Μετά από την απόπειρα δολοφονίας του που σημειώθηκε την 13η Ιουλίου στην Πενσιλβάνια και από την οποία ο Ρεπουμπλικάνος πρώην και, ενδεχομένως, επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ γλίτωσε κυριολεκτικά παρά τρίχα, η προεκλογική εκστρατεία εξακολουθεί να καθορίζεται «από την μετωπική σύγκρουση μεταξύ δύο εθνών που δεν μπορούν να τα βρουν», όπως γράφει η ιταλική εφημερίδα La Repubblica.
Οι ειδικοί της CIA και του FBI στον ψυχολογικό πόλεμο προσπαθούν να απαντήσουν στο ερώτημα: «Ποιος μπορεί να βάλει στο στόχαστρό του τους υποψηφίους;», ώστε να αποτρέψουν νέες πιθανές επιθέσεις, αλλά στερούνται ικανοποιητικών απαντήσεων «σε ένα κράτος οπλισμένο έως τα δόντια και με κάθε είδους οργανωμένους εξτρεμιστές».
Ο Τόμας Κρουκς, ο εικοσάχρονος που αποπειράθηκε, ανεπιτυχώς ευτυχώς, να δολοφονήσει τον Τραμπ πριν από περισσότερο από δύο μήνες και έπεσε νεκρός από τα πυρά των πρακτόρων της Secret Service, φαίνεται πως πολιτικά δεν ήταν προσκείμενος σε κάποια παράταξη ενώ το προφίλ του ταίριαζε περισσότερο σε έναν δολοφόνο παρά σε έναν πολιτικό εκτελεστή.
Η ανταπόκριση της ιταλικής εφημερίδας από τη Νέα Υόρκη μιλάει για «ένα κράτος στα πρόθυρα του νευρικού κλονισμού που κινδυνεύει να χάσει την ισορροπία του». Οσον αφορά την πόλωση και την τοξικότητα που εντείνονται όσο πλησιάζουν οι εκλογές, σημειώνει πως ο Ντόναλντ Τραμπ έφτασε στο σημείο να δηλώνει πως «μισεί» την Τέιλορ Σουίφτ, μόνο και μόνο επειδή η δημοφιλής τραγουδίστρια δήλωσε πως υποστηρίζει την Κάμαλα Χάρις.
Και ο υποψήφιος αντιπρόεδρός του, Τζέι Ντι Βανς, συνομιλώντας με την Ντάνα Μπας του CNN για τους ισχυρισμούς του Τραμπ περί μεταναστών από την Αϊτή οι οποίοι τρώνε γάτες και σκύλους στο Σπρίνγκφιλντ του Οχάιο, ομολόγησε πως «εάν πρέπει να επινοήσω ιστορίες, έτσι ώστε τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης να εστιάσουν πραγματικά την προσοχή τους στα δεινά του αμερικανικού λαού, τότε αυτό θα κάνω». Οταν η δημοσιογράφος ανέφερε πως οι εν λόγω ισχυρισμοί είχαν ως αποτέλεσμα να αρχίσουν να κυκλοφορούν απειλές για βόμβες σε νοσοκομεία, σχολεία και κυβερνητικά κτίρια του Σπρίνγκφιλντ, ο Βανς έβαλε εναντίον της, χαρακτηρίζοντας την παρατήρησή της «αηδιαστική», «κατάλληλη περισσότερο για έναν προπαγανδιστή των Δημοκρατικών παρά για μια αμερικανίδα δημοσιογράφο».
Τοξικοί, όμως, δεν είναι μόνον οι Ρεπουμπλικάνοι, είναι και οι Δημοκρατικοί, με την Repubblica να σημειώνει πως όταν άρχισαν να μεταδίδονται οι ειδήσεις για τους πυροβολισμούς πέριξ του γηπέδου γκολφ όπου βρισκόταν ο Τραμπ, «τα τρολ της Αριστεράς» έσπευσαν να ρίξουν περισσότερο λάδι στη φωτιά, γράφοντας, μεταξύ άλλων, πως «επιστρέφουν στους πυροβολισμούς, ώστε να μην συζητιέται το ντιμπέιτ στο οποίο επικράτησε η Χάρις» αλλά και ότι «στην περιοχή του Παλμ Μπιτς όπου βρίσκεται το γκολφ κλαμπ του Τραμπ οι πυροβολισμοί είναι συχνοί».
Τόσο ο Τζο Μπάιντεν όσο και η Κάμαλα Χάρις επιδίωξαν να κατευνάσουν τα πάθη, υπογραμμίζοντας πως δεν υπάρχει χώρος για πολιτική βία και για οποιαδήποτε μορφή βίας στις ΗΠΑ. Με στόχο τη δημιουργία ενός κλίματος εθνικής ενότητας ο αμερικανός πρόεδρος πρόσθεσε πως ζήτησε από το επιτελείο του να συνεχίσει να εξασφαλίζει ότι η Secret Service θα έχει στη διάθεσή της όλα τα απαραίτητα μέσα για τη συνεχή προστασία του Ντόναλντ Τραμπ. Ωστόσο στα δίκτυα παραπληροφόρησης της Δεξιάς υποστηρίζεται πως η υπηρεσία που φέρει την ευθύνη για την προστασία του προέδρου των ΗΠΑ καθώς και όλων των προκατόχων του, είναι «διεφθαρμένη» και, ως εκ τούτου, την προστασία του Τραμπ θα πρέπει να την αναλάβουν «ιδιωτικές δυνάμεις ασφαλείας».
Πολεμικό, όμως, είναι το κλίμα και στους κόλπους των Ρεπουμπλικάνων. Ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, αρχικά εχθρικός προς τον Τραμπ, στη συνέχεια πιστός υποτελής του, δήλωσε πως συνομίλησε μαζί του μετά από τους πυροβολισμούς της Κυριακής, αναφέροντας πως ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τον Λευκό Οίκο «είναι πάντα έτοιμος να σώσει τη χώρα».
Ομως αυτή η «πράξη δουλοπρέπειας», όπως την χαρακτηρίζει η ιταλική εφημερίδα, «δεν αρκεί για να κρύψει τις διαμάχες». Το δημοσιεύματα αναφέρεται συγκεκριμένα στην Λόρα Λούμερ, μια 31χρονη ακροδεξιά συνωμοσιολόγο, η οποία έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του Ντόναλντ Τραμπ, συνοδεύοντάς τον στα ταξίδια του, απομονώνοντάς τον από τους συμβούλους του και δημοσιοποιώντας συνεχώς selfies μαζί του. Η Λούμερ επιτίθεται στη Χάρις με ρατσιστικές αναρτήσεις λόγω της ινδικής καταγωγής της ενώ ο γερουσιαστής Γκράχαμ, αντιλαμβανόμενος πόσο καταστροφικός μπορεί να καταστεί ο εξτρεμισμός, την επικρίνει σφοδρά. Εκείνη, ωστόσο, δεν πτοείται, φτάνοντας, μάλιστα, στο σημείο να τον καταγγείλει ως ομοφυλόφιλο, καλώντας τον να βγάλει τη μάσκα που φοράει.
Οσον αφορά τα κίνητρα του επίδοξου δολοφόνου του Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ακόμη απόλυτα ξεκάθαρα, όπως δεν είναι και τα κίνητρα του Τόμας Κρουκς, ωστόσο «δεν έχουν μεγάλη σημασία», γράφει η Repubblica. Αναφέρει σχετικά πως ο πρόεδρος Τζον Κένεντι δολοφονήθηκε από τον Λι Οσβαλντ την 22α Νοεμβρίου του 1963. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Debunk-Bot, έναν αλγόριθμο Τεχνητής Νοημοσύνης που μόλις δημιουργήθηκε για την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης, οι ψευδείς ισχυρισμοί για τον θάνατό του εξακολουθούν να κυριαρχούν.
«Εάν, έπειτα από 61 χρόνια, οι Αμερικανοί δεν μπορούν να συμφωνήσουν για τον θάνατο του χαρισματικού προέδρου JFK, πώς αναμένουμε να ομονοήσουν στη σύγκρουση Χάρις-Τραμπ;»
«Οι δολοφόνοι των προεδρικών υποψηφίων, με τα πολεμικά τους όπλα, μπορεί να μην είναι (όπως δεν ήταν ο Κρουκς) πολιτικοί αγωνιστές, όπως ο Γιγκάλ Αμίρ, ο άνθρωπος που δολοφόνησε τον ισραηλινό ηγέτη Γιτζάκ Ράμπιν το 1995, ή οι Ερυθρές Ταξιαρχίες που σκότωσαν τον Αλντο Μόρο στη Ρώμη το 1978 […] Ενδέχεται να στρατολογούνται ανάμεσα σε ένοπλους απόκληρους, σε ανόητους τους οποίους ο θόρυβος του Διαδικτύου κουφαίνει σε σημείο παροξυσμού και η φρενίτιδα των ειδήσεων 24 ώρες την ημέρα τους ωθεί σε παράλογες ενέργειες, όπως οι δολοφονίες του “Ρασκόλνικοφ” στο “Εγκλημα και Τιμωρία” του Ντοστογιέφσκι ή του “Μερσώ” στον «Ξένο» του Καμύ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News