Οτι κάποτε υπήρχε ένας στρατός που θεωρείτο από τους πιο ισχυρούς στον κόσμο, καθώς ήταν εξοπλισμένος με τα βαρύτερα και πιο σύγχρονα άρματα μάχης, με μαχητικά αεροσκάφη νέας γενιάς και με τα πλέον προηγμένα πολεμικά πλοία, αρχίζει ένα κείμενό του στο αμερικανικό The Atlantic ο Φίλιπς Πέισον Ο’ Μπράιαν, καθηγητής Στρατηγικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο St. Andrew’s της Σκωτίας.
Ο στρατός αυτός είχε επενδύσει πολλά στον εκσυγχρονισμό του, ενώ οι επιτελείς του είχαν καταστρώσει μερικά από τα πιο σύνθετα σχέδια πολέμου σε ολόκληρη την Ευρώπη, μας πληροφορεί o έγκριτος ακαδημαϊκός. Επιπρόσθετα είχε εκπαιδευτεί και προετοιμαστεί ειδικά για έναν συγκεκριμένο πόλεμο που οι περισσότεροι πίστευαν πως θα τον κέρδιζε εάν ξεσπούσε.
Αυτός ο στρατός θα μπορούσε να είναι «ο ρωσικός στρατός που εισέβαλε στην Ουκρανία», γράφει ο Ο’ Μπράιαν, ωστόσο στην πραγματικότητα αναφέρεται στον γαλλικό στρατό της δεκαετίας του 1930, ο οποίος θεωρείτο ένας από τους πιο προηγμένους και ισχυρούς στον κόσμο, ο μοναδικός που θα μπορούσε να αντιταχθεί στη ναζιστική Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ, σύμφωνα με τον Ουίντσον Τσόρτσιλ, ο οποίος είχε δηλώσει το 1933 (και επαναλάβει αρκετές φορές στη συνέχεια): «Ευχαριστώ τον Θεό για τον γαλλικό στρατό».
Ομως όταν ρίχτηκε, τελικά, στη μάχη ο γαλλικός στρατός, αποδείχτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο πως ήταν ανεπαρκής. «Η Γερμανία κατέκτησε τη Γαλλία σε λιγότερο από δύο μήνες το 1940. Ολη η υποτιθέμενη υπεροχή του γαλλικού στρατού σε εξοπλισμό και στρατηγική ήταν άχρηστη. Μια σειρά προβλημάτων – κακή διοικητική μέριμνα, άθλιες επικοινωνίες και χαμηλό ηθικό – ταλάνιζαν έναν στρατό στον οποίο στρατιώτες και κατώτεροι αξιωματικοί παραπονούνταν για άκαμπτη ηγεσία», αναφέρει ο αμερικανός ειδικός.
Το 1940, οι Γάλλοι είχαν το «καλύτερο» άρμα μάχης, το Char B-1. Ηταν καλύτερα οπλισμένο, με πυροβόλο διαμετρήματος 75 χλστ., και καλύτερα θωρακισμένο από όλα τα τανκς που διέθεταν οι Γερμανοί. Αλλά όταν άρχισε η Μάχη της Γαλλίας, το Char B-1, παρουσίασε μια σειρά από σημαντικά μειονεκτήματα, κυρίως το ότι έκαιγε πολύ πετρέλαιο και παρουσίαζε συχνά μηχανικές βλάβες.
Η εικόνα, τo σχέδιο και ο… Τάισον
Ο εξοπλισμός και το στρατηγικό δόγμα ενός στρατού «αποκαλύπτουν λίγα όσον αφορά την απόδοσή του σε έναν πόλεμο», συνοψίζει ο Ο’Μπράιαν. Για την πρόβλεψη των επιδόσεων ενός στρατού στα πεδία των μαχών δεν αρκεί η ανάλυση του οπλοστασίου του και της στρατηγικής του, πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη «η ικανότητά του να διεξάγει σύνθετες επιχειρήσεις, οι λιγότερο εντυπωσιακές αλλά κρίσιμες υπηρεσίες επιμελητείας και η δέσμευση των στρατιωτών του να πολεμήσουν και να πεθάνουν στον συγκεκριμένο πόλεμο που διεξάγεται. Το σημαντικότερο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι το πώς θα αποδώσει ένας στρατός, δεχόμενος αντεπίθεση από έναν ικανό εχθρό», εξηγεί.
Θέλοντας να γίνει απόλυτα κατανοητός δεν επικαλείται κάποιον εξέχοντα στρατηγό άλλα έναν από τους κορυφαίους πυγμάχους όλων των εποχών: «Ολοι έχουν ένα σχέδιο μέχρι να τους ρίξουν μια γροθιά στο στόμα», είχε πει ο Μάικ Τάισον και σύμφωνα με τον Ο’Μπράιαν «αυτό που βλέπουμε σήμερα στην Ουκρανία είναι ένας θεωρητικά σπουδαίος στρατός που τον γρονθοκοπούν στο στόμα».
Το ότι ο ρωσικός στρατός γρονθοκοπείται από τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να έχει φέρει τουλάχιστον σε αμηχανία και τα μέλη της ευρύτερης στρατιωτικής κοινότητας των κρατών της Δύσης, καθώς τα περισσότερα προέβλεπαν πως οι ρωσικές δυνάμεις θα καταλάμβαναν τη Ουκρανία μέσα σε λίγες ημέρες.
Τα σούπερ άρματα και τα Sukhoi
Επί χρόνια δυτικοί ειδικοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για τον πανάκριβο εκσυγχρονισμό των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, προειδοποιώντας πως είχαν καλύτερα άρματα μάχης (Τ-90) και μαχητικά αεροσκάφη (SU-34) με κορυφαίες τεχνικές προδιαγραφές. Επιπρόσθετα ο ρωσικός στρατός κατέστη σταδιακά περισσότερο επαγγελματικός/εθελοντικός ενώ οι επιτελείς του επανεξέτασαν τη στρατηγική τους, δημιουργώντας νέες τεθωρακισμένες μονάδες οι οποίες επρόκειτο να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάληψη της Ουκρανίας.
«Βασικά, πολλοί άνθρωποι βασίστηκαν στην αίγλη του πολέμου, ένα είδος πολεμικής πορνογραφίας, για να προβλέψουν την έκβαση της εισβολής της Ρωσίας στη γειτονική χώρα», αποφαίνεται ο αμερικανός πανεπιστημιακός. Η καταμέτρηση των αρμάτων μάχης και των μαχητικών αεροσκαφών και η ανάδειξη των τεχνικών τους προδιαγραφών «δεν είναι ένας χρήσιμος τρόπος ανάλυσης σύγχρονων στρατών», προσθέτει, υποστηρίζοντας πως τα συστήματα που χρησιμοποίησε η Δύση για να αξιολογήσει τις δυνατότητες των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων απέτυχαν σχεδόν όσο απέτυχε ο ρωσικός στρατός να καταλάβει την Ουκρανία.
Οσον αφορά τους λόγους που οι προ του πολέμου εκτιμήσεις των ρώσων στρατηγών και του Πούτιν αλλά και των ειδικών της Δύσης αποδείχθηκαν τόσο λανθασμένες, ο Ο’Μπράιαν επισημαίνει τους εξής δύο: Πρώτον, υπερεκτιμήθηκε η ικανότητα του ρωσικού στρατού να διεξάγει σύνθετες πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και η ευρωστία του συστήματος επιμελητείας που διαθέτει. Δεύτερον, δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στα βασικά κίνητρα και στο ηθικό των στρατιωτών που επρόκειτο να δοκιμάσουν στην πράξη τα προηγμένα οπλικά συστήματα και την όποια στρατηγική του ρωσικού στρατού.
Επειτα από περισσότερο από πέντε εβδομάδες πολέμου, το ότι οι Ρώσοι δυσκολεύονται ιδιαίτερα στη διεξαγωγή σύνθετων στρατιωτικών επιχειρήσεων το αποδεικνύει ξεκάθαρα η αδυναμία τους να κυριαρχήσουν στους αιθέρες, ούτως ώστε να παράσχουν στις χερσαίες δυνάμεις τους την απαραίτητη υποστήριξη, περιορίζοντας τις κινήσεις των Ουκρανών.
Οσον αφορά την ευρωστία του συστήματος επιμελητείας των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, η ακινητοποίηση της στρατιωτικής φάλαγγας μήκους 60 χιλιομέτρων μερικά χιλιόμετρα έξω από το Κίεβο είναι ενδεικτική.
Ηθικόν… ανύπαρκτο
Σχετικά με το σχεδόν ανύπαρκτο ηθικό των ρώσων στρατιωτών, αποδείχτηκε πως ήταν «μπερδεμένοι ως προς το τι έκαναν, απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν την σκληρή ουκρανική αντίσταση και, όπως αποδεικνύεται από φωτογραφικό υλικό, αξιοσημείωτα πρόθυμοι να εγκαταλείψουν ακόμη και τον πιο προηγμένο ρωσικό εξοπλισμό σχεδόν ανέγγιχτο», γράφει ο Ο’Μπράιαν, αναφέροντας πως στους κόλπους των ρωσικών δυνάμεων που επιχειρούν στην Ουκρανία έχουν καταγραφεί κρούσματα απειθαρχίας καθώς και τουλάχιστον μια απόπειρα δολοφονίας ανώτερων αξιωματικών από στρατιώτες.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρωσικός στρατός είχε να διεξάγει σύνθετες πολεμικές επιχειρήσεις τουλάχιστον μία τριακονταετία, οι δυτικοί αναλυτές με ειδίκευση στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις θα μπορούσαν να έχουν προβλέψει πως θα προέκυπταν ανάλογα προβλήματα.
Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του, ο Ο’ Μπράιαν επισημαίνει πως, κατά τη διαδικασία αξιολόγησης ενός στρατού, πρέπει να εξετάζεται όχι μόνον η ισχύς του αλλά και η πιθανή αντίδρασή του στην πίεση και στο χάος των μαχών. «Ο πόλεμος είναι μια εξαιρετικά δύσκολη και πολύπλοκη επιχείρηση», υπενθυμίζει. Το ότι η πλειονότητα των δυτικών στρατιωτικών αναλυτών και λοιπών ειδικών ήταν της άποψης πως ο πανίσχυρος και υπερσύγχρονος ρωσικός στρατός θα κατακτούσε την Ουκρανία μέσα σε λίγες ημέρες είναι τουλάχιστον ανησυχητικό.
«Μπορούμε, και πρέπει, να προσπαθήσουμε να τα πάμε καλύτερα την επόμενη φορά. Αν οι παγκόσμιοι ηγέτες αντιληφθούν καλύτερα τις πιθανές δυσκολίες οποιουδήποτε πολέμου στην Ανατολική Ασία, ας πούμε, ίσως συνειδητοποιήσουν πόσο δύσκολο είναι να προβλεφθεί το αποτέλεσμα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης. Εάν οι Κινέζοι επιχειρούσαν μια απόβαση στην Ταϊβάν, για παράδειγμα, θα επρόκειτο για την πιο σύνθετη πολεμική επιχείρηση, μία επιχείρηση που ο στρατός τους δεν έχει διεξάγει ξανά. Δεν μπορώ να σας πω θα εξελισσόταν, αλλά ξέρω πως δεν θα εξελισσόταν βάσει σχεδίου. Ο πόλεμος δεν εξελίσσεται ποτέ βάσει σχεδίου», καταλήγει ο Ο’ Μπράιαν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News