Είναι η στιγμή που δεν ξέρεις τι είναι το χειρότερο: ότι ο Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται να απαιτεί την καταβύθιση ελληνικού πολεμικού πλοίου ή έστω την κατάρριψη ελληνικού μαχητικού προκειμένου να σύρει τη χώρα μας στο τραπέζι του διαλόγου ή ότι στην Τουρκία οι στρατηγοί εμφανίζονται πιο συνετοί και ψύχραιμοι από τον πολιτικό τους προϊστάμενο;
Σε κάθε περίπτωση, το συγκλονιστικό ρεπορτάζ της Die Welt (εδώ) για τα όσα εξωφρενικά φέρεται ότι ζήτησε από το στρατιωτικό του επιτελείο ο πρόεδρος της Τουρκίας, παράγει και συμπεράσματα και πολιτικά αποτελέσματα.
Πρώτον, όπως επεσήμανε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας το πρωί της Τετάρτης (στο Open), το δημοσίευμα που «δεν έχει διαψευσθεί, ούτε από την τουρκική κυβέρνηση, αλλά ούτε και από την τουρκική πρεσβεία στο Βερολίνο», αναδεικνύει «για άλλη μια φορά ποιος προκαλεί στην περιοχή και ποιος είναι παράγοντας σταθερότητας» —είναι, με λίγα λόγια, το ρεπορτάζ της γερμανικής εφημερίδας η απόλυτη απόδειξη τού ποιος είναι ο νταής και ο προβληματικός παράγοντας στην Ανατολική Μεσόγειο. Το γεγονός ότι πρόκειται για «πειστήριο» που δημοσιεύεται στη Γερμανία, τον πιο προνομιακό συνομιλητή του Ερντογάν και την πλέον διστακτική δύναμη να απαντήσει στην τουρκική προκλητικότητα, έχει από μόνο του τη σημασία του.
Τι έγραψε η Die Welt; Οτι «εάν η απόφαση εξαρτιόταν από τον τούρκο πρόεδρο, το Πολεμικό Ναυτικό του θα είχε βυθίσει ένα ελληνικό πλοίο στη Μεσόγειο εδώ και πολύ καιρό! Αυτό ζήτησε ο Ερντογάν από τους στρατηγούς, σύμφωνα με πληροφορίες από στρατιωτικούς κύκλους πριν από λίγες ημέρες», αποκάλυψε η Μάριον Ζέντκερ, ανταποκρίτρια της εφημερίδας στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Ερντογάν ζήτησε μάλιστα από τους στρατιωτικούς επιτελείς να το οργανώσουν, κατά τρόπο που να μη χάσει κανείς τη ζωή του. «Οταν οι στρατηγοί αρνήθηκαν, κάποιος άλλος πρότεινε να ρίξουν ένα ελληνικό πολεμικό αεροσκάφος. Ο πιλότος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το κάθισμα εκτίναξης και να σωθεί. Αλλά οι στρατηγοί αρνήθηκαν κι αυτό να το κάνουν».
Το δεύτερο -και ίσως πιο ανησυχητικό- σημείο είναι ότι αυτή η επιθετική ρητορική του Ερντογάν, η οποία πλέον «εμπλουτίζεται» και μέσω διαρροών, φαίνεται ότι εντάσσεται σε μια τακτική προετοιμασίας πολέμου με την Ελλάδα.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε στα «Νέα» ο Γιώργος Παππάς, ανταποκριτής της εφημερίδας στο Βερολίνο, περιγράφοντας το άρθρο της Die Welt:
Η συνήθης πρακτική προετοιμασίας πολέμου προβλέπει πρώτα συζητήσεις στο παρασκήνιο με τα εμπλεκόμενα μέρη, στη συνέχεια πραγματοποιούνται στρατιωτικές ασκήσεις, οι οποίες ακολουθούνται από μία ακριβή πολεμική άσκηση, μετά ρίχνονται προειδοποιητικές βολές – και κατόπιν εξαπολύεται η επίθεση. Η Τουρκία βρίσκεται επί του παρόντος στη φάση των «πολεμικών ασκήσεων», διαπιστώνει η ανταπόκριση της γερμανικής εφημερίδας. Το πολεμικό ναυτικό της Τουρκίας έχει αναπτυχθεί και έχει λάβει θέσεις στα τέλη Αυγούστου. Ενώ για τις επόμενες δύο εβδομάδες το τουρκικό υπουργείο Αμυνας ανακοίνωσε στρατιωτική άσκηση βορειοδυτικά της Κύπρου. «Ο Eρντογάν προκαλεί με ρητορική πολέμου, ενώ το Πολεμικό Ναυτικό κατευθύνεται βήμα-βήμα προς μια στρατιωτική αντιπαράθεση με το νατοϊκό εταίρο Ελλάδα», σημειώνει η γερμανική εφημερίδα.
Και ενώ η Ελλάδα προετοιμάζεται —ένα έκτακτο εξοπλιστικό πρόγραμμα 10 δισ. ευρώ (εδώ) και προσλήψεις χιλιάδων ανδρών και γυναικών στρατιωτικού προσωπικού (εδώ)— και το ΝΑΤΟ φοβάται ένα ατύχημα —όπως είπε ο Γενς Στόλτενμπεργκ στο Reuters, επεξεργάζεται έναν «μηχανισμό» αποφυγής ατυχήματος μεταξύ εχθρικών ενόπλων δυνάμεων που θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην περίπτωση της ελληνοτουρκικής κρίσης— οι Γερμανοί επιμένουν ότι όλα αυτά τα κάνει ο Ερντογάν για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, κάτι σαν να πρόκειται για πολιτικό του καπρίτσιο, διανθισμένο όμως με απειλές πολέμου και ιστορικούς αναθεωρητισμούς.
«Ο Ερντογάν δεν προκαλεί στη Μεσόγειο για να εξασφαλίσει τους εκεί φυσικούς πόρους» στην Ανατ. Μεσόγειο, έγραψε η Die Welt για να παρατηρήσει ότι η επιθετικότητα του προέδρου της Τουρκίας έχει στην πραγματικότητα μόνο έναν σκοπό: Να εξασφαλίσει την εξουσία του Ερντογάν και να ενώσει τους Τούρκους υπό την ηγεσία του. Ο Ερντογάν θέλει να παραμείνει στην προεδρία τουλάχιστον έως το 2023 και να γιορτάσει την εκατονταετία της Τουρκικής Δημοκρατίας, με τον ίδιο να αναμετράται ιστορικά με τον Κεμάλ Ατατούρκ. Ωστόσο, η στήριξη του τουρκικού λαού δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένη. Η οικονομία είναι σε τροχιά βαθιάς κρίσης, στην οποία αθροίζονται και οι επιπτώσεις της πανδημίας κορονοϊού. Και το όνειρο του Ερντογάν κινδυνεύει να ακυρωθεί, όπως προδιαγράφουν οι κακές επιδόσεις του κόμματός του AKP στις δημοσκοπήσεις. Αυτό είναι που τον «φοβίζει και τον κάνει πιο δημιουργικό, πιο απερίσκεπτο και πιο απρόβλεπτο». Πρόκειται λοιπόν, κατά την εκτίμηση της Die Welt, για «σκηνοθετημένη μάχη» για το φυσικό αέριο προκειμένου να ενισχυθεί ο τουρκικός εθνικισμός και να επικαλύψει το κλίμα δυσφορίας των Τούρκων κατά του Ερντογάν στο εσωτερικό της χώρας.
Τι απαντά σε όλο αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση; Η απειλή κυρώσεων κατά της Τουρκίας δεν είναι απλώς στο τραπέζι, αλλά υπάρχει και συγκεκριμένο μενού, το είπε την Τρίτη ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς (εδώ), υπενθυμίζοντας ότι η Άγκυρα δεν μπορεί να εκβιάζει την ΕΕ.
Από την πλευρά του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι «οι ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν καταλάβει ότι απέναντι σε κάθε δύναμη αποσταθεροποίησης, όπως η Τουρκία, πρέπει να υπάρχει μια αξιόπιστη απειλή που θα την αποτρέπει από αυτού του είδους τη συμπεριφορά. Ήδη από το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων, που έγινε τις προηγούμενες ημέρες, είναι ξεκάθαρο ότι ο κατάλογος των κυρώσεων που βρίσκεται στο τραπέζι θα ενεργοποιηθεί, στην περίπτωση που η Τουρκία δεν δείξει έμπρακτη αποκλιμάκωση. Άρα, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πάμε με την ελπίδα ότι η Τουρκία θα έχει αλλάξει τη συμπεριφορά της, για να μην χρειασθεί να ενεργοποιηθεί αυτός ο κατάλογος κυρώσεων, συνολικά ή τμηματικά».
Και πρόσθεσε ο κ. Πέτσας:
«Είναι ξεκάθαρο ότι όλοι οι ευρωπαίοι εταίροι μας έχουν αντιληφθεί ότι η Τουρκία, όλο το προηγούμενο διάστημα, ήταν εκείνη η οποία προκαλούσε την αποσταθεροποίηση στην Ανατολική Μεσόγειο με τις προκλητικές ενέργειες, όχι μόνο σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά στην ευρύτερη περιοχή. Επομένως είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν και να υλοποιήσουν το πλέγμα κυρώσεων που παρουσίασε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Μπορέλ, στην περίπτωση που η Τουρκία δεν δείξει διάθεση έμπρακτης αποκλιμάκωσης, με συνέπεια και συνέχεια. Είναι προς το συμφέρον όλων μας να έχουμε αποκλιμάκωση.
Ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τους δικούς της χρόνους που δεν είναι πάντα λειτουργικοί. Όπως δεν είναι λειτουργικές και οι εσωτερικές ισορροπίες. Η Γερμανία, για παράδειγμα, έχει σε έναν χρόνο από σήμερα γενικές εκλογές και ξέρει ότι δύο εκατομμύρια ψηφοφόροι είναι Τούρκοι, στην πλειονότητά τους υποστηρικτές του Ταγίπ Ερντογάν. Ενώ ο Εμανουέλ Μακρόν, ως επικεφαλής του ισχυρότερου στρατιωτικού μηχανισμού της ΕΕ, καταφθάνει στην Ανατ. Μεσόγειο, η Ανγκελα Μέρκελ έχει τις δικές της απόψεις και σχέσεις με την Άγκυρα (θεωρεί άλλωστε ως magnum opus της καγκελαρίας της την αντιμετώπιση του Προσφυγικού, που είχε ως σημείο-κλειδί τη συμφωνία της με τον Ερντογάν).
Στο θέμα των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας αναφέρθηκε η FrankfurterAllgemeine Zeitung, η οποία έγραψε:
«Στο άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, μόνο δύο άλλες χώρες, εκτός από την Ελλάδα και την Κύπρο, υποστήριξαν μια “σκληρή γραμμή” απέναντι στην Άγκυρα: η Γαλλία και η Αυστρία. Η Βιέννη εδώ και πολύ καιρό ζητά την διακοπή των de facto ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Άγκυρα – ως το μόνο κράτος μέλος. Το Παρίσι, με τη σειρά του, παρενέβη άμεσα στη σύγκρουση με την Τουρκία και έστειλε φρεγάτες. Συμμετείχε ακόμη και σε ελληνική στρατιωτική άσκηση που πραγματοποιήθηκε παράλληλα με τη συνάντηση του Βερολίνου και εκεί επικρίθηκε. Οι αξιωματούχοι της σκληρής γραμμής υποστηρίζουν ότι ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν θα σταματήσει τις προκλήσεις του μόνο εάν ασκηθεί η μεγαλύτερη δυνατή πίεση. Οι Μάας, Μπορέλ και οι περισσότερες άλλες χώρες δεν το πιστεύουν. Αντίθετα, φοβούνται ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να κλιμακώνει τη σύγκρουση, εάν είναι απομονωμένος».
Και η FAZ συνέχισε λίγο παρακάτω:
«Παράλληλα με τη διπλωματική αναζήτηση λύσης, το Συμβούλιο εργάζεται για την καταχώριση ανώτερων υπαλλήλων της κρατικής Τουρκικής Εταιρείας Πετρελαίου σε λίστα κυρώσεων. Η Κύπρος είχε ήδη προτείνει πολλά ονόματα στο τέλος του 2019. Δύο από αυτά συμπεριλήφθηκαν τον Φεβρουάριο. Για άλλους οι φάκελοι έχουν προφανώς κλείσει. Στα τέλη Ιουλίου, τα δύο τρίτα των κρατών μελών είχαν επιφυλάξεις για πρόσθετες καταχωρήσεις. Δεν ήθελαν να πυροδοτήσουν τη σύγκρουση. Τώρα η κατάσταση είναι διαφορετική: εάν τα κράτη θέλουν να επιβάλουν κυρώσεις εναντίον της Λευκορωσίας, θα πρέπει να επιβάλουν τις ίδιες κυρώσεις και εναντίον άλλων Τούρκων. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο ομόφωνα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News