Λέμε για κάποιους ανθρώπους όταν πεθαίνουν, ότι ο θάνατός τους είναι «τέλος εποχής». Στην περίπτωση του επιχειρηματία και εκδότη Γιώργου Μπόμπολα αυτή η φράση δεν ισχύει, καθώς η εποχή που εισήγαγε ο ίδιος στα ελληνικά πράγματα, όχι μόνο δεν τελείωσε μαζί του, αλλά είχε ήδη αναχθεί στον κυρίαρχο τρόπο με τον οποίον εξελισσόταν ο δημόσιος βίος. Για τη διαπλοκή μιλάμε φυσικά.
Το 2005, με την ευφορία των Ολυμπιακών πίσω μας και την πορεία προς την οικονομική κρίση να φαίνεται ήδη αναπόφευκτη, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή κατεβάζει στη Βουλή τον νόμο για τον «βασικό μέτοχο» που προσπαθεί να αποκλείσει από την ιδιοκτησία ΜΜΕ φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν οικονομικές σχέσεις με το Δημόσιο.
Ο Γιώργος Μπόμπολας ανεβαίνει στα κάγκελα. Ο ίδιος επί πάνω από δύο δεκαετίες έκανε ήδη τότε και τα δύο σε ευρεία κλίμακα και με τρόπο που οι δύο αυτές ιδιότητές του ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Τελικά ο νόμος απορρίπτεται από την ΕΕ και ο Μπόμπολας ησυχάζει.
Η ιστορία των κατασκευαστικών και μιντιακών δραστηριοτήτων του εκλιπόντος είναι σχεδόν μυθιστορηματική, με την έννοια ότι αν δεν ζεις στην Ελλάδα και όλα αυτά δεν τα έχεις κάπως συνηθίσει, δυσκολεύεσαι να τα πιστέψεις. Για την Ελλάδα, όμως, είναι η ίδια η νεότερη ιστορία της.
Ο εκλιπών ξεκίνησε την πολυετή επιχειρηματική και μιντιακή καριέρα του σχεδόν ταυτόχρονα, όταν το 1977, με βασικό συνεταίρο τον μετέπειτα υπουργό Δημοσίων Έργων του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελο Κουλουμπή, ιδρύουν την «Τεχνοδομή». Την ίδια εποχή εκδίδει τη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, που ταιριάζει πολύ και με το αριστερό και αντιστασιακό του παρελθόν. Τρία χρόνια αργότερα αγοράζει το «Εθνος», το οποίο μεταβάλλεται σε ιερό ευαγγέλιο της προπαγάνδας υπέρ ΠΑΣΟΚ και Ανδρέα Παπανδρέου, σε επίπεδο προσωπολατρείας. Ακόμη και σήμερα όταν σκέφτεσαι το «Εθνος», το ΠΑΣΟΚ σου έρχεται συνειρμικά στο μυαλό, παρότι πλέον η εφημερίδα ανήκει στον Ιβάν Σαββίδη. Είναι μια πολύ ταιριαστή πορεία για το «Εθνος» αυτή, αν μη τι άλλο άλλαξε μεν χέρια αλλά δεν άλλαξε η επιχειρηματική ιδιοσυγκρασία της ιδιοκτησίας του.
Η «Πήγασος Εκδοτική», ιδιοκτήτρια εταιρεία του «Εθνους», φέρνει νέα ήθη στο εκδοτικό τοπίο της χώρας, καθώς τον ρόλο των παραδοσιακών εκδοτών (Λαμπράκης, Βλάχου) συμπληρώνουν πλέον άνθρωποι που βασικό τους προσόν είναι ότι διαθέτουν υψηλή ρευστότητα. Στα βήματα του Μπόμπολα θα ακολουθήσει σύντομα ο Κοσκωτάς (με τη γνωστή τραγική κατάληξη), ο Βαρδινογιάννης, ο Αλαφούζος και διάφοροι ακόμη πιο νεόκοποι σήμερα. Η πορεία ήταν μονόδρομος και η εμπλοκή όλων αυτών στο εκδοτικό τοπίο την έκανε μη-αναστρέψιμη.
Ο Τύπος, ή τουλάχιστον ο Τύπος των μη παραδοσιακών εκδοτών, δεν χρειαζόταν πλέον να πουλάει για να αυτοσυντηρείται, άρα έχασε και το βασικό του έρεισμα για να είναι αντικειμενικός, ή έστω να το παλεύει. Τον συντηρούσαν τα χρήματα και τα συμφέροντα των ιδιοκτητών του. Αρκούσε, λοιπόν, να είναι συνεπής στις επιχειρηματικές και πολιτικές δεσμεύσεις εκείνων.
Ο Μπόμπολας χρηματοδοτούσε τις εκδόσεις με τα κέρδη από τα δημόσια έργα που έπαιρνε με την τεχνική του εταιρεία, η οποία κέρδιζε τους διαγωνισμούς με την πίεση και την επιρροή που ασκούσαν οι εκδόσεις του. Δεν είναι τόσο πολύπλοκη η πρόταση όσο φαίνεται. Ξαναδιαβάστε την. Είναι ο τέλειος κύκλος. Τόσο τέλειος που έκανε πάνω από 20 χρόνια να σπάσει. Όχι ότι έσπασε ακριβώς, απλώς κάποια στιγμή τα πράγματα λίγο άλλαξαν και ο επιχειρηματίας προσαρμόστηκε. Μέχρι να συμβεί αυτό, όμως, ο Μπόμπολας έχτισε τη μισή Ελλάδα.
Το 1999 η Τεχνοδομή μετονομάζεται σε Ελλάκτωρ, και συνεχίζει τη μεγαλειώδη πορεία της στο θαυμαστό κόσμο των δημοσίων έργων. Από το 1982 ως το μεγάλο πρότζεκτ των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, δεν υπήρξε ούτε μισό δημόσιο έργο που να μην φέρει την υπογραφή (και) της Ελλάκτωρ: Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, Αττική Οδός, Ολυμπιακό Χωριό, Νέο Μουσείο Ακρόπολης, ΟΑΚΑ, κατασκευές Χ.Υ.Τ.Α., μεγάλα κομμάτια των κύριων δρόμων της Ελλάδας, βιολογικοί καθαρισμοί Ψυττάλειας και Θεσσαλονίκης και κυκλικός κόμβος Λεωφόρου Κηφισίας, για να πούμε μόνο λίγα παραδείγματα.
Μετά, τα λεφτά στερεύουν στο Δημόσιο, τα έργα περιορίζονται και τα ΜΜΕ αρχίζουν να γίνονται πιο δαπανηρά από χρήσιμα. Ο Μπόμπολας αρχίζει να αποτραβιέται, αφήνοντας από το 2015 τη διοίκηση της «Πήγασος» στο γιο του Φώτη. Η οικογένεια, απαλλάσσεται από τα βαρίδια κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -που φωνασκεί για τη διαπλοκή- πρώτα με το «Εθνος» και την «Ημερησία» τα οποία πουλάει το 2017 στον φιλικό προς την κυβέρνηση Ιβάν Σαββίδη και μετά με το MEGA, στο οποίο ήταν συμμέτοχος από το 1989 ως το 2019, όταν και πουλήθηκε στον Βαγγέλη Μαρινάκη. Απαντες ευχαριστημένοι. Και ο ΣΥΡΙΖΑ και οι νέοι εκδότες και οι παλιοί. Οχι όμως οι εργαζόμενοι στον «Πήγασο» και στο ΜΕGΑ. Διότι στο μεταξύ η «Πήγασος» είχε καταλήξει μια εντελώς χρεοκοπημένη εταιρεία, που δεν πλήρωνε το προσωπικό, ενώ οι εισαγγελείς εγκαλούσαν τον Μπόμπολα για θαλασσοδάνεια 160 εκατομμυρίων ευρώ που είχαν ληφθεί χωρίς εγγυήσεις και δεν αποπληρώνονταν. Μαύρες τρύπες παντού, ΜΜΕ που αλλάζουν χέρια στο ένα χιλιοστό της αξίας τους, κυβερνήσεις που σφυρίζουν αδιάφορα και αγανακτισμένοι επιχειρηματίες που παριστάνουν τα θύματα.
Το πλέον εντυπωσιακό στην περίπτωση του Γιώργου Μπόμπολα είναι ότι όλα αυτά δεν τα λέμε ούτε τα γράφουμε εμείς εδώ για πρώτη φορά. Από τη δεκαετία του ’90 ήδη, όταν και εισήχθη ο όρος διαπλοκή στο λεξιλόγιό μας, πολλοί ήταν εκείνοι που διαμαρτύρονταν, ακόμη περισσότεροι εκείνοι που τα έβλεπαν, κάποιες απόπειρες έγιναν για να περιοριστεί το απόλυτο ξεχείλωμα, αλλά ουσιαστικά δεν άλλαξε ποτέ απολύτως τίποτε. Η περίφημη «διαπλοκή» έγινε προεκλογική και αντιπολιτευτική σημαία και μετά ξεχάστηκε ή απλώς άλλαξε πρόσωπο τόσο πολλές φορές, που είναι πλέον αδύνατον να θυμηθείς.
Καταθέτοντας το 2016 σε επιτροπή της Βουλής, ο Φώτης Μπόμπολας απάντησε σε ερώτηση «αν υπάρχει διαπλοκή στην Ελλάδα» με την πρόταση «ο όμιλός μας έχει στοχοποιηθεί». Ήταν μια μάλλον παράξενη προσέγγιση από τον εκπρόσωπο μιας οικογένειας που επιβίωσε επιχειρηματικά επί σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, χωρίς καμία από τις κυβερνήσεις που πέρασαν να την ακουμπήσει.
Το 2018 ήρθε η αρχή του τέλους και για την παντοκρατορία Μπόμπολα στον τομέα των κατασκευών, καθώς έχασε τον έλεγχο της Ελλάκτωρ από την οικογένεια Καλλιτσάντση. Το 2021, η εταιρεία πέρασε στα χέρια της ολλανδικής Reggeborgh Invest. Ο πατήρ Μπόμπολας στενοχωρήθηκε, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, για τις αλλαγές αυτές, κάτι που θεωρούσε ότι δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί.
Ο Γιώργος Μπόμπολας πέθανε στα 94 του χρόνια, πάρα πολύ πλούσιος και κυρίως ουσιαστικά ανέγγιχτος από κάθε σκάνδαλο, κάθε κρίση, κάθε κάθαρση. Ισως επειδή δεν υπήρξε ποτέ κάθαρση…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News