868
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο μόνος που μπορούσε να διαχειριστεί μια τόσο δύσκολη για τη χώρα πολιτική συγκυρία, χάρη στις διπλωματικές ικανότητες και το κύρος του | CreativeProtagon

Η Σύμβαση περί Υποχρεωτικής Ανταλλαγής Πληθυσμών του 1923

Ελένη Λετώνη Ελένη Λετώνη 29 Ιανουαρίου 2025, 20:05
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο μόνος που μπορούσε να διαχειριστεί μια τόσο δύσκολη για τη χώρα πολιτική συγκυρία, χάρη στις διπλωματικές ικανότητες και το κύρος του
|CreativeProtagon

Η Σύμβαση περί Υποχρεωτικής Ανταλλαγής Πληθυσμών του 1923

Ελένη Λετώνη Ελένη Λετώνη 29 Ιανουαρίου 2025, 20:05

Η Μικρασιατική Καταστροφή αποτελεί τομή για την ιστορία του Ελληνισμού. Η ήττα του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία όχι μόνο διέκοψε βίαια την επί 3.000 χρόνια παρουσία του ελληνικού στοιχείου εκεί, αλλά επιπλέον άλλαξε ριζικά, δραματικά και αμετάκλητα τα δεδομένα εις βάρος της Ελλάδας. Παράλληλα, διπλωματικώς την έφερε μπροστά σε μια κατάσταση με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, καθώς μπορεί η Ελλάδα να είχε ηττηθεί από την Τουρκία στη Μικρά Ασία, ωστόσο παρέμενε στην ομάδα των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ η Τουρκία δεν έπαυε να βρίσκεται στην πλευρά των ηττημένων.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο μόνος που μπορούσε να αξιοποιήσει αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα σε μια τόσο δύσκολη για τη χώρα πολιτική συγκυρία, χάρη στις εξαιρετικές διπλωματικές του ικανότητες και το κύρος του, που αναγνωρίζονταν από τους πολιτικούς και διπλωματικούς κύκλους του εξωτερικού.

Πρώτο και βασικότατο ζήτημα που έπρεπε να επιλυθεί ήταν η τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Τουρκίας και των τουρκικών πληθυσμών της Ελλάδας. Η Τουρκία είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα αποδεχόταν επιστροφή των πληθυσμών που είχαν ήδη καταφύγει στην Ελλάδα, ενώ ήθελε να απαλλαγεί και από όσους εξακολουθούσαν να ζουν στα εδάφη της. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα εξακολουθούσαν να διαμένουν τουλάχιστον 350.000 Τούρκοι και άλλοι μουσουλμάνοι.

Στις 30 Ιανουαρίου 1923, έξι ολόκληρους μήνες πριν υπογραφεί η Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης, υπεγράφη ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία η διμερής Σύμβαση περί Ανταλλαγής των Ελληνικών και Τουρκικών Πληθυσμών. Επρόκειτο για κάτι πρωτόγνωρο στα παγκόσμια χρονικά.

Οσο τραυματική και αν ήταν η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών για εκείνους που αναγκάστηκαν να την υποστούν, τελικά απεδείχθη και απαραίτητη και αναπόφευκτη. Δεδομένων των συνθηκών που είχαν δημιουργηθεί ήδη από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων, η ειρηνική συμβίωση ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών σε τουρκικό έδαφος είχε καταστεί πλέον ουτοπική.

Η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η συνακόλουθη δημιουργία του τουρκικού εθνικού κράτους συνεπαγόταν την ανάγκη εθνικής ομοιογένειας. Στο κράτος αυτό δεν είχαν καμία θέση αλλοεθνείς πληθυσμοί, σε αντίθεση με ό,τι επικρατούσε επί αιώνες στην πολυεθνική και πολυπολιτισμική Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Το ζήτημα της ανταλλαγής των πληθυσμών ήταν υψίστης σημασίας για την επιβίωση –πρωτίστως βιολογική, αλλά και πολιτισμική– των Ελλήνων της Τουρκίας. Οποιαδήποτε άλλη επιλογή ήταν μη βιώσιμη, δεδομένης της ξεκάθαρης στάσης της Τουρκίας απέναντι στους ελληνικούς πληθυσμούς της. Ετσι, στην καλύτερη περίπτωση, η εκδίωξη –με περισσότερο ή λιγότερο βίαια μέσα– και στη χειρότερη η φυσική εξόντωση αποτελούσαν τις ρεαλιστικές εναλλακτικές.

Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η επίτευξη και η επίσπευση της υποχρεωτικής ανταλλαγής πληθυσμών ήταν απολύτως απαραίτητη για την Ελλάδα. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για την Τουρκία, η οποία δεν είχε κανένα συμφέρον να δεχτεί τις περισσότερες από 350.000 Τούρκων και λοιπών μουσουλμάνων που ζούσαν στην ελληνική επικράτεια.

Αντίθετα, ο ίδιος ο Ισμέτ (ο μετέπειτα Ινονού, που εκπροσωπούσε την Τουρκία στις διαπραγματεύσεις στη Λωζάνη) στις 12 Δεκεμβρίου 1922 παρουσίαζε την υποχρεωτική ανταλλαγή ως ασύμφορη για την Τουρκία, αφού θα κατέληγε, όπως έλεγε, «στην εξαθλίωση και στην εκδίωξη από τα ελληνικά εδάφη μερικών εκατοντάδων χιλιάδων Τούρκων».

Αξίζει να τονιστεί ότι η υποχρεωτικότητα της ανταλλαγής όχι μόνο ήταν απαραίτητη και αναπόφευκτη, αλλά έπρεπε να γίνει άμεσα και δίχως καθυστέρηση για έναν ακόμη λόγο: Ενώ οι Ελληνες εκ Τουρκίας είτε είχαν εκδιωχθεί ήδη είτε θα εκδιώκονταν είτε θα εξοντώνονταν εάν δεν επιβαλλόταν η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, οι Τούρκοι της Ελλάδας δεν είχαν κανένα τέτοιο φόβο. Δίχως την υποχρεωτική ανταλλαγή θα παρέμεναν στη χώρα, με ανυπολόγιστες συνέπειες για την εδαφική μας ακεραιότητα και την εθνική μας ανεξαρτησία τα επόμενα χρόνια. Ταυτόχρονα, θα συνέχιζαν να κατέχουν τις ακίνητες περιουσίες τους, οι οποίες μετά την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών δόθηκαν προς αποκατάσταση των προσφύγων από την Τουρκία.

Το κριτήριο που χρησιμοποιήθηκε για την υποχρεωτική ανταλλαγή ήταν το θρήσκευμα, ανταλλάχτηκαν δηλαδή χριστιανοί ορθόδοξοι κάτοικοι της Τουρκίας με μουσουλμάνους κατοίκους της Ελλάδας. Και αυτό διότι το θρήσκευμα ήταν το μόνο που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αμάχητο τεκμήριο εθνικής ταυτότητας, δηλαδή ως ανεπίδεκτο αμφισβήτησης: κάποιος μπορεί να είναι δίγλωσσος ή μικτής καταγωγής, αλλά αποκλείεται να είναι μικτής ή διπλής θρησκείας.

Η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών άλλαξε εντελώς τα δεδομένα και για τους πρόσφυγες και για τους γηγενείς και για την ίδια τη χώρα. Η αλληλεπίδραση των πολιτισμικών στοιχείων των γηγενών με εκείνα των προσφύγων γέννησε αυτό που ονομάζουμε σήμερα ελληνική παράδοση και κουλτούρα.

Την επίδραση του προσφυγικού στοιχείου τη συναντάμε μέχρι τις μέρες μας στη μουσική και στα τραγούδια μας, στη μαγειρική και στη ζαχαροπλαστική μας, στους χορούς και στα έθιμά μας, ακόμη και σε γλωσσικούς ιδιωματισμούς. Παράλληλα, επιτεύχθηκε σχεδόν καθολική εθνική ομοιογένεια εντός των συνόρων του ελληνικού κράτους. Πλέον, σχεδόν το σύνολο του ελληνικού έθνους βρισκόταν εντός των ορίων του ελληνικού κράτους.

Επίσης, η άμεση και επιτακτική ανάγκη της προσφυγικής αποκατάστασης οδήγησε στην άρση και του τελευταίου εμποδίου για την αναγκαστική απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και γενικά των ακινήτων. Αυτό ήταν η συνταγματική απαίτηση να προηγηθεί «πλήρης» αποζημίωση των ιδιοκτητών. Η λεγόμενη «Επανάσταση του 1922» των Πλαστήρα-Γονατά, με μια από τις αποφάσεις της που ισοδυναμούσαν με συντακτικές πράξεις, επέτρεψε την κατάληψη ακινήτων και πριν την καταβολή αποζημιώσεων, προκειμένου να δοθούν σε ακτήμονες καλλιεργητές ή για να εγκατασταθούν πρόσφυγες.

Τέλος, αφενός η ενσωμάτωση των προσφύγων στο ελληνικό κράτος, αφετέρου η αναχώρηση των Τούρκων που κατοικούσαν στην Ελλάδα, άλλαξαν εντελώς τις πολιτικές ισορροπίες στο εσωτερικό της χώρας.

Εκατόν δύο χρόνια αργότερα, η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι μακροπρόθεσμα ήταν η πιο σωστή απόφαση – αρκεί να δει κανείς πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα για όσους εξαιρέθηκαν…

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...