920
O σερ Γουίλιαμ Λιούις, ο νέος διευθύνων σύμβουλος και εκδότης της Washington Post δέχεται επίθεση εκ των έσω | The Washington Post / Creative Protagon

Ενας εμφύλιος πόλεμος στην Washington Post

Protagon Team Protagon Team 20 Ιουνίου 2024, 11:05
O σερ Γουίλιαμ Λιούις, ο νέος διευθύνων σύμβουλος και εκδότης της Washington Post δέχεται επίθεση εκ των έσω
|The Washington Post / Creative Protagon

Ενας εμφύλιος πόλεμος στην Washington Post

Protagon Team Protagon Team 20 Ιουνίου 2024, 11:05

Πριν από μισό αιώνα, η συντακτική ομάδα της Washington Post, πρωτοστατώντας στην αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate συνέβαλε στο να παραιτηθεί ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον από το αξίωμά του. Σήμερα η συντακτική ομάδα της ιστορικής αμερικανικής εφημερίδας βρίσκεται σε ανοικτή ρήξη με τον Βρετανό σερ Γουίλιαμ Λιούις, τον εδώ και λίγους μήνες διευθύνοντα σύμβουλο και εκδότη της.

Στην εφημερίδα τον έφερε (από την Wall Street Journal του Ρούπερτ Μέρντοκ, όπου κατείχε την ίδια θέση) ο ίδιος ο ιδιοκτήτης της, ο Τζεφ Μπέζος, τον περασμένο Ιανουάριο, ζητώντας του να αποκαταστήσει την τάξη, κυρίως από οικονομικής πλευράς. Ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας, που επί χρόνια αρεσκόταν να αυτοπαρουσιάζεται ως φιλάνθρωπος εκδότης, φαίνεται πως έπαψε να γοητεύεται από την ιστορία της εφημερίδας του (την εξαγόρασε, μαζί με άλλα τοπικά έντυπα και ειδησεογραφικούς ιστοτόπους, το 2013 έναντι 250 εκατ. ευρώ), καθώς καλείται διαρκώς να καλύπτει ελλείμματα.

Οσον αφορά την αντιπαράθεση με τη συντακτική ομάδα (η οποία εξελίχθηκε σε σύγκρουση και συνεχίζεται ακόμη, με απρόβλεπτες συνέπειες), αφορμή αποτέλεσε η αδόκητη παραίτηση, στις αρχές του μήνα, της Σάλι Μπάζμπι, της πρώτης γυναίκας που ανέλαβε την διεύθυνση της εφημερίδας τον Μάιο του 2021. Εξηγήσεις για την παραίτησή της δεν δόθηκαν, ενώ ο Γουίλιαμ Λιούις έσπευσε να την αντικαταστήσει με τον Ματ Μάρεϊ, διευθυντή, έως τότε, επίσης της Wall Street Journal.

Στη νέα θέση του, ο νέος διευθυντής της Washington Post θα παραμείνει έως τη διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών, ενώ στη συνέχεια πρόκειται να τον αντικαταστήσει ο επίσης Βρετανός, Ρόμπερτ Γουίνετ, νυν αναπληρωτής διευθυντής του Telegraph Media Group.

Μετά την παραίτηση της Μπάζμπι, αρχικά η συντακτική ομάδα εξέφρασε τη δυσφορία της για το γεγονός, υποστηρίζοντας πως έκανε εξαιρετικά δουλειά (πράγματι, η εφημερίδα κέρδισε έξι Πούλιτζερ την προηγούμενη τριετία) και υπονοώντας ότι τρόπον τινά ωθήθηκε σε παραίτηση. Δίχως να αναφερθεί στην Μπάζμπι, ο Γουίλιαμ Λιούις έκανε λόγο για απώλεια των μισών αναγνωστών της εφημερίδας από το 2020 και για ζημιά ύψους 77 εκατ. δολαρίων μόνο πέρυσι. Επισήμανε επίσης την ανάγκη ριζικής αναδιοργάνωσης της εφημερίδας, επανεξέτασης των μεθόδων πληροφόρησης και ενημέρωσης και ευρείας χρήσης των εργαλείων που προσφέρει η Τεχνητή Νοημοσύνη.

Σταδιακά οι αντιδράσεις κόπασαν, ενώ προστέθηκαν στη γενικότερη δυσφορία που χαρακτηρίζει ολοένα περισσότερες συντακτικές ομάδες στις ΗΠΑ, καθώς υπόκεινται σε επώδυνες αναδιαρθρώσεις από εκδότες που αντιδρούν στην ψηφιακή επανάσταση, η οποία μεταμορφώνει και την πληροφόρηση, περισσότερο προβαίνοντας σε περικοπές παρά καινοτομώντας.

Ζήτημα αποτελεί επίσης –στην προκειμένη περίπτωση αλλά και γενικότερα– η «βρετανοποίηση» της αμερικανικής ενημέρωσης (βρετανοί δημοσιογράφοι κατέχουν υψηλόβαθμα πόστα και σε άλλα mainstream αμερικανικά MME, όπως η Wall Street Journal, το Daily Beast και το Bloomberg).

Ωστόσο, πριν από λίγες ημέρες έσκασε η βόμβα: οι New York Times αλλά και η ίδια η Washington Post επιστράτευσαν τους καλύτερους ερευνητές δημοσιογράφους τους και το περασμένο Σαββατοκύριακο οι δυο εφημερίδες δημοσίευσαν άρθρα παρουσιάζοντας τις καριέρες και τα πεπραγμένα του Γουίλιαμ Λιούις και του Ρόμπερτ Γουίνετ.

Στην ανταπόκρισή του από τη Νέα Υόρκη, ο Μάσιμο Γκάτζι της Corriere della Sera κάνει λόγο για πολλές επιτυχίες δύο υψηλόβαθμων επαγγελματιών της δημοσιογραφίας, οι οποίοι, όμως, έχοντας καταστεί έρμαια των φιλοδοξιών τους, έφτασαν στο σημείο να αγνοούν κατάφωρα τη δημοσιογραφική δεοντολογία: χρησιμοποιώντας παράνομες μεθόδους για να συλλέγουν πληροφορίες για «πλούσιους και διασήμους» και καταβάλλοντας εκατοντάδες στερλίνες σε πληροφοριοδότες έναντι αποκαλύψεων για πολύ σημαντικές προσωπικότητες, από τους πρώην πρωθυπουργούς Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν έως τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, ακόμη και έναν πρώην διευθυντή της MI6, της μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών της Βρετανίας.

Ο Λιούις, που γαλουχήθηκε στη μιντιακή αυτοκρατορία του Μέρντοκ, πριν από 12 χρόνια ενεπλάκη στο σκάνδαλο που ώθησε τον πρίγκιπα Χάρι να καταγγείλει τον όμιλο του αυστραλού μεγαλοεκδότη, υποστηρίζοντας ότι τον παρακολουθούσαν. Αν και λίγο μετά την άφιξή του στην Washington Post δεσμεύθηκε στο συντακτικό προσωπικό ότι θα σέβεται απόλυτα την ελευθερία και την αυτονομία των δημοσιογράφων, ο Λιούις φέρεται επίσης να άσκησε εσωτερικές πιέσεις ώστε να μη δημοσιευτούν στην Washington Post πληροφορίες και ειδήσεις σχετικά με την εμπλοκή του στο βρετανικό σκάνδαλο των υποκλοπών. Για παράδειγμα, αγνόησε την έκκληση του πρίγκιπα Χάρι και του ηθοποιού Χιου Γκραντ να μετάσχει και εκείνος στην αγωγή κατά του ομίλου Μέρντοκ.

Φαίνεται επίσης πως ο νέος διευθύνων σύμβουλος και εκδότης της Washington Post αποθάρρυνε προσωπικά τη Σάλι Μπάζμπι να ερευνήσει το αμφιλεγόμενο δημοσιογραφικό παρελθόν του, μετά τις πρώτες αποκαλύψεις από τον ιστότοπο της NPR, της δημόσιας ραδιοφωνίας των ΗΠΑ, κάτι που, αν αληθεύει, αλλάζει τα δεδομένα όσον αφορά την παραίτηση της πρώτης διευθύντριας στη μακροχρόνια ιστορία της εμβληματικής αμερικανικής εφημερίδας.

Στη συνέχεια, όμως, εν μέσω της αναταραχής που προκάλεσε η παραίτηση της Μπάζμπι, ο Λιούις δεν θα μπορούσε να εμποδίσει τους δημοσιογράφους του να ερευνήσουν το παρελθόν του. Στο σχετικό ρεπορτάζ της Washington Post, το οποίο υπογράφουν τέσσερις από τους πιο έμπειρους ερευνητές δημοσιογράφους της εφημερίδας, ανασυντίθεται μέρος αυτών των σκοτεινών γεγονότων μέσα από τα προσχέδια ενός αδημοσίευτου βιβλίου που έγραψε ο Τζον Φορντ, ένας αποτυχημένος ηθοποιός που έγινε πληροφοριοδότης του Ρόμπερτ Γουίνετ, του μελλοντικού διευθυντή της Washington Post.

Αν και κατά τη διάρκεια της εβδομάδας απαθανατίστηκε μαζί με τη σύντροφό του Λόρεν Σάντσεζ στη Μύκονο, την Τρίτη επενέβη και ο Τζεφ Μπέζος, υποστηρίζοντας εμμέσως τον διευθύνοντα σύμβουλο και εκδότη της εφημερίδας του.

Μέσω ενός υπομνήματος με τον τίτλο «Ποιοτική Δημοσιογραφία», το οποίο απεστάλη σε μια σειρά από επιτελικά στελέχη της συντακτικής ομάδας, ο Μπέζος σημείωσε πως οι επιχειρηματικές πρακτικές της Washington Post πρέπει να αλλάξουν, αλλά τα δημοσιογραφικά και δεοντολογικά της πρότυπα θα παραμείνουν υψηλά.

«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως πριν στην Post. Ο κόσμος εξελίσσεται γρήγορα και πρέπει να αλλάξουμε ως επιχείρηση» σημείωσε καταρχάς. «Ξέρετε επίσης ότι τα πρότυπά μας ήταν πάντα πολύ υψηλά. Αυτό δεν μπορεί να αλλάξει – και δεν θα αλλάξει» πρόσθεσε ο Τζεφ Μπέζος.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...