Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην κορυφαία επιστημονική επιθεώρηση Nature, ήδη περίπου 600 εκατ. άνθρωποι έχουν αποκλειστεί σε περιοχές όπου επικρατούν αφιλόξενες κλιματολογικές συνθήκες (εξαιτίας της υπερθέρμανσης του πλανήτη), ενώ οι τρέχουσες παγκόσμιες πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ενδέχεται να οδηγήσουν σε αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα.
Αν δεν αλλάξουν αυτές οι πολιτικές σε περιοχές με κλιματολογικές συνθήκες που δεν ευνοούν την ανάπτυξη και την πρόοδο των κοινωνιών, ενδέχεται να ζουν 2 δισ. άνθρωποι έως το 2030 και 3,7 δισ. έως το 2090.
Εάν οι κυβερνήσεις κάνουν ό,τι πρέπει (και έχουν συμφωνήσει) ούτως ώστε η μέση παγκόσμια θερμοκρασία να μην αυξηθεί περισσότερο από 1,5 βαθμό Κελσίου, ο αριθμός των ανθρώπων που εκτίθενται σε ακραία ζέστη θα μπορούσε να μειωθεί έως και πέντε φορές. Αλλά αν εγκαταλείψουν τις πολιτικές τους για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω υπερθέρμανση του πλανήτη κατά περίπου 4,4 βαθμούς Κελσίου. Σε αυτή την περίπτωση, μέχρι το τέλος του αιώνα περίπου 5,3 δισ. άνθρωποι θα μπορούσαν να βρεθούν αντιμέτωποι με κλιματολογικές συνθήκες που θα είναι από επικίνδυνες έως αβίωτες.
Ωστόσο, κάποιοι εξακολουθούν να τα αρνούνται όλα αυτά. Να αρνούνται την κλιματική κρίση, τις ήδη καταστροφικές συνέπειές της και το γεγονός πως αν δεν σημειωθεί μια δραστική αλλαγή πολιτικής σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αντίκτυπος θα είναι συντριπτικός για το σύνολο της ανθρωπότητας.
Το ζήτημα, όμως, είναι ότι οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής (οι οποίοι, αντί να εκλείψουν υπό το βάρος των ολοένα πιο συχνών ακραίων καιρικών φαινομένων και των συνεπακόλουθων ανθρώπινων συμφορών ανά την υφήλιο, έχουν επιστρέψει δυναμικά στο προσκήνιο) δεν είναι μόνον αδαείς πολίτες. Είναι επίσης πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν και συχνά, πλέον, κερδίζουν την ψήφο των πολιτών – επιφανείς πολιτικοί αλλά και κόμματα της Ακροδεξιάς, καθώς και της αποκαλούμενης «σκληρής Δεξιάς». Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει σε κείμενό του ο Τζορτζ Μόνμπιο, αρθρογράφος του Guardian.
«Καθώς εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω κλιματικών καταστροφών, η Ακροδεξιά εκμεταλλεύεται τη δυστυχία τους για να αυξήσει την απήχησή της. Καθώς η Ακροδεξιά ενισχύεται, προγράμματα για την κλιματική αλλαγή διακόπτονται, η υπερθέρμανση επιταχύνεται και περισσότεροι άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Αν δεν σπάσουμε αυτόν τον κύκλο σύντομα, θα καταστεί η βασική ιστορία της εποχής μας» γράφει.
Σημειώνει ότι τα πλούσια κράτη εξακολουθούν να έχουν ακόμα επιλογές, μπορούν ακόμα να περιορίσουν σημαντικά την τεράστια ζημιά που προκαλείται από την περιβαλλοντική κατάρρευση, την οποία κατά πολύ μεγάλο βαθμό εκείνα προκάλεσαν. «Ομως αυτές οι επιλογές αποκλείονται σκόπιμα και συστηματικά. Οι εκμεταλλευτές των πολιτισμικών πολέμων, που συχνά χρηματοδοτούνται από δισεκατομμυριούχους και εμπορικές επιχειρήσεις, χαρακτηρίζουν ακόμη και τις πιο αθώες προσπάθειες για να περιοριστεί ο αντίκτυπός μας ως συνωμοσία με στόχο τον περιορισμό των ελευθεριών μας. Τα πάντα αμφισβητούνται: οι γειτονιές περιορισμένης κυκλοφορίας, οι πόλεις των 15 λεπτών, οι αντλίες θερμότητας, ακόμη και επαγωγικές εστίες. Δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε για την πιο ήπια αλλαγή δίχως 100 αγανακτισμένοι influencers να πεταχτούν για να ανακοινώσουν: “Ερχεται η σειρά σας”. Καθίσταται ολοένα πιο δύσκολο, ζητήματα όπως τα SUV, η κρεατοφαγία και οι αερομεταφορές να συζητηθούν ήρεμα και λογικά» γράφει.
«Η άρνηση της επιστήμης του κλίματος, η οποία είχε σχεδόν εξαφανιστεί πριν από μερικά χρόνια, έχει επιστρέψει τώρα με μια εκδίκηση. Οι περιβαλλοντικοί επιστήμονες και οι ακτιβιστές βομβαρδίζονται με ισχυρισμούς ότι είναι ανδρείκελα, κράχτες, κομμουνιστές, δολοφόνοι και παιδόφιλοι» προσθέτει.
Και καθώς ανθρώπινα πλήθη αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους αναζητώντας καταφύγιο σε εύρωστα οικονομικά κράτη για να γλιτώσουν από τις συνέπειες μιας κρίσης που δεν προκάλεσαν, μιας κρίσης που ήδη περιλαμβάνει πραγματικές πλημμύρες, οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις δηλώνουν, δίχως ίχνος ντροπής, ότι «πλημμυριζόμαστε» από πρόσφυγες, και εκατομμύρια άνθρωποι υποστηρίζουν τις προτάσεις τους περί κλεισίματος των συνόρων.
Πρόβλημα, όμως, δεν αποτελούν μόνο οι ακροδεξιοί. «Καθώς οι κυβερνήσεις στρέφονται προς τα δεξιά, διακόπτουν πολιτικές που έχουν σχεδιαστεί για να περιορίσουν την κλιματική κατάρρευση. Δεν υπάρχει μυστήριο σχετικά με το γιατί: η σκληρή Δεξιά και η Ακρα Δεξιά είναι το αμυντικό τείχος που υψώνουν οι ολιγάρχες για να προστατεύσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα» γράφει ο Μόνμπιο.
Αναφέρει ενδεικτικά ότι εκ μέρους των χρηματοδοτών τους οι νομοθέτες στο Τέξας διεξάγουν πόλεμο κατά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ ένας προτεινόμενος νόμος στο Οχάιο χαρακτηρίζει τις κλιματικές πολιτικές «αμφιλεγόμενη πεποίθηση» την οποία τα πανεπιστήμια απαγορεύεται να «ενσταλάζουν» στους φοιτητές τους.
Στη Φλόριντα, δε, μια από τις Πολιτείες των ΗΠΑ που κινδυνεύουν περισσότερο από την κλιματική κρίση (κυρίως λόγω της αύξησης της στάθμης της θάλασσας και των τυφώνων), ο κυβερνήτης της αλλά και διεκδικητής της προεδρίας των ΗΠΑ, Ρον ΝτεΣάντις, καταγγέλλει (μιλώντας στο Fox News) τους επιστήμονες του κλίματος για «πολιτικοποίηση του καιρού» και ψηφίζει νόμους που υποχρεώνουν τις πόλεις της Φλόριντα να χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα.
Οσον αφορά το μέλλον στην περίπτωση που η κλιματική κρίση δεν αντιμετωπιστεί άμεσα και όπως πρέπει, ο αρθρογράφος του Guardian μας καλεί να σκεφτούμε την κατάσταση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι πρόσφυγες σε όλον τον κόσμο, αλλά σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Θυμίζει πως «ήδη στα σύνορα της Ευρώπης, εκτοπισμένοι άνθρωποι απωθούνται πίσω στη θάλασσα. Φυλακίζονται, δέχονται επιθέσεις και χρησιμοποιούνται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι από την Ακροδεξιά, η οποία διευρύνει την απήχησή της κατηγορώντας τους για τα δεινά που στην πραγματικότητα προκαλούνται από τη λιτότητα, την ανισότητα και την αυξανόμενη ισχύ του χρήματος στην πολιτική. Τα ευρωπαϊκά κράτη πληρώνουν κυβερνήσεις πέρα από τα σύνορά τους για να σταματούν τους πρόσφυγες που μπορεί να κατευθύνονται προς αυτά. Στη Λιβύη, την Τουρκία, το Σουδάν και αλλού, οι εκτοπισμένοι απάγονται, υποδουλώνονται, βασανίζονται, βιάζονται και δολοφονούνται. Τείχη υψώνονται και οι απελπισμένοι άνθρωποι απωθούνται με ολοένα μεγαλύτερη βία και ατιμωρησία» συνοψίζει δίχως ίχνος υπερβολής και άκρως αποκαρδιωτικά.
Το «κατασκευασμένο μίσος» κατά των προσφύγων βοήθησε την Ακροδεξιά, είτε να κερδίσει την εξουσία είτε να μετέχει σε αυτήν, στην Ιταλία, στη Σουηδία και στην Ουγγαρία, ενώ έχει ενισχυθεί σημαντικά στην Ισπανία, στην Αυστρία, στη Γαλλία αλλά και στη Γερμανία. Σύμφωνα με τον Τζορτζ Μόνμπιο, κάθε επιτυχία της Ακροδεξιάς (αλλά και της σκληρής Δεξιάς που πρεσβεύει ο Ρον ΝτεΣάντις, για παράδειγμα) θα καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την έγκαιρη αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
«Η σύνθεση του φασισμού είναι πολύ εύκολη. Αποτελεί το κατεξοχήν αποτέλεσμα της πολιτικής άγνοιας και της εκμετάλλευσής της. Ο περιορισμός του είναι πολύ πιο δύσκολος και ατέρμονος. Οι δύο αποστολές –της πρόληψης της κατάρρευσης των συστημάτων του πλανήτη και της ανόδου της Ακροδεξιάς– δεν μπορούν να εκτελεστούν χωριστά. Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να πολεμήσουμε αμφότερες τις δυνάμεις ταυτόχρονα» καταλήγει ο βρετανός αρθρογράφος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News