Η τεχνολογία δημιουργίας εμβολίων mRNA, που χρησιμοποιείται για πρώτη φορά στην αντιμετώπιση του κορονοϊού, φαίνεται να είναι εξαιρετικά επιτυχημένη.
Τα εμβόλια των Pfizer-BioNTech και Moderna έχουν ποσοστό αποτελεσματικότητας 95%, σε σύγκριση με τα AstraZeneca και Johnson & Johnson που έχουν δημιουργηθεί με παλαιότερες τεχνολογίες και έχουν αποτελεσματικότητα από 80% έως 85%.
Το πιο σημαντικό όμως σε αυτήν την τεχνολογία είναι ότι το mRNA μπορεί να παραδώσει οδηγίες στα κύτταρα για το πώς θα προστατευτούν στην περίπτωση που εισβάλει στον οργανισμό ένας άλλος ιός, όπως αυτός της ελονοσίας, του έρπη, του HIV, αλλά και πώς θα αντιμετωπίσει τον καρκίνο.
«Από τις στάχτες της καταστροφής της πανδημίας γεννιέται ο φοίνικας της ιατρικής επανάστασης», λέει στη βρετανική Telegraph ο Ζόλταν Κις, από το Κέντρο Κατασκευής Μελλοντικών Εμβολίων του Imperial College του Λονδίνου.
Οπως εξηγεί ο Κις, σε αντίθεση με τα παραδοσιακά εμβόλια, στα mRNA δεν υπάρχουν ζωντανά κύτταρα που εμπλέκονται στη δημιουργία του RNA, αφού πρόκειται για συνθετικό υλικό.
O Ντρου Γουάισμαν, καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, ο οποίος έδωσε στην Κάταλιν Κάρικο μία σημαντική ιδέα για να αναπτύξει τη μέθοδο του mRNA (εδώ), εξηγεί ότι ο τρόπος για τη δημιουργία εμβολίου για τον καρκίνο ίσως είναι αρκετά απλός με τη χρήση της μεθόδου mRNA.
«Για παράδειγμα, ο γιατρός λαμβάνει ένα μικρό τεμάχιο από τον καρκίνο του πνεύμονα, του μαστού, του εντέρου ή του δέρματος. Ακολούθως, γίνεται ανάλυση και διάγνωση των μεταλλάξεων που έχει ο συγκεκριμένος τύπος καρκίνου. Το επόμενο στάδιο είναι η δημιουργία ενός εμβολίου που θα δίνει στον οργανισμό οδηγία να καταπολεμήσει αποκλειστικά και μόνο τις συγκεκριμένες μεταλλάξεις, χωρίς να αγγίξει ούτε ένα υγιές κύτταρο από τον υπόλοιπο οργανισμό. Η τεχνική έχει φανεί ότι είναι αποτελεσματική στο μελάνωμα, τον πιο επιθετικό καρκίνο του δέρματος, αλλά λειτουργεί λιγότερο καλά σε άλλους τύπους καρκίνου. Ωστόσο, η BioNTech έχει ήδη προχωρήσει τις κλινικές δοκιμές της φάσης 2 ενός εμβολίου για τον καρκίνο, το οποίο αφορά συγκεκριμένες μεταλλάξεις και όχι συγκεκριμένους τύπους καρκίνου», εξηγεί ο Γουάισμαν.
Αυτό σημαίνει ότι στο μέλλον θα είναι σχεδόν αδιάφορο σε ποιο όργανο αναπτύχθηκε ο καρκίνος, αφού οι γιατροί θα τον αντιμετωπίζουν σύμφωνα με τις μεταλλάξεις που έχει. Δηλαδή ένας καρκίνος στον πνεύμονα και ένας στο στήθος που έχουν τις ίδιες μεταλλάξεις, θα αντιμετωπίζονται με ένα και μόνο εμβόλιο ή φάρμακο της τεχνολογίας mRNA.
Αυτό είναι σημαντικό για ακόμη έναν λόγο. Διότι οι μεταστάσεις από τον όγκο θα αντιμετωπίζονται οπουδήποτε και αν βρίσκονται, ακόμη και αν είναι τόσο μικρές που δεν μπορούν να τις εντοπίσουν και οι πιο αναλυτικές εξετάσεις. Ετσι, ο ασθενής θα θεωρείται πλήρως θεραπευμένος από τον καρκίνο.
Απαγορευτικό κόστος
Σύμφωνα με τον Γουάισμαν, όπως συμβαίνει με κάθε τεχνολογία αιχμής, το κόστος ενός τέτοιου εμβολίου θα ήταν επί του παρόντος απαγορευτικό, διότι η τιμή του θα μπορούσε να είναι μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Ομως, η ευρεία υιοθέτηση της τεχνολογίας αναμένεται σύντομα να μειώσει κατακόρυφα και την τιμή.
Οπως τονίζουν οι ειδικοί, ο ενθουσιασμός από την επιτυχία του εμβολίου για τον κορονοϊό ίσως τους κάνει πιο αισιόδοξους από ό,τι θα έπρεπε για τη μελλοντική χρήση του mRNA. Ωστόσο είναι βέβαιοι ότι ακόμα και αν δεν είναι όλα όσο αποτελεσματικά φαντάζονται, αρκετά εξ αυτών τελικά θα ευδοκιμήσουν και θα αποδώσουν καρπούς.
«Οι δοκιμές σε περισσότερα από 30 εμβόλια που έχουν γίνει σε ζώα, μεταξύ των οποίων για τον HIV, τη φυματίωση, την ελονοσία και τη γρίπη, έχουν πάντα 100% επιτυχία. Ωστόσο, στους ανθρώπους η επιτυχία κυμαίνεται από το 50% έως το 70%. Και δεν υπάρχει εξήγηση γι’ αυτό», σχολιάζει ο Γουάισμαν.
Παρ’ όλα αυτά, στον κορονοϊό η αποτελεσματικότητα έφτασε στο 95% και αυτό τους γεμίζει αισιοδοξία για τα επόμενα βήματα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News