Η ισχύς και η επίδραση που έχουν στη ζωή των δισεκατομμυρίων χρηστών τους έκαναν γρήγορα τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης αντικείμενο συνεχούς ενασχόλησης για τον ρόλο που παίζουν στον σύγχρονο κόσμο. Οι συζητήσεις περιστρέφονταν σε κοινωνιολογικού χαρακτήρα αναλύσεις, όμως οι ενδείξεις ότι τα social media χρησιμοποιήθηκαν για τον επηρεασμό της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ, στις εκλογές που οδήγησαν τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, άλλαξαν το σκηνικό.
Η φύση του Διαδικτύου και η απουσία νομοθετικού πλαισίου για αυτές τις πλατφόρμες επέφερε μια σειρά από αρνητικά φαινόμενα. Η διασπορά ψευδών ειδήσεων, ζητήματα λογοκρισίας, περιστατικά παράνομης χρήσης, επεξεργασίας και διαρροής προσωπικών δεδομένων των χρηστών από τις εταιρείες στις οποίες ανήκουν οι κορυφαίες πλατφόρμες προκάλεσαν μεγάλες εντάσεις.
Οι ιδιοκτήτες του Facebook, του Twitter αλλά και άλλων διαδικτυακών γιγάντων, όπως η Google, βρέθηκαν αντιμέτωποι με σοβαρές κατηγορίες και υποχρεώθηκαν να σταθούν απέναντι στα μέλη επιτροπών του αμερικανικού Κογκρέσου αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να απολογηθούν για αδυναμίες, παραλείψεις η ακόμη και για παράνομες ενέργειές τους.
Η σταγόνα που όπως φαίνεται ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η απόφαση του Twitter και του Facebook να μπλοκάρουν τους λογαριασμούς του Ντόναλντ Τραμπ, μετά την επίθεση των υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο. Μια απόφαση που προκάλεσε έντονες αντιπαραθέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, τόσο για το ηθικό όσο και το νόμιμο του πράγματος. Θέση κατά αυτής της απόφασης πήραν πολλοί ευρωπαίοι ηγέτες, προεξάρχουσας της Aνγκελα Μέρκελ, η οποία αποκάλεσε «προβληματική κίνηση» το μπλοκάρισμα του προέδρου των ΗΠΑ.
Οι Financial Times δημοσιεύουν τα σημαντικότερα σημεία μιας έκθεσης που φέρει την υπογραφή της πολυεθνικής νομικής εταιρείας Freshfields Bruckhaus Deringer. Πρόκειται για μια εταιρεία με ιστορία δύο αιώνων, που εδρεύει στο Λονδίνο και έχει παραρτήματα σε όλο τον κόσμο. Θεωρείται η κορυφαία στον τομέα της Διαιτησίας και Πρακτικής, καθώς και σε θέματα αντιμονοπωλιακής πολιτικής, με πελατολόγιο που περιλαμβάνει από επιχειρηματικούς κολοσσούς μέχρι κυβερνήσεις…
Η έκθεση της Freshfields αναφέρει ότι οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ενωση θα προχωρήσουν εντός του 2021 σε νομοθετικές ρυθμίσεις, με στόχο να προκαλέσουν σημαντική πίεση στους τεχνολογικούς κολοσσούς.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ενωση προχωρούν σε αξιοσημείωτη αύξηση των κονδυλίων στις υπηρεσίες που ελέγχουν και ρυθμίζουν την λειτουργία τεχνολογικών εταιρειών και ειδικά εκείνες που δραστηριοποιούνται στο Διαδίκτυο. Αυξάνεται πολύ το προσωπικό αυτών των υπηρεσιών και σύμφωνα με τη Freshfields, στόχος δεν θα είναι μόνο οι εταιρείες στις οποίες ανήκουν πλατφόρμες κοινωνικών δικτύων, αλλά και τεχνολογικοί κολοσσοί, όπως η Apple και η Amazon.
Η στρατηγική
Σχεδιάζονται κινήσεις σε δύο επίπεδα. Στο πρώτο θα καθοριστούν νέοι κανόνες λειτουργίας στα social media, ώστε να μην μπορούν οι ιδιοκτήτες τους να λειτουργούν ως «η αστυνομία του Internet», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση. Το δεύτερο επίπεδο παρέμβασης θα σχετίζεται με τη λήψη μέτρων ώστε να παρεμποδίζεται η προσπάθεια των μεγάλων εταιρειών να μονοπωλήσουν την αγορά, είτε μέσω άσκησης αθέμιτης πίεσης σε άλλες εταιρείες είτε με εξαγορές εταιρειών που θα μπορούσαν να αποτελέσουν πιθανούς ανταγωνιστές.
Ηδη το Facebook απειλείται από τις αρμόδιες αμερικανικές Αρχές με επιβολή μέτρων και προστίμων, τα οποία θα υποχρεώσουν την εταιρεία να πουλήσει δημοφιλείς εφαρμογές και υπηρεσίες που έχει εξαγοράσει, όπως το WhatsApp και το Instagram. Μέχρι σήμερα η εξαγορά νεοφυών ή μικρού μεγέθους εταιρειών από τους μεγάλους παίκτες της βιομηχανίας της τεχνολογίας βρισκόταν έξω από τα ραντάρ των ελεγκτικών μηχανισμών. Αυτό συνέβαινε είτε επειδή αυτές οι εξαγορές κρατούνταν μυστικές από τις δύο πλευρές είτε επειδή η εξαγορά μιας μικρής εταιρείας από μια πολύ μεγάλη δεν θεωρείτο σημαντικό γεγονός για να ξεκινήσει κάποια ελεγκτική διαδικασία.
«Υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια για τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες και κυριαρχεί η αίσθηση ότι η αγορά δεν κατάφερε να αυτορυθμιστεί ώστε οι εταιρείες να παράγουν κάποια κοινωνικά οφέλη. Οι πολίτες ανησυχούν ότι η τρομερή οικονομική ισχύς των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών μεταφράζεται πλέον και σε πολιτική ισχύ και σε αυτό συνηγορούν αποφάσεις όπως αυτή του Twitter για το μπλοκάρισμα του λογαριασμού του Ντόναλντ Τραμπ» αναφέρει ο Σάσα Σούμπερτ, στέλεχος του παραρτήματος της Freshfields στις Βρυξέλες. Μένει να δούμε αν τελικά οι αρμόδιες Αρχές ΗΠΑ και Ευρώπης θα προσπαθήσουν να αλλάξουν το καθεστώς λειτουργίας των social media και παράλληλα να περιορίσουν την ισχύ των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας και πώς αυτές θα αντιδράσουν σε αυτό το ενδεχόμενο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News