«Πεθαίνει το κίνημα #MeToo;» διερωτώνται οι New York Times σε άρθρο που καταγράφει το κλίμα και τις αντιδράσεις μετά την έκβαση της δικαστικής διαμάχης του Τζόνι Ντεπ με την πρώην σύζυγό του Αμπερ Χερντ.
Oι καταδίκες του ισχυρού άνδρα του Χόλιγουντ, Χάρβεϊ Γουάινσταϊν (που εκτίει ποινή φυλάκισης 23 ετών στην Καλιφόρνια), του πρώην γιατρού της ολυμπιακής ομάδας γυμναστικής των ΗΠΑ Λάρι Νάσαρ (που καταδικάστηκε σε 175 χρόνια φυλάκισης για την κακοποίηση αθλητριών) και το σκάνδαλο του κωμικού ηθοποιού Μπιλ Κόσμπι (που καταδικάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2018 και αποφυλακίστηκε το 2021), αποτελούν κορυφαίους σταθμούς του κινήματος που απελευθέρωσε χιλιάδες γυναίκες σε όλο τον κόσμο και οδήγησε σε κύμα καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση.
Επρόκειτο για καταδίκες ανδρών «υψηλού προφίλ» που κατηγορήθηκαν από γυναίκες για σεξουαλικά εγκλήματα. Η υπόθεση Ντεπ – Χερντ ήταν διαφορετική. Αφορούσε τις αλληλοκατηγορίες για συκοφαντική δυσφήμιση μεταξύ των δύο πρώην συζύγων και δεν έλαβε ποτέ κομβική θέση ανάμεσα σε αυτές που έδωσαν ώθηση στο κίνημα, παρά τις καταγγελίες που έκανε η Χερντ κατά του Ντεπ σε ένα άρθρο της στην Washington Post, το 2018.
Αυτή όμως η υπόθεση, που δεν μπήκε ποτέ στην πινακοθήκη των επιτευγμάτων του κινήματος, θεωρείται σήμερα από πολλούς ένας σημαντικός σταθμός που το αποδυναμώνει. Ακόμη και πριν την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου, οι σχολιαστές μιλούσαν για «το θάνατο» και το «τέλος» του #MeToo, σημειώνουν οι NYTimes.
Πέντε χρόνια μετά, παρατηρεί ο αρθρογράφος Σπένσερ Μπόκατ-Λίντελ, η συνειδητοποίηση που έφερε το κίνημα για την παρενόχληση και τις διακρίσεις στους χώρους εργασίας παραμένει ένα ζήτημα που απασχολεί πάρα πολλούς ανθρώπους. Και ο ίδιος θέτει το ερώτημα αν η ετυμηγορία στη δίκη Ντεπ-Χερντ θα πρέπει να εκληφθεί ως ένδειξη της φθίνουσας δύναμης του κινήματος.
Ως απάντηση παραθέτει απόψεις που συγκέντρωσε:
-Η αρθρογράφος του βρετανικού Guardian, Μίρα Ντόνεγκαν, σημειώνει ότι η αντίδραση κατά του #MeToo είναι σχεδόν τόσο παλιά όσο και το ίδιο το κίνημα και προσθέτει ότι ακόμη και κατά τις πρώτες μέρες του, αφθονούσε η κριτική ότι ήταν «υπερβολικό» ή ότι «είχε παρατραβήξει».
-Η καθηγήτρια Νομικής Μέρι Αν Φρανκς, σε άρθρο της για το πραγματικό διακύβευμα της δίκης Ντεπ-Χερντ στο Politico, εκτιμά ότι το κίνημα δεν έχει κάνει πολλά για να περιορίσει τη σεξουαλική παρενόχληση και την κακοποίηση. «Οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους άνδρες στο Χόλιγουντ έχουν ξανακερδίσει τις δουλειές τους και κάποιοι κάνουν ακόμη και “περιοδείες επιστροφής” (comeback tours) σαν να μην συνέβη ποτέ τίποτα» σχολιάζει η ίδια.
Μόλις το 41% των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας δηλώθηκαν στην αστυνομία το 2020, από 47% το 2017, σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ. Ερευνα του 2019 από το Harvard Business Review κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ενώ η απροκάλυπτη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας έδειχνε να μειώνεται μετά την έλευση του #MeToo, η εχθρότητα προς τις γυναίκες υπαλλήλους φαινόταν να αυξάνεται, υποδηλώνοντας με αυτό τον τρόπο μια αντίδραση.
Και σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των περιστατικών από τα δικαστήρια, υπάρχουν καταγγελίες, όπως αυτή της Ντανιέλ Μπέρνσταιν το 2021 στο The Atlantic, που αναφέρουν ότι η στάση των δικαστών δεν έχει αλλάξει καθόλου σε σύγκριση με αυτή που ήταν πριν από τρεις δεκαετίες και ότι παραμένει «απίστευτα δύσκολο» για μια εργαζόμενη που καταγγέλλει σεξουαλική παρενόχληση να δικαιωθεί στο δικαστήριο.
Kρίνοντας από τις αντιδράσεις στα social media για τη δίκη Ντεπ-Χερντ, το «δικαστήριο» της κοινής γνώμης δεν μοιάζει ιδιαίτερα φιλικό για τις καταγγέλλουσες.
Η επιθέσεις κατά της Χερντ ξέφυγαν από κάθε όριο ενώ κάποιοι βρήκαν και την ευκαιρία να βγάλουν λεφτά. Χαρακτηριστικό είναι το διαφημιστικό βίντεο της εταιρείας καλλυντικών Milani Cosmetics που αναρτήθηκε στο TikTok το οποίο κατηγορούσε ουσιαστικά τη Χερντ ότι είπε ψέματα και ότι υποστήριζε ψευδώς ότι χρησιμοποίησε ένα από τα προϊόντα concealer της εταιρείας για να καλύψει τους μώλωπες της.
«Τα σχόλια στο διαδίκτυο ήταν εντελώς μονόπλευρα υπέρ του Ντεπ» σημειώνει η αρθρογράφος των NYTimes Αμάντα Χες και υπογραμμίζει ότι η επιχείρηση διασυρμού της Χερντ στα social media δημιουργεί ένα πολύ κακό προηγούμενο. Παρόμοιο και εξίσου σοβαρό είναι το επιχείρημα της δικηγόρου Αλεξάντρα Μπρόντσκι που σημείωσε στο BBC ότι μετά την εμπειρία της Χερντ τα θύματα θα ζυγίζουν ακόμα περισσότερο το κόστος που θα έχει η απόφαση να μιλήσουν και να καταγγείλουν κάτι που τους συνέβη.
«Το κίνημα είναι ζωντανό»
Υπάρχει όμως και η αντίθετη οπτική από αυτή που λέει ότι το κίνημα αποδυναμώνεται. «Το κίνημα είναι απολύτως ζωντανό», δήλωσε στους NYTimes η ακτιβίστρια Ταράνα Μπουρκ που υποστηρίζει ότι ακόμα και μετά την πολύκροτη δίκη το hashtag εξακολουθεί να «σημαίνει πολλά για εκατομμύρια και εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».
Είναι προφανές ότι ο αντίκτυπος της συνειδητοποίησης που έφερε το #MeToo είναι δύσκολο να μετρηθεί και αναμφισβήτητα δεν μπορεί να παραβλεφθεί, ούτε να υποτιμηθεί.
Σε δημοσκόπηση του 2021 που δημοσίευσε το Associated Press, το 54% των Αμερικανών δήλωσε ότι η ανάδειξη του θέματος θα τους βοηθούσε να μιλήσουν ανοιχτά αν έπεφταν θύμα κακοποίησης ενώ το 58% δήλωσε ότι μετά το #MeToo είναι πιο πρόθυμο να μιλήσει αν γίνει μάρτυρας τέτοιων πράξεων.
Και το #MeToo άλλαξε ασφαλώς τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις χειρίζονται τις καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση. Τα παραδείγματα είναι αμέτρητα τα τελευταία χρόνια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι φέτος τον Μάρτιο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν υπέγραψε νόμο που απαγορεύει τις ειδικές ρήτρες στις συμβάσεις εργασίας οι οποίες απαιτούσαν από τους εργαζόμενους να διευθετούν υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης ιδιωτικά και όχι δικαστικά.
Οι ρήτρες αυτές έθιγαν τα δικαιώματα περίπου 60 εκατομμυρίων Αμερικανών οι οποίοι συχνά δεν γνώριζαν τι είχαν υπογράψει. Μάλιστα ο νόμος έχει αναδρομική ισχύ, ακυρώνοντας τις υποχρεωτικές συμφωνίες διαιτησίας που έχουν ήδη υπογραφεί.
Ασφαλώς πρόκειται για μια νίκη του #MeToo…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News