Το 1970 στον κόσμο της ροκ μουσικής συνέβαιναν διάφορα και πολύ ενδιαφέροντα, και όχι μόνο σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Στον παράλληλο κόσμο των προσωπικών σχέσεων, ο Ερικ Κλάπτον ήταν πολύ ερωτευμένος με την Πάτι Μπόιντ, η οποία όμως είχε παντρευτεί τέσσερα χρόνια νωρίτερα τον Τζορτζ Χάρισον, των Beatles.
Εκείνο το διάστημα, ο Κλάπτον έγραψε δύο πολύ «καυτές» ερωτικές επιστολές στην Μπόιντ και αυτές πρόκειται να πωληθούν σε δημοπρασία, γράφει ο Guardian.
Τη δεκαετία του 1960, η Μπόιντ ήταν ένα από τα πιο γνωστά μοντέλα της Βρετανίας. Παντρεύτηκε τον Χάρισον το 1966, αφού τον συνάντησε στα γυρίσματα της ταινίας των Beatles «A Hard Day’s Night». Η Μπόιντ ισχυρίστηκε ότι ο Χάρισον έγραψε τη μπαλάντα των Beatles «Something» για εκείνη, αν και αργότερα ο ίδιος το αρνήθηκε.
Προς το τέλος της δεκαετίας του 1960, ο Χάρισον και ο Κλάπτον άρχισαν να γράφουν μουσική μαζί και ο Κλάπτον συνδέθηκε με την Μπόιντ. Από τότε δεν κατάφερε να τη βγάλει από το μυαλό του. Την κυνήγησε ασταμάτητα και τελικά τα κατάφερε. Μετά το διαζύγιό της από τον Χάρισον, η Μπόιντ παντρεύτηκε τον Κλάπτον το 1979.
Χρειάστηκε πολλή προσπάθεια όμως. Σε μια επιστολή του 1970, η οποία ανήκει στα περιουσιακά στοιχεία της Μπόιντ που θα βγουν σε δημοπρασία από τον οίκο Christie’s το διάστημα 8-21 Μαρτίου, ο Κλάπτον την παρακαλεί: «Αυτό που θέλω να σε ρωτήσω είναι αν αγαπάς ακόμα τον άντρα σου ή αν έχεις άλλον εραστή. Αυτές οι ερωτήσεις είναι πολύ τολμηρές, το ξέρω, αλλά αν υπάρχει ακόμη συναίσθημα στην καρδιά σου για μένα, πρέπει να μου το πεις!». Αναφέρεται στις δικές του «προσωπικές υποθέσεις» ως «μια καλπάζουσα φάρσα»: Ο Κλάπτον έβγαινε με την αδελφή της Μπόιντ, Πόλα, ενώ επίσημα ήταν σε σχέση με την Αλις Ορμσμπι-Γκορ.
Ο Κλάπτον έγραψε ένα άλλο γράμμα, λίγους μήνες αργότερα, σε μια σελίδα που είχε σκιστεί από ένα αντίγραφο του βιβλίου «Ανθρωποι και ποντίκια»: «Θα θυσίαζα την οικογένειά μου, τον θεό μου και την ίδια μου την ύπαρξη. Εχω τρελαθεί. Αφουγκράστηκα τον άνεμο, παρακολούθησα τα σκοτεινά σύννεφα, άγγιξα τη γη για ένα σημάδι, μια χειρονομία, αλλά υπάρχει μόνο σιωπή. Γιατί διστάζεις, είμαι κακός εραστής, είμαι άσχημος; Είμαι πολύ αδύναμος, πολύ δυνατός; Αν με θέλεις, πάρε με, είμαι δικός σου. Αν δεν με θέλεις, σε παρακαλώ, σπάσε το ξόρκι που με δένει. Το να εγκλωβίζεις ένα άγριο ζώο είναι αμαρτία, το να το δαμάσεις είναι θεϊκό. Η αγάπη μου είναι δική σου».
Κάθε μία από τις επιστολές εκτιμάται ότι θα πωληθεί μεταξύ 13.000 και 18.000 ευρώ.
Ο Κλάπτον, στις επιστολές αναφέρεται στην Μπόιντ ως «Λέιλα» και εκείνη τη χρονιά έγραψε το ομώνυμο κλασικό τραγούδι για εκείνη. Οταν της έβαλε να ακούσει μια ηχογράφηση σε κασέτα, η Μπόιντ είπε: «Εμεινα έκπληκτη από την ομορφιά του τραγουδιού, αλλά ταυτόχρονα ένιωσα ενοχές».
Ο Κλάπτον εμπνεύστηκε από την ιστορία «Λέιλα και Ματζνούν» του πέρση συγγραφέα Νιζάμι. Η ιστορία μιλάει για έναν άνδρα που οδηγείται στην τρέλα από τον ανέφικτο έρωτά του. Οταν η Μπόιντ αρνήθηκε να ακολουθήσει τον Κλάπτον στα τέλη του 1970, εκείνος εθίστηκε στην ηρωίνη και απομακρύνθηκε από τα πάντα για τρία χρόνια.
Η Μπόιντ, που σήμερα είναι 80 ετών, είπε ότι οι επιστολές τής προκάλεσαν θλίψη: «Ηταν τόσο γεμάτες απελπισία και πάθος. Το πάθος που έρχεται μόνο μια φορά στη ζωή μας νομίζω. Ακόμη και σήμερα, όταν διαβάζω αυτές τις επιστολές, μου προκαλούν μεγάλη θλίψη», είπε στην Telegraph.
Η ίδια περιέγραψε την εποχή που άνθησε το ειδύλλιό της με τον Κλάπτον: «Ο Τζορτζ και εγώ περνούσαμε μια δύσκολη περίοδο μαζί. Οι Beatles ζούσαν σε ένα χάος και διαρκές άγχος γύρω από το συγκρότημα και ο Τζορτζ ήταν απορριπτικός. Τότε ο Ερικ άρχισε να έρχεται στο σπίτι μας ζητώντας μου να φύγω μαζί του. Ηταν δελεαστικό, αλλά δεν μπορούσα να το κάνω. Απλώς δεν ήταν σωστό».
Οι απιστίες του Χάρισον οδήγησαν τελικά το ζευγάρι στο χωρισμό. Η Μπόιντ υπέκυψε στις πιέσεις του Κλάπτον και τον παντρεύτηκε. Εκείνος έγραψε αρκετά τραγούδια για εκείνην, συμπεριλαμβανομένου του «Wonderful Tonight», που το εμπνεύστηκε βλέποντας την Μπόιντ να ετοιμάζεται για μια βραδινή τους έξοδο.
Το 1987, η Πάτι Μπόιντ άφησε τον Κλάπτον και το 1989 κατέθεσε αίτηση διαζυγίου, ύστερα από αμέτρητες απιστίες και κακοποίηση. Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι έπινε πολύ και την κακοποιούσε βάναυσα κατά τη διάρκεια του γάμου τους.
Μετά το διαζύγιο η Μπόιντ είπε ότι τελικά μάλλον ο Κλάπτον δεν ήθελε την ίδια, αλλά απλώς «επιθυμούσε να πάρει από τον Χάρισον αυτό που είχε εκείνος».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News