Πέρα από εξαιρετικός στοχαστής ο Γιουβάλ Νοά Χαράρι είναι επίσης ένας σταρ. Σίγουρα του σύγχρονου Ισραήλ με την Haaretz να υποστηρίζει πως ο 44χρονος φιλόσοφος και ιστορικός συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο επιφανών Ισραηλινών στον κόσμο, μαζί με τον ηθοποιό Λίορ Ραζ, δημιουργό και πρωταγωνιστή της ισραηλινής τηλεοπτικής σειράς «Fauda» που είναι ευρέως, πλέον, γνωστή χάρη στο Netflix.
Συγχρόνως, όμως, ο Χαράρι είναι και ένας σταρ του κόσμου των ιδεών, περιζήτητος ανά την υφήλιο. Τα βιβλία του «Sapiens», «Homo Deus» και «21 Μαθήματα για τον 21ο αιώνα» (εκδ. Αλεξάνδρεια) έχουν πουλήσει εκατομμύρια αντίτυπα και μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες ενώ, όποτε μιλάει και όποτε γράφει, ειδικά εν μέσω της πανδημίας Covid – 19, ολόκληρος ο κόσμος κρατάει σημειώσεις.
Στο τέλος του προηγούμενου μήνα επέλεξε τους Financial Times για να γράψει πώς θα είναι ο κόσμος μετά τον κορονοϊό, μετά έπλεξε το εγκώμιο της Ελλάδας για την τάχιστη και αποτελεσματική λήψη αυστηρών μέτρων για τον δραστικό περιορισμό της εξάπλωσής του, στη συνέχεια προσέφερε (από κοινού με τον σύζυγό του) ένα εκατομμύριο δολάρια στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ενώ αυτές τις ημέρες καταπιάστηκε με το ζήτημα του θανάτου σε σχέση με την πανδημία, εκθέτοντας τις απόψεις του στον Guardian.
Ο Χαράρι εμφανίζεται καθησυχαστικός ήδη από τον τίτλο του κειμένου του, υποστηρίζοντας πως η πρωτοφανής υγειονομική κρίση που καλείται να αντιμετωπίσει η διεθνής κοινότητα, παρά τα εκατομμύρια κρούσματα και τους δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, όχι μόνο δεν πρόκειται να αλλάξει τη στάση μας απέναντι στο αναπόφευκτο αλλά θα εντείνει τις προσπάθειές μας να διαφυλάξουμε ακόμη καλύτερα και να παρατείνουμε ακόμη περισσότερο τη ζωή. Και να γίνει καλύτερα κατανοητός, πραγματοποιεί, όπως το συνηθίζει άλλωστε ειδικά στα βιβλία του, ένα σύντομο ταξίδι στο παρελθόν.
Μας υπενθυμίζει καταρχάς πως «ο σύγχρονος κόσμος διαμορφώθηκε από την πεποίθηση πως οι άνθρωποι μπορούν να ξεγελάσουν και να νικήσουν τον θάνατο». Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ιστορίας, οι άνθρωποι ήταν υποταγμένοι στον θάνατο αλλά αυτό άλλαξε με την έλευση των θρησκειών, οι περισσότερες από οποίες αντιμετώπιζαν τον θάνατο «όχι μόνον ως αναπόφευκτη μοίρα μας, αλλά και ως κύρια πηγή νοήματος στη ζωή», θεωρώντας πως η ζωή αποτελεί μια πορεία προετοιμασίας για τον θάνατο, δεδομένου ότι μόνον μετά την τελευταία πνοή, «θα μάθαινε κάποιος τα αληθινά μυστικά της ζωής. Μόνο τότε θα κέρδιζε κάποιος την αιώνια σωτηρία ή θα υπέφερε από την αιώνια καταδίκη. Σε έναν κόσμο χωρίς θάνατο -και επομένως χωρίς παράδεισο, κόλαση ή μετενσάρκωση- θρησκείες όπως ο Χριστιανισμός, το Ισλάμ και ο Ινδουισμός δεν θα είχαν νόημα. Κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της Ιστορίας, τα καλύτερα ανθρώπινα μυαλά ήταν απασχολημένα με το να ψάχνουν να δώσουν νόημα στον θάνατο, δεν προσπαθούσαν να τον νικήσουν», αναφέρει ο Χαράρι.
«Παραδοσιακά ο θάνατος ήταν ειδικότητα των ιερέων και των θεολόγων με μαύρα ράσα, τώρα είναι δουλειά των ανθρώπων με τις λευκές στολές»
Εως και πρόσφατα η ανθρωπότητα πίστευε ότι πεθαίνουμε «επειδή το θέλησε ο Θεός, ή ο Κόσμος, ή η Μητέρα Φύση, και ότι είναι καλύτερο να αποδεχόμαστε αυτό το πεπρωμένο με ταπεινότητα», ευελπιστώντας πως «ίσως κάποια μέρα ο Θεός να καταργήσει τον θάνατο μέσω μιας μεγάλης μεταφυσικής χειρονομίας όπως η Δευτέρα Παρουσία».
Στα μέσα του 16ου αιώνα, ωστόσο, επήλθε η αποκαλούμενη επιστημονική επανάσταση και ο θάνατος μετατράπηκε από θέλημα θεού σε τεχνικό πρόβλημα. «Η καρδιά σταματά να αντλεί αίμα. Ο καρκίνος έχει καταστρέψει το συκώτι. Οι ιοί πολλαπλασιάζονται στους πνεύμονες. Και τι είναι υπεύθυνο για όλα αυτά τα τεχνικά προβλήματα; Άλλα τεχνικά προβλήματα. Η καρδιά σταματά να αντλεί αίμα επειδή δεν φτάνει αρκετό οξυγόνο στον καρδιακό μυ. Τα καρκινικά κύτταρα εξαπλώνονται στο ήπαρ λόγω πιθανής γενετικής μετάλλαξης. Οι ιοί εγκαταστάθηκαν στους πνεύμονές μου επειδή κάποιος φτερνίστηκε στο λεωφορείο», εξηγεί ο Χαράρι. Και σημειώνει ότι ενώ «παραδοσιακά ο θάνατος ήταν ειδικότητα των ιερέων και των θεολόγων με μαύρα ράσα, τώρα είναι δουλειά των ανθρώπων με τις λευκές στολές», των ανθρώπων, δηλαδή, που όταν η καρδιά έχει πρόβλημα μπορούν να τη διεγείρουν με βηματοδότη ή ακόμα και να την αντικαταστήσουν με μια άλλη.
Δυστυχώς αποτελεί γεγονός πως δεν μπορούμε (ακόμα) να επιλύσουμε όλα αυτά τα τεχνικά προβλήματα. Πλέον, όμως, τα πιο λαμπρά μυαλά δεν περνούν τον χρόνο τους προσπαθώντας να δώσουν νόημα στον θάνατο αλλά αναζητώντας τρόπους για να επεκτείνουν τη ζωή, μέσω της ανάπτυξης νέων φαρμάκων και επαναστατικών θεραπειών. Και «στον αγώνα τους για παράταση της ζωής, οι άνθρωποι ήταν εξαιρετικά πετυχημένοι». Αρκεί να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά πολλές δεκαετίες σε ολόκληρο τον κόσμο ενώ η παιδική θνησιμότητα κυμαίνεται πλέον κάτω του 5% ανά την υφήλιο ενώ έως τον 20 αιώνα το 1/3 των παιδιών δεν προλάβαινε να ενηλικιωθεί.
Η καλύτερη διαφύλαξη και η παράταση της ζωής είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξουν και οι ιδέες των ανθρώπων γεγονός που εξηγεί γιατί, από τον 18ο αιώνα και μετά, κυρίαρχες ιδεολογίες όπως ο φιλελευθερισμός, ο σοσιαλισμός και ο φεμινισμός σταμάτησαν να ενδιαφέρονται για τη μεταθανάτια ζωή. «Τι ακριβώς συμβαίνει σε έναν κομμουνιστή αφού πεθάνει; Τι συμβαίνει σε έναν καπιταλιστή; Τι συμβαίνει σε μια φεμινίστρια; Είναι άσκοπο να αναζητήσετε την απάντηση στα γραπτά των Καρλ Μαρξ, Άνταμ Σμιθ ή Σιμόν ντε Μποβουάρ», μας πληροφορεί ο Χαράρι και υπενθυμίζει πως μόνον ο εθνικισμός «εξακολουθεί να απονέμει στον θάνατο κεντρικό ρόλο» καθώς υπόσχεται πως «όποιος πεθάνει για το έθνος θα ζει για πάντα στη συλλογική μνήμη», παρότι πάρα πολύ εθνικιστές δυσκολεύονται να αντιληφθούν τι ακριβώς σημαίνει να ζει κάποιος στη συλλογική μνήμη.
«Θα αλλάξει την ανθρώπινη στάση απέναντι στον θάνατο η πανδημία;» διερωτάται ο Χαράρι για να υποστηρίξει πως πιθανότατα ο κορονοϊός και οι χιλιάδες θάνατοι που έχει προκαλέσει όχι μόνο δεν θα αποθαρρύνουν την ανθρωπότητα αλλά θα την ωθήσουν να διπλασιάσει τις προσπάθειές της για την προστασία και την παράταση της ζωής. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως «η κυρίαρχη πολιτισμική αντίδραση στον κορονοϊό δεν είναι η παραίτηση – είναι ένα μείγμα οργής και ελπίδας».
Σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, κατά τον Μεσαίωνα για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι πίστευαν πως οι πανδημίες ήταν θέλημα Θεού και θεία τιμωρία, σήμερα, «κάθε φορά που κάποια καταστροφή σκοτώνει πολλούς ανθρώπους – τροχαίο δυστύχημα, πυρκαγιά, ακόμη και τυφώνας- τείνουμε να την αντιμετωπίζουμε ως αποτρέψιμη ανθρώπινη αποτυχία παρά ως θεϊκή τιμωρία ή αναπόφευκτη φυσική καταστροφή. Εάν η σιδηροδρομική εταιρεία δεν ήταν σφιχτή στον προϋπολογισμό ασφαλείας της, εάν ο δήμος είχε υιοθετήσει καλύτερους κανονισμούς σχετικά με κάποια πυρκαγιά και εάν η κυβέρνηση είχε στείλει βοήθεια ταχύτερα, αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να σωθούν. Τον 21ο αιώνα, ο μαζικός θάνατος έχει γίνει ένας αυτόματος λόγος για αγωγές και έρευνες».
Παρότι ορισμένοι ιεροκήρυκες έσπευσαν να περιγράψουν ακόμα και το AIDS ως θεία τιμωρία για τους ομοφυλόφιλους – τονίζει ο ομοφυλόφιλος Χαράρι – πλέον οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν και τους ιούς και τις επιδημίες «ως οργανωτικές αποτυχίες», γεγονός που εξηγεί γιατί, μολονότι η κρίση του κορονοϊού έχει κάθε άλλο παρά τελειώσει, έχει ήδη αρχίσει το παιχνίδι των αλληλοκατηγοριών μεταξύ κρατών και πολιτικών.
«Πρέπει να εμπιστευόμαστε την επιστήμη για να αντιμετωπίσουμε τις επιδημίες, αλλά πρέπει ακόμα να επωμιζόμαστε το βάρος της αντιμετώπισης της ατομικής μας θνησιμότητας και παροδικότητας»
Η ανθρωπότητα είναι οργισμένη αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον. Ελπίζει γιατί οι ήρωες της σύγχρονης εποχής δεν είναι ούτε οι νεκροθάφτες ούτε όλοι όσοι προσπαθούν να δώσουν νόημα στον θάνατο, είναι οι γιατροί που σώζουν ζωές και οι επιστήμονες που εργάζονται στα εργαστήρια. «Οπως οι θεατές του κινηματογράφου γνωρίζουν πως ο Spiderman και η Wonder Woman θα νικήσουν τελικά τους κακούς και θα σώσουν τον κόσμο, έτσι είμαστε σίγουροι ότι μέσα σε λίγους μήνες, ίσως έναν χρόνο, οι άνθρωποι στα εργαστήρια θα βρουν αποτελεσματικότερες θεραπείες για την Covid-19, ακόμη και ένα εμβόλιο […] Η ερώτηση στα χείλη όλων, από τον Λευκό Οίκο, τη Wall Street, μέχρι τα μπαλκόνια της Ιταλίας, είναι: “Πότε θα είναι έτοιμο το εμβόλιο;”. Πότε. Οχι εάν».
Οσον αφορά την μετά Covid -19 εποχή, η ανθρωπότητα κατά πάσα πιθανότητα θα αντιληφθεί πως πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για την προστασία της ζωής των ανθρώπων με περισσότερα νοσοκομεία, περισσότερους γιατρούς, περισσότερες νοσοκόμες, περισσότερες επενδύσεις για την έρευνα άγνωστων παθογόνων ιών και την ανάπτυξη νέων θεραπειών.
Οσον αφορά πάλι εκείνους που μιλούν για «ταπεινότητα», προειδοποιώντας πως τα ανθρώπινα όνειρα αποτελούν ύβρη, «ακόμα και οι επιστήμονες θα συμφωνούσαν ότι πρέπει να είμαστε ρεαλιστές στις προσδοκίες μας και ότι δεν πρέπει να αναπτύξουμε τυφλή πίστη στη δύναμη των γιατρών να μας προστατεύουν από όλες τις καταστροφές της ζωής. Ενώ η ανθρωπότητα στο σύνολό της γίνεται όλο και πιο ισχυρή, οι μεμονωμένοι άνθρωποι πρέπει ακόμη να αντιμετωπίσουν την ευθραυστότητά τους.
«Ισως σε έναν ή δύο αιώνες η επιστήμη να επεκτείνει την ανθρώπινη ζωή επ’ αόριστον, αλλά όχι ακόμα. Με την πιθανή εξαίρεση μιας χούφτας δισεκατομμυριούχων, όλοι εμείς που ζούμε σήμερα θα πεθάνουμε μια μέρα και όλοι μας θα χάσουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Πρέπει να ανταποκριθούμε στην προσωρινή μας κατάσταση», προειδοποιεί ο Χαράρι, υποστηρίζοντας πως «πρέπει να εμπιστευόμαστε την επιστήμη για να αντιμετωπίσουμε τις επιδημίες, αλλά πρέπει ακόμα να επωμιζόμαστε το βάρος της αντιμετώπισης της ατομικής μας θνησιμότητας και παροδικότητας».
Η κρίση του κορονοϊού μπορεί όντως να αναδείξει την παροδικότητα της ανθρώπινης ζωής και των ανθρώπινων επιτευγμάτων. Ωστόσο, όσο ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται την εύθραυστη φύση του, τόσο ο σύγχρονος ανθρώπινος πολιτισμός στο σύνολό του θα κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, ενισχύοντας τις άμυνές του.
«Οταν τελειώσει η παρούσα κρίση, δεν περιμένω να αυξηθούν οι προϋπολογισμοί στα τμήματα Φιλοσοφίας. Αλλά στοιχηματίζω ότι θα δούμε μια τεράστια αύξηση στους προϋπολογισμούς των ιατρικών σχολών και των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης. Και ίσως αυτό είναι το καλύτερο που μπορούμε να περιμένουμε. Οι κυβερνήσεις δεν είναι πολύ καλές στη φιλοσοφία. Δεν είναι ο τομέας τους. Οι κυβερνήσεις πρέπει πραγματικά να επικεντρωθούν στην οικοδόμηση καλύτερης υγειονομικής περίθαλψης. Εναπόκειται στον καθένα μας να το φιλοσοφήσει περισσότερο. Οι γιατροί δεν μπορούν να λύσουν το αίνιγμα της ύπαρξης για εμάς. Αλλά μπορούν να μας αγοράσουν λίγο περισσότερο χρόνο για να το σκεφτούμε. Αυτό που θα κάνουμε εμείς με αυτόν τον (επιπλέον) χρόνο εξαρτάται από εμάς», καταλήγει ο Χαράρι, ολοκληρώνοντας αυτό το υπέροχο μάθημα ζωής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News