Στη Βρετανία λέγεται συχνά ότι η Ιντιθ Χολ είναι για την αρχαία Ελλάδα ό,τι η Μέρι Μπίαρντ για την αρχαία Ρώμη. Κατά τη διάρκεια της μακράς σταδιοδρομίας τους, και οι δύο κλασικίστριες έχουν συνεισφέρει εξαιρετικά στην κλασική παιδεία: η Χολ στο θέατρο, στη φιλοσοφία, στα εθνοτικά και στην εκπαίδευση, η Μπίαρντ στην ιστορία και στη θρησκεία της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας και της πρώιμης Αυτοκρατορίας. Και συνεχίζουν να δουλεύουν χωρίς καμία από τις δύο να δείχνει το παραμικρό σημάδι επιβράδυνσης.
Στο νέο βιβλίο της, «Facing Down the Furies» («Παλεύοντας με τις Ερινύες»), εν μέρει βαθιά προσωπική ιστορία και εν μέρει ακαδημαϊκή εργασία, η Ιντιθ Χολ εξερευνά σε βάθος την ψυχολογική βλάβη που προκαλεί η αυτοκτονία από γενιά σε γενιά, συνδέοντάς την με την αρχαία ελληνική ιδέα μιας οικογενειακής κατάρας.
Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου στην Ευρώπη, η 65χρονη αγγλίδα ακαδημαϊκός μιλάει με την Ντέιζι Νταν της Telegraph από το σπίτι στο Κέιμπριτζσαϊρ, το οποίο μοιράζεται με τον δημοσιογράφο σύζυγό της και τις δυο φοιτήτριες κόρες της.
Στοιχειωμένη από τις αυτοκτονίες του προπάππου, της γιαγιάς και του εξαδέλφου της –όλοι συγγενείς από την πλευρά της μητέρας της– αλλά και από τις στιγμές που σκέφτηκε και εκείνη να κάνει το ίδιο, η Χολ βρήκε στις αρχαίες τραγωδίες τη σοφία και την παρηγοριά, οι οποίες, όπως υποστηρίζει, μπορούν να βοηθήσουν κάποιον να επιλέξει την επιβίωση από τον πόνο και την οδύνη, και να ανακουφίσουν όσους πενθούν.
Η Χολ ήταν νήπιο όταν η συνονόματη γιαγιά της, Ιντιθ, αυτοκτόνησε πηδώντας από ψηλά σε ηλικία 72 ετών. Μεγαλώνοντας, η μητέρα της ήταν απρόθυμη να το συζητήσει μαζί της, λέγοντάς της μόνο ότι πήρε το όνομά της και ότι ήταν «ακριβώς όπως εκείνη». Η σιωπή, όμως, λέει η Χολ, «κάνει το φάντασμα ή την Ερινύα (Fury) πολύ πιο χειροπιαστή… Εάν δεν αντιμετωπίσεις τα φαντάσματα και δεν τους απευθυνθείς και δεν μιλήσεις γι’ αυτά, θα βρουν τον τρόπο να κάνουν αυτό που θέλουν».
Μυθικές χθόνιες θεότητες της εκδίκησης, οι Ερινύες κυνηγούσαν όσους είχαν διαπράξει εγκλήματα κατά της φυσικής και ηθικής τάξης των πραγμάτων. Στην «Ορέστεια» του Αισχύλου αιωρούνται πάνω από τον οίκο των Ατρειδών μετά τον θάνατο τριών μελών της οικογένειας, –τον φόνο του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο και κατόπιν τη δική τους δολοφονία από τον Ορέστη– μέχρι να τις εξευμενίσει η Παλλάς Αθηνά, που δικάζει τον μητροκτόνο και τον αθωώνει.
Η έννοια της οικογενειακής κατάρας που υπάρχει εδώ συνηχεί με την κατανόηση της Χολ για την κληρονομικότητα των τάσεων αυτοκτονίας στη δική της γραμμή αίματος, γράφει η Νταν στην Telegraph. Προσθέτει πως, καθώς εξελίσσεται η συζήτησή τους, βεβαιώνεται ολοένα και περισσότερο ότι η διάσημη καθηγήτρια δεν είναι απλώς ειδική στην αρχαία ελληνική τραγωδία, αλλά, άθελά της, συμμετέχει σε αυτήν.
Η Χολ έγραψε τα απομνημονεύματά της πολύ γρήγορα, «σαν να με κυρίευε μια μούσα», λέει στην Telegraph, ολοκληρώνοντας το μεγαλύτερο μέρος τους μέσα σε έναν μήνα. Μόλις τελείωσε, διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού. Ευτυχώς, η διάγνωση ήταν έγκαιρη και ο όγκος αντιμετωπίστηκε με ακτινοθεραπεία. Η εμπειρία την έχει κάνει να κυνηγάει «περισσότερο τη διασκέδαση», αν και παραμένει «εμμονική εργαζόμενη», όπως παραδέχεται.
Η Ιντιθ Χολ είναι σήμερα καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ, όπου από το 2022 διεξάγει ερευνητικά προγράμματα. Στην αρχή της καριέρας της δίδαξε στην Οξφόρδη, αλλά το πρόγραμμα αποδείχθηκε ακατάλληλο για μια μητέρα με δυο μωρά και έντονο μητρικό ένστικτο.
Ηταν φοιτήτρια στην Οξφόρδη τη δεκαετία του 1980, όταν αντιμετώπισε για πρώτη φορά την αυτοκτονία έξω από την οικογένειά της. Θυμάται έντονα την ημέρα που ένας από τους καθηγητές της, ο Κόλιν ΜακΛέοντ, έπεσε στις γραμμές του τρένου. Το σοκ, ενώ πάλευε ήδη με την κατάθλιψη ενόψει των τελικών της εξετάσεων, παραλίγο να τη συντρίψει.
Ανακάλυψε, μάλιστα, ότι ο καθηγητής του ΜακΛέοντ, Εντουαρντ Φράνκελ, είχε επίσης αυτοκτονήσει. Η ιδέα ότι η αυτοκτονία ήταν ένα είδος μόλυνσης την τάραξε και η Χολ κατέρρευσε στον δρόμο όταν συνειδητοποίησε πως ετοιμαζόταν να πέσει μπροστά από ένα λεωφορείο. «Η αυτοκτονία του Φράνκελ έπαιξε πιθανότατα μεγάλο ρόλο σε εκείνη του Κόλιν ΜακΛέοντ», παραδέχεται μιλώντας στην Telegraph, «και η αυτοκτονία του ΜακΛέοντ παραλίγο να σκοτώσει και εμένα».
Το ερχόμενο φθινόπωρο θα δημοσιεύσει ένα σχόλιο και το κείμενο της τραγωδίας «Αγαμέμνων», το πρώτο μέρος της τριλογίας της «Ορέστειας», για την κατάρα του γένους των Ατρειδών, με το οποίο οι Ερινύες είναι τρομερά θυμωμένες. Η προσωπική εμπειρία –και η αποφασιστικότητα, ίσως, να σπάσει τον κύκλο και να κατευνάσει τις Ερινύες– ενίσχυσε τη θέληση της Χολ για ζωή.
Η βρετανίδα ακαδημαϊκός εξακολουθεί τον αγώνα της με την «πολύ καλά ελεγχόμενη μανιοκατάθλιψη», στον οποίο αποδίδει τη λογοτεχνική παραγωγικότητά της, καθώς και με τον «αυτοκτονικό ιδεασμό». «Η εικόνα μιας λεπίδας που βυθίζεται στους πήχεις των χεριών μου εμφανίζεται σχεδόν κάθε φορά που πιάνω το μαχαίρι για να ψιλοκόψω λαχανικά για το βραδινό φαγητό» γράφει σε ένα ανησυχητικό σημείο του βιβλίου της. Αλλά η Χολ συνειδητοποίησε ότι το να φαντάζεσαι την αυτοκτονία και το να την επιχειρείς είναι δύο διαφορετικά πράγματα, γράφει η Ντέιζι Νταν στην Telegraph.
Ελπίζει ότι το βιβλίο της θα μας ενθαρρύνει να μιλήσουμε για την αυτοκτονία και θα βοηθήσει όσους έχουν πενθήσει εξαιτίας της ή σκέφτηκαν οι ίδιοι να προβούν σε αυτή. Για καθοδήγηση στρέφεται συνεχώς στις ελληνικές τραγωδίες. Οι αρχαίοι θεατρικοί συγγραφείς, εξηγεί η Χολ, έβλεπαν ως καθήκον τους την εκπαίδευση του κοινού τους στην ηθική. Η αυτοκτονία δεν ήταν παράνομη στην αρχαία Ελλάδα, σημειώνει, αλλά αποδοκιμαζόταν τόσο ώστε τα σώματα των θυμάτων συχνά θάβονταν χωριστά από το χέρι με το οποίο είχαν σκοτωθεί.
Από όλα τα έργα που έχουν διασωθεί, η Ιντιθ Χολ πιστεύει ότι ο «Ηρακλής Μαινόμενος» (416 π.Χ.) του Ευριπίδη μπορεί να προσφέρει τις καλύτερες συμβουλές για το πώς μπορεί να αντιμετωπίσει κανείς μια κρίση αυτοκτονίας. Σε αυτή την τραγωδία, ο ομώνυμος ήρωας αναρρώνει από ένα ψυχωτικό επεισόδιο και συνειδητοποιεί ότι έχει φονεύσει τη γυναίκα του, Μεγάρα, και τα παιδιά του. Αλλοι συγγενείς, ο Θησέας και ο Αμφιτρύων, του συμπαραστέκονται στην απελπισία του και φροντίζουν να μην τον αφήσουν χωρίς επίβλεψη.
Η Χολ ήταν από καιρό αποφασισμένη να φέρει την αρχαία σοφία στον σύγχρονο κόσμο. Αυτή την περίοδο ετοιμάζεται, μάλιστα, για την εκπαίδευση νεαρών παραβατικών στον Κλασικό Πολιτισμό και στην Αρχαία Ιστορία και συχνά επισκέπτεται δημόσια σχολεία για να ενθαρρύνει την εισαγωγή κλασικών μαθημάτων στο πλαίσιο του Advocating Classics Education (ACE), μια πρωτοβουλία που «δουλεύει αργά αλλά σταθερά», όπως λέει, αν και στα βορειοανατολικά της χώρας υστερούν.
Ωστόσο, δεν εγκρίνουν όλοι την εισαγωγή του Κλασικού Πολιτισμού και της Αρχαίας Ιστορίας στα σχολεία, στη θέση των Λατινικών και των Αρχαίων Ελληνικών. Η ίδια η Χολ παραδέχεται ότι δεν θα αναλάμβανε διδακτορικό φοιτητή αν δεν ήταν έτοιμος να μάθει τη γλώσσα, σε περίπτωση που δεν την ήξερε ήδη. Αλλά δεν πρόκειται για τη δημιουργία ενός νέου μαθήματος.
Ο Κλασικός Πολιτισμός μπορεί να διδαχθεί από καθηγητές άλλων μαθημάτων, επομένως δεν απαιτείται η πρόσληψη επιπλέον προσωπικού. «Το να γνωρίζει κανείς λίγα πράγματα για την Αθηναϊκή Δημοκρατία και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, να μπορεί να εντοπίσει τα 10 κορυφαία αγάλματα και να έχει μια ιδέα από ρητορική, αυτά θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικά», υποστηρίζει η Χολ, «όπως είναι στη Δανία».
Συμπάσχει, δε, με τις προσπάθειες στις ΗΠΑ να γίνουν τα κλασικά μαθήματα «λιγότερο λευκά». Πιστεύει ότι οι κακοί χειρισμοί έχουν διαιωνίσει τον μύθο στα βρετανικά σχολεία ότι το θέμα είναι φρικτά ελιτίστικο: «Μισώ τη λέξη “ταξικά” [όπως λέμε “κλασικά”] », λέει, «και η απάντηση δεν είναι οι λευκοί που εργάζονται εδώ και χρόνια στα κορυφαία πανεπιστήμια του Ivy League να δείξουν παντού τις αρετές τους».
Είναι προτιμότερο, λέει, να «ανασκάψουμε το συναρπαστικά προοδευτικό παρελθόν του θέματος και να δείξουμε ότι δεν ήταν πάντα ελιτίστικο». Αυτό ακριβώς, εξάλλου, έκανε η ίδια στο πρόσφατο βιβλίο της, «A People’s History of Classics», για τις κοινωνικές τάξεις και την Ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα στη Βρετανία και την Ιρλανδία μεταξύ 1689 και 1939, στο οποίο χαρτογραφεί τις ιστορικές προσπάθειες ανθρώπων της εργατικής τάξης –κηπουρών, ψαράδων, αρτοποιών και άλλων–, να μελετήσουν τον αρχαίο κόσμο, αλλά έχουν αποκλειστεί από προηγούμενες αναφορές στην κλασική εκπαίδευση.
Με το πρώτο βιβλίο της, «Inventing the Barbarian» («Εφευρίσκοντας τον Βάρβαρο»), η Χολ μελέτησε την ξενοφοβία. Το βιβλίο, που δημοσιεύτηκε το 1989, την ώθησε στα μέσα ενημέρωσης ακριβώς τη στιγμή που το απαρτχάιντ κατέρρεε στη Νότια Αφρική. Παρ’ όλο που η Χολ «δεν σχεδίασε ποτέ να γίνει πρόσωπο της δημοσιότητας», η ευχέρειά της στο θέμα την έφερε σε πολλές ραδιοφωνικές εκπομπές, προς ενόχληση ορισμένων ακαδημαϊκών συναδέλφων της.
«Μέχρι το 2000, τουλάχιστον, μου έκαναν πολύ μεγάλη κριτική, καθώς (το να βγαίνεις σε εκπομπές) θεωρούνταν χυδαίο και απολύτως επιβλαβές για την καριέρα σου», λέει στην Telegraph και προσθέτει ότι «H Μέρι [Μπίαρντ] έχει κάνει θαύματα. Πρέπει να της το πιστώσουμε. Πέτυχε να γίνει μια αξιοσέβαστη κλασικίστρια με δημοσιότητα. Κατάφερε να θεωρείται ίσως η μεγαλύτερη εμπειρογνώμονας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εν ζωή και έχει μεγάλη μεταδοτικότητα».
Τέλος, η Χολ προσθέτει ακόμη: «Είμαι 65 ετών, είχα καρκίνο… Μου έχουν μείνει μόνο τρία ή τέσσερα μεγάλα βιβλία», λέει. «Θα διαλέξω πολύ προσεκτικά». Το επόμενο έργο της, αποκαλύπτει στην Telegraph, θα είναι μια οικολογική ανάγνωση της Ιλιάδας. «Δεν μπορώ να δεθώ σε κάγκελα», λέει. «Αυτή, λοιπόν, θα είναι η δική μου προσφορά στη γενιά των θυγατέρων μου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News