Από τον περασμένο Ιούλιο, που συνελήφθη ο πρώην σύντροφός της και συνεργάτης της Τζέφρι Επσταϊν, και μέχρι τη σύλληψή της την Πέμπτη 2 Ιουλίου με την κατηγορία ότι «βοήθησε, διευκόλυνε και συνέβαλε στην κακοποίηση ανηλίκων» από τον αμερικανό δισεκατομμυριούχο χρηματιστή μεταξύ 1994 και 1997, αλλά και γιατί ψευδομαρτύρησε επανειλημμένως στο πλαίσιο της δίκης του Επσταϊν, η Γκισλέιν Μάξγουελ κρυβόταν σε διάφορες τοποθεσίες στη Νέα Αγγλία, όμως κανείς δεν γνώριζε πού ακριβώς ήταν. Μέχρι που πρόσφατα εντοπίστηκε σε ένα πολυτελές ακίνητο στο Μπράντφορντ του Νιού Χάμσαϊρ.
«Είναι ένα καταπληκτικό καταφύγιο για τον λάτρη της φύσης που θέλει επίσης απόλυτη προστασία της ιδιωτικής ζωής του», ανέφερε ένας ιστότοπος, για την κατοικία των τεσσάρων υπνοδωματίων και τεσσάρων λουτρών, συνολικής επιφάνειας 400 τ.μ. που είναι χτισμένη μέσα σε ένα κτήμα 600 στρεμμάτων, και η οποία πωλήθηκε έναντι 1.070.750 δολαρίων (953.535 ευρώ).
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian η Μάξγουελ αγόρασε το πανέμορφο ακίνητο στο Μπράντφορντ τον περασμένο Δεκέμβριο και μάλιστα με μετρητά. Και συνέχιζε να απολαμβάνει «μια ζωή γεμάτη προνόμια», όπως ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου μετά τη σύλληψή της, ο Γουίλιαμ Σουίνι, βοηθός διευθυντής του γραφείου του FBI στη Νέα Υόρκη.
Η λεπτομερής περιγραφή του πρόσφατου τόπου και χρόνου διαμονής της Μάξγουελ είναι ένα από τα πολλά στοιχεία που αποκαλύπτονται στο γραπτό υπόμνημα του εισαγγελέα με σκοπό να πείσει το δικαστήριο για την κράτησή της εν αναμονή της δίκης της. Εάν καταδικαστεί, η 58χρονη Μάξγουελ αντιμετωπίζει ποινή έως και 35 χρόνια σε ομοσπονδιακή φυλακή.
Η Γκισλέιν Μάξγουελ έχει τριπλή υπηκοότητα, γαλλική, βρετανική και αμερικανική και κατέχει διαβατήρια και από τις τρεις χώρες, έγραψαν οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς. Ανέφεραν επίσης ότι, όπως δείχνουν τα ταξιδιωτικά αρχεία, «έκανε συχνά διεθνή ταξίδια, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον 15 διεθνών πτήσεων τα τελευταία τρία χρόνια σε περιοχές όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και το Κατάρ».
Η φίλη του μεγιστάνα και κατηγορούμενου για παιδεραστία, που φέρεται να αυτοκτόνησε μέσα στο κελί του τον Αύγουστο του 2019, σταμάτησε τις δημόσιες εμφανίσεις, και οι αρχές ισχυρίστηκαν πως «φαίνεται ότι έκανε σκόπιμες προσπάθειες για να αποφύγει τον εντοπισμό της». Στις φερόμενες προσπάθειές της περιλαμβάνεται «αλλαγή τόπου διαμονής τουλάχιστον δύο φορές, αλλαγή του αριθμού τηλεφώνου της (καταχωρίστηκε με το όνομα «G Max») και διεύθυνσης email, και online παραγγελίες πακέτων για παράδοση σε άλλο όνομα στην ετικέτα αποστολής, ενώ και η μεγάλη ιδιοκτησία στο Μπράντφορντ όπου συνελήφθη αγοράστηκε ανώνυμα «μέσω μιας προσεκτικά επιλεγμένης offshore (LLC)», όπως αναφέρθηκε. Οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς δήλωσαν ακόμη ότι η Μάξγουελ θεωρείται ύποπτη φυγής καθώς διαθέτει τα χρήματα για να το «σκάσει», αν βγει με εγγύηση.
Οι διώκτες της ανέφεραν ότι βρέθηκαν «περισσότεροι από 15 διαφορετικοί τραπεζικοί λογαριασμοί που διατηρούνται από τη Μάξγουελ ή συνδέονται με την κατηγορούμενη από το 2016 μέχρι σήμερα και τα συνολικά υπόλοιπα αυτών των λογαριασμών κυμαίνονται από συνολικά εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια μέχρι πάνω από από 20 εκατ. δολάρια».
Η εισαγγελία υποστηρίζει ότι από το 2007 έως το 2011, περίπου 20 εκατ. δολάρια μεταφέρθηκαν από λογαριασμούς που συνδέονται με τον Επσταϊν, σε λογαριασμούς που συνδέονται με την Μάξγουελ και μετά πάλι πίσω. Μάλιστα, μερικά από αυτά τα transfers ήταν «ύψους εκατομμυρίων δολαρίων»…
Ποια όμως είναι στην πραγματικότητα η Γκισλέιν Μάξγουελ;
Πατέρας της ήταν ο περιβόητος «βαρόνος» του βρετανικού Τύπου Ρόμπερτ Μάξγουελ, η ταραχώδης ζωή του οποίου παρουσιάστηκε στο τηλεοπτικό δράμα του BBC «Μάξγουελ». Στις 5 Νοεμβρίου 1991 και ενώ βρισκόταν σε κρουαζιέρα αναψυχής στα Κανάρια Νησιά, ο Μάξγουελ εξαφανίσθηκε από τη θαλαμηγό του και τελικά ανασύρθηκε από τα σωστικά συνεργεία νεκρός, αρκετές ώρες αργότερα, σε ηλικία 68 ετών.
Ο τσεχοσλοβάκος μεγαλοεκδότης ήταν γιος εκτελεσθέντος από τους Ναζί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το πραγματικό του όνομά του ήταν Γιαν Λούντβικ Χοχ και σύμφωνα με δική του εξομολόγηση, έζησε σε απόλυτη ένδεια τα παιδικά του χρόνια. Το 1940 κατάφερε να διαφύγει στη Μεγάλη Βρετανία, όπου το τέλος του πολέμου τον βρήκε αξιωματικό του βρετανικού στρατού και στη συνέχεια απασχολήθηκε ως εργάτης Τύπου.
Δραστήριος και δημιουργικός, κατάφερε σταδιακά να αποκτήσει σημαντική περιουσία και να εξελιχθεί σε επιτυχημένο δημοσιογράφο, ενώ υπηρέτησε ως βουλευτής του Εργατικού Κόμματος από το 1964 έως το 1970. Ιδρυσε ένα πλήθος εντύπων παγκόσμιας εμβέλειας, όπως οι εφημερίδες Daily News, Daily Mirror, το περιοδικό European κ.α. Και κατά καιρούς υπήρξαν φήμες για διασυνδέσεις του με μυστικές υπηρεσίες ή ύποπτες οικονομικές συναλλαγές.
Δυο εβδομάδες μετά τον μυστηριώδη θάνατό του έγινε γνωστό πως άφησε χρέη περίπου 560 εκατ. ευρώ. Το χειρότερο, όμως, ήταν πως είχε βάλει «χέρι» στα αποθεματικά του ταμείου, το οποίο διαχειριζόταν τα λεφτά των εργαζομένων στην εφημερίδα The Daily Mirror με συνέπεια 30 χιλιάδες συνταξιούχοι να χάσουν τις οικονομίες μιας ολόκληρης ζωής.
Η Γκισλέιν ήταν η μικρότερη από τα εννιά παιδιά του Ρόμπερτ Μάξγουελ και γεννήθηκε το 1961 στη Γαλλία δύο ημέρες πριν από ένα τροχαίο που άφησε τον τότε 15χρονο αδελφό της σε κώμα μέχρι τον θάνατό του έξι χρόνια αργότερα. Η Γαλλίδα μητέρα της έχει πει ότι εκείνο το ατύχημα επηρέασε αρνητικά ολόκληρη την οικογένεια και ήταν υπεύθυνο για τη νευρική ανορεξία της Γκισλέιν από την παιδική της ηλικία.
Στη συνέχεια, η οικογένεια μετακόμισε στην Οξφόρδη, σε έναν πύργο 53 δωματίων που ήταν και η έδρα της εκδοτικής εταιρείας Pergamon Press του Μάξγουελ. Η Γκισλέιν είχε πολύ στενή σχέση με τον πατέρα της – έχει ειπωθεί ότι ήταν η αγαπημένη κόρη του – που αποδείχτηκε εξαιρετικά αυστηρός αφού της απαγόρευε να φέρνει τα αγόρια της στο σπίτι ή να κυκλοφορεί δημόσια μαζί τους όταν σπούδαζε στην Οξφόρδη.
Την δεκαετία του 1980 η Μάξγουελ υπήρξε σημαίνον μέλος των κοσμικών κύκλων του Λονδίνου και για ένα διάστημα δούλεψε στην έκδοση The European, του πατέρα της, ο οποίος κατόπιν ίδρυσε ειδικά για εκείνη μια εταιρεία επιχειρηματικών δώρων στη Νέα Υόρκη. Την ίδια εποχή ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό και περνούσε μεγάλα διαστήματα στη «Lady Ghislaine», την πολυτελή θαλαμηγό του πατέρα της που διέθετε τζακούζι, σάουνα, γυμναστήριο ακόμη και ιδιωτική disco.
Αμέσως μετά τον θάνατο του πατέρα της, τον οποίο η ίδια απέδωσε σε δολοφονία και όχι σε αυτοκτονία όπως είχε ειπωθεί «γιατί δεν ήταν του χαρακτήρα του», η Γκισλέιν μετακόμισε στις ΗΠΑ, όπου συνέχισε να ζει άνετα χάρη σε ένα διαπίστευμα 80.000 λιρών που είχε κάνει στο Λίχτενσταϊν για εκείνη ο πατέρας της. Παράλληλα εργαζόταν σε μια εταιρεία real estate στη λεωφόρο Μάντισον, ζούσε στο διαμέρισμα ενός Ιρανού φίλου της στο Σέντραλ Παρκ, έκανε στενή παρέα με την Ιβάνα Τραμπ και τον γιο του Κασόγκι και πολύ γρήγορα αναδείχτηκε σε κεντρικό πρόσωπο της σκηνής των κοσμικών της Νέας Υόρκης.
Με τον Τζέφρι Επσταϊν γνωρίστηκαν στις αρχές του 1990, η ερωτική σχέση τους μετά από μερικά χρόνια μετατράπηκε σε φιλική και παρέμεινε στενή για πάντα. Το 2009, σε δικαστική έρευνα, πολλοί υπάλληλοι του Επσταϊν κατέθεσαν ότι ο δισεκατομμυριούχος χρηματιστής ανέφερε την Μάξγουελ ως την «κύρια φίλη» του, η οποία περίπου από το 1992 προσλάμβανε, απέλυε και επέβλεπε το προσωπικό του. Κάποιοι την ανέφεραν ως «κυρία του σπιτιού» και ως «επιθετική βοηθό» του, ενώ σε ένα άρθρο του Vanity Fair το 2003, η Βίκι Γουάρντ έγραψε ότι ο Επσταϊν αναφέρθηκε στη Μάξγουελ ως «η καλύτερη φίλη μου». Παρατήρησε επίσης ότι η Μάξγουελ φαινόταν «να οργανώνει μεγάλο μέρος της ζωής του».
Γνωστή είναι επίσης η μακρόχρονη φιλία της Γκισλέιν Μάξγουελ με τον πρίγκηπα Αντριου, δευτερότοκο γιο της βασίλισσας Ελισάβετ, τον οποίο έφερε σε επαφή με ένα δίκτυο εκδιδόμενων γυναικών και προαγωγών στη Νέα Υόρκη. Του γνώρισε επίσης τον Τζέφρι Επσταϊν και συχνά έκαναν παρέα οι τρεις τους. Το 2000, μάλιστα, ο Αντριου διοργάνωσε ένα πάρτι για τα 39α γενέθλια της Μάξγουελ σε μια από τις κατοικίες της βασίλισσας, στο Νόρφολκ της Αγγλίας.
Ανάμεσα στους διάσημους φίλους της συγκαταλέγονταν ο πρώην και ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον και Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και ο γνωστός συνταγματολόγος Αλαν Ντέρσοβιτς (εκ των συνηγόρων του Τραμπ), με τους οποίους έχει φωτογραφηθεί κατά καιρούς.
Η σχέση της με τον Επσταϊν ήταν πολύ σκοτεινή. Πολλοί την κατηγορούν ότι ήταν προαγωγός αφού κρυμμένη πίσω από μια εταιρεία δημόσιων σχέσεων και διοργάνωσης εκδηλώσεων σε επαύλεις από τη Νέα Υόρκη μέχρι τη Φλόριδα, στην πραγματικότητα στρατολογούσε ανήλικα κορίτσια για να ικανοποιούν τις ανάγκες του πρώην συντρόφου και συνεταίρου της και άλλων. Η σχέση τους ήταν όμως και επίσημα επαγγελματική, αφού το 1995 ο Επσταϊν μετονόμασε μία από τις εταιρείες του με έδρα το Παλμ Μπιτς της Φλόριντα σε Ghislaine Corporation, η οποία διαλύθηκε τρία χρόνια αργότερα.
Το 2008 ο Επσταϊν καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 18 μηνών για παιδεραστία και εξέτισε 13 μήνες στη φυλακή. Μετά από αυτό η Μάξγουελ συνέχισε μεν τις επαφές της με διάφορους επιφανείς κανείς όμως δεν την ξαναείδε δημόσια, τουλάχιστον μαζί με τον διεφθαρμένο χρηματιστή. Και από το 2015 σταμάτησε να διοργανώνει (και να εμφανίζεται δημόσια) κοινωνικές εκδηλώσεις.
Οσο και αν προσπάθησε όμως δεν κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη, οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει τώρα ένα χρόνο μετά την αυτοκτονία του πρώην συντρόφου της είναι εξαιρετικά σοβαρές, ενώ πολλοί διάσημοι φίλοι και γνωστοί της μάλλον τρέμουν τώρα για πιθανές αποκαλύψεις της και είναι πολύ πιθανό ότι η Μάξγουελ θα ζήσει τις επόμενες δεκαετίες στη φυλακή.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News