Ελπιδοφόρα μεταστροφή της άποψης των ειδικών αναφορικά με τον κορεσμό της ίωσης μέσα στην κοινότητα παρατηρείται τον τελευταίο καιρό: μπορεί να ξεμπερδέψουμε με τον κορονοϊό πολύ πιο γρήγορα απ’ όσο πιστεύαμε αρχικώς.
Βάσει των νέων ανακοινώσεων των επιστημόνων, ο κορονοϊός ενδέχεται στο άμεσο μέλλον να μη βρίσκει πολύ μεγάλο χώρο διάδοσης, καθώς οι ξενιστές του θα είναι σπάνιοι μέσα στην κοινωνία.
Μέχρι πρότινος οι ειδικοί έλεγαν ότι το άνοσο ποσοστό ενός πληθυσμού υπολογίζεται περί το 70% και αφορά όσους ασθένησαν και γλίτωσαν τον θάνατο ή τους εμβολιασθέντες.
Πλέον γεννήθηκαν ελπίδες ότι το παραπάνω ποσοστό μπορεί να χαμηλώσει πολύ μέσα σε μία κοινότητα, να πέσει έως και κάτω από το 50% – μάλιστα αυτό το ισχυρίζονται αρκετοί επιστήμονες σήμερα, περισσότεροι από δώδεκα όπως παρατηρούν οι New York Times.
Αν οι εκτιμήσεις τους αληθεύουν, τότε θα ξεμπερδέψουμε με τον κορονοϊό πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι πιστεύαμε.
Oι νέες κρίσεις των ειδικών προκύπτουν από την περίπλοκη στατιστική μοντελοποίηση της πανδημίας, και όλα τα μοντέλα έχουν ακολουθήσει αποκλίνουσες προσεγγίσεις αποδίδοντας ασυνεπείς εκτιμήσεις.
Το οποίον σημαίνει ότι δεν είναι βέβαιον πως κάθε κοινότητα στον κόσμο έχει αρκετούς κατοίκους που είναι άνοσοι στον κορονοϊό. Είναι δηλαδή άγνωστο πώς οι κοινότητες θα αντιδράσουν στο δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Για παράδειγμα, σε περιοχές της Νέας Υόρκης, του Λονδίνου και της Βομβάης δεν είναι αδιανόητο ότι υπάρχει ήδη σημαντική ανοσία έναντι του κορονοϊού, ανέφεραν οι επιστήμονες, αλλά το ίδιο δεν μπορεί να λεχθεί για όλες τις περιοχές του κόσμου.
«Είμαι αρκετά έτοιμος να πιστέψω ότι υπάρχουν θύλακες στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο που έχουν σημαντική ανοσία» λέει ο Μπιλ Χάναγκι, επιδημιολόγος στη σχολή Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ. «Αυτό θα φανεί οπωσδήποτε μέσα στον εφετινό χειμώνα». Ωστόσο, προσθέτει, «το ζήτημα του τι σημαίνει για τον πληθυσμό στο σύνολό του η ανοσία της αγέλης, αυτό είναι το κεφαλαιώδες, πράγματι».
Η ανοσία της αγέλης υπολογίζεται από τον λεγόμενο αναπαραγωγικό αριθμό της επιδημίας, τον R0, έναν δείκτη που φανερώνει πόσα άτομα μολύνονται από έναν μολυσμένο. Οι αρχικοί υπολογισμοί για το όριο ανοσίας της αγέλης υποθέτουν ότι κάθε μέλος της κοινότητας είχε την ίδια ευαισθησία στον ιό και αναμίχθηκε τυχαία με όλους τους άλλους στην κοινότητα.
«Αυτό δεν συμβαίνει στην πραγματική ζωή», λέει ο δρ Σάαντ Ομερ, διευθυντής του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Υγεία, του Πανεπιστημίου Γιέιλ. «Η ανοσία της αγέλης θα μπορούσε να διαφέρει από ομάδα σε ομάδα», ακόμη και σε επίπεδο… ταχυδρομικών κωδίκων όπως λέει.
Για παράδειγμα, μια γειτονιά ηλικιωμένων μπορεί να έχει μικρή επαφή με άλλους, αλλά υποκύπτει στον ιό πιο γρήγορα όταν κάνει επαφές με μολυσμένους, ενώ οι έφηβοι μπορεί να μεταδώσουν τον ιό μέσω των επαφών τους σε δεκάδες άτομα, ωστόσο οι ίδιοι να παραμένουν χωρίς συμπτώματα αρρώστιας.
Ο ιός κινείται με βραδύτητα σε ημιαστικές και αμιγώς αγροτικές περιοχές, όπου οι άνθρωποι ζουν σχετικά απομονωμένοι, αλλά μολύνει πολύ πιο εύκολα τον πληθυσμό στις πόλεις.
Μόλις ληφθούν υπόψη τέτοιες παραλλαγές πυκνότητας και τα σχετικά δημογραφικά στοιχεία, μειώνονται οι εκτιμήσεις για την ασυλία της αγέλης. Ορισμένοι ερευνητές διατείνονται ακόμη και ότι το ποσοστό μπορεί να κυμαίνεται από 10% έως 20%, αλλά προς το παρόν αυτοί ανήκουν στην επιστημονική μειονότητα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News