1245
Προσωπογραφίες των τριών κρατουμένων, Κλάρενς Ανγκλιν, Τζον Γουίλιαμ Ανγκλιν και Φρανκ Λι, που πραγματοποίησαν την τολμηρή απόδραση από το νησί-φυλακή του Αλκατράζ | CreativeProtagon / Getty

Η απίστευτη τριπλή απόδραση από το «φρούριο» Αλκατράζ

Protagon Team Protagon Team 11 Ιουνίου 2024, 21:01
Προσωπογραφίες των τριών κρατουμένων, Κλάρενς Ανγκλιν, Τζον Γουίλιαμ Ανγκλιν και Φρανκ Λι, που πραγματοποίησαν την τολμηρή απόδραση από το νησί-φυλακή του Αλκατράζ
|CreativeProtagon / Getty

Η απίστευτη τριπλή απόδραση από το «φρούριο» Αλκατράζ

Protagon Team Protagon Team 11 Ιουνίου 2024, 21:01

Το διαβόητο νησί-φυλακή έξω από το Σαν Φρανσίσκο με το παρατσούκλι «Ο Βράχος» φιλοξένησε μερικούς από τους πιο επικίνδυνους εγκληματίες στις ΗΠΑ και θεωρείτο το πιο απόρθητο φρούριο στον κόσμο. Αλλά τις πρώτες πρωινές ώρες της 12ης Ιουνίου 1962 τρεις άνδρες πέτυχαν κάτι που φαινόταν αδύνατο: να δραπετεύσουν.

Το Αλκατράζ ήταν αρχικά ένα ναυτικό αμυντικό φρούριο για την προστασία της εισόδου στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο, όπως γράφει το BBC. Κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο, λόγω της απομόνωσης του νησιού, των απότομων βράχων και των δυνατών, ψυχρών ρευμάτων που το περιέβαλλαν, χρησιμοποιήθηκε στον Εμφύλιο ως κρατητήριο αιχμαλωτων στρατιωτών του Νότου.

Στις αρχές του 20ού αιώνα ξανακτίστηκε ως στρατιωτική φυλακή. Στη δεκαετία του 1930, καθώς οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν το οργανωμένο έγκλημα, που άκμαζε την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης, το Αλκατράζ τέθηκε υπό την εποπτεία του υπουργείου Δικαιοσύνης. Σύντομα άρχισαν να καταφθάνουν οι πιο τρομακτικοί κατάδικοι από το ομοσπονδιακό σύστημα φυλακών.

Μεταξύ των πιο διάσημων κρατουμένων του ήταν οι διαβόητοι γκάνγκστερ Αλ Καπόνε, Μίκι Κόεν και Τζορτζ «Machine Gun» Κέλι, καθώς και ο καταδικασμένος δολοφόνος Ρόμπερτ Στράουντ, ο οποίος αργότερα θα γινόταν περισσότερο γνωστός ως ο «Ανθρωπος-πουλί του Αλκατράζ». Γενικά, το νησί ήταν τόπος κράτησης εγκληματιών που ήταν πολύ βίαιοι για να κρατηθούν σε μια φυσιολογική φυλακή.

Το 1960 καταφθάνει στον «Βράχο» ο Φρανκ Λι Μόρις. Ορφανός από τα 11 και καταδικασμένος για το πρώτο του έγκλημα στα 13, ο Μόρις είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εντός και εκτός διαφόρων σωφρονιστικών ιδρυμάτων. Θεωρείτο ένας ιδιαίτερα ευφυής και έμπειρος εγκληματίας, έχοντας αντιμετωπίσει κατηγορίες που κυμαίνονταν από κατοχή ναρκωτικών μέχρι ένοπλη ληστεία και, ίσως το πιο αξιοσημείωτο, αποδράσεις από φυλακές.

Κατέφθασε στο Αλκατράζ τον Ιανουάριο του 1960, μετά την απόδρασή του από το κρατικό σωφρονιστικό ίδρυμα της Λουιζιάνα. Αμέσως μόλις έφτασε στο Αλκατράζ άρχισε να καταστρώνει σχέδια απόδρασης. Μαζί στο κελί του οι αδερφοί Τζον και Κλάρενς Ανγκλιν και ο Αλεν Γουέστ – που είχαν καταδικαστεί για ληστείες τραπεζών και ήταν τρόφιμοι του «Βράχου» από το 1957.

Ολοι τους γνωρίζονταν από προηγούμενες θητείες τους σε φυλακές και καθώς είχαν παρακείμενα κελιά μπορούσαν να μιλούν μεταξύ τους τη νύχτα. Με τον Μόρις να παίρνει τα ηνία της απόδρασης, οι τέσσερις κρατούμενοι άρχισαν να επινοούν ένα περίτεχνο και πολύ τολμηρό σχέδιο. Μέσα σε διάστημα αρκετών μηνών οι άνδρες σκάλιζαν το κατεστραμμένο από αλάτι σκυρόδεμα γύρω από τον αεραγωγό που βρισκόταν κάτω από τους νεροχύτες τους.

Χρησιμοποιώντας μεταλλικά κουτάλια κλεμμένα από την τραπεζαρία, ένα τρυπάνι κατασκευασμένο από κινητήρα ηλεκτρικής σκούπας και πεταμένες λεπίδες πριονιού, έσκαβαν σε έναν αφύλακτο βοηθητικό διάδρομο. Για να κρύψει τον θόρυβο του τρυπανιού, ο Μόρις έπαιζε το ακορντεόν του την ώρα που επιτρεπόταν στους κρατούμενους να παίζουν μουσική.

Μόλις άνοιξαν μια τρύπα αρκετά μεγάλη για να συρθούν στο διάδρομο, ανέβηκαν στο άδειο επάνω επίπεδο του μπλοκ των κελιών και έστησαν ένα μυστικό εργαστήρι. Για να κρύψουν τις τρύπες στον τοίχο του κελιού τους, έφτιαξαν ψεύτικες ψησταριές, συμπιέζοντας σελίδες από περιοδικά της βιβλιοθήκης της φυλακής.

Στο αυτοσχέδιο εργαστήρι τους, ξεκίνησαν να κατασκευάσουν μια  λαστιχένια σχεδία 2×4,5 μέτρων και σωσίβια φτιαγμένα από περισσότερα από 50 κλεμμένα αδιάβροχα. Για να σφραγίσουν τα λάστιχα, τα έλιωσαν χρησιμοποιώντας τους ζεστούς ατμούς των σωληνώσεων της φυλακής. Στη συνέχεια μετέτρεψαν το ακορντεόν του Μόρις σε ένα εργαλείο για να φουσκώσουν τη σχεδία, και έφτιαξαν κουπιά από κομμάτια κόντρα πλακέ.

Αλλά ενώ δούλευαν, έπρεπε να κρύψουν την απουσία τους από τους φρουρούς, που έκαναν περιοδικά νυχτερινούς ελέγχους. Ετσι, σμίλεψαν παπιέ-μασέ αντίγραφα των κεφαλιών τους από σαπούνι, οδοντόκρεμα και χαρτί υγείας. Για να φαίνονται πιο ρεαλιστικά, χρησιμοποίησαν αληθινά μαλλιά από το πάτωμα του κουρείου της φυλακής και τα έβαψαν σε τόνους σάρκας, χρησιμοποιώντας κλεμμένες προμήθειες τέχνης.

Ακολούθως τα έβαζαν στα κρεβάτια τους, μαζί με κουβάρια ρούχων και πετσέτες κάτω από τις κουβέρτες τους στο σχήμα του σώματός τους, ώστε να φαίνεται σαν να κοιμούνται. Ενώ κατασκεύαζαν τον αυτοσχέδιο εξοπλισμό διαφυγής τους, αναζητούσαν παράλληλα και διέξοδο. Χρησιμοποιώντας υδραυλικές σωληνώσεις ως σκαλοπάτια, ανέβηκαν 9,1 μέτρα και άνοιξαν το σύστημα εξαερισμού – και το κράτησαν ανοιχτό με ένα αυτοσχέδιο μπουλόνι, φτιαγμένο από σαπούνι.

Τελικά, το βράδυ της 11ης Ιουνίου 1962, ήταν έτοιμοι να θέσουν σε εφαρμογή το περίπλοκο σχέδιό τους. Αφήνοντας τα εικονικά κεφάλια στα κρεβάτια τους για να ξεγελάσουν τους φρουρούς, ο Μόρις και τα δύο αδέρφια Ανγκλιν σύρθηκαν έξω από τις τρύπες που είχαν σκάψει στους τοίχους του κελιού. Ο Γουέστ δεν κατάφερε να βγει εγκαίρως από το κελί του, οπότε οι άλλοι τρεις συνέχισαν την απόπειρά τους χωρίς αυτόν.

Ανέβηκαν στην οροφή της φυλακής τους, τη διέσχισαν κουβαλώντας την αυτοσχέδια βάρκα τους, περνώντας μπροστά από τον πύργο των φρουρών, κατέβηκαν σε έναν εξωτερικό σωλήνα αποχέτευσης, διέσχισαν την αυλή της φυλακής, σκαρφάλωσαν δύο διαδοχικούς τοίχους με συρματοπλέγματα μήκους 3,7 μέτρων, και κατέβηκαν σε ένα απότομο ανάχωμα στη βορειοανατολική ακτή του νησιού.

Στην άκρη του νερού, φούσκωσαν τη βάρκα τους και χάθηκαν μέσα στη νύχτα. Ο συναγερμός της φυλακής σήμανε το επόμενο πρωί, όταν ανακαλύφθηκαν τα ψεύτικα κεφάλια τους στο κελί. Η φυλακή μπήκε άμεσα σε καραντίνα, με εντατικές έρευνες όλων των κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων των καταλυμάτων των σωφρονιστικών υπαλλήλων.

Ο διευθυντής των φυλακών ξεκίνησε ένα τεράστιο ανθρωποκυνηγητό με εκατοντάδες άνδρες του να ερευνούν εκτενώς τη γύρω περιοχή για μέρες. Στις 14 Ιουνίου, το Λιμενικό Σώμα βρήκε ένα από τα κουπιά των κρατουμένων. Την ίδια μέρα, οι εργάτες βρήκαν ένα πακέτο με τα προσωπικά είδη των αδελφών Ανγκλιν, σφραγισμένο με καουτσούκ.

Επτά μέρες αργότερα, κάποια υπολείμματα της σχεδίας τους ξεβράστηκαν κοντά στη γέφυρα Γκόλντεν Γκέιτ του Σαν Φρανσίσκο και την επόμενη μέρα ανακαλύφθηκε ένα από τα αυτοσχέδια σωσίβια. Οι τρεις φυγάδες δεν εθεάθησαν ποτέ ξανά. Παρά την απόδραση τους από τη φυλακή, οι αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μάλλον τους κατάπιε η αγριεμένη θάλασσα στην προσπάθειά τους να κωπηλατήσουν μακριά από το νησί.

Η φυλακή του Αλκατράζ έκλεισε το 1963, ένα χρόνο μετά την τολμηρή απόδραση. Εν μέρει αυτό συνέβη λόγω της επιδείνωσης της στατικότητας της και του κόστους λειτουργίας της – αλλά το αυστηρό καθεστώς που επικρατούσε εντός της φυλακής συνέβαλε στο σφράγισμα της. Με τα χρόνια, πολλοί κρατούμενοι αυτοκτονούσαν, ή ακρωτηριάζονταν, ανίκανοι να αντιμετωπίσουν τις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης.

| Getty Images

Με τον ερχομό της δεκαετίας του 1960, οι ΗΠΑ άρχισαν να αναθεωρούν το καθεστώς κράτησης στα σωφρονιστικά τους ιδρύματα, εστιάζοντας περισσότερο στην αποκατάσταση των κρατουμένων και λιγότερο στην τιμωρία τους. Οσο για τους τρεις δραπέτες, παρότι δεν βρέθηκαν ποτέ τα πτώματα τους στον κόλπο, το 1979 κηρύχθηκαν νόμιμα νεκροί.

Αλλά οι εικασίες για τη μοίρα τους δεν έσβησαν ποτέ. Την ίδια χρονιά που κηρύχθηκαν νεκροί, βγήκε στις αίθουσες η ταινία «Απόδραση από το Αλκατράζ» με τον Κλιντ Ιστγουντ να υποδύεται τον Φρανκ Μόρις. Και από τη στιγμή της απόδρασής τους το 1962, υπήρξαν αναφορές για υποτιθέμενες θεάσεις των ανδρών και για μηνύματα από αυτούς.

Το 2018, η αστυνομία του Σαν Φρανσίσκο αποκάλυψε ότι είχε λάβει μια μυστηριώδη επιστολή πέντε χρόνια νωρίτερα, από κάποιον που ισχυριζόταν ότι ήταν ο Τζον Ανγκλιν. Το γράμμα έγραφε: «Δραπετεύσαμε από το Αλκατράζ τον Ιούνιο του 1962. Ναι, όλοι τα καταφέραμε εκείνο το βράδυ, αλλά μόλις και μετά βίας!»

Η επιστολή υποστήριζε ότι οι άνδρες είχαν ζήσει κρυφά, με τον Μόρις να πεθαίνει τον Οκτώβριο του 2005 και τον Κλάρενς Ανγκλιν το 2008. Ο συγγραφέας της επιστολής ισχυριζόταν ότι ήθελε να διαπραγματευτεί την παράδοσή του, με αντάλλαγμα τη θεραπεία του καρκίνου από τον οποίο έπασχε. Το FBI αξιολόγησε την επιστολή, αλλά δεν μπόρεσε να επαληθεύσει την αυθεντικότητά της.

Η υπόθεση παραμένει ανοιχτή για τις αρχές, οι οποίες το 2022 κυκλοφόρησαν ενημερωμένα σκίτσα με τις γερασμένες μορφές των τριών δραπετών, ενώ έκαναν έκκληση για οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με αυτούς, με την ελπίδα ότι τελικά το μυστήριο της εξαφάνισής τους θα μπορούσε επιτέλους να λυθεί.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...