Νομοθετικό σώμα με δύο μέτρα και δύο σταθμά δεν νοείται. Αυτό ισχύει, φυσικά, και για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οταν, όμως, το ζήτημα είναι η διαφθορά, ισχύει μάλλον μόνο θεωρητικά, καθώς στην πράξη φαίνεται ότι άλλα ισχύουν για όλους τους άλλους και άλλα για τα μέλη του. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζουν σε εκτενές ρεπορτάζ τους η Σάρα Γουίτον και ο Νικολάς Βίνοκιουρ του Politico Europe.
Αναφέρουν ενδεικτικά ότι από τότε που κάθισαν στα έδρανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη νέα θητεία τους, το 2019, οι ευρωβουλευτές θέσπισαν νόμους για την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος (whistleblowers) ανά την Ευρώπη, «αλλά παρέλειψαν να τους εφαρμόσουν στο προσωπικό τους».
Αποδοκίμασαν την Uber επειδή προσέλαβε μια πρώην ευρωπαία επίτροπο ως λομπίστρια, λίγο μετά την αποχώρησή της από το αξίωμά της, «αλλά αρνήθηκαν να υποβάλουν τον εαυτό τους σε μια παρόμοια “περίοδο αποχής”».
Απέρριψαν μια υποψήφια επίτροπο, τη Γαλλίδα Σιλβί Γκουλάρ, λόγω μιας καλά αμειβόμενης δεύτερης εργασίας της και της χρήσης, από μέρους της, μιας κοινοβουλευτικής βοηθού για εγχώριες πολιτικές υποθέσεις, «αλλά έκριναν ότι κανένα από αυτά τα δεδομένα δεν αποτελούσε πρόβλημα, ούτως ώστε να αποπεμφθεί από την Ευρωβουλή».
Τώρα, όμως, καθώς ο σάλος του Qatargate υποχωρεί, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αντί να επιθυμεί να αλλάξει άρδην τη στάση του απέναντι στη διαφθορά, «φαίνεται να επιδιώκει να εξασφαλίσει ότι η άνετη σχέση του με αυτό που ένας νομοθέτης αποκάλεσε “μικρή, καθημερινή διαφθορά” εντός ΕΕ θα βγει αλώβητη – πως το πλήγμα θα περιοριστεί σε έναν μικρό κύκλο ατόμων και δεν θα απειληθούν τα αλισβερίσια», γράφουν οι δημοσιογράφοι του Politico.
Σημειώνουν ότι οι ευρωβουλευτές προετοιμάζονται να εξετάσουν μια σειρά προτάσεων που σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να μπλοκάρουν τα γρανάζια του παράνομου μηχανισμού άσκησης επιρροής στους κόλπους του Σώματός τους. Μεγάλο μέρος του σχεδίου των 14 σημείων –το οποίο, παρότι έχει διαρρεύσει ευρέως, δεν έχει ακόμη κοινοποιηθεί επίσημα από την πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα– αποσκοπεί στη συμμόρφωση του Κοινοβουλίου με τους κανόνες που ισχύουν ήδη για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μεταξύ άλλων, προτείνεται να θεσπιστεί ένα «διάστημα αποχής», κατά το οποίο πρώην ευρωβουλευτές δεν θα μπορούν να απασχολούνται ως λομπίστες, και να καταστεί υποχρεωτική η εγγραφή σε μια ειδική βάση δεδομένων διαφάνειας όλων όσοι επιδίδονται σε λόμπινγκ και μπαινοβγαίνουν στο Ευρωκοινοβούλιο.
Αλλεργία στις αλλαγές;
Για τους βετεράνους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όμως, αυτές οι προτάσεις είναι, αν όχι παρωχημένες, σίγουρα παλιές, καθώς είχαν τεθεί ξανά κατά το παρελθόν, μόνο και μόνο για να καταψηφιστούν από ευρωβουλευτές που υποστηρίζαν ότι «τα μέτρα λογοδοσίας θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη βούληση των ψηφοφόρων», εξηγούν οι συντάκτες του Politico.
«Απολογισμός; Δεν υπάρχει καθόλου» είπε η Γκουεντολίν Ντελμπός-Κορφίλντ, μια γαλλίδα Πράσινη ευρωβουλευτής. Θέλοντας να γίνει απόλυτα κατανοητή, συνέκρινε το νομοθετικό σώμα των 705 μελών με ένα άρρωστο ανθρώπινο σώμα που απορρίπτει τη θεραπεία – στο πλαίσιο της οποίας η ίδια θεωρεί πως θα πρέπει να θεσπιστούν νέα μέτρα για την προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος και νέοι κανόνες διαφάνειας όσον αφορά τις όποιες συναντήσεις ευρωβουλευτών με πάσης φύσεως λομπίστες, αλλά και το πώς ξοδεύουν την αποζημίωση και τα επιδόματα που δικαιούνται. Αντιθέτως, προς το παρόν, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξακολουθεί να «υπάρχει η επιθυμία να καλυφθούν όλα, να μην τα κοιτάξουμε, να μη μιλήσουμε για αυτά», ανέφερε χαρακτηριστικά η γαλλίδα ευρωβουλευτής.
Την ίδια ώρα, όσον αφορά την κατάσταση σε άλλα βασικά θεσμικά όργανα των Βρυξελλών, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αξιωματούχοι έχουν ήδη δηλώσει ότι το Qatargate δεν τους αφορά – και επομένως δεν υπάρχει λόγος να προβούν σε αλλαγές.
Σύμφωνα, όμως, με την Γκουεντολίν Ντελμπός-Κορφίλντ, η ανοσολογική αντίδραση της ΕΕ υποδηλώνει ότι οι Βρυξέλλες πάσχουν από μια βαριά μορφή του συνδρόμου του «γυάλινου σπιτιού». Αυτό σημαίνει ότι, σε αντίθεση με το ρητό «οι άνθρωποι που ζουν σε γυάλινα σπίτια δεν πρέπει να πετάνε πέτρες», που ορίζει ότι άνθρωποι με ελαττώματα δεν πρέπει να κρίνουν άλλους με τα ίδια ελαττώματα, οι ευρωβουλευτές, παρότι «είναι εξπέρ στο να επιρρίπτουν ευθύνες και να θεσπίζουν κανόνες για άλλα σώματα, δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα να πάρουν οι ίδιοι το ισχυρό φάρμακο. Κάποιοι ευελπιστούν πως το Qatargate θα αποτελέσει τη σχεδόν θανάσιμη εμπειρία που τρομάζει τον ασθενή, ούτως ώστε να έρθει στα συγκαλά του», γράφουν οι Γουίτον και Βίνοκιουρ.
Η στιγμή που «όλα διορθώνονται ή όλα διαλύονται»
«Σημειώθηκαν μικρότερα σκάνδαλα και μικρότερες μεταρρυθμίσεις, αλλά ποτέ δεν υπήρξε στιγμή που το μέλλον του ίδιου του θεσμού τέθηκε σε κίνδυνο λόγω της φύσης και του μεγέθους του σκανδάλου», δήλωσε ο Μιχίλ Bαν Χίλτεν, διευθυντής της Transparency International EU. «Το Qatargate άλλαξε τα δεδομένα», υποστήριξε, με τους δημοσιογράφους του Politico να σημειώνουν ότι μεταξύ όλων όσοι έχουν πειστεί για την κρισιμότητα της κατάστασης και ασκούν πιέσεις για τη δραστική αντιμετώπισή της, πρωτοστατεί η πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ρομπέρτα Μετσόλα.
Ενώ αρχικά αποπειράθηκε να αποσπάσει την προσοχή από τη στάση και τα πεπραγμένα των ευρωβουλευτών, χαρακτηρίζοντας το σκάνδαλο ως «επίθεση» κατά της ΕΕ από ξένους εισβολείς, έκτοτε άλλαξε τη στάση της. Η Μετσόλα πλέον «σοβαρολογεί, μιλώντας για μια εσωτερική μεταρρύθμιση, περισσότερο από οποιονδήποτε από τους προκατόχους της», είπε ο Βαν Χίλτεν. Ωστόσο, η μαλτέζα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να κάμψει ισχυρές αντιστάσεις, ακόμη και στη δική της κεντροδεξιά παράταξη, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα.
«Πρόκειται τρόπον τινά για μια στιγμή που όλα διορθώνονται ή όλα διαλύονται», σημείωσε ο επικεφαλής της Transparency International EU. Εάν η Μετσόλα «έχει το θάρρος και είναι πρόθυμη να δημιουργήσει μερικούς εχθρούς, ακόμη και στο κόμμα της», τότε θα μπορούσε να σημειωθεί μια κάποια πραγματική αλλαγή. Εάν όχι, όμως, «είναι δύσκολο να σκεφτώ πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι ουσιαστικό», πρoσέθεσε.
Ωστόσο, σύμφωνα με τους σχολιαστές του Politico, λαμβάνοντας υπόψη το παρελθόν, ο Μίχιλ βαν Χίλτεν ενδέχεται να είναι υπέρ το δέον αισιόδοξος. «Πριν από τις τελευταίες ευρωεκλογές, του 2019, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα σύνολο κανόνων διαφάνειας με φανφάρες», γράφουν. «Αλλά ο τρόπος με τον οποίο εγκρίθηκαν οι κανόνες ήταν λιγότερο διαφανής. Η πιο ουσιαστική παράγραφος –περί υποχρέωσης των προέδρων των επιτροπών και των εισηγητών να αποκαλύπτουν τις συναντήσεις τους με ομάδες προάσπισης συμφερόντων– εγκρίθηκε με μυστική ψηφοφορία. Μια ανώνυμη ομάδα 220 ευρωβουλευτών την καταψήφισε. Μια ακόμη μεγαλύτερη ομάδα καταψήφισε μια παράγραφο που παρότρυνε –αλλά δεν υποχρέωνε– όλους τους ευρωβουλευτές να αρνούνται να συναντιούνται με εκπροσώπους ομάδων προάσπισης συμφερόντων που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Διαφάνειας, μια διαδικτυακή βάση δεδομένων ομάδων συμφερόντων, εμπορικών ενώσεων και ΜΚΟ που επιδιώκουν να επηρεάσουν την πολιτική της ΕΕ», εξηγούν. Ωστόσο, το πιο αξιοσημείωτο και ανησυχητικό είναι το γεγονός πως, παρότι εγκρίθηκαν, «οι κανόνες δεν εφαρμόστηκαν».
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο άρχισε, όντως, να διαπραγματεύεται με την Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τη θέσπιση ενός «υποχρεωτικού» Μητρώου Διαφάνειας. Και συμφώνησε επισήμως να απαγορεύεται στις ομάδες συμφερόντων που δεν εμπεριέχονται στη βάση δεδομένων να εισέρχονται στους χώρους του Κοινοβουλίου. Παρ’ όλα αυτά, η Fight Impunity, η ΜΚΟ του Αντόνιο Παντσέρι, εγκεφάλου του Qatargate, κατάφερε να παρουσιάσει εκθέσεις στο Κοινοβούλιο, ακόμη και να συνεργαστεί με την εσωτερική δεξαμενή σκέψης του Σώματος, δίχως να είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News