Ενας ρώσος διπλωμάτης ονόματι Κίριλ Σχαλό χάνει τη ζωή του, στις αρχές του Οκτωβρίου, πέφτοντας στο κενό από τον τρίτο όροφο της επιβλητικής πρεσβείας της Ρωσίας στο Βερολίνο. Στη συνέχεια αποκαλύπτεται πως ήταν γιος υψηλόβαθμου αξιωματούχου της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας (FSB) ενώ ενδέχεται να ενεπλάκη στη δολοφονία του τσετσένου πρώην επαναστάτη Ζελίμκαν Χανγκοσβίλι στο πάρκο Kleiner Tiergarten της γερμανικής πρωτεύουσας. Τώρα ο αυτοεξόριστος ρώσος δημοσιογράφος Ρομάν Ντομπροχότοφ, ιδρυτής του ιστοτόπου ερευνητικής δημοσιογραφίας The Insider, υποστηρίζει πως ενδέχεται να δολοφονήθηκε από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες ως ύποπτος συνεργασίας με τις γερμανικές αρχές.
Επίσης στις αρχές του προηγούμενου μήνα, οκτώ ρώσοι διπλωμάτες εκδιώχθηκαν από το NATO – όπου υποτίθετο πως εργάζονταν με στόχο το διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών – ως ύποπτοι κατασκοπείας. Και την προηγούμενη εβδομάδα δικαστήριο του Οχάιο κήρυξε τον Γιαντζούν Σου, ανώτατο αξιωματούχο της κινεζικής υπηρεσίας πληροφοριών, ένοχο για οικονομική κατασκοπεία και απόπειρα κλοπής εμπορικών απορρήτων
Λαμβάνοντας τα παραπάνω περιστατικά υπόψη ο Πάολο Μαστρολίλι, απεσταλμένος της ιταλικής La Repubblica στη Νέα Υόρκη, σημειώνει πως «κάποτε οι κατάσκοποι ήταν διακριτικοί ενώ σήμερα, ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες, διαβάζουμε σχεδόν καθημερινά για τα παθήματά τους, γεγονός που επιβεβαιώνει πως η κατασκοπεία έχει επιστρέψει δυναμικά στην σκακιέρα των ολοένα πιο ασταθών διεθνών ισορροπιών».
Φαίνεται, ωστόσο, πως έχουν αλλάξει οι τεχνικές τους. Ο Γιαντζούν Σου, για παράδειγμα, δεν συνήθιζε να μεταμφιέζεται, ούτε οπλοφορούσε. Πολύ πιο απλά άρχισε το 2013 να προσεγγίζει ποικιλοτρόπως επιστήμονες και ειδικούς, πρώην και νυν εργαζόμενους σε κορυφαίες εταιρείες της αεροπορικής βιομηχανίας των ΗΠΑ, και να τους προσκαλεί σε κινεζικά πανεπιστήμια για να δώσουν διαλέξεις, προσφερόμενος όχι μόνο να καλύψει τα έξοδά τους αλλά και να τους ανταμείψει. Στην Κίνα, ωστόσο, χάρη σε υποσχέσεις για πολύ πιο υψηλές αμοιβές, σε κολακείες και άλλες σαγηνευτικές προσφορές, φαίνεται πως κάποιοι από τους προσκεκλημένους αποδέχονταν να μετατραπούν σε πληροφοριοδότες του Πεκίνου.
Το 2011, για παράδειγμα, ο Γιαντζούν Σου κατάφερε να έρθει σε επαφή με έναν μηχανικό της GE Aviation, ζητώντας του να του παραδώσει συγκεκριμένες πληροφορίες όσον αφορά τη διαδικασία σχεδιασμού της εταιρείας. Ο αμερικανός ειδικός (ο οποίος είχε αποκαλύψει τα πάντα στο FBI και συνεργαζόταν μαζί του) συμφώνησε και απέστειλε στον κινέζο αξιωματούχο ένα δισέλιδο email.
Στη συνέχεια ο Σου του ζήτησε να του παράσχει ένα αντίγραφο του καταλόγου αρχείων του κεντρικού υπολογιστή της εταιρείας του. Μάλιστα την άνοιξη του 2018 μετέβη στο Βέλγιο με σκοπό να συναντήσει τον αμερικανό μηχανικό αλλά συνελήφθη τελικά ενώ στη συνέχεια εκδόθηκε στις ΗΠΑ. Εχοντας κηρυχθεί ένοχος από δικαστήριο του Σινσινάτι, ο κινέζος πράκτορας κινδυνεύει, τώρα, με ποινή κάθειρξης έως 60 ετών.
Στο κείμενό του ο ιταλός δημοσιογράφος εξηγεί πως «η Κίνα είναι πεπεισμένη πως μπορεί να ξεπεράσει τις ΗΠΑ ως υπερδύναμη, υφαρπάζοντας την τεχνολογία». Σύμφωνα με τις σχετικές έρευνες του Νίκολας Ευθυμιάδη, καθηγητή στο πανεπιστήμιο Penn State Harrisburg των ΗΠΑ και κορυφαίου ειδικού στις κινεζικές μυστικές υπηρεσίες, κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριακονταετίας έχουν τεκμηριωθεί τουλάχιστον 475 περιστατικά κινεζικής κατασκοπείας σε όλον τον κόσμο, εκ των οποίων, όμως, μόλις το 22% αφορά παραδοσιακές ψυχροπολεμικου τύπου κατασκοπευτικές δραστηριότητες.
Πλέον η κατασκοπεία είναι βιομηχανική, οικονομική και τεχνολογική, όπως είχε αποφανθεί τη δεκαετία του 1990 ο Τζέιμς Γούλσεϊ, διευθυντής της CΙΑ επί της προεδρίας του Μπιλ Κλίντον. «Το Πεκίνο θεωρεί πως η μελλοντική του παγκόσμια κυριαρχία εξαρτάται κυρίως από την τεχνητή νοημοσύνη και την τεχνολογική υπεροχή, την οποία επιδιώκει να κερδίσει, κλέβοντας από τους αντιπάλους της όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες, ούτε ώστε να αναπτύξει στη συνέχεια τις δικές της αυτόνομες δυνατότητες», σημειώνει ο ιταλός ανταποκριτής.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι έχει εκλείψει η παραδοσιακή «βίαιη» κατασκοπεία. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας, από την 11η Σεπτεμβρίου κι έπειτα, η CIA έχει εστιάσει την προσοχή της κυρίως στη μάχη κατά της τρομοκρατίας, καταφέρνοντας, τελικά, να εντοπίσει και να εξολοθρεύσει τον Οσάμα μπιν Λάντεν τον Μάιο του 2011.
Αίσθηση και ανησυχία έχει προκαλέσει στη διεθνή κοινότητα και ειδικά στις μυστικές υπηρεσίες της Δύσης, η επιστροφή της Ρωσίας σε μεθόδους που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς, όταν ο νυν πρόεδρος της χώρας ήταν ακόμα πράκτορας της KGB.
Απόδειξη αποτελούν η δολοφονία, το 2006, του Αλεξάντερ Λιτβινένκο, πρώην στελέχους της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας που αυτομόλησε στη Βρετανία, αλλά και η απόπειρα δολοφονίας, το 2018, του Σεργκέι Σκριπάλ, πρώην πράκτορα των μυστικών υπηρεσιών του ρωσικού στρατού που εργαζόταν ο διπλός πράκτορας για τις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας. Πιο πρόσφατα ρώσοι πράκτορες αποπειράθηκαν να δηλητηριάσουν και τον κατεξοχήν αντίπαλο του Βλαντίμιρ Πούτιν, τον Αλεξέι Ναβάλνι.
Συγχρόνως, όμως, η Μόσχα επιδίδεται και στην κυβερνοκατασκοπεία με στόχο κυρίως την παραπληροφόρηση των δυτικών κοινωνιών και την υπονόμευση των δυτικών δημοκρατιών. Ειδικά στις ΗΠΑ όπου οι χάκερ του Κρεμλίνου απέδειξαν τις εξαιρετικές ικανότητές τους μέσω της εμπλοκής τους στην προεκλογική εκστρατεία ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2016, προκαλεί, πέρα από οργή, ιδιαίτερη ανησυχία το γεγονός πως ο Εντουαρντ Σνόουντεν, ο πρώην υπάλληλος της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας βρήκε τελικά καταφύγιο στη Ρωσία, μετά τις αποκαλύψεις στις οποίες προέβη για τα μαζικά προγράμματα παρακολούθησης πολιτών που εφάρμοζαν αμερικανικές και βρετανικές μυστικές υπηρεσίες με τη συνδρομή εταιρειών τηλεπικοινωνίων αλλά και κυβερνήσεων ευρωπαϊκών κρατών.
Πονοκέφαλο στους Αμερικανούς προκαλεί το τελευταίο διάστημα και το μυστηριώδες «Σύνδρομο της Αβάνας», μία νευρολογική διαταραχή που πλήττει αμερικανούς διπλωμάτες σε ολόκληρο τον κόσμο. Με στόχο να διαλευκανθεί το μυστήριο ο επικεφαλής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς διόρισε επικεφαλής των σχετικών ερευνών επιτελικό στέλεχος της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ που συμμετείχε στον εντοπισμό του Οσάμα μπιν Λάντεν.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο περαιτέρω ώθηση στη διεθνή κατασκοπεία έδωσε, φυσικά, και η πανδημία του κορονοϊού, με πράκτορες μυστικών υπηρεσιών διάφορων χωρών να παραδέχονται πως έλαβαν εντολή από τις κυβερνήσεις τους να συλλέγουν πληροφορίες για την προέλευση του ιού και την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News