Στις δημοκρατικές χώρες, όπως πχ. η Ελλάδα, αν η ομάδα δεν τραβάει οι «λύσεις» για να πάρει αποτέλεσμα είναι συνήθως το να οδηγηθούν οι παίκτες της αντίπαλης ομάδας στο νοσοκομείο με δηλητηρίαση, να βοηθήσει ο διαιτητής, κάποιος αμυντικός ή τερματοφύλακας, να γίνουν τραμπουκισμοί στα αποδυτήρια ή και να σβήσουν τα φώτα. Πρόκειται για ένα «μενού» γνωστό και καθιερωμένο το οποίο φαντάζει κάπως φτωχό -σαν στενός κορσές- μπροστά σε αυτά που ήταν ικανή -και πρόθυμη- να κάνει η διαβόητη Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας για να κερδίζει η ομάδα της: η Ντιναμό Βερολίνου.
Η αφορμή για την αναδρομή στη πάλαι ποτέ δόξα του Ανατολικού Βερολίνου είναι οι πρώτες κριτικές στον Δυτικό Τύπο για το ντοκιμαντέρ Stasi FC που σκηνοθέτησαν ο Αρνε Μπίρκενστοκ και ο Ντάνιελ Γκόρντον (έκανε πρεμιέρα στη συνδρομητική πλατφόρμα του Sky). Σύμφωνα με τους δημιουργούς του, είναι η ιστορία ενός αληθινού εγκλήματος για το πώς, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η Στάζι προσπάθησε να ελέγξει και την τελευταία όαση ελευθερίας του λόγου στη χώρα: το ποδόσφαιρο.
Τα πρόσωπα είναι γνωστά. Ας αρχίσουμε από τον «Πρόεδρο», όπως λέμε στην Ελλάδα, ή το αντίστοιχο του για το αυταρχικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας. Το όνομα αυτού Εριχ Μίλκε. Υπήρξε ο επικεφαλής της Στάζι, της υπηρεσίας που έγινε ο φόβος και ο τρόμος για τους Ανατολικογερμανούς και είχε διεισδύσει σε κάθε πτυχή της ζωής τους. (Το δράμα των κατοίκων της χώρας αποτυπώνεται με αριστουργηματικό τρόπο στην πολυβραβευμένη γερμανική ταινία «Οι Ζωές των Αλλων» του Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ)
Ο Μίλκε, λοιπόν, αποφάσισε προς το τέλος της δεκαετίας του 1970 πως ο αγαπημένος του ποδοσφαιρικός σύλλογος έπρεπε να ανεβάσει στροφές. Για να συμβεί αυτό έπρεπε και ο ίδιος να «παίξει μπάλα». Κάτι το οποίο συνέβη με τις εξής μεθόδους:
—Ας αρχίσουμε από τα τετριμμένα. Η επιλογή των διαιτητών. Παλιό και απλό. Συγκεκριμένοι διαιτητές επιλέγονταν για κρίσιμους αγώνες ώστε να διασφαλίζεται το αποτέλεσμα.
—Η γνώση (ή καλύτερα η επίγνωση) των παικτών της αντίπαλης ομάδας για ένα πολύ βασικό ζήτημα γύρω από τον αγώνα: το ποιος έπρεπε να κερδίσει. Οπως σημειώνει ο Guardian, τα πλάνα που παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ καθιστούν ξεκαρδιστικά σαφές ότι ορισμένα παιχνίδια ήταν στημένα σε τέτοιο βαθμό ώστε έμοιαζαν με «αγώνες επίδειξης» μέχρι να προκύψει -επιτέλους- το σωστό αποτέλεσμα.
—Αναγκαστικές μεταγραφές. Οι καλύτεροι παίκτες στην Ανατολική Γερμανία έφευγαν από τις ομάδες τους και -με την κατάλληλη πίεση- κατέληγαν να παίζουν στη Ντιναμό Βερολίνου. Πρόκειται για την κομμουνιστική εκδοχή του δικού μας «έφερε παίχτες ο Πρόεδρος». Αλλωστε ο λόγος ήταν «εθνικός». Οπως συμβαίνει με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, ο «Πρόεδρος» (έτσι αποκαλούσαν τον Μίλκε) θεωρούσε ότι η επιτυχία της ποδοσφαιρικής ομάδας σε διεθνείς αγώνες (δεν ήρθε ποτέ) θα υπογράμμιζε την ανωτερότητα του καθεστώτος.
—Μυστηριώδης θάνατος. Η φράση «όποιος φεύγει απ’ το μαντρί τον τρώει ο λύκος» περιγράφει δυστυχώς τη μοίρα όποιου παίκτη προσπαθούσε να φύγει από την ομάδα της Στάζι. Ο ταλαντούχος ανατολικογερμανός ποδοσφαιριστής, Λουτζ Ειγκεντορφ, ζήτησε το 1979 πολιτικό άσυλο μετά από ένα παιχνίδι στη Δυτική Γερμανία. Αφησε πίσω του γυναίκα και παιδιά τα οποία σύντομα γνώρισαν από κοντά τις μεθόδους της Στάζι. Το 1983, η Αλφα Ρομέο του ποδοσφαιριστή προσέκρουε σε ένα δέντρο στο Μπράουνσβαϊγκ της Δυτικής Γερμανίας. Πέθανε δύο ημέρες αργότερα στο νοσοκομείο.
Οπως σημειώνει η Deutsche Welle, μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών το 1990 διαπιστώθηκε ότι η Στάζι είχε σχεδιάσει τρόπους για να τον βγάλει από τη μέση. Ο προσωπικός του φάκελος περιείχε ένα σημείωμα που έγραφε: «Δηλητήριο, αέριο, ναρκωτικά. Ειγκενντορφ».
—Παρακολούθηση οπαδών. Οταν οπαδοί της Ντιναμό σήκωσαν το 1983 ένα πανό στο γήπεδο εις μνήμην του Ειγκεντορφ, το κράτος πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Σύμφωνα με την εβδομαδιαία γερμανική εφημερίδα Der Freitag, δύο υπάλληλοι της Στάζι συνόδευαν στη συνέχεια τους οπαδούς τόσο στους εντός όσο και στους εκτός έδρας αγώνες.
Οι εγκληματικές μέθοδοι του Μίλκε οδήγησαν σε ποδοσφαιρικές επιτυχίες. H ομάδα πετούσε (δεν γινόταν κι αλλιώς) και κέρδισε δέκα συνεχόμενα πρωταθλήματα από το 1979 έως το 1988. Αυτό όμως που δεν κατάφερε το καταπιεστικό καθεστώς ήταν να εξασφαλίσει τον ενθουσιασμό και την υποστήριξη των οπαδών. Το αντίθετο.
Το 1987, καθώς η Ντιναμό Βερολίνου πανηγύριζε τον ένατο συνεχόμενο τίτλο της, οι οπαδοί είχαν ήδη αρχίσει να της γυρίζουν την πλάτη και το γήπεδο ήταν μισοάδειο. «Την επόμενη χρονιά», σχολιάζει ο Guardian, «καθώς η ομάδα έφτανε στον δέκατο “θρίαμβό” της οι οπαδοί της θα μπορούσαν να πάνε στο γήπεδο με ένα και μόνο ταξί». Σήμερα η Berliner FC Dynamo αγωνίζεται στην τέταρτη κατηγορία του γερμανικού ποδοσφαίρου.
Το θέμα του ντοκιμαντέρ δεν είναι το ποδόσφαιρο αλλά το μέχρι που μπορούν να φτάσουν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα για να ενσωματώσουν κάθε μορφή ελεύθερης έκφρασης. Οπως τονίζουν και πάλι οι δημιουργοί του φιλμ, «ζώντας πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, η επιλογή της ποδοσφαιρικής ομάδας ήταν ουσιαστικά μια πολιτική δήλωση. Το γήπεδο ήταν ο μόνος χώρος στον οποίο μπορούσες να εκφράσεις ανοιχτά την αντίθεσή σου».
Η ιστορία της υπερομάδας που έχτισε ο Μίλκε είναι μια ακόμη απόδειξη του πώς η μανία για την στερέωση της παντοδυναμίας (που πάντοτε αποτελεί αυταπάτη) οδηγεί στην παράνοια. Το τραγικό στην ιστορία της Ντιναμό συνυπάρχει με το γελοίo. Η Στάζι, προσπαθώντας να ελέγξει ακόμη και τη μπάλα που κυλούσε στο χορτάρι, έδειχνε τον πανικό της λίγο πριν από την κατάρρευση.
ΥΓ. Για τους φαν του ποδοσφαίρου: ο πρώτος ποδοσφαιριστής που έσπασε τα δεσμά ενός άλλου ασφυκτικού καθεστώτος, αυτού της Αλβανίας, για να αγωνιστεί σε ξένη χώρα ήταν ο Λουζλίμ Μπερσενί. Δραπέτευσε και έπαιξε στον Πανιώνιο και την Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 —«Λούλη Μπερσεμί» τον φώναζαν οι οπαδοί. Το αλβανικό καθεστώς κυνήγησε βεβαίως τον ίδιο και την οικογένειά του. «Η δική μου οικογένεια υπέφερε. Ενώ ήταν καλοί και φιλήσυχοι άνθρωποι, εξορίστηκαν από τα Σκόδρα που μέναμε σε ένα χωριό πάνω στα βουνά, που ακόμα και οι κότες τρώνε πέτρες για να επιβιώσουν. Δεν υπήρχε τίποτα. Εκεί έστελναν οι κομμουνιστές όσους ήθελαν να εξορίσουν» δήλωσε το 2022 ο Μπερσενί στην Sportday και τον Γιώργο Μπιτσικώκο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News