Το περασμένο Σαββατοκύριακο, ενδεχομένως έως και 4.000 μαυροφορεμένοι ιταλοί υποστηρικτές και συμπαθούντες του φασισμού συγκεντρώθηκαν στη γενέτειρα του ήρωά τους. Φώναξαν συνθήματα και χαιρέτισαν φασιστικά δίπλα στην κρύπτη του Μπενίτο Μουσολίνι, στην κοινότητα του Πρεντάπιο, στην περιφέρει της Εμίλια-Ρομάνια της Βόρειας Ιταλίας.
Πριν από έναν αιώνα, τον Οκτώβριο του 1922, εν μέσω της κατάρρευσης ενός αδύναμου φιλελεύθερου κατεστημένου, ο Μουσολίνι εισήλθε στη Ρώμη μαζί με χιλιάδες μελανοχίτωνες που είχαν πραγματοποιήσει πορεία προς την ιταλική πρωτεύουσα (Marcia su Roma). Σύντομα αναδείχθηκε επικεφαλής μιας νέας κυβέρνησης η οποία, στα χρόνια που ακολούθησαν, μετέτρεψε την Ιταλία σε ένα φασιστικό, ολοκληρωτικό κράτος. Το καθεστώς του κατέρρευσε, τελικά, μέσα στη δίνη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ενώ ο Μουσολίνι εκτελέστηκε από έναν αριστερό παρτιζάνο το 1945.
Σε αντίθεση, όμως, με τη Γερμανία, όπου όλα τα ναζιστικά μνημεία κατεδαφίστηκαν και η κουλτούρα της ντροπής για τη φρίκη του Ολοκαυτώματος εξακολουθεί να επικρατεί, στην Ιταλία, οι απόψεις για το φασιστικό παρελθόν της χώρας είναι πιο αμφίθυμες και επιεικείς, ενώ πάρα πολλοί Ιταλοί δηλώνουν ανοιχτά νοσταλγοί του φασισμού.
«Μετά από 100 χρόνια είμαστε ακόμα εδώ για να αποτίσουμε φόρο τιμής στον άνθρωπο που ήθελε αυτό το κράτος και τον οποίο δεν θα πάψουμε ποτέ να θαυμάζουμε», είπε η Ορσόλα Μουσολίνι, δισέγγονη του δικτάτορα, απευθυνόμενη στο πλήθος που ζητωκραύγαζε στο Πρεντάπιο. Ωστόσο, το ζήτημα της αναβίωσης του φασισμού δεν αφορά μόνο την Ιταλία.
«Ποίηση της συμφοράς»
Σε ανάλυσή του, ο Ισάν Θαρόρ υπενθυμίζει πως «Ηistory doesn’t repeat itself, but it often rhymes», δηλαδή «η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, αλλά κάνει συχνά ρίμες», όπως υποστήριξε (μάλλον) ο Μαρκ Τουέιν. Εάν ισχύει αυτό, γράφει ο αρθρογράφος της Washington Post, τότε η πολιτική συγκυρία ανά τον κόσμο σήμερα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ποίηση της συμφοράς».
Γιατί στην Ιταλία, οι «μεταφασίστες» κληρονόμοι του πολιτικού κινήματος του Μουσολίνι βρίσκονται τώρα για πρώτη φορά στην εξουσία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ στη Βραζιλία, οι υποστηρικτές του ηττημένου προέδρου Ζαΐχ Μπολσονάρο συμμετέχουν ανοιχτά σε φασιστικές εκδηλώσεις και καλούν σε στρατιωτικό πραξικόπημα.
Την ίδια ώρα, στις ΗΠΑ, η φαινομενική υποχώρηση των αντιδημοκρατικών θεωριών συνωμοσίας και των απειλών πολιτικής βίας ώθησαν τον ίδιο τον Τζο Μπάιντεν να προειδοποιήσει για τον «ημιφασισμό» που κυριεύει ένα τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας. Δεκάδες εξέχοντες Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι στις ενδιάμεσες εκλογές της επόμενης εβδομάδας έχουν αρνηθεί δημοσίως τη νομιμότητα των προεδρικών εκλογών του 2020.
«Εάν νικήσουν, κάποιοι θα μπορούσαν να είναι σε θέση να απορρίψουν το εκλογικό αποτέλεσμα του 2024. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι εκκλήσεις του Μπάιντεν και των συμμάχων του, πιθανότατα δεν θα εμποδίσουν τους Ρεπουμπλικανούς να πάρουν τον έλεγχο του Κογκρέσου», επισημαίνει ο αμερικανός δημοσιογράφος.
Τι σχέση έχουν, όμως, όλα αυτά με την διαβόητη Πορεία προς τη Ρώμη του Μπενίτο Μουσολίνι; Ο ιταλός δικτάτορας ανήλθε στην εξουσία σε ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο και σε μια εποχή που η ιδεολογία την οποία προπαγάνδιζε έμοιαζε νέα και ικανή να αλλάξει τον κόσμο, ενώ ήταν ακόμα άσχετη με την τυραννία και τη φρίκη που θα ακολουθούσε. Ο Θαρόρ αναφέρει πως κανένας από όσους επικαλούνται την απειλή του φασισμού σήμερα δεν πιστεύει σοβαρά ότι θα μπορούσαν να επαναληφθούν ο τρόμος και οι φρικαλεότητες εκείνης της εποχής.
Νοσταλγία και στρέβλωση
Η ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, από την πλευρά της, έχει αναγκαστεί επανειλημμένως να αποκηρύξει την κληρονομιά του Μουσολίνι. «Ποτέ δεν ένιωσα συμπάθεια ή εγγύτητα προς αντιδημοκρατικά καθεστώτα, συμπεριλαμβανομένου του φασισμού, καθώς πάντα θεωρούσα τους φυλετικούς νόμους του 1938 το πιο μελανό σημείο στην ιταλική Ιστορία, μια ντροπή που θα σημαδεύει τον λαό μας για πάντα», είπε την προηγούμενη εβδομάδα στην ιταλική Βουλή, αναφερθείσα στη δίωξη του εβραϊκού πληθυσμού της Ιταλίας από τον Μουσολίνι.
Ωστόσο, η προφανής νοσταλγία (όχι μόνο στην Ιταλία) για κληρονομιές παρόμοιες με εκείνη του Μουσολίνι, αποτελεί επίσης σύμπτωμα των «οργισμένων καιρών μας», γράφει ο Θαρόρ, αλλά και ένδειξη της πρόσφατης επιτυχίας των πολιτικών και των κομμάτων που την εκμεταλλεύονται.
«Η ιταλική στάση απέναντι στον φασισμό είναι συχνά αμφίθυμη: η συλλογική ανάμνηση του μουσολινικού καθεστώτος αντικατοπτρίζει αυτό που πολλοί άνθρωποι θα ήθελαν να πιστεύουν, και όχι τη σκληρή πραγματικότητα», έγραψε ο βρετανός ιστορικός και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Σιένα Πολ Κόρνερ στο βιβλίο του «Mussolini in Myth and Memory». «Πρόκειται για μια στρέβλωση που φαίνεται να υφίσταται παράλληλα και να σχετίζεται με την τρέχουσα στροφή προς τη Δεξιά, τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην αμερικανική πολιτική», ανέφερε στην Washington Post.
«Τα αυξανόμενα προβλήματα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, η οικονομική αστάθεια, που συνοδεύεται από συνεχείς περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες, η μετανάστευση… όλα αυτά είναι παράγοντες που τροφοδοτούν την “ανάμνηση” ενός δικτάτορα, ο οποίος, όπως έλεγε το σύνθημα, “είχε πάντα δίκιο”», προσέθεσε ο Κόρνερ.
Δεδομένου, όμως, ότι «το παρελθόν αντηχεί πάντα στο παρόν» –όπως σημειώνει ο Θαρόρ–, για ορισμένους αναλυτές και μελετητές η άνοδος του φασισμού πριν από έναν αιώνα προσφέρει ένα πλαίσιο για ερμηνεία της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας. Επισημαίνουν, για παράδειγμα, πως η κυρίαρχη πολιτική τάση σε πολλές δημοκρατίες της Δύσης έχει επιτρέψει την κανονικοποίηση ακροδεξιών απόψεων που κάποτε εκφράζονταν μόνο στο περιθώριο.
Στο βιβλίο της «Democracy and Dictatorship in Europe: From the Ancien Régime to the Present Day», η πολιτική επιστήμονας Σέρι Μπέρμαν σημείωσε πως η ανάληψη της εξουσίας από τον Μουσολίνι πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία ενός αδίστακτου φιλελεύθερου κατεστημένου, το οποίο σιωπηρά επέτρεψε την άνοδό του και αναμφισβήτητα φοβόταν πολύ περισσότερο τον μπολσεβικισμό. «Περισσότερο από πραξικόπημα, για τον Μουσολίνι η Πορεία προς στη Ρώμη ήταν μια ωραία διαδρομή με τρένο. Ανήλθε στην εξουσία με τη συνενοχή των ελίτ, αντί να κερδίσει τις εκλογές ή να ρίξει έναν πυροβολισμό», αναφέρεται στο βιβλίο της.
Παραλληλισμοί με Τραμπ
Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του, ο Ισάν Θαρόρ παραλληλίζει το αποτυχημένο «Πραξικόπημα της Μπυραρίας» του Χίτλερ, τον Νοέμβριο του 1923 (το οποίο ο μετέπειτα Φύρερ εμπνεύσθηκε εν μέρει από την Πορεία του Μουσολίνι), με την εισβολή των οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2021. Θεωρεί πως αυτό που συνδέει τα δύο γεγονότα είναι, καταρχάς ότι οι υπεύθυνοι δεν κλήθηκαν να λογοδοτήσουν, αλλά και η ευρύτερη υποστήριξη που παρείχε η προσοχή των μέσων ενημέρωσης στον σκοπό τους.
«Κάθε παράδειγμα επιτυχίας των ευρωπαίων φασιστών στον 20ό αιώνα περιελάμβανε πολιτικά κόμματα που ανήλθαν στην εξουσία μέσω της κανονικής εκλογικής διαδικασίας, αφού είχαν εκφράσει τα αντιδημοκρατικά τους αισθήματα, μερικές φορές ακόμη και τις ρητές προθέσεις τους», έγραψε σχετικά ο φιλόσοφος του Yale Τζέισον Στάνλεϊ.
Ο συγγραφέας και σχολιαστής Τζον Γκαντζ επικαλέστηκε το παράδειγμα της 6ης Ιανουαρίου σε ένα δοκίμιο για την κληρονομιά της Πορείας της Ρώμης, εξηγώντας πώς οι παραστρατιωτικές ένοπλες ομάδες που υποστηρίζουν τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ κατέληξαν να αποτελούν, πλέον, μέρος της πολιτικής δυναμικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Είναι αυτοί οι παραστρατιωτικοί τόσο κυρίαρχο χαρακτηριστικό στην αμερικανική πολιτική όσο ήταν οι φαιοχίτωνες ή οι μελανοχίτωνες στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου; Οχι, αλλά… μιλάμε για μια εξασθενημένη και πιο αδύναμη εκδοχή ενός παρόμοιου φαινομένου», υποστήριξε.
Οσον αφορά τον κίνδυνο να υπερεκτιμηθούν τα κοινά σημεία μεταξύ του τότε και του σήμερα, «οι συνθήκες του 21ου αιώνα, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, είναι ριζικά διαφορετικές από εκείνες που επικρατούσαν στην Ιταλία το 1922, όπως και τα κινήματα που αναδύονται ως απάντηση σε αυτές τις συνθήκες», έγραψε αυτή την εβδομάδα ο βρετανός ιστορικός Ανταμ Τουζ.
Ωστόσο, πρέπει να συνεχίσουμε να ενδιαφερόμαστε για αυτές τις περιόδους της Ιστορίας πριν από έναν αιώνα, για αυτόν ακριβώς τον λόγο, επειδή έχουν περάσει μόλις 100 χρόνια από τότε: «μια στιγμή στην ευρύτερη έκταση της Ιστορίας, της Ιστορίας των παππούδων και των προπάππων μας. Και από εκείνη την Ιστορία είναι φτιαγμένο το παρόν», τόνισε o ιστορικός του Κολούμπια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News