«Υπάρχει ζωή μετά την Aνγκελα Μέρκελ;», διερωτάται η Τόνια Μαστρομπουόνι, ανταποκρίτρια της La Repubblica στο Βερολίνο. «Από τότε που άφησε το τιμόνι της Γερμανίας, ο κόσμος δείχνει χαοτικός», προσθέτει και είναι αλήθεια πως, αφού η μακροβιότερη καγκελάριος της Γερμανίας αποσύρθηκε από την πολιτική πριν από σχεδόν μία διετία (τον Δεκέμβριο του 2021) η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας εντάθηκαν περαιτέρω, ενώ στις αρχές του προηγούμενου μήνα οι αποτρόπαιες επιθέσεις της Χαμάς κατά του Ισραήλ προκάλεσαν την οργισμένη αντίδραση των Ισραηλινών και ξέσπασμα ενός ακόμη πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας.
«Μετά από μένα ο κατακλυσμός, θα σκεφτόταν οποιοσδήποτε άλλος, αλλά εκείνη μάλλον όχι: η Μέρκελ είναι γνωστή για την παροιμιώδη νηφαλιότητά της και πάντα έδειχνε να είναι απρόσβλητη από την ύβρι», γράφει η ιταλίδα δημοσιογράφος σε κείμενό της που δημοσιεύτηκε στο il venerdi, το εβδομαδιαίο ένθετο περιοδικό της ιταλικής εφημερίδας.
Σημειώνει επίσης ότι η τέως ηγέτιδα της Γερμανίας εξακολουθεί να χτενίζεται (στο κομμωτήριο) και αυτό δεν αποτελεί μια ασήμαντη λεπτομέρεια αλλά μια είδηση που αφορά ένα επίμαχο ζήτημα, ένα σχεδόν «σκάνδαλο» που αποκαλύφθηκε μετά την αποχώρηση της Μέρκελ από την ενεργό δράση, και αφορά ακριβώς τα μαλλιά της, καθώς η γερμανίδα πρώην καγκελάριος εξακολουθεί να ξοδεύει 60.000 ευρώ τον χρόνο από τα δημόσια ταμεία για τη φροντίδα και την περιποίηση της χαρακτηριστικής κόμης της. Πάντως, περισσότερο αξιοσημείωτο, σύμφωνα με την Τόνια Μαστρομπουόνι, είναι ότι και ο Ολαφ Σολτς, ο διάδοχος της Μέρκελ στην καγκελαρία, δίνει επίσης δεκάδες χιλιάδες ευρώ στον κουρέα του κάθε χρόνο.
Επειτα από περισσότερα από 16 χρόνια στην εξουσία, στις αρχές του 2022, μερικές εβδομάδες αφότου έπαψε να κυβερνά τη Γερμανία, η Μέρκελ προσέφερε στον εαυτό της πέντε εβδομάδες χαλάρωσης στην αγαπημένη της Βαλτική Θάλασσα, όπου μετέβη μόνη της και έμεινε σε ένα ξενοδοχείο, «για γεμάτα πορτοφόλια αλλά όχι για σεΐχηδες», στην παλιά της εκλογική περιφέρεια στο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου – Δυτικής Πομερανίας.
Εκεί η πρώην καγκελάριος απήλαυσε πρωτίστως την απόλυτη διακριτικότητα του προσωπικού του ξενοδοχείου αλλά και των κατοίκων της περιοχής. Περνούσε τον καιρό της πηγαίνοντας βόλτες στην παραλία και διαβάζοντας μυθιστορήματα που δεν είχε προλάβει να διαβάσει τα προηγούμενα χρόνια λόγω των αυξημένων υποχρεώσεών της, ενώ κάποια στιγμή ανακάλυψε τα αποκαλούμενα audiobooks (ακουστικά βιβλία), ακούγοντας, μεταξύ άλλων τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ και τον «Δον Κάρλος» του Φρίντριχ Σίλερ.
Το ότι Μέρκελ εκτιμά ιδιαίτερα τη διακριτικότητα είναι γνωστό εδώ και πολύ καιρό, όπως και το ότι έχει μανία με την προστασία της ιδιωτικής της ζωής, σε βαθμό να αποτελεί τρόπον τινά κρατικό μυστικό, επί χρόνια, ακόμη και με ποιους και ποιες διατηρούσε φιλικούς δεσμούς. Με τον καιρό αποκαλύφθηκε ότι για τη φιλία τους μαζί της επαίρονταν οι πρώην υπουργοί Ανέτ Σαβάν και Κλάους φον Ντονάνι, καθώς και ο πρώην πρόεδρος της Μπούντεσταγκ, της γερμανικής Βουλής, Φόλκερ Κάουντερ.
Πλέον, έπειτα από 16 χρόνια που υπηρέτησε την πατρίδα της (αλλά και την Ευρώπη) ως «Krisenkanzlerin», ως καγκελάριος των κρίσεων, η Ανγκελα Μέρκελ είναι επιτέλους σε θέση να βλέπει περισσότερο τους φίλους και τις φίλες της, όπως είχε δηλώσει η ίδια, πριν από μερικά χρόνια, ότι θα ήθελε να κάνει μετά τη συνταξιοδότησή της. «Θεωρώ ότι είμαι καλή φίλη», είχε αναφέρει σχετικά.
Επειτα από πέντε εβδομάδες απόλυτης και ακούσιας απομόνωσης, η πρώην καγκελάριος παραδέχτηκε ότι «ενίοτε εξακολουθεί να είναι περίεργο το να μην έχω υποχρεώσεις. Αλλά τώρα είμαι ελεύθερη», πρόσθεσε, ελεύθερη επίσης, όπως ανακοίνωσε αμέσως μετά τη συνταξιοδότησή της, να γράψει μια αυτοβιογραφία, από κοινού με την Μπεάτε Μπάουμαν, δεξί της χέρι και η σκιά της για μία τριακονταετία.
Η Τόνια Μαστρομπουόνι αναφέρει σχετικά πως η Ανγκελα Μέρκελ έχει περάσει πολύ περισσότερες ώρες με την Μπάουμαν παρά με τον σύζυγό της Γιοάκιμ Ζάουερ, ωστόσο οι δύο γυναίκες εξακολουθούν να συνομιλούν στον πληθυντικό ευγενείας. Για την αυτοβιογραφία της τέως καγκελαρίου που αναμένεται να κυκλοφορήσει το φθινόπωρο του 2024, οι δύο στενές φίλες και συνεργάτιδες ίδρυσαν μια εταιρεία με την επωνυμία «teaMBook», με το «Μ» να αναφέρεται στην Μέρκελ και το «Β» στην Μπάουμαν.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εκτιμάται ήδη ότι θα έχουν όλα όσα γράψει η Μέρκελ –η οποία γεννήθηκε στη Δυτική Γερμανία (το 1954 στο Αμβούργο) αλλά μεγάλωσε στην Ανατολική– για τα πρώτα 30 χρόνια της ζωής της. Πάντως, στην πρώτη της τηλεοπτική συνέντευξη μετά την απόσυρσή της από την πολιτική, πριν από μερικές εβδομάδες, η 69χρονη παλαίμαχη πολιτικός θέλησε καταρχάς να ξεδιαλύνει μια παρεξήγηση.
Οπως εξηγεί η ιταλίδα ανταποκρίτρια στο Βερολίνο, πολλοί Γερμανοί είχαν την αίσθηση ότι η θυγατέρα ενός πάστορα και μιας δασκάλας αγγλικών και λατινικών που σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας είχε κάπως αποκρύψει το παρελθόν της στην πρώην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας. Μάλιστα κάποιος έγραψε ότι αποτελούσε «βάρος» για εκείνη, το οποίο η πρώην καγκελάριος απέρριψε κατηγορηματικά, λέγοντας πως «όταν το διάβασα, ήταν σαν μια γροθιά στο στομάχι».
Στη συνέντευξή της η Μέρκελ δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τις πολιτικές εξελίξεις στην πατρίδα της, μετά την αποχώρησή της, ξεκαθαρίζοντας ότι για την ίδια δεν μπορεί να υπάρξει επιείκεια όσον αφορά την «αντιστρέψιμη» άνοδο του ακροδεξιού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD): «Δεν θέλω να δείξω καμία κατανόηση για όσους το ψηφίζουν», δήλωσε χωρίς περιστροφές, σε αντίθεση με το κόμμα της, τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση, το οποίο αρκείται σε εν δυνάμει παρεξηγήσιμες ασάφειες.
Φαίνεται ότι η Ανγκελα Μέρκελ αισθάνεται όντως ελεύθερη, όπως διαπιστώνεται και από την εν λόγω συνέντευξη. Οχι, όμως, τόσο ελεύθερη, ώστε να κινείται άνετα πέρα από το προπύργιό της, το κρατίδιο του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, χωρίς παπαράτσι να την ακολουθούν και την Bild να (παρ)ερμηνεύει κάθε κίνησή της με πομπώδεις τίτλους στα πρωτοσέλιδά της.
Οπως θυμίζει η Τόνια Μαστρομπουόνι, είναι γνωστό ότι η πρώην καγκελάριος λατρεύει την Ιταλία, συγκεκριμένα τους περιπάτους, παρέα με τον θρυλικό ιταλό ορειβάτη Ράινχολντ Μέσνερ, στα βουνά του Τιρόλο και τα μπάνια, την άνοιξη και το καλοκαίρι, στο νησί της Ισκια, στο βόρειο άκρο του Κόλπου της Νάπολης.
Τον Απρίλιο του 2022 είχε την ατυχή, όπως αποδείχθηκε, ιδέα να κάνει ένα ταξίδι με τον σύζυγό της και την παλιά έμπιστη φίλη και συνεργάτιδά της Ανέτ Σαβάν στην Τοσκάνη. Η Μέρκελ είχε ήδη αναφέρει σε μια άλλη, μη τηλεοπτική, συνέντευξή της ότι θα ήθελε να εμβαθύνει στην Αναγέννηση, ωστόσο η Bild την απαθανάτισε αμέσως μπροστά στο περίφημο Ντουόμο της Φλωρεντίας, έπειτα από μια περιοδεία στα εξαιρετικά μουσεία της πόλης των Μεδίκων, σχολιάζοντας την επομένη το γεγονός με τον τίτλο «Προσκεκλημένη στην Μπούτσα, πηγαίνει στη Φλωρεντία».
Περίπου δύο μήνες νωρίτερα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε διατάξει τα στρατεύματά του να εισβάλουν στην Ουκρανία, γεγονός το οποίο έφερε τη Μέρκελ σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση, δεδομένου ότι διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην υπογραφή των Συμφωνιών του Μινσκ, της εύθραυστης ειρήνης που συνήφθη μεταξύ της Μόσχας και του Κιέβου το 2014/2015.
Πριν από το ταξίδι της στην Τοσκάνη, η πρώην καγκελάριος είχε προσκληθεί στην Ουκρανία από τον πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η σφαγή της Μπούτσα ήταν η πρώτη και η πιο άγρια από τους Ρώσους κατά τους πρώτους μήνες του πολέμου. Ομως η Μέρκελ, αντί να αποδεχτεί την πρόσκληση του ουκρανού προέδρου, επέλεξε να επισκεφθεί τη Φλωρεντία.
Σε αυτό το πλαίσιο η Ανγκελα Μέρκελ «κατέδειξε την απόλυτη απροθυμία της να παραδεχτεί τα λάθη του παρελθόντος», γράφει η Μαστρομπουόνι, θυμίζοντας ότι πολλοί πολιτικοί επιστήμονες και αναλυτές καθώς και οι αντίπαλοί της την κατηγορούν για δύο πράγματα: πρώτον, ότι έθισε την πανίσχυρη γερμανική βιομηχανία στο φτηνό ρωσικό φυσικό αέριο και, δεύτερον, ότι επιδίωξε να κατευνάσει τον Πούτιν μετά την εισβολή στην Κριμαία το 2014.
Πάντως, μιλώντας στο Spiegel, η Μέρκελ εξέφρασε μια «ανησυχητική», σύμφωνα με την ιταλίδα δημοσιογράφο, άποψη. Υποστήριξε ότι η ταινία «Munich – The Edge of War» του 2021, για τον Νέβιλ Τσάμπερλεν με πρωταγωνιστή τον Τζέρεμι Αϊρονς, είναι μια ενδιαφέρουσα επαναξιολόγηση του βρετανού πρωθυπουργού που έδωσε τη Σουδητία στον Αδόλφο Χίτλερ, στο πλαίσιο μιας αφελούς προσπάθειας να τον κατευνάσει. Σύμφωνα, όμως, με τη Μέρκελ, η Συμφωνία του Μονάχου προσέφερε στη Βρετανία τον απαραίτητο χρόνο, ούτως ώστε να επανεξοπλιστεί.
«Μια απίστευτη θέση: η απολυταρχική φύση της χιτλερικής Γερμανίας και τα πολεμοχαρή ένστικτά της ήταν ήδη ξεκάθαρα. Εναν χρόνο αργότερα ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία και ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Και στη συλλογική μνήμη ο Τσάμπερλεν παρέμεινε μόνο το σύμβολο μιας άσχημης λέξης: κατευνασμός. Είναι λυπηρό ότι η Μέρκελ θα ήθελε να συγκρίνεται μαζί του», γράφει η Τόνια Μαστρομπουόνι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News