Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, η οποία έλαβε χώρα το διάστημα μεταξύ 2 – 4 Απριλίου του 2008, χαιρέτιζε τότε τις νατοϊκές φιλοδοξίες των Ουκρανών χωρίς όμως σχέδιο ένταξης. Με αφορμή τη Σύνοδο της Συμμαχίας που αρχίζει την Τρίτη 11 Ιουλίου στο Βίλνιους της Λιθουανίας, το ερώτημα αν η Ουκρανία πρέπει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ επιστρέφει και διχάζει τους ειδικούς και τους αναλυτές (ακόμη και πρωταγωνιστές του 2008). Υπό το φως βέβαια των επιθετικών ενεργειών της Ρωσίας που ακολούθησαν το Βουκουρέστι, στο οποίο παρέστη και ο ίδιος ο Πούτιν. Σε ό,τι αφορά στενά την Ελλάδα, η σύνοδος του 2008 ήταν εκείνη του «βέτο» για την ένταξη της ΠΓΔΜ στη Συμμαχία (δείτε ενότητα στο τέλος).
Στην πρωτεύουσα της Λιθουανίας, σε απόσταση μόλις 360 χιλιομέτρων από τα ρωσικά σύνορα, η Σύνοδος Κορυφής των χωρών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας επαναφέρει στον νου εκείνη του 2008. Οταν οι σύμμαχοι δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε ομοφωνία για να προσφέρουν χωρίς μισόλογα το εισιτήριο της ένταξης στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες: τη Γεωργία και την Ουκρανία. Στις δύο χώρες προσφέρθηκε μια αόριστη δέσμευση ότι θα μπορούσαν να εισέλθουν στη Συμμαχία κάποια στιγμή στο μέλλον, χωρίς κανένα καθορισμένο σχέδιο σχετικά με το πώς και το πότε θα μπορούσε κάτι τέτοιο να επιτευχθεί.
Σε ανάλυσή του, ο Ισάν Θαρόρ της Washington Post θυμίζει ότι το 2008 η Δύση δεν ήταν ενωμένη. Οι ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους του νεότερου, ο οποίος ήταν βαθιά αντιδημοφιλής στο εξωτερικό μετά τον πόλεμο στο Ιράκ και διήνυε πια τον τελευταίο χρόνο της προεδρικής θητείας του, προσπάθησαν να προσφέρουν στις δύο χώρες έναν επίσημο οδικό χάρτη για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ.
Απέναντι στις ΗΠΑ βρέθηκε ωστόσο μια ομάδα δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων με επικεφαλής τη Γερμανία και την καγκελάριό της, Ανγκελα Μέρκελ, οι οποίες τόνιζαν πως ούτε η Γεωργία ούτε η Ουκρανία ήταν πολιτικά έτοιμες για να εισέλθουν στη συμμαχία. Ουσιαστικά, παρέμεναν εξαιρετικά επιφυλακτικές (έως καχύποπτες) απέναντι σε κάθε πρωτοβουλία που θα μπορούσε να δυσαρεστήσει τη «ρωσική αρκούδα» και τον ίδιο τον Πούτιν. Υπενθυμίζεται ότι το 2022, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Μέρκελ, που πρωτοστάτησε στο «nein» του 2008, επικρίθηκε έντονα από μεγάλο μέρος του γερμανικού και του διεθνούς Τύπου για την πολυετή φιλική της στάση προς τον Πούτιν.
Διαφωνία υπάρχει μεταξύ των αναλυτών ακόμη και για τις επιπτώσεις που είχε η Σύνοδος στο Βουκουρέστι. Κατέστησε τη Γεωργία και την Ουκρανία στόχους για ρωσική εισβολή, όπως υποστηρίζουν κάποιοι στη Δύση ή μήπως προκάλεσε τον Πούτιν να αναλάβει δράση κατά της «απειλής» του ΝΑΤΟ στα σύνορά του, όπως υπογραμμίζουν όσοι κινούνται πιο κοντά στις ρωσικές θέσεις;
Η ιστορία στη συνέχεια γράφτηκε με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Oπως θύμισε η Τερέζ Ράφαελ στο Bloomberg, από το 2008 αρχίζει μια αλληλουχία γεγονότων που φτάνει μέχρι τις μέρες μας: «η εκστρατεία του Πούτιν στην Ουκρανία μπορεί να ειπωθεί ότι ξεκίνησε στην πραγματικότητα όταν βρήκε το πρόσχημα για να εξαπολύσει εισβολή στο γεωργιανό έδαφος το 2008 (σ.σ.: λίγους μήνες μετά το Βουκουρέστι) για λογαριασμό των αποσχιστών στις αυτοαποκαλούμενες Δημοκρατίες της Νότιας Οσετίας και της Αμπχαζίας. Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα τη βάναυση εθνοκάθαρση των Γεωργιανών σε αυτές τις περιοχές και μια στρατηγική νίκη για τον Πούτιν, του οποίου οι δυνάμεις κατέχουν αυτή τη στιγμή περίπου το 20% της επικράτειας της Γεωργίας. Ο ρώσος πρόεδρος χρησιμοποίησε αυτό το προηγούμενο ως πρότυπο για την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, τον προάγγελο των εισβολών στην περιοχή του Ντονμπάς της Ουκρανίας και της περσινής εισβολής πλήρους κλίμακας».
Πριν από δεκαπέντε χρόνια, θυμίζει η Washington Post, ο Πούτιν ήταν παρών στο Βουκουρέστι μετά από πρόσκληση του ΝΑΤΟ. Οπως σημειώνεται από ορισμένες πηγές (πχ. από μια αναφορά στην ιστοσελίδα του Atlantic Council) o Πούτιν είχε αναφέρει στον Μπους ιδιωτικά ότι για τον ίδιον η «Ουκρανία δεν ήταν καν ένα αληθινό έθνος-κράτος». Στην ομιλία που εκφώνησε στο Βουκουρέστι, ο Πούτιν περιέγραψε μια ενδεχόμενη ένταξη της Γεωργίας και της Ουκρανίας στη Συμμαχία ως «άμεση απειλή» για τη Ρωσία. Αναφέρθηκε δε στην Ουκρανία ως «σοβιετική εφεύρεση» προσθέτοντας ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της ήταν «απλώς Ρώσοι» και ότι η ίδια η Κριμαία ήταν «σχεδόν αποκλειστικά ρωσική». Πρόκειται για την ίδια ρητορική που ακούστηκε από τον Πούτιν το 2022 πριν ξεκινήσει την εισβολή του στην Ουκρανία…
Στο Βίλνιους, οι Ουκρανοί ζητούν την άμεση ένταξη της χώρας τους στο ΝΑΤΟ αλλά γνωρίζουν ότι δεν θα συμβεί. Ο ουκρανός υπουργός Εξωτερικών θυμήθηκε πριν από λίγες μέρες (1/7) τον ρόλο των Γερμανών το 2008: «Μην επαναλάβετε το λάθος που έκανε η Καγκελάριος Μέρκελ στο Βουκουρέστι το 2008, όταν αντιτάχθηκε “σθεναρά” σε οποιαδήποτε πρόοδο αναφορικά με την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ» δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα Bild. «Μετά το τέλος του πολέμου, θα είναι αυτοκτονικό για την Ευρώπη να μην δεχτεί την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ γιατί κάτι τέτοιο θα σημαίνει ότι η επιλογή του πολέμου θα παραμείνει ανοικτή», πρόσθεσε.
- Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι δύο από τους κύριους δρώντες το 2008, ο Στίβεν Χάντλεϊ (τότε Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Μπους) και ο Κρίστοφ Χόισγκεν (τότε ανώτερος διπλωματικός σύμβουλος της καγκελαρίου Μέρκελ), συνυπέγραψαν άρθρο την 1η Ιουνίου του 2023 με τον παρακάτω τίτλο: «Διαφωνήσαμε για την αποδοχή της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ το 2008. Τώρα συμφωνούμε». Και τονίζουν τώρα, το 2023, δεκαπέντε χρόνια μετά από την εποχή που βρέθηκαν στα στρατόπεδα των διαφωνούντων του Βουκουρεστίου, ότι η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι ένα «αναγκαίο βήμα».
Το «δικό μας» Βουκουρέστι
Στην Ελλάδα, τη σύνοδο του 2008 τη θυμόμαστε και τη συζητάμε ακόμη για το «βέτο» (όπως έχει επικρατήσει να αναφέρεται) το οποίο είχε ασκήσει η τότε κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή με υπουργό Εξωτερικών την Ντόρα Μπακογιάννη απέναντι στην προοπτική να ενταχθεί η τότε ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ με την προσωρινή ονομασία της. Υπουργός Εθνικής Αμυνας ήταν ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης. Η ελληνική κυβέρνηση είχε δηλώσει ξεκάθαρα πριν από το Βουκουρέστι την πρόθεσή της να ασκήσει βέτο στην ένταξη της ΠΓΔΜ λόγω του ονόματος.
Οι κυβερνητικές διαρροές προς τον Τύπο αμέσως μετά τη Σύνοδο ανέφεραν τότε ότι υπέρ της ελληνικής θέσης τάχθηκαν η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, το Λουξεμβούργο και η Ισλανδία. Επίσης ότι «η ελληνική θέση έτυχε της κατανόησης από την Ουγγαρία, τη Σλοβακία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Γερμανία. Δεν συμφώνησαν με τις ελληνικές θέσεις τασσόμενες υπέρ της ένταξης της ΠΓΔΜ η Τουρκία, η Σλοβενία, η Τσεχία, η Εσθονία και η Λιθουανία. Σε ανάλογο πνεύμα και η στάση της Δανίας, της Βουλγαρίας και της Νορβηγίας. Δεν πήραν θέση ο Καναδάς, η Βρετανία και η Πορτογαλία».
Απογοήτευση για το γεγονός ότι δεν υπήρξε συναίνεση μεταξύ των μελών της Συμμαχίας, αλλά και την ευχή «να επιλυθεί σύντομα το θέμα της ονομασίας» εξέφρασε μετά τη Σύνοδο του 2008 ο Τζορτζ Μπους. Πάνω από μια δεκαετία αργότερα η ιστορία γράφτηκε ως εξής (σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του ΝΑΤΟ): «Στις 15 Φεβρουαρίου 2019, η χώρα, η οποία στο παρελθόν ήταν γνωστή ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, αναγνωρίστηκε επίσημα ως Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας. Στις 27 Μαρτίου του 2020 έγινε το 30ο μέλος του ΝΑΤΟ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News