Η πιο σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης
Η πιο σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης
Το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 ήρθε ως αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων που, ως εκρηκτικό μείγμα, οδήγησαν στον ξεσηκωμό του Γένους. Από τη μία πλευρά, η άλλοτε κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν από δεκαετίες σε παρακμή, με περιφερειακούς άρχοντες να εξεγείρονται εναντίον της εξουσίας του σουλτάνου, προσπαθώντας να αυτονομηθούν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, που εξεγέρθη το 1820.
Παράλληλα, η διαφθορά του κρατικού μηχανισμού της Αυτοκρατορίας είχε εξαπλωθεί σε όλα σχεδόν τα κλιμάκια εξουσίας, με αποτέλεσμα η ζωή των υπόδουλων Ελλήνων να γίνεται ακόμη πιο ανυπόφορη. Να ένα απλό παράδειγμα: στην Πελοπόννησο οι τοπικοί άρχοντες (οι προεστοί ή κοτζαμπάσηδες) που ήταν υπεύθυνοι και για την είσπραξη και απόδοση των φόρων στην Υψηλή Πύλη, έβαζαν και ένα επιπλέον ποσό (ως «καπέλο»), το οποίο νέμονταν οι ίδιοι. Ετσι, πολλοί που δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στη βαριά φορολογία αναγκάζονταν να βγουν στα βουνά, όπου γίνονταν κλέφτες.
Την ίδια εποχή στην Ευρώπη σπουδαίοι έλληνες λόγιοι της διασποράς, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Ανθιμος Γαζής και άλλοι, έφεραν την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία και πάλι στο προσκήνιο, συνδέοντάς την με τους σύγχρονους Ελληνες. Αυτό όχι μόνο έδινε ένα ιστορικό βάθος στην ταυτότητα των Ελλήνων, αλλά ταυτόχρονα προκαλούσε τόσο τη συμπάθεια όσο και τη συμπόνια πολλών Ευρωπαίων για τους Ελληνες.
Τον Σεπτέμβριο του 1814, λοιπόν, τρεις έλληνες έμποροι της διασποράς, οι Νικόλαος Σκουφάς, Αθανάσιος Τσακάλωφ και Εμμανουήλ Ξάνθος, ιδρύουν στην Οδησσό τη Φιλική Εταιρεία, μια μυστική οργάνωση που είχε στόχο να προετοιμάσει τον ξεσηκωμό των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων.
Η Επανάσταση θα ξεσπούσε εξίμισι χρόνια αργότερα, όταν στις 22 Φεβρουαρίου 1821 ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρος Υψηλάντης, επικεφαλής επαναστατικών δυνάμεων, διέβη τον ποταμό Προύθο (φυσικό σύνορο μεταξύ Ρωσίας και Βλαχίας). Ο λόγος που αποφασίστηκε να ξεκινήσει η Επανάσταση από εκεί ήταν ένα ειδικό καθεστώς που ίσχυε τότε, σύμφωνα με το οποίο ο σουλτάνος δεν επιτρεπόταν να στείλει στρατεύματα στη Μολδαβία και στη Βλαχία εάν πρώτα δεν είχε εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη του τσάρου της Ρωσίας.
Σε αυτό ακριβώς υπολόγιζε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης (στο να προκληθεί παρέμβαση της Ρωσίας δηλαδή), αλλά δυστυχώς διαψεύστηκε οικτρά. Ετσι, η Επανάσταση στη Μολδαβία και στη Βλαχία απέτυχε και έληξε δραματικά τον Ιούνιο του 1821 με τη Μάχη του Δραγατσανίου και την εξόντωση του Ιερού Λόχου, που αποτελείτο κυρίως από εθελοντές έλληνες φοιτητές του εξωτερικού. Οσο για τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, κατέφυγε σε αυστριακό έδαφος, όπου και φυλακίστηκε.
Μπορεί η Επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες να απέτυχε παταγωδώς, ωστόσο τον Μάρτιο του 1821 Επανάσταση ξέσπασε σε Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα, Εύβοια, Μακεδονία, Ηπειρο, νησιά ανατολικού Αιγαίου, Κυκλάδες και Κρήτη. Το γεγονός, δε, ότι μεγάλο μέρος των οθωμανικών στρατευμάτων ήταν απασχολημένο στην Ηπειρο πολεμώντας τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων, βοήθησε αρκετά στις πρώτες νίκες του Αγώνα.
Μέσα σε λίγους μήνες συγκλήθηκε η Α’ Εθνοσυνέλευση, στο χωριό Πιάδα, τη σημερινή Νέα Επίδαυρο, και την 1η Ιανουαρίου 1822 ψηφίστηκε το λεγόμενο «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος», δηλαδή το πρώτο από τα Συντάγματα της Επανάστασης.
Ξεκινούσε, δε, με τα εξής λόγια :
«Το Ελληνικόν Εθνος, το υπό την φρικώδη Οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρει τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας, και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττει σήμερον δια των νομίμων Παραστατών του, εις Εθνικής συνηγμένων Συνέλευσίν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, Την Πολιτικήν αυτού Υπαρξιν και Ανεξαρτησίαν».
Και μετά… ήρθαν οι εμφύλιοι πόλεμοι – οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πορείας κάθε έθνους προς την εθνική ολοκλήρωση, και όχι προσωπικό κουσούρι των Ελλήνων.
Στη δική μας περίπτωση, και στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, η βασική αιτία που θα οδηγούσε στους εμφυλίους ήταν ποιος, ή καλύτερα ποιοι θα αναλάμβαναν την εξουσία, αρχικά κατά τη διάρκεια του Αγώνα και εν συνεχεία στο κράτος που θα δημιουργείτο. Διότι η Φιλική Εταιρεία συνέβαλε μεν καθοριστικά στην προετοιμασία του Αγώνα, αλλά δεν μπορούσε να προμηθεύσει την ηγεσία στην Επανάσταση.
Θυμόμαστε ότι η αρχηγία της Φιλικής προτάθηκε μόλις το 1820, πρώτα στον Ιωάννη Καποδίστρια, που την αρνήθηκε, και κατόπιν στον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος την αποδέχτηκε, αλλά μετά την αποτυχία της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και τη φυλάκισή του από Αυστριακούς, η Επανάσταση έμεινε και τυπικά ακέφαλη, ουσιαστικά εν τη γενέσει της.
Ο αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Δημήτριος, που έφτασε στην Πελοπόννησο τον Ιούνιο του 1821 ως εκπρόσωπος της Φιλικής, αλλά στην πραγματικότητα ως εκπρόσωπος του αδελφού του, ήταν μεν ένας πολύ έντιμος άνθρωπος, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είχε και τα προσόντα να ηγηθεί της Επανάστασης.
Ξεσπά λοιπόν ο πρώτος εμφύλιος ανάμεσα σε πολιτικούς και στρατιωτικούς, δηλαδή προεστούς και οπλαρχηγούς, και ακολουθεί ο δεύτερος, στον οποίο υπερίσχυσε το στοιχείο του τοπικισμού. Εκεί πλέον οι οπλαρχηγοί της Ρούμελης και οι καραβοκύρηδες της Υδρας και των Σπετσών στράφηκαν εναντίον των πελοποννησίων προεστών.
Την ίδια στιγμή στην Ευρώπη το κλίμα μόνο θετικό δεν ήταν απέναντι σε επαναστατικά κινήματα. Μην ξεχνάμε την Ιερά Συμμαχία, η οποία ουσιαστικά ήταν μια μορφή αντιδραστικού συνασπισμού απέναντι σε κάθε επανάσταση που θα έθιγε τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.
Η Γαλλική Επανάσταση και στη συνέχεια ο Μέγας Ναπολέων είχαν δημιουργήσει ένα υπερσυντηρητικό κλίμα στην Ευρώπη, με τις Μεγάλες Δυνάμεις να είναι ξεκάθαρα εχθρικές απέναντι σε κάθε ενδεχόμενη επαναστατική κίνηση. Και η Ελληνική Επανάσταση δεν αποτελούσε εξαίρεση. Στην αρχή όλες οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής ήταν εναντίον της. Στην πορεία, τρείς από αυτές θα άλλαζαν «γραμμή πλεύσης».
Η πρώτη από τις μεγάλες δυνάμεις που θα περίμενε κανείς να υποστηρίξει την Επανάσταση ήταν η Ρωσία, μιας και διαχρονικά την ενδιέφερε ο έλεγχος των Στενών, οπότε τα συμφέροντά της συγκρούονταν με εκείνα των Οθωμανών. Ομως ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ ήταν ένας άνθρωπος που δεν έπαιρνε πρωτοβουλίες και επηρεαζόταν πολύ από τον καγκελάριο της Αυστρίας και «πατέρα» της Ιεράς Συμμαχίας, Μέτερνιχ,
Εν τω μεταξύ οι Ελληνες βρίσκονταν σε εμφυλίους πολέμους ήδη από το 1823, χρήματα δεν υπήρχαν (και πόλεμος χωρίς χρήμα δεν γίνεται), και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το 1824 οι Οθωμανοί νίκησαν τελικά τον Αλή Πασά, οπότε τα στρατεύματά τους ήταν πλέον ελευθέρα να στραφούν εξ ολοκλήρου στην κατάπνιξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Στο παιχνίδι μπήκε τότε και ο Μεχμέτ Αλή πασάς, ο οποίος έστειλε τον γιο του Ιμπραήμ με αιγυπτιακά στρατεύματα στην Κρήτη και έπειτα στην Πελοπόννησο, όπου σάρωνε ότι έβρισκε στο πέρασμά του. Μάλιστα, ο σουλτάνος τού είχε υποσχεθεί πως αν νικούσε θα του έδινε την Κρήτη και την Πελοπόννησο. Πλέον η Επανάσταση ψυχορραγούσε.
Και τότε, το 1825, την πιο σκοτεινή ώρα της Επανάστασης, την ώρα που πολιορκείτο το Μεσολόγγι, πεθαίνει ο τσάρος Αλέξανδρος Α’. Το Μεσολόγγι πέφτει στις 10 Απριλίου 1826, μετά την ηρωική Εξοδο, και οι Οθωμανοί πανηγυρίζουν. Δεν γνώριζαν ότι ήταν η αρχή του τέλους του Αγώνα υπέρ των Ελλήνων.
Διότι την ώρα που η κοινή γνώμη στην Ευρώπη είχε φρυάξει με τις αγριότητες των Τούρκων στο Μεσολόγγι, ο νέος τσάρος Νικόλαος Α’ έβρισκε την ιδανική αφορμή για να στείλει τελεσίγραφο στον σουλτάνο, απαιτώντας την ίδρυση ελληνικού κράτους. Η Μεγάλη Βρετανία μπήκε και εκείνη σχεδόν αμέσως στο διπλωματικό παιχνίδι, θέλοντας να εξασφαλίσει την πολιτική επιρροή της στο υπό δημιουργία ελληνικό κράτος, και ακολούθησε η Γαλλία.
Μετά λοιπόν από σειρά διπλωματικών διαπραγματεύσεων, ιδρύθηκε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος τον Φεβρουάριο του 1830. Μικρό, λειψό, ανάπηρο και μέσα στα αίματα, αλλά υπαρκτό. Και αυτό από μόνο του ήταν μια σπουδαία κατάκτηση.
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Περηφάνεια και αγανάκτηση, συγκίνηση και ντροπή. Και, εδώ που τα λέμε, δεν έχουμε και άδικο.
Αρκεί να σκεφτούμε ότι εκείνοι που συγκεντρώθηκαν στα τέλη Δεκεμβρίου του 1821 στην Επίδαυρο ως αντιπρόσωποι του Εθνους των Ελλήνων ήταν άνθρωποι ετερόκλητοι, διαφορετικού μορφωτικού, κοινωνικού και οικονομικού επιπέδου, αλλά είχαν έναν κοινό σκοπό: Να διακηρύξουν ότι οι Ελληνες υπάρχουν ως έθνος και ότι αξιώνουν, όπως όλα τα ευνομούμενα ευρωπαϊκά έθνη, να ζουν ελεύθερα, να κυβερνούνται από δικούς τους νόμους και να δημιουργήσουν το δικό τους εθνικό κράτος.
Μια χούφτα τρελοί, απελπισμένοι, αιθεροβάμονες, ονειροπόλοι, που ελάχιστους μήνες αργότερα θα ξεκινούσαν να σκοτώνουν ο ένας τον άλλον και παραλίγο να θυσιάσουν και αυτόν τον ίδιο τον Αγώνα στον βωμό των προσωπικών τους πεποιθήσεων και συμφερόντων – κάτι που πάντα θα μας πληγώνει και πάντα θα μας εξοργίζει.
Διότι μιλάμε για τους ιδίους ανθρώπους που ο ηρωισμός, το κουράγιο, η ανδρεία αλλά και η απελπισία τούς ώθησαν να ξεσηκωθούν, ώστε ή να ελευθερωθούν ή να πεθάνουν μέχρις ενός προσπαθώντας, αφού πίστευαν πως δεν άξιζε να συνεχίζουν να ζουν υπόδουλοι.
Οσα και να τους προσάπτουμε, δικαίως και αδίκως, αυτό που μας κληροδότησαν βαραίνει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο: την ελευθερία μας. Την πλήρωσαν με το αίμα τους, μας τη χάρισαν με τις θυσίες τους και τη χαιρόμαστε χάρη στην ανδρεία και την αποκοτιά τους.
♦ Κάθε γωνιά μια ιστορία. Το podcast της Ελένης Λετώνη
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Η πιο σύντομη Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.