Πέντε το απόγευμα της Κυριακής 11 Νοεμβρίου. Το ταξί που με φέρνει από το κέντρο, με αφήνει στο ύψος του ΝΙΜΤΣ πάνω από την Βασιλίσσης Σοφίας. Υπήρχαν ακόμα οι απαγορευτικές κορδέλες λόγω του Μαραθωνίου. Συνεχίζω με τα πόδια. Διασχίζω κάθετα τη λεωφόρο και προχωράω προς το σπίτι μου. Στη γωνία του σπιτιού μου παραπατάω, και σωριάζομαι μ’ ένα δυνατό γκούπ ανάσκελα στο δρόμο. Μαζεύεται κόσμος. Με ρωτάνε πως είμαι. Εκτός από έναν πόνο στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου είμαι καλά. Μία κυρία μου φέρνει νερό σ’ ένα πλαστικό ποτήρι. Δύο μοτοσικλετιστές του ΕΚΑΒ έρχονται σε λίγο. Μου μετράνε την πίεση, την βρίσκουν υψηλή, και με καθίζουν σε μία καρέκλα που φέρνει ο κ. Θανάσης από το μίνι μάρκετ παραδίπλα. Εκτός από ένα γδάρσιμο στο πίσω μέρος του κεφαλιού, δεν έχω κάποιο κάταγμα. Μου λένε πως μπορώ να επιστρέψω σπίτι μου, μου συστήνουν όμως να πάω μια βόλτα από τον Ευαγγελισμό, που εφημερεύει, να κάνω κάποιες εξετάσεις για σιγουριά. Φοβούμενος τίποτε επιπλοκές τη νύχτα από καμία διάσειση, συναινώ. Σε λίγο είμαι στο ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. Φτάνουμε στον Ευαγγελισμό. Άλλο σκηνικό εκεί.
Με πάνε στο καρδιολογικό. Οι γιατροί με στέλνουν στο παθολογικό. Κόσμος πολύς. Χαμός. Τα φορεία το ένα δίπλα στο άλλο σε διάταξη κονσέρβας με σαρδέλες Σε κάθε νέο φορείο που έρχεται, μανούβρες, για να χωρέσει και αυτό. Νομίζω πως δεν είμαι στην Ελλάδα, αλλά στην Καμπούλ. Σε λίγο έρχεται και η Ε. που έχω, στο μεταξύ, ειδοποιήσει. Μια γιαγιά δίπλα μου αναζητά μάταια την κόρη της, η οποία δεν εμφανίζεται. Βλέπω και κάτι φάτσες ροδαλές με κοντά παντελονάκια. Ακούω να μιλάνε αγγλικά. Είναι, λέει, αμερικάνοι που τρέξανε στον μαραθώνιο, αλλά δεν άντεξαν. Περνάει κάμποση ώρα. Ακούω μέσα στον χαμό το όνομά μου. Εδώ λέω. Θα με εξετάσει κανείς, ρωτάω μια γιατρό που περνά βιαστικά δίπλα μου. Ναι, μου λέει αλλά θα αργήσει. Να κάνετε υπομονή. Εκεί που νόμιζα ότι με είχαν ξεχάσει, εμφανίζεται ένας νεαρός γιατρός με σβέλτες κινήσεις. Μου παίρνει το ιστορικό. Στηθοσκόπιο. Πάρτε βαθιές ανάσες. Βήξτε. Αιμοληψία. Καρδιογράφημα. Τώρα; Τώρα θα περιμένουμε τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Σε πόση ώρα; Οι εξετάσεις αίματος θα βγουν σε τρεις ώρες! Βράζουμε στο ζουμί μας. Η Ε. μου φέρνει ένα μπουκαλάκι νερό. Η ώρα δεν περνάει. Ανταγωνιζόμαστε και οι δύο για μια θεσούλα πάνω στο άβολο φορείο. Η Ε. πιάνει την κουβέντα με έναν συμπαθή αμερικανό, λίγο πιο πέρα, που περιμένει κι αυτός τη σειρά του. Μετά από τρεις ώρες περίπου, έρχεται πάλι ο συμπαθητικός νεαρός γιατρός συνοδευόμενος αυτή τη φορά από έναν πενηντάρη γιατρό με σοβαρό και καθαρό πρόσωπο. Του δείχνει κάτι χαρτιά και του λέει το ιστορικό. Ο “καθηγητής” τα κοιτάζει προσεκτικά και μου λέει, δεν θα σας κρατήσουμε για νοσηλεία, θα επιστρέψετε σπίτι σας. Να παρακολουθείτε την πίεσή σας. Αυτό ήταν! Σώθηκα! Την γλύτωσα.
Τις πρώτες μέρες ο φόβος με κράτησε στο σπίτι. Την Πέμπτη, μάζεψα τα κουράγια μου και πήγα μέχρι την καφετέρια της γωνίας. Ο καφές μου φάνηκε θεϊκός. Η φασαρία και οι ομιλίες που συνήθως με ενοχλούν όταν υπάρχουν, μου φάνηκαν βάλσαμο. Ήμουν ανάμεσα σε ζωντανούς!
Η εμπειρία μου από τον Ευαγγελισμό, εντυπωσιακή. Αν εξαιρέσει κανείς το σκηνικό πολέμου στα επείγοντα, η σοβαρότητα και ο επαγγελματισμός των γιατρών και η όλη οργάνωση μου έδειξαν ότι, παρ’ όλες τις απίστευτα δύσκολες συνθήκες που αντιμετωπίζουν, κάποιοι κρατούν το ΕΣΥ ζωντανό. Μπράβο τους. Ο από 55ετίας φίλος μου Σταύρος, θεωρεί ότι μετά το περιστατικό αυτό, πέραν του μπαστουνιού που με συνοδεύει στις μετακινήσεις μου, θα χρειαστώ και την αρωγή της πολυαγαπημένης μου Τάρας για να αποφεύγω τις κακοτοπιές των δρόμων. Μου φιλοτέχνησε και ανάλογο σκίτσο…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News