Υπάρχει ένα παλιό σοβιετικό αστείο: Ενας δημοσιογράφος ζητεί από τον γενικό γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος να αξιολογήσει την κατάσταση της οικονομίας της χώρας. «Καλή» είναι η σύντομη απάντηση. Ο δημοσιογράφος εκλιπαρεί τον ηγέτη να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες για να ολοκληρώσει την ιστορία του. «Σε αυτή την περίπτωση», απαντά ο γενικός γραμματέας, «όχι καλή».
Περίπου το ίδιο θα μπορούσαμε να πούμε για την κατάσταση του κόσμου σήμερα. Η σχέση ΗΠΑ – Κίνας, αναμφισβήτητα η πιο σημαντική αυτής της εποχής, βρίσκεται σε κακή κατάσταση, παρά την πρόσφατη αύξηση του ρυθμού των διπλωματικών επαφών. Στόχος των ΗΠΑ είναι οι δύο μεγάλες δυνάμεις να δημιουργήσουν ένα πεδίο για διμερείς δεσμούς.
Στην καλύτερη περίπτωση, ωστόσο, οι δύο κυβερνήσεις θα μπορέσουν να αποφύγουν μια κρίση. Αλλά αυτό καθίσταται πιο δύσκολο από την άρνηση της Κίνας να αποκαταστήσει τις στρατιωτικές επικοινωνίες μεταξύ των δύο πλευρών και να δημιουργήσει ένα κανάλι επικοινωνίας κρίσεων. Ακόμη και οι αισιόδοξοι δεν προβλέπουν τη διάνοιξη ενός δρόμου για ουσιαστική συνεργασία όσον αφορά πιεστικές περιφερειακές ή παγκόσμιες προκλήσεις στο εγγύς μέλλον.
Εν τω μεταξύ, η Κίνα αντιμετωπίζει σημαντικές οικονομικές προκλήσεις, σε μεγάλο βαθμό λόγω ατελειών των δικών της πολιτικών. Αλλά ακόμα και αν τα προβλήματα είναι εγχώρια, δεν σημαίνει ότι οι συνέπειες θα περιοριστούν στην Κίνα. Στην καλύτερη περίπτωση, ό,τι συμβαίνει εκεί θα εμποδίσει την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Στη χειρότερη περίπτωση, υπάρχει η πιθανότητα η ηγεσία της Κίνας να μπει στον πειρασμό να ενεργήσει πιο επιθετικά στο εξωτερικό, για να αποσπάσει την προσοχή από τα εγχώρια οικονομικά δεινά της.
Αλλού στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, η Βόρεια Κορέα συνεχίζει να ενισχύει, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, το πυρηνικό της οπλοστάσιο. Το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ συνεχίζει να δοκιμάζει ολοένα πιο προηγμένους βαλλιστικούς πυραύλους, και αποκάλυψε ένα υποβρύχιο με πυρηνικό εξοπλισμό. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Βόρεια Κορέα είναι έτοιμη να προβεί σε συνομιλίες, πόσω μάλλον να συμβιβαστεί, για τα πυρηνικά/πυραυλικά της προγράμματα.
Μια άλλη ανησυχία είναι ότι στο πλαίσιο της αντεπίθεσης της Ουκρανίας, η οποία άρχισε πριν από περίπου τρισήμισι μήνες, έχει σημειωθεί περιορισμένη πρόοδος. Οι καλά οχυρωμένες ρωσικές δυνάμεις εξακολουθούν να ελέγχουν μεγάλες περιοχές της ανατολικής και νότιας Ουκρανίας. Αυτή η πραγματικότητα, μαζί με την ικανότητα της Ρωσίας να ενισχύσει την παραγωγή όπλων της εν καιρώ πολέμου (παρά τις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κυρώσεις) και να εισαγάγει όπλα από το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, υποδηλώνει ότι ο πόλεμος, που τώρα βρίσκεται στο δεύτερο έτος του, θα συνεχιστεί για κάποιο χρονικό διάστημα.
Η Ουκρανία είναι εύλογα απρόθυμη να συμβιβαστεί, εγκαταλείποντας τον στόχο της να ανακτήσει τα εδάφη της. Συνεχίζει να πιστεύει ότι η πλάστιγγα θα γείρει προς την πλευρά της, καθώς παραλαμβάνει πιο προηγμένα όπλα από τη Δύση. Ο Πούτιν, από την πλευρά του, πιστεύει ότι θα μπορέσει να ξεπεράσει το κόστος του πολέμου και ότι το ερώτημα όσον αφορά τον περιορισμό της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής υποστήριξης δεν είναι «αν» αλλά «πότε». Τίποτε από αυτά δεν προσφέρει στους επίδοξους ειρηνοποιούς πολλά, ούτως ώστε να εργαστούν.
Στο Αφγανιστάν καθίσταται ολοένα και πιο σαφές ότι οι νέοι Ταλιμπάν δεν θυμίζουν τίποτα τόσο πολύ όσο τους παλιούς Ταλιμπάν. Το πραγματικό ερώτημα είναι κατά πόσο θα επιτρέψουν ξανά στη χώρα τους να καταστεί εφαλτήριο της τρομοκρατίας. Επιπλέον ζήτημα αποτελεί και κατά πόσο θα συμβάλουν οι Ταλιμπάν στην αστάθεια που επιδείνωσε τις αδυναμίες του Πακιστάν. Οσον αφορά τα ανίσχυρα κράτη που ταλανίζονται από κακή διακυβέρνηση, αδύναμους θεσμούς και περιορισμένες δυνατότητες, ο αριθμός τους αυξάνεται στην Αφρική και στη Λατινική Αμερική.
Από παγκόσμια σκοπιά, ο κόσμος δεν τα πάει πολύ καλύτερα. Υστερα από μια παγκόσμια πανδημία που στοίχισε περίπου 15 εκατομμύρια ζωές, το καλοκαίρι που πέρασε ήταν το πιο καυτό που έχει καταγραφεί. Με λίγο περισσότερο από δύο μήνες να απομένουν μέχρι να συγκληθούν αξιωματούχοι από όλον τον κόσμο για τη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (COP28) στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οι κυβερνήσεις είναι έτοιμες να δώσουν προτεραιότητα στις ανησυχίες για το κλίμα έναντι των βραχυπρόθεσμων οικονομικών προτεραιοτήτων.
Τέλος, καθώς οι τεχνολογίες τεχνητής και επαυξημένης νοημοσύνης εξελίσσονται γρήγορα, δεν υπάρχουν ενδείξεις σχηματισμού μιας διεθνούς συναίνεσης σχετικά με το πώς θα μπορούσε (η διεθνής κοινότητα) να επωφεληθεί από τις εποικοδομητικές διαστάσεις τους και να ελέγξει τις δυνητικά καταστροφικές εφαρμογές τους.
Υπάρχουν κάποια καλά νέα. Η ισχυρή απάντηση της Δύσης στη ρωσική επιθετικότητα και, ευρύτερα, η νέα ενεργητικότητα των αμερικανικών συνεργασιών και συμμαχιών στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, με στόχο την αναχαίτιση του κινεζικού τυχοδιωκτισμού, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Στη Μέση Ανατολή, το Ιράν απελευθέρωσε πρόσφατα πέντε αμερικανούς κρατούμενους με αντάλλαγμα η Ουάσινγκτον να ξεπαγώσει δεσμευμένα περιουσιακά στοιχεία αξίας 6 δισ. δολαρίων, υπό τον όρο ότι τα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν μόνο για τρόφιμα και φάρμακα. Οι δύο χώρες φέρεται επίσης ότι εργάζονται με στόχο μια διευθέτηση –αν και όχι επίσημη συμφωνία– στο πλαίσιο της οποίας το Ιράν θα αποδεχόταν ορισμένους περιορισμούς στις πυρηνικές δραστηριότητές του, με αντάλλαγμα την ελάφρυνση των κυρώσεων.
Παρομοίως, μια κάποια πρόοδο φαίνεται ότι σημειώνουν οι διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία (με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ) που θα εξομαλύνει τις σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας. Εάν επιτευχθεί, η συμφωνία θα μπορούσε να ενισχύσει την άμυνα της Σαουδικής Αραβίας έναντι της ιρανικής επιθετικότητας και να προσφέρει στην ισραηλινο-παλαιστινιακή διπλωματία μια νέα, απαραίτητη ώθηση.
Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα παράκαμψης του γεγονότος ότι τα κακά νέα είναι περισσότερα από τα καλά. Οι στόχοι διεθνούς ανάπτυξης δεν επιτυγχάνονται. Κατά την πρόσφατη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των 20 (G20) στην Ινδία επιτεύχθηκαν ελάχιστα, και η συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ φαίνεται πως είχε ανάλογη πορεία.
Το πιο σημαντικό δομικό στοιχείο του ΟΗΕ, το Συμβούλιο Ασφαλείας, βρίσκεται στο περιθώριο και θα παραμείνει εκεί, δεδομένου ότι ένα από τα μέλη του που έχουν δικαίωμα αρνησικυρίας διεξάγει έναν πόλεμο που παραβιάζει την πιο θεμελιώδη αρχή του Χάρτη του ΟΗΕ. Σε μια εποχή που η ζήτηση για αποτελεσματική διεθνή συνεργασία είναι υψηλή, φαίνεται ότι η προσφορά είναι θλιβερά χαμηλή.
Ο Richard Haass είναι επίτιμος πρόεδρος της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Council on Foreign Relations. Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται αποκλειστικά για την Ελλάδα από το Project Syndicate
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News