Φλερτάρει επικίνδυνα με τον φασισμό η Αμερική; Πάντως είναι γεγονός πως επί του ζητήματος πλέον τοποθετείται ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, προειδοποιώντας πως η αμερικανική Δεξιά, κυρίαρχος της οποίας εξακολουθεί να είναι ο τέως πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, έχει ασπαστεί την «πολιτική βία» και δεν πιστεύει πια στη δημοκρατία.
«Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι είτε η αρχή είτε το τέλος μιας ακραίας φιλοσοφίας MAGA», είπε ο Τζο Μπάιντεν, αναφερθείς στο σύνθημα του Τραμπ «Ας Κάνουμε την Αμερική Μεγάλη Ξανά» (Make America Great Again). «Δεν είναι μόνον ο Τραμπ, είναι ολόκληρη η φιλοσοφία […] – θα το δηλώσω – είναι σαν ημιφασισμός», ανέφερε ο αμερικανός ηγέτης κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Μέριλαντ την προηγούμενη εβδομάδα.
Σε ανάλυσή του η Ισαν Θαρόρ της Washington Post εξηγεί πως ο Μπάιντεν έβαλε εμμέσως κατά διαφόρων πρωτοβουλιών των Ρεπουμπλικάνων με στόχο τον περιορισμό της πρόσβασης στις κάλπες αλλά και εναντίον συγκεκριμένων υποψήφιων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου) οι οποίοι εξακολουθούν ακόμη να αρνούνται τη νομιμότητα του εκλογικού αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών του 2020.
Ρητορική μίσους και βίας
Η σιωπηρή επιδοκιμασία της εισβολής στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου του 2021 από την πλευρά ορισμένων Ρεπουμπλικάνων είναι γνωστή εδώ και καιρό ενώ μετά τη δημοσιοποίηση της έρευνας του FBI σχετικά με διαβαθμισμένα έγγραφα που εντοπίστηκαν στην έπαυλη του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα, εκπρόσωποι του συντηρητικού κινήματος άρχισαν εκ νέου να καταφεύγουν στη ρητορική του μίσους και της βίας.
Επικαλούμενος τον φασισμό ο Τζο Μπάιντεν προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων, μας πληροφορεί ο δημοσιογράφος της Washington Post. Εκπρόσωπος της Εθνικής Επιτροπής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος χαρακτήρισε τα σχόλιά του ως «απαράδεκτα» ενώ ο Κρις Σουνούνου, κυβερνήτης του Νιου Χάμσαϊρ, μιλώντας στο CNN, υπογράμμισε πως είναι «τρομερά απεχθές» το να χαρακτηρίζονται αμερικανοί πολίτες ως «ημιφασίστες», ζητώντας, συγχρόνως, από τον αμερικανό πρόεδρο να ανακαλέσει. Και ο ακραία συντηρητικός Τεντ Κρουζ, γερουσιαστής των Ρεπουμπλικάνων στο Τέξας, έγραψε στο Twitter πως «οι κομμουνιστές ανέκαθεν αποκαλούσαν τους εχθρούς τους “φασίστες”».
The fascist speech Donald Trump just delivered verged on a declaration of war against American citizens. I fear for our country tonight and will not stop defending America against Trump’s assault.
— Ron Wyden (@RonWyden) June 1, 2020
Ο Τραμπ θέλει να ανακηρυχθεί πρόεδρος!
Οσον αφορά τον Ντόναλντ Τραμπ, τη Δευτέρα υποστήριξε εκ νέου (μέσω του προσωπικού του μέσου κοινωνικής δικτύωσης) πως έγινε νοθεία στις εκλογές του 2020, ζητώντας, μάλιστα, να ανακηρυχθεί νικητής έπειτα από μία διετία. Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες προειδοποίησαν για ταραχές στους δρόμους στην περίπτωση που το Υπουργείο Δικαιοσύνης προβεί στη δίωξη του Ντόναλντ Τραμπ στο πλαίσιο των εν εξελίξει ερευνών για τα πεπραγμένα και τις λοιπές δραστηριότητές του.
Αλλά ο Μπάιντεν εξακολουθεί να εμμένει στο αρχικό μήνυμά του. «Βλέπεις τον ορισμό του φασισμού και σκέφτεσαι αυτά που κάνουν καθώς επιτίθενται στη δημοκρατία μας, αυτά που κάνουν και μας στερούν ελευθερίες, θέλουν να μας στερήσουν δικαιώματα, το δικαίωμα ψήφου, θέλω να πω, αυτή είναι η κατάσταση, είναι πολύ ξεκάθαρο», είπε την Παρασκευή, η Καρίν Ζαν-Πιερ, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου.
Ο Ισαν Θαρόρ επισημαίνει στην ανάλυσή του πως στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου στις ΗΠΑ δεν υπάρχει συμφωνία όσον αφορά τον ορισμό του φασισμού, πολλώ δε μάλλον για το ποια πολιτικά στοιχεία μπορούν και πρέπει να χαρακτηριστούν ως φασιστικά.
Στους κόλπους της Αριστεράς κερδίζει έδαφος η άποψη σύμφωνα με την οποία ένα Ρεπουμπλικανικό Κόμμα υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ αντιτάσσεται στις αδιάβλητες εκλογές και επιδιώκει να διαλύσει την φιλελεύθερη δημοκρατία, ακολουθώντας τα βήματα άλλων ανοιχτά αυταρχικών ηγετών, του Βίκτορ Ορμπαν, για παράδειγμα, του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας.
Πολιτισμικός εμφύλιος και νεο-φασισμός
Την ίδια ώρα, όμως, στη Δεξιά πολλοί εξακολουθούν να υποστηρίζουν ότι οι Δημοκρατικοί και το φιλελεύθερο κατεστημένο συστήνουν κάποιου είδους «τυραννικό μέτωπο». Η εν λόγω καταγγελία συντηρεί εδώ και χρόνια τον αποκαλούμενο πολιτισμικό πόλεμο στις ΗΠΑ ενώ αποτέλεσε και τη βάση πάνω στην οποία πάτησαν πρόσφατα ρεπουμπλικανικές πολιτειακές κυβερνήσεις για να απαγορεύσουν συγκεκριμένα βιβλία και να λογοκρίνουν τα σχολεία όσον αφορά το τι μπορεί και τι δεν μπορεί να διδάσκεται σχετικά με την Ιστορία των ΗΠΑ, τη σεξουαλικότητα και τα φυλετικά ζητήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο πλήθος ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων εστιάζουν την προσοχή τους στις όποιες αναλογίες μπορούν να εντοπιστούν ανάμεσα στο σήμερα και στη δεκαετία του 1930, κατά την οποία άρχισε να ριζώνει στην Ευρώπη ο φασισμός. Ειδικοί στη συγκριτική πολιτική έχουν καταγράψει πώς το σύγχρονο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα «παρασύρθηκε προς τα άκρα της δυτικής πολιτικής, ακόμη και ενώ οι Δημοκρατικοί εξακολουθούν να καταλαμβάνουν αυτό που με δυτικούς δημοκρατικούς όρους θεωρείται ευρέως ως το Κέντρο», εξηγεί ο Θαρόρ. Ωστόσο μελετητές του φασισμού θεωρούν την πολιτική ιδεολογία του Ντόναλντ Τραμπ καθώς και το ύφος του όχι ως «αναβίωση του παρελθόντος» αλλά ως «ένα είδος ακροδεξιού, ψευδοαυταρχισμού για το παρόν».
Φιλελεύθερα αμερικανικά ΜΜΕ, μεταξύ των οποίων και η Washington Post, έκαναν πολλές φορές λόγο περί φασισμού κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, λαμβάνοντας υπόψη τις ταραχές που σημειώνονταν ανά την αμερικανική επικράτεια, «τον υπερεθνικισμό και τον νατιβισμό (του Τραμπ) που εμψυχώνουν τους υποστηρικτές του και τη δική του συνωμοτική δημαγωγία», γράφει ο Θαρόρ.
Πλέον, όμως, περί φασισμού μιλάει ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών και αυτό ενδέχεται να αντανακλά την πρόθεση του Τζο Μπάιντεν να σκληρύνει τη στάση του ενώπιον των ενδιάμεσων εκλογών του ερχόμενου Νοεμβρίου στις οποίες οι Δημοκρατικοί κινδυνεύουν να χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου.
Η «διαφοροποίηση» και το «εξαγνισμένο έθνος»
Ομως σύμφωνα με τον Θαρόρ ιδιαίτερα σημαντικός είναι αυτός καθαυτός ο ισχυρισμός του αμερικανού προέδρου. Κάνοντας λόγο για «ημιφασιμό» απέφυγε να συγκρίνει τον Τραμπ και το κίνημά του με το «γενοκτονικό τερατούργημα του Τρίτου Ράιχ». Ωστόσο οι επικριτές του Τζο Μπάιντεν «φάνηκαν να υπονοούν ότι αυτό ήταν το περιεχόμενο των παρατηρήσεών του και απέρριψαν αυθόρμητα την κατηγορία», σημειώνει.
Οσον αφορά τη πραγματικότητα στις ΗΠΑ, πέρα από την προειδοποίηση του Μπάιντεν και την οργισμένη αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων, σε ανάλυσή του στο The Racket ο αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας, Τζόναθαν Κατς, επικαλείται τον Ρόμπερτ Πάξτον, έναν εγνωσμένου κύρους ιστορικό με ειδίκευση στη Γαλλία του Βισί, συγγραφέα του βιβλίου (μεταξύ άλλων) «Η Ανατομία του Φασισμού».
«Ο φασισμός στην εξουσία αποτελεί μια σύνθεση, ένα ισχυρό κράμα διαφορετικών αλλά συμβατών συντηρητικών, εθνικοσοσιαλιστικών και ριζοσπαστικών Δεξιών συστατικών, που συνδέονται μεταξύ τους από κοινούς εχθρούς και κοινά πάθη για ένα αναγεννημένο, κινητοποιημένο και εξαγνισμένο έθνος, ανεξάρτητα από το κόστος για τους ελεύθερους θεσμούς και το κράτος δικαίου», γράφει ο Πάξτον στο βιβλίο του ενώ ο Τζόναθαν Κατς θεωρεί πως ο εν λόγω ορισμός περιγράφει πολύ καλά το πνεύμα του σύγχρονου Ρεπουμπλικανισμού στις ΗΠΑ.
«Ο κίνδυνος δεν είναι ότι ο αμερικανικός φασισμός θα εξελιχθεί απαραιτήτως ή ακόμη και πιθανώς όπως ο φασισμός στην Ιταλία — ή στη Γερμανία, στη Συρία, στην Αργεντινή ή οπουδήποτε αλλού. Δεν πρόκειται να ζήσουμε ένα ριμέικ του Ολοκαυτώματος ή του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου», θεωρεί ο Κατς. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο κίνδυνος έγκειται στον ενδεχόμενο «θρίαμβο μιας απορριπτικής, βίαιης, αντιδημοκρατικής προσωπολατρίας, η οποία εξ ορισμού δεν θα εκλείψει μέσω εκλογών, της πολιτικής ή του πολιτισμένου διαλόγου».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News