Ακόμη και αν δεν φτάσει κανείς ως αυτές με πραγματικά μέσα, η λογοτεχνική φαντασία έχει φροντίσει ώστε οι εντυπώσεις τους να μείνουν ανεξίτηλες μετά την πρώτη «συνάντηση» μαζί τους.
Από τον Ομηρο έως τον Ουελμπέκ, η μεγάλη λογοτεχνία έχει αποτυπώσει σημαντικές σκηνές στις παραλίες και τις θάλασσες των ονείρων μας.
Αλεξ Γκάρλαντ: η ιδανική παραλία
Έως και προφητικό θα μπορούσε πλέον να χαρακτηριστεί το μυθιστόρημα του Αλεξ Γκάρλαντ «Η παραλία» (στα ελληνικά από τον «Οδυσσέα», μετάφραση Μαριάνθη Αθανασίου), το οποίο έγραψε το 1996 για να το δει να διασκευάζεται σε ταινία από τον Ντάνι Μπόιλ το 2000 με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο. Κι αυτό επειδή το τρομερό παιδί της Generation X έβαζε εκπροσώπους της να αναζητούν μία παραλία ερημική και απομονωμένη κάπου στη νοτιοανατολική Ασία, που να μην έχει υποστεί τις πληγές της εμπορευματοποίησης και του… υπερτουρισμού. Βέβαια οι τρεις ταξιδιώτες που ενώνουν τις δυνάμεις τους για να βρουν το ιδανικό μέρος – ο Ρίτσαρντ και το ζεύγος των Γάλλων Ετιέν και Φρανσουάζ– δεν θα ήταν λογοτεχνικοί ήρωες με τα όλα τους εάν δεν έφταναν και στην απαραίτητη σύγκρουση, έτσι ώστε το μυθιστόρημα να αποκτήσει το αντίστοιχο βάθος.
Οι παραλίες δίνουν και παίρνουν φυσικά στο βιβλίο –όπως και στην ταινία–, με το έμμεσο σχόλιο για τους Δυτικούς που αναζητούν καρτ ποστάλ παίζοντάς το «ταξιδευτές».
Μισέλ Ουελμπέκ: τουρισμός στην Ταϊλάνδη
Το 2001 ήταν η χρονιά της «Πλατφόρμας» για τη Γαλλία. Το μυθιστόρημα του Ουελμπέκ (στα ελληνικά από την Εστία, μετάφραση Κώστα Κατσουλάρη) είχε δημιουργήσει θόρυβο με τον τρόπο που αποτύπωνε την κατάρρευση του δυτικού άντρα και την εχθρικότητα του Ισλάμ για μια Ευρώπη που φυτοζωεί. Διόλου τυχαία το βιβλίο κατέληγε με τρομοκρατική επίθεση εναντίον δυτικών στην Ταϊλάνδη. Πρωταγωνιστής ήταν ο 40χρονος Μισέλ, ο οποίος ξεκινάει για τουρισμό στη μακρινή χώρα, μετά τον θάνατο του πατέρα του.
Με το ίδιο γκρουπ ταξιδεύει και η νεαρή Βαλερί, στέλεχος μεγάλου τουριστικού ομίλου. Στην αρχή, πριν κάνει την εμφάνισή του ο κίνδυνος, όλα μοιάζουν ειδυλλιακά –με την απαραίτητη δόση ειρωνείας του Ουελμπέκ: «Το πρωί, η παραλία ήταν έρημη. Πήγα για μπάνιο πριν από το πρωινό· η ατμόσφαιρα ήταν ευχάριστη. Σε λίγο ο ήλιος θα ξεκινούσε την ανάβασή του στον ουρανό, αυξάνοντας τον κίνδυνο του καρκίνου του δέρματος στα άτομα της λευκής φυλής». Και παρακάτω: «Έπειτα από μια ολιγόλεπτη βόλτα στην Πατόνγκ Μπητς, αντιλήφθηκα πως ό,τι είχε καταφέρει ο πολιτισμένος κόσμος να παραγάγει από τουρίστες βρισκόταν ήδη εκεί, στα δυο χιλιόμετρα του παραθαλάσσιου δρόμου… “Έίμαστε όλοι το ίδιο, όλοι γυρεύουμε τον ζεστό ήλιο” όπως μου είχε πει η κοπέλα στο ταξιδιωτικό πρακτορείο».
Ιαν Μακ Γιούαν: αυλαία για έναν έρωτα
Τον Ιούλιο του 1962 ο Έντουαρντ και η Φλόρενς έχουν μόλις παντρευτεί και πρόκειται να περάσουν μια καταστροφική πρώτη νύχτα γάμου. Παρόλο που τρέφουν δυνατά αισθήματα ο ένας για τον άλλο, οδηγούνται σε σεξουαλικό αδιέξοδο, γεγονός που θα καθορίσει την πορεία του γάμου. Από τη μια, ο παρορμητικός Έντουαρντ. Από την άλλη, η φοβισμένη και άπειρη Φλόρενς. Η προοπτική της πρώτης νύχτας την τρομάζει. Η αυλαία πέφτει σε μια σκηνή που εκτυλίσσεται μπροστά στη θάλασσα, όπου έχει καταφύγει η γυναίκα μετά το φιάσκο της βραδιάς.
«Στην Παραλία Τσέσιλ… έμεινε ψυχρά και ενάρετα σιωπηλός μέσα στο καλοκαιρινό δειλινό, κοιτάζοντάς τη να περπατά βιαστικά στην ακτή, ο ήχος της δύσκολης πορείας της να σβήνει μέσα στον παφλασμό των μικρών κυμάτων, ώσπου έγινε μια θολή, φθίνουσα κουκκίδα πάνω στον απέραντο ίσιο δρόμο με τα βότσαλα που έλαμπε μέσα στο ωχρό φως» (εκδ. Πατάκη, 2007, μετάφραση Ελένη Ηλιοπούλου).
Πατρίσια Χάισμιθ: η τέχνη της απάτης
Θυμάστε πού συμβαίνει η πρώτη εξαπάτηση του Ντίκι από τον Τομ Ρίπλεϊ όταν ο τελευταίος φτάνει στην Ιταλία; Στην παραλία του «Μοντζιμπέλο» (στην πραγματικότητα, του Πολιτάνο της ακτής Αμάλφι), όπου ο Ντίκι λιάζεται με την αρραβωνιαστικιά του, Μαρτζ Σέργουντ. Κάτω από τον λαμπερό μεσογειακό ήλιο, λοιπόν, ο «ταλαντούχος» δολοφόνος στήνει τη σκοτεινή στρατηγική του: να γίνει φίλος με τον Ντίκι ώστε να «κλέψει» τη ζωή του. Η θάλασσα και η παραλία θα επανέλθουν στο μυθιστόρημα της Χάισμιθ, με το οποίο σύστησε στο κοινό τη φιγούρα του Ρίπλεϊ το 1955.
Η ίδια περιγράφει στα ημερολόγιά της πώς την εμπνεύστηκε -και εδώ έπαιξε ρόλο η ακτή του Ποζιτάνο: «Είδα έναν μοναχικό άντρα στην παραλία, με σορτς και σαντάλια, που περπατούσε κοιτώντας κάτω, σκεφτικός και μάλλον ανήσυχος. Και γιατί ήταν μόνος του;… Εμοιαζε με κάποιον από τους χιλιάδες άλλους Αμερικανούς τουρίστες που ταξίδευαν στην Ευρώπη εκείνο το καλοκαίρι».
Αϊρις Μέρντοχ: μια παραλία βόρεια
Στο μυθιστόρημα που έδωσε στην Αϊρις Μέρντοχ το μοναδικό βραβείο Μπούκερ (1978) η θάλασσα παίζει σημαντικό ρόλο βάζοντας τα δικά της εμπόδια στον αφηγητή Τσαελς Αροουμπαϊ, γνωστό θεατράνθρωπο, γοητευτικό και ναρκισσιστή, που έχει αποσυρθεί σ’ ένα ερημικό σπίτι κοντά στη θάλασσα. Δεν είναι αυτή που ξέρουμε ωστόσο, από τη Μεσόγειο. Στο διασημότερο έργο της σπουδαίας δημιουργού «Θάλασσα, θάλασσα» η παραλία είναι βόρειας εμπνεύσεως. Και με την περιγραφή μιας τέτοιας ξεκινάει: «Η θάλασσα που απλώνεται μπροστά μου ενόσω γράφω λάμπει μάλλον παρά στραφταλίζει στην άτονη μαγιάτικη λιακάδα. Πάνω που γυρίζει η παλίρροια, ακουμπάει γαλήνια στη στεριά, ακηλίδωτη σχεδόν από κυματάκια κι αφρούς.
Ζυγώνοντας στον ορίζοντα παίρνει εκείνο το οργιώδες πορφυρό, αυλακωμένο κατά διαστήματα από σμαραγδένιες γραμμές. Στον ορίζοντα γίνεται βαθυγάλαζη. Κοντά στη στεριά, εκεί όπου τη θέα μου οριοθετούν θεόρατοι όγκοι κυρτών κίτρινων βράχων, βλέπεις μια λωρίδα πιο ανοιχτού πράσινου, ψυχρού και καθάριου, λιγότερο φωτεινού, θαμπού πάντως, όχι διάφανου. Είμαστε στο βορρά και το λαμπρό φως του ήλιου δεν καταφέρνει να διαπεράσει τη θάλασσα…» (από την έκδοση του Gutenberg, μετάφραση Αθηνάς Δημητριάδου, 2023).
Ομηρος: η αρχή όλων
Στη ραψωδία Ν οι Φαίακες αφήνουν τον Οδυσσέα κοιμισμένο σε μια ακτή της Ιθάκης, χωρίς ο ίδιος να γνωρίζει πού βρίσκεται. Οταν κάποια στιγμή ξυπνάει μάλιστα ελεεινολογεί τον εαυτό του καθώς πιστεύει ότι βρίσκεται σε ξένη γη, σκεπασμένη με ομίχλη. Η θεά Αθηνά θα του ανοίξει τα μάτια αποκαλύπτοντάς του ότι η παραλία είναι της Ιθάκης, μιας χώρας που «πάρα πολλοί την ξέρουν… από τη φύση της τραχειά, ούτε πολύ φτωχή ούτε και πάλι απλόχερη… βοσκότοπος καλός και βοϊδότοπος» (μετάφραση Μανόλη Χατζηγιακουμή).
Και τότε ξεκινάει η πρώτη από τις πολλές σκηνές αναγνώρισης που υπόσχεται η «Οδύσσεια». Πριν αντικρίσει ξανά τον Τηλέμαχο και την Πηνελόπη, ο Οδυσσέας πρέπει να αναγνωρίσει για πρώτη φορά ύστερα από 20 χρόνια τις παραλίες της γενέτειράς του: «Σκίρτησε τότε από χαρά ο πολυβασανισμένος θείος Οδυσσέας, όλος αγαλλίαση για την πατρική του γη, και σκύβοντας ασπάστηκε το ζείδωρο χώμα της».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News