Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, έσπευσε να προειδοποιήσει από τη Φρανκφούρτη ότι λόγω του κορονοϊού ενδέχεται να προκληθεί μια νέα οικονομική κρίση, ανάλογη με την κρίση του 2008. Την ίδια ώρα η Ανγκελα Μέρκελ από το Βερολίνο ανέφερε δίχως περιστροφές πως η περαιτέρω εξάπλωσή του θα μπορούσε να επηρεάσει έως και το 70% των περισσότερων από 80 εκατομμύρια Γερμανών, ενώ ο Μπόρις Τζόνσον παρουσίασε στο Λονδίνο ένα πακέτο θωράκισης της βρετανικής οικονομίας ενώπιον της επέλασης του κορονοϊού, ύψους 30 δισεκατομμυρίων στερλινών.
Καθώς αυξάνονται τα κρούσματα και βυθίζονται οι χρηματιστηριακές αγορές σε ολόκληρο τον κόσμο, οι παγκόσμιοι ηγέτες άρχισαν επιτέλους να μιλούν ανοιχτά για τη σοβαρότητα της κατάστασης, γνωρίζοντας πως πλέον καλούνται να αντιμετωπίσουν μια πανδημία. Πάρα πολλοί, ωστόσο, κάνουν λόγο περισσότερο για κακοφωνία παρά για χορωδία, για μια «παράφωνη φλυαρία», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στo πρωτοσέλιδο των New York Times της 12ης Μαρτίου ο Μαρκ Λάντλερ, ανταποκριτής της νεοϋορκέζικης εφημερίδας στο Λονδίνο.
Μη μπορώντας να συνεννοηθούν μεταξύ τους, οι ηγέτες της διεθνούς κοινότητας προσπαθούν όπως όπως και ο καθένας με τον τρόπο του να αντεπεξέλθουν στις πολλαπλές και πρωτόγνωρες προκλήσεις που θέτει ο κορονοϊός, είτε πρόκειται για το ασήκωτο φορτίο που καλούνται να φέρουν στις πλάτες τους οι εργαζόμενοι στις δομές υγείας είτε για τα πλήγματα που έχουν αρχίσει ήδη να δέχονται οι οικονομίες πολλών χωρών. Και το πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός πως δεν υπάρχει κανένας πρόθυμος να αναλάβει χρέη διευθυντή αυτής της ανύπαρκτης, τουλάχιστον προς το παρόν, χορωδίας, έναν ρόλο τον οποίο από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου έως και το 2016 αναλάμβανε συνήθως ο εκάστοτε πρόεδρος της Αμερικής.
Αντιθέτως, ο νυν ηγέτης των ΗΠΑ, αντί να επιδιώξει να συνεργαστεί με τους ομολόγους του ανά τον κόσμο, ούτως ώστε να καταστρώσουν ένα κοινό σχέδιο δράσης, αρκέστηκε να προβεί τo βράδυ της Τετάρτης στην αναστολή για διάστημα ενός μηνά όλων των ταξιδιών από την ηπειρωτική Ευρώπη (η Βρετανία εξαιρείται) προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μάλιστα, υποστήριξε, δίχως φυσικά να έχει συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία, ότι η αύξηση των κρουσμάτων στις ΗΠΑ οφείλεται στη χαλαρή αντίδραση των ευρωπαϊκών αρχών, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο εξακολουθεί να μιλάει ακόμα για τον «ιό της Γιουχάν», επιρρίπτοντας εμμέσως την ευθύνη για την πανδημία στους Κινέζους.
Σχολιάζοντας, όμως, τη σχεδόν ανύπαρκτη, τουλάχιστον αρχικά, αντίδραση της αμερικανικής ηγεσίας ενώπιον της άφιξης και της εξάπλωσης του κορονοϊού και στις ΗΠΑ, η Κάθριν Ράμπελ της Washington Post κάνει λόγο για μια «YOLO presidency», για μια προεδρία μότο της οποίας είναι το «η ζωή είναι μικρή» ή το «μια ζωή την έχουμε», για έναν ηγέτη ο οποίος κυβερνά ωσάν να μην υπάρχει αύριο, δίχως δηλαδή να ανησυχεί για τις συνέπειες των όποιων αποφάσεων και ενεργειών ή παραλείψεών του. Τώρα, όμως, ο Τραμπ επιδιώκει να περιορίσει δραστικά την είσοδο αλλοδαπών στις ΗΠΑ, συνεχίζοντας, ωστόσο, να απαξιώνει με συνοπτικές διαδικασίες τις υποδείξεις και τις νουθεσίες των ειδικών επιστημόνων.
Παρόμοια στάση κράτησαν και άλλοι ηγέτες, από το Πεκίνο έως την Τεχεράνη αλλά και την Ευρώπη, επισημαίνουν οι New York Times, όπου λαϊκιστές της Δεξιάς επιδεικνύουν πρωτόγνωρο κυνισμό, σπέρνοντας την αμφιβολία μεταξύ των πολιτών, οι οποίοι δεν γνωρίζουν ποιον μπορούν να εμπιστευτούν και ποιον όχι. Και την ίδια ώρα, αυταρχικοί ηγέτες όπως ο Βλαντίμιρ Πούτιν στη Ρωσία και ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν στη Σαουδική Αραβία, έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τον γενικευμένο πανικό για να εδραιώσουν περαιτέρω τη θέση τους στην εξουσία.
Θα ήταν, ωστόσο, απλουστευτικό να αποδοθούν όλες οι ευθύνες για την κατάσταση που επικρατεί στην ανικανότητα των παγκόσμιων ηγετών να δράσουν συλλογικά και συντονισμένα κατά της πανδημίας, καθώς μέρος του προβλήματος έγκειται στην ίδια τη φύση της απειλής. Εως σήμερα, ο κορονοϊός αντιστέκεται σε όλα σχεδόν τα γνωστά μέτρα που διάφορες χώρες ανά τον κόσμο έχουν εφαρμόσει για να αντιμετωπίσουν άλλες μάστιγες κατά το παρελθόν.
Οι ειδικοί δεν γνωρίζουν ακόμα πώς ακριβώς μεταδίδεται ο κορονοϊός, αλλά γνωρίζουν ότι μεταδίδεται ταχύτατα και αυτό έχει αποτέλεσμα η κάθε χώρα να αντιδρά σπασμωδικά και να κάνει του κεφαλιού της. Η απουσία μιας κοινής γραμμής όσον αφορά τις διαδικασίες εντοπισμού των κρουσμάτων, για παράδειγμα, ή την ακύρωση των δημόσιων συναθροίσεων ή την επιβολή καραντίνας, ενέτεινε και εξακολουθεί να εντείνει την αγωνία των πολιτών, οι οποίοι δυσκολεύονται πια να εμπιστευτούν τους ηγέτες τους.
«Τα ταυτόχρονα σοκ στη ζήτηση και την προσφορά –κλειστά εργοστάσια παραγωγής iPhones στην Κίνα, άδειες γόνδολες στη Βενετία και ταξιδιώτες να εγκαταλείπουν κρουαζιερόπλοια, ξενοδοχεία και αεροπλάνα παντού αλλού– αποτελούν ένα νέο φαινόμενο, για την αντιμετώπιση του οποίου ενδέχεται να μην επαρκούν τα όπλα που οι κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν κατά της αναταραχής που επικράτησε μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 και τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008», προειδοποιεί ο αμερικανός δημοσιογράφος, επικαλούμενος δηλώσεις του Ρίτσαρντ Χας, προέδρου του ινστιτούτου ερευνών Council on Foreign Relations. «Ακόμα και στην περίπτωση που θα επέλεγαν να αναλάβουν ηγετικό ρόλο οι ΗΠΑ, το υπάρχον εγχειρίδιο (αντιμετώπισης κρίσεων), δεν θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο», πρόσθεσε ο παλαίμαχος αμερικανός διπλωμάτης.
Ενδεικτική της αδυναμίας (ή της απροθυμίας) των ηγετών όλου του κόσμου να εργαστούν από κοινού και με πνεύμα αλληλεγγύης για την αποτροπή των χειρότερων, αποτελεί η περίπτωση της ΕΕ. Το βράδυ της Τρίτης οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν κατά τη διάρκεια μιας τρίωρης τηλεδιάσκεψης να διαθέσουν 25 δισεκατομμύρια ευρώ για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, ποσό πολύ μικρό, λαμβάνοντας υπόψη πως ο Μπόρις Τζόνσον ενέκρινε αντίστοιχο πακέτο ύψους 33 δισεκατομμυρίων ευρώ μόνον για τη Βρετανία.
Μεγαλύτερη, ωστόσο, ανησυχία (πρέπει να) προκαλεί το γεγονός ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν κατάφεραν να καταλήξουν σε μια συμφωνία για την από κοινού προμήθεια και χρήση, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε χώρας, ιατρικών ειδών πρώτης ανάγκης, όπως είναι οι χειρουργικές μάσκες και οι αναπνευστήρες. Δεδομένου ότι τα ζητήματα υγείας εμπίπτουν αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των εθνικών κυβερνήσεων, η Γερμανία, η Τσεχία και άλλες χώρες προέβησαν στη θέσπιση περιορισμών στις εξαγωγές των συγκεκριμένων προϊόντων, ακόμα και προς στη χειμαζόμενη Ιταλία.
Αφότου εξέφρασαν τα παράπονά τους για της απροθυμία των ευρωπαίων εταίρων τους να συνδράμουν στην υπερπροσπάθεια που καταβάλλουν για να περιορίσουν την εξάπλωση του κορονοϊού, οι ιταλικές αρχές στράφηκαν στους Κινέζους. Μερικές ώρες αφότου ο ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε ανακοίνωσε το βράδυ της Τετάρτης το κλείσιμο όλων σχεδόν των καταστημάτων, αναχώρησε από το Πεκίνο επταμελής αποστολή κινέζων ειδικών με προορισμό την αποκλεισμένη χώρα, φέρνοντας μαζί τους χιλιάδες χειρουργικές μάσκες, προστατευτικές στολές και αναπνευστήρες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News