Eχουν περάσει σχεδόν τρεις εβδομάδες από την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν, με την Ευρώπη να αναμένει ακόμα την εκδίπλωση της νέας αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Οι επιπτώσεις της πανδημίας έχουν απωθήσει τη συζήτηση για τη νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στη Δύση, ωστόσο οι αφορμές για την ανάγκη αναζήτησης μιας νέας σταθερότητας δεν λείπουν.
Την ερχόμενη Παρασκευή οι ευρωπαίοι ηγέτες θα έχουν μια πρώτη ευκαιρία να ακούσουν από τον ίδιο τον Τζο Μπάιντεν, ορισμένες πιο ουσιαστικές κουβέντες για τη στάση των ΗΠΑ στον κόσμο, στο πλαίσιο της Διεθνούς Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου. Παρότι η παρέμβαση Μπάιντεν θα πραγματοποιηθεί, όπως σχεδόν όλες οι δημόσιες ομιλίες αυτή την περίοδο, εξ αποστάσεως, στη Διάσκεψη θα απευθυνθεί και η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ.
Ο επί σχεδόν δεκαπέντε συναπτά έτη πρόεδρος της Διάσκεψης του Μονάχου Βόλφγκανγκ Ισινγκερ ήδη περίπου περιέγραψε τι περίπου θα αφορά η θεματολογία λέγοντας ότι η Ευρώπη είναι κυκλωμένη από ένα «δαχτυλίδι της φωτιάς», περιλαμβάνοντας σε αυτό το Μάλι, τη Λιβύη, τη Συρία, και την Ουκρανία. Λίγες ημέρες νωρίτερα, η επίδειξη ισχύος της Ρωσίας, με τον ευρωπαίο ύπατο εκπρόσωπο Ζοζέπ Μπορέλ να παρακολουθεί σχεδόν αμήχανος την απέλαση ευρωπαίων διπλωματών την ημέρα που επισκεπτόταν τη Μόσχα, αποδιοργάνωνε για ακόμα μια φορά την ΕΕ, καθώς το Βερολίνο έχει αρκετά διαφορετικές προτεραιότητες από τους Ανατολικοευρωπαίους.
Είναι αμφίβολο ότι ο Τζο Μπάιντεν μπορεί να βοηθήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποκτήσει συνεκτική εξωτερική πολιτική. Εξίσου αμφίβολο είναι ότι θα επιχειρήσει να τραβήξει καθαρές διαχωριστικές γραμμές, αν και είναι απολύτως δεδομένο ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να θεωρούν ότι η Ρωσία είναι ο βασικός ανταγωνιστής στην περιοχή της Μέσης Ανατολής – Βόρειας Αφρικής, με την Κίνα να ακολουθεί ως αυξανόμενης σημασίας προτεραιότητα, κυρίως λόγω της οικονομικής διείσδυσής της σε αρκετές χώρες. Η οικονομική κρίση που θα οξυνθεί λόγω και των επιπτώσεων της πανδημίας καθιστά αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ευάλωτες στις κινεζικές στρατηγικές επενδύσεις και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να χάσουν το παιχνίδι. Μία από τις χώρες που βρίσκονται στην περιφέρεια της Ευρώπης και συνεργάζονται ολοένα και πιο στενά με αποκαλούμενους «στρατηγικούς» αντιπάλους των ΗΠΑ είναι και η Τουρκία.
Τρεις εβδομάδες μετά την ορκωμοσία του, ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει συνομιλήσει τηλεφωνικώς με τον Ταγίπ Ερντογάν, τον ηγέτη της χώρας με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ και θεωρητικό πυλώνα της Συμμαχίας με γεωπολιτική θέση-κλειδί και πρόσβαση στο κέντρο βάρους της Ευρασίας. Είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι σε δύο από τις τέσσερις χώρες που αναφέρθηκε ο οικοδεσπότης της διάσκεψης, ως μέρος του «δαχτυλιδιού της φωτιάς» που περικλείει την Ευρώπη, έχει εμπλακεί ενεργά και άμεσα η Τουρκία.
Ουδείς γνωρίζει σε τι βαθμό και αν θα αναφερθεί στην Τουρκία ο πρόεδρος των ΗΠΑ. Στην Άγκυρα θα είναι συντονισμένοι αλλού γι’ αυτό τον σκοπό. Την Πέμπτη, μια ημέρα νωρίτερα από τον Τζο Μπάιντεν, ένας αξιωματούχος της κυβέρνησής του, ο υπουργός Αμυνας Λόιντ Οστιν, θα συμμετάσχει στη Σύνοδο των υπουργών του ΝΑΤΟ σε ένα περιβάλλον που θα είναι, βέβαια, κλειστό. Παρότι οι συγκεκριμένες Σύνοδοι γίνονται πλέον με τηλεδιάσκεψη, τα μηνύματα εκπέμπονται. Υπενθυμίζεται ότι ο Μαρκ Εσπερ, προκάτοχος του Λόιντ Οστιν, μάλιστα στέλεχος μιας κυβέρνησης που «αλληθώριζε» στην τουρκική προκλητικότητα, μέσω μιας τέτοιας τηλεδιάσκεψης είχε στείλει στην Αγκυρα μήνυμα για την ανάγκη αυτοσυγκράτησης.
- Διαβάστε: Εμείς και ο Ερντογάν στην εποχή Μπάιντεν
Εύλογα στην Αθήνα αναμένουν αυτές τις αμερικανικές παρεμβάσεις εκδήλωσης προθέσεων με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Παράλληλα, αναμένουν απάντηση στην πρόσκληση για τη διεξαγωγή του επόμενου γύρου των διερευνητικών επαφών στην Αθήνα και προετοιμάζονται για την άτυπη πενταμερή για το Κυπριακό.
Τις προηγούμενες ημέρες ο Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε σε ένα ακόμα απειλητικό παραλήρημα κατά της Ελλάδας, το οποίο οφείλεται κατά κύριο λόγο στη δυνατότητα της Αθήνας να κάνει, σε λιγότερες από τέσσερις ημέρες, περιφερειακή επίδειξη διπλωματικής ισχύος, προχωρώντας σε συνομιλίες και συμφωνίες με το Ισραήλ, αλλά και σημαντικές χώρες του αραβικού κόσμου. Οι διερευνητικές δεν είναι διπλωματική πανάκεια, αλλά η Αθήνα εκδήλωσε με πολύ μεγάλη σαφήνεια την πρόθεση να τις προχωρήσει, καθιστώντας όμως σαφές ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει σε ανανεωμένο κλίμα προκλήσεων.
Ωστόσο, οι μέρες περνούν, ο Μάρτιος, μήνας που θα πρέπει να κριθεί και η στάση της Τουρκίας από την Ευρώπη, πλησιάζει και η Αγκυρα φαίνεται ότι απλώς προχωρά σε επιχειρήσεις δημοσίων σχέσεων που έχουν ως κύριο λόγο να δώσουν στους πρόθυμους Ευρωπαίους το πρόσχημα υπεράσπισης της «προόδου» που υποτίθεται έχει γίνει. Ως τώρα, η Ευρώπη έχει αποδειχθεί εντελώς απρόθυμη να αντιμετωπίσει με τρόπο ουσιαστικό το πρόβλημα που αποτελεί η τουρκική προκλητικότητα για την Ελλάδα αλλά και την ίδια την ΕΕ. Και σε αυτό, όλοι αναμένουν «γραμμή» από την Ουάσινγκτον. Θα φανεί ως το τέλος της εβδομάδας αν τέτοια «γραμμή» θα έλθει και, κυρίως, αν υπάρχει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News