αφού οι ανθεκτικοί Χούθι είχαν καταλάβει την πρωτεύουσα της Υεμένης, τη Σαναά, η Σαουδική Αραβία πίστευε ότι θα μπορούσε να τους εκδιώξει γρήγορα με μια εκστρατεία βομβαρδισμών στη βόρεια Υεμένη. Αλλά σχεδόν μία δεκαετία μετά το Ριάντ προσπαθεί να απεγκλωβιστεί, έτοιμο να απομακρυνθεί αν οι Χούθι το αφήσουν ήσυχο» θυμίζει ο Ντέτμερ στο Politico.
Η πίστη της Δύσης στην αποτελεσματικότητα των βομβαρδιστικών εκστρατειών –ιδίως των σποραδικών– έχει αποδειχθεί και στο παρελθόν λανθασμένη. «Οι βομβαρδιστικές εκστρατείες απέτυχαν από μόνες τους να κάμψουν τον Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ. Και οι πολιτοφυλακές που πρόσκεινται στο Ιράν, στο Ιράκ και στη Συρία έχουν καταφέρει να μείνουν όρθιες μετά από τις Δυτικές αεροπορικές επιδρομές, θεωρώντας τες παράσημα τιμής» συνεχίζει ο Ντέτμερ.
«Δοκιμασμένοι στον πόλεμο, σκληραγωγημένοι στη μάχη και ευέλικτοι, οι Χούθι είναι καλά εξοπλισμένοι χάρη στο Ιράν και μπορούν να περιμένουν στρατιωτικό ανεφοδιασμό από την Τεχεράνη. Εχουν επίσης σταθερό έλεγχο της επικράτειάς τους. Οπως και η Χαμάς, οι Χούθι δεν ενοχλούνται από τον θάνατο και την καταστροφή που μπορεί να προκαλέσουν στον λαό τους» προσθέτει.
«Να κάνουν τα πλοία τον γύρο»
Ο Τομ Σαρπ, πρώην πλοίαρχος του Βασιλικού Ναυτικού της Βρετανίας και ειδικός αξιωματικός αντιαεροπορικού πολέμου, δηλώνει στο Politico ότι η καλύτερη λύση θα ήταν η απομάκρυνση από την περιοχή. «Κάντε τον γύρο του Ακρωτηρίου (της Καλής Ελπίδας) τη νέα κανονικότητα» ανέφερε την περασμένη εβδομάδα, αν και αναγνώρισε ότι η συμβουλή του δεν θα έχει πολλούς ακολούθους λόγω των παγκόσμιων οικονομικών επιπτώσεων που θα συνεπαγόταν κάτι τέτοιο.
Ο περίπλους της Αφρικής μπορεί να επιμηκύνει τον χρόνο πλεύσης προς την Ευρώπη ακόμα και κατά τρεις εβδομάδες. Ωστόσο, αν δεν περνούν πλοία από την Ερυθρά Θάλασσα, ο Σαρπ εκτιμά ότι ο ρόλος των Χούθι θα υποβαθμιστεί χωρίς να χρειαστεί σύγκρουση. Αραγε ποια λύση κοστίζει περισσότερο;
Πίεση στον Νετανιάχου
«Ωρα να αντιμετωπίσουμε την αιτία, όχι το σύμπτωμα» σημειώνει από την πλευρά της η Νάταλι Τότσι, επίσης στο Politico. H ιταλίδα ειδικός στις διεθνείς σχέσεις έγινε γνωστή στην Ελλάδα ως ειδικός σύμβουλος του ύπατου εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, Ζοζέπ Μπορέλ. (Το 2020 η Τότσι είχε υποστηρίξει ότι οι κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας για την επιθετικότητά της προς την Ελλάδα δεν ήταν η σωστή λύση).
Στο άρθρο της στο Politicο η Τότσι εστιάζει τώρα στο τι πρέπει και τι μπορεί να κάνει η Ευρώπη για τους Χούθι. «Η Ευρωπαϊκή Ενωση παίζει με την ιδέα να οργανώσει μια ναυτική επιχείρηση στην περιοχή, με στόχο την αποτροπή των Χούθι, την ενίσχυση της θαλάσσιας ασφάλειας και την προστασία της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας» σημειώνει.
«Η απόφαση σχετικά με τις λεπτομέρειες αυτής της επιχείρησης δεν έχει ακόμη ληφθεί, αλλά οι πιθανότητες κυμαίνονται από μια πιο περιορισμένη αποστολή στην Ερυθρά Θάλασσα και στον Κόλπο του Αντεν έως μια ευρύτερη, που θα εκτείνεται στον Περσικό Κόλπο» προσθέτει.
Μια τέτοια επιχείρηση θα απαιτούσε κατά την Τότσι τουλάχιστον τρία αντιτορπιλικά ή φρεγάτες. Ωστόσο, η αρθρογράφος του Politico σημειώνει πως, παρότι η θαλάσσια ασφάλεια και η ελευθερία της ναυσιπλοΐας είναι έννοιες ιερές και απαραβίαστες, «είναι εξαιρετικά απίθανο μια ευρωπαϊκή επιχείρηση να συμβάλει με οποιονδήποτε ουσιαστικό τρόπο (…) Στην πραγματικότητα, θα θεωρηθεί (σωστά) ως συμπληρωματική των επιθέσεων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κατά των Χούθι, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι ενεργούν σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τη Γάζα».
Αντί για αυτό, λοιπόν, η Τότσι εκτιμά ότι ο μόνος τρόπος για να συμβάλει κανείς στον τερματισμό των επιθέσεων των Χούθι είναι να αφαιρέσει το υποτιθέμενο πρόσχημά τους: τον πόλεμο στη Γάζα. Πιστεύει πως εάν υπήρχε κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, οι επιθέσεις των Χούθι πιθανότατα θα σταματούσαν ή τουλάχιστον θα μειώνονταν σημαντικά.
«Και όμως, η Ευρώπη παραμένει διχασμένη ως προς την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση –ιδίως ως προς τον πόλεμο στη Γάζα– και αντ’ αυτού επικεντρώνεται σε μια θαλάσσια επιχείρηση» σημειώνει. «Ομως το να επιδείξει ενότητα για αυτή την επιχείρηση στην Ερυθρά Θάλασσα σημαίνει ότι εστιάζει σε ένα σύμπτωμα, αντί να αντιμετωπίσει την πραγματική αιτία όλης αυτής της σύγκρουσης – και μάλιστα με τρόπους που μπορούν να χειροτερέψουν τα πράγματα» γράφει κλείνοντας το άρθρο της στο Politico η Νάταλι Τότσι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News