Γεννήθηκε Δεκέμβριο του 1934 και έφυγε από τη ζωή 30 Ιανουαρίου 2007, πριν από έντεκα χρόνια. Ηταν ο «σκληρός» γόης του ελληνικού κινηματογράφου και ο μαγνητισμός του στην οθόνη άλλαξε τον τρόπο που γράφονταν τα σενάρια, αλλάζοντας και το πρότυπο του άνδρα στη χώρα μας, εκεί στα δύσκολα 60s.
Η ιστορία του Κούρκουλου είναι λίγο πολύ γνωστή, η σχεδόν κλασική της μεταπολεμικής Αθήνας: αγώνας επιβίωσης (δεύτερος γιος σε μια φαμίλια με τέσσερα παιδιά), νυχτερινό σχολείο, διέξοδος στον αθλητισμό (στο γυμνάσιο έγινε ποδοσφαιριστής στον Παναθηναϊκό). Είναι επίσης γνωστό ότι το θέατρο μπήκε στη ζωή του κατά τύχη, όταν έπεσαν στα χέρια του δυο βιβλία. Και έπειτα η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (από την οποία αποφοίτησε το 1958), μετά κάποιοι μικροί ρόλοι –το ντεμπούτο του είχε γίνει στο φιλμ «Ο Μπαρμπαγιάννης ο Κανατάς» (1957).
Το 1958 εμφανίστηκε με τον θίασο Λαμπέτη–Χορν, στην «Κυρία με τις Καμέλιες», καθώς και στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Το Τελευταίο Ψέμμα» δίπλα στην Ελλη Λαμπέτη. Στο θέατρο προκάλεσε αίσθηση με την ερμηνεία του στο έργο «Η Μικρή μας Πόλη», το 1960. Ο Δαλιανίδης, εντυπωσιασμένος από το ταλέντο του Κούρκουλου, του έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Ο Κατήφορος», όπου έκανε θραύση ως ζεν πρεμιέ, δίπλα στην, επίσης εντυπωσιακή στο ντεμπούτο της, Ζωή Λάσκαρη. Τα υπόλοιπα είναι κινηματογραφική και καλλιτεχνική ιστορία, η οποία έφθασε ως την εμβληματική παρουσία του στο Εθνικό Θέατρο, ως διευθυντής-αναμορφωτής του. Εκεί τον βρήκε ο θάνατος, το 2007.
Ποιος όμως ήταν ο άνθρωπος Νίκος Κούρκουλος πίσω από τον ηθοποιό; Ισως σε τέτοιες αναδρομές έχει πιο ενδιαφέρον να ακούς τις σκέψεις του ίδιου και μια από τις πιο ενδιαφέρουσες συνεντεύξεις του ήταν αυτή που είχε δώσει προ 20ετίας στο «Βήμα της Κυριακής» και στον δημοσιογράφο Θανάση Λάλα. Εντεκα χρόνια χωρίς τον Νίκο Κούρκουλο, λοιπόν, σε 11 σκέψεις του.
Η ομορφιά #1: «Πολλές φορές είναι καταστροφικό για το ταλέντο η φυσική ομορφιά».
Η ομορφιά #2: «Δεν κατάλαβα ποτέ αυτό που λένε ότι είμαι όμορφος… και ακόμη δεν το καταλαβαίνω δηλαδή».
Ο έρωτας: «Δεν αντέχω να μην είμαι ερωτευμένος. Είμαι ερωτευμένος ακόμη και με τα παπούτσια που φοράω. Αν πάψω να είμαι ερωτευμένος μαζί τους, παύω να τα φοράω. Τα χαρίζω. Το να είσαι ερωτευμένος είναι μια φοβερή έκτη αίσθηση. Είναι η μόνη κατάσταση όπου αρκείσαι στο να δίνεις από τον εαυτό σου χωρίς να σκέφτεσαι να πάρεις τίποτε».
Ο χρόνος: «Τα πάντα είναι ζήτημα χρόνου. Ο χρόνος είναι ο δημιουργός και ο καταστροφέας μας. Ο χρόνος είναι η πηγή της δυστυχίας και της ευτυχίας μας».
Η ευκαιρία: «Η ευκαιρία της ζωής μας μας παρουσιάζεται μόνο μία φορά στη ζωή… και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε έτοιμοι να την πιάσουμε και να την αξιοποιήσουμε, να την κάνουμε κάτι».
Ο δευτερότοκος γιος: «Είναι η άμιλλα που αναπτύσσεται στο δευτερότοκο παιδί. Γεννιέται με το στίγμα ότι ποτέ δεν θα γίνει πρώτο… ως παιδί ζει πάντα για να ξεπεράσει τον πρώτο αδελφό του. Εγώ τουλάχιστον με αυτό βασανιζόμουν… Πρέπει όχι μόνο να διεκδικήσεις αυτό που έχει ο πρώτος σου αδελφός, αλλά και να τον περάσεις. Αυτό είναι το πρώτο στοίχημα του δευτερότοκου».
Ο αντι-σταρ. «Ημουν εντελώς κλεισμένος στον εαυτό μου. Και δεν ένιωσα ποτέ σταρ. Δηλαδή δεν έκανα ποτέ δημόσιες σχέσεις. Ημουν σπίτι – θέατρο, θέατρο – σπίτι. Το βράδυ βέβαια κάναμε και την πλάκα μας αλλά αυτό ήταν όλο. Καταλαβαίνω βέβαια ότι δύσκολα θα πίστευε κάποιος αυτά που λέω… οι περισσότεροι τα περνάνε για παραμύθια… αλλά έτσι ήταν τα πράγματα στη ζωή μου».
Το παρελθόν: «Γενικώς, στο σημαντικό γυρίζουμε την πλάτη στην Ελλάδα. Δεν ξέρουμε τι είναι παρελθόν. Μόνο το τώρα μάς νοιάζει… γιατί ποτέ δεν καταλάβαμε ότι χωρίς παρελθόν δεν ξέρουμε πού πάμε, πού βαδίζουμε. Χωρίς παρελθόν βαδίζουμε στο χάος… Το παρελθόν είναι ένα μέτρο».
O πόνος: «Με τον πόνο νομίζω ότι έχω μια άμιλλα, δηλαδή δίνω μια μάχη. Η μάχη τι είναι; Πόνος. Ή είναι χαρά όταν κερδίζεις τη μάχη. Οσο διαρκεί όμως περνάς μέσα από τον πόνο, η μάχη δεν είναι αναίμακτη, έτσι νιώθω εγώ. Αυτό που νομίζω ότι έχει μεγαλύτερη σημασία είναι η μάχη αυτή καθεαυτή. Δηλαδή το να έχεις την πολυτέλεια και τη δυνατότητα να αγωνίζεσαι, να έχεις κάτι για το οποίο μάχεσαι. Το κακό για μένα θα είναι όταν δεν θα έχω με τι να βασανιστώ, με τι να παλέψω, γιατί να πονέσω».
Η ψυχή: «Για μένα η ψυχή είναι ο λόγος που κάνουμε κάτι, είναι αυτό που απομένει αν αδειάσουμε τα περιττά που κουβαλάμε μέσα μας… Είναι η γύμνια των αισθημάτων μας όταν ξεντυθούμε από όλα αυτά τα συμβατικά αισθήματα που συχνά ντυνόμαστε… Είναι ό,τι τελικά μένει μέσα μας, η ψυχή μας».
Το βάσανο: «Με βασανίζει το ερώτημα αν έχω ταλέντο, αν είναι αλήθεια αυτό που λένε οι άλλοι ότι έχω ταλέντο… Λένε ότι είμαι καλός ηθοποιός. Εμένα όμως αυτό με βασανίζει καθημερινά. Και θα με βασανίζει ώσπου να πεθάνω».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News