Το ζήτημα ποιος θα τηρήσει τον νόμο και την τάξη και θα τρέξει την ανοικοδόμηση της Γάζας μετά τον πόλεμο είναι εξαιρετικά περίπλοκο και ευαίσθητο. Στη δύσκολη αυτή απόφαση, που μοιάζει πρώιμη εν μέσω συνεχιζόμενων εχθροπραξιών αλλά απασχολεί ιδιαίτερα το αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και το επιτελείο του, εστιάζει εκτενής ανάλυση της Washington Post (WP).
Στο άρθρο που υπογράφουν τρεις δημοσιογράφοι, οι Μάικλ Μπίρνμπαουμ, Γούιλιαμ Μπουθ και Χαζέμ Μπαλούσα, σημειώνεται ότι και οι Ισραηλινοί αναγνωρίζουν την ανάγκη να εκπονηθούν τέτοια σχέδια, αλλά όπως λένε αμερικανοί αξιωματούχοι που συναντήθηκαν μαζί τους την περασμένη εβδομάδα, «δεν έχουν συγκεκριμένες προτάσεις και φαίνεται ότι επιθυμούν να αποφασίσουν άλλοι».
Οι πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, λέγεται ότι θα μπορούσε να προσφερθεί να αναλάβει το τιτάνιο αυτό έργο, αλλά ο παλαιστινιακός λαός μάλλον δεν συντάσσεται μαζί του, γράφει η WP. Ενα από τα ζητήματα είναι ότι η Χαμάς, που προφανώς δεν θα έχει καμία σχέση με την επόμενη μέρα που σχεδιάζουν ΗΠΑ και Ισραήλ, έχει κλείσει 15 χρόνια εξουσίας στη Λωρίδα της Γάζας.
Αυτό σημαίνει ότι η τρομοκρατική οργάνωση και οι υποστηρικτές της έχουν διεισδύσει σε κάθε τομέα της κοινωνίας. «Οχι μόνο στα υπουργεία που διοικούν, αλλά και σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, δικαστήρια, τζαμιά, αθλητικές ομάδες, φυλακές, δήμους και ομάδες νεολαίας» σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα.
Ως de facto κυβερνητική αρχή στη Λωρίδα της Γάζας από το 2007, όταν εκτόπισε την Παλαιστινιακή Αρχή από την εξουσία, η Χαμάς ελέγχει την οικονομία, την υγειονομική περίθαλψη, την ύδρευση και την ηλεκτρική ενέργεια. Και, φυσικά, το εμπόριο και όλες τις υποδομές. Πέρα από τους ένοπλους τρομοκράτες, διοικεί τις δυνάμεις ασφαλείας στη Γάζα αλλά και την τακτική αστυνομία, συμπεριλαμβανομένων των τροχονόμων.
Αυτή η εποχή κλείνει. Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η νέα εποχή και ποιος θα αναλάβει την ευθύνη της ανοικοδόμησης μετά την ανθρωπιστική τραγωδία που προκαλεί η επίθεση του Ισραήλ, η οποία έχει καταστρέψει μεγάλο μέρος των κατοικιών και των υποδομών για τους κατοίκους της περιοχής.
Καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν αρχίζει να σχεδιάζει την «επόμενη μέρα» στη Γάζα, η Ουάσινγκτον αντιμετωπίζει, σύμφωνα με την Washington Post, «μια σειρά από μη ελκυστικές επιλογές».
Στο ταξίδι του στο Ισραήλ και στη Δυτική Οχθη την περασμένη εβδομάδα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντονι Μπλίνκεν, προσπάθησε να διερευνήσει το θέμα, διαπιστώνοντας τις δυσκολίες που το συνοδεύουν.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν, γράφει η WP, πιέζει για να εγκαταστήσει μια «αναζωογονημένη» Παλαιστινιακή Αρχή ως διαχειριστή της Γάζας. Η ιδέα όμως αυτή δεν βρίσκει σύμφωνη την ισραηλινή κυβέρνηση, ενώ είναι αντιδημοφιλής και μεταξύ πολλών Παλαιστινίων.
«Ισως η μόνη λύση»
Αμερικανοί αξιωματούχοι, παρότι αναγνωρίζουν την πρόκληση και τις δυσκολίες που υπάρχουν, λένε ότι η Παλαιστινιακή Αρχή «είναι η καλύτερη και ίσως η μόνη λύση ανάμεσα σε έναν κατάλογο με χειρότερες επιλογές, οι οποίες περιλαμβάνουν την επιστροφή στην άμεση ισραηλινή κατοχή της Λωρίδας της Γάζας».
«Δεν έχουμε αυταπάτες ότι αυτό θα είναι εύκολο. Σίγουρα θα έχουμε διαφωνίες στην πορεία» δήλωσε ο Μπλίνκεν σε δημοσιογράφους στο Τελ Αβίβ. Πρόσθεσε ωστόσο ότι «η εναλλακτική –περισσότερες τρομοκρατικές επιθέσεις, περισσότερη βία, περισσότερα αθώοι που υποφέρουν– είναι μη αποδεκτή».
Υπάρχει φυσικά και η διάσταση του κλίματος που επικρατεί μεταξύ των παλαιστινίων κατοίκων της Γάζας, ιδίως μετά την καταστροφή που συντελείται από τα ισραηλινά πυρά.
Η αμερικανική εφημερίδα θυμίζει ότι μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, κατά την οποία σκοτώθηκαν τουλάχιστον 1.200 Ισραηλινοί, το Ισραήλ ορκίστηκε να καταστρέψει την οργάνωση, τόσο ως στρατιωτική όσο και ως κυβερνητική οντότητα.
Ωστόσο, αυτή «παραμένει δημοφιλής μεταξύ πολλών Παλαιστινίων μετά την επίθεση. Τόσο η διοίκηση Τραμπ όσο και η διοίκηση Μπάιντεν είχαν επικεντρωθεί στη μεσολάβηση για καλύτερες σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των αράβων γειτόνων του, εις βάρος των Παλαιστινίων, οι οποίοι αισθάνονταν παραγκωνισμένοι. Τώρα, χάρη στη Χαμάς, οι Παλαιστίνιοι βρίσκονται και πάλι στο προσκήνιο» σχολιάζει η Washington Post.
Προσθέτει ότι ακόμη και η παύση για μία εβδομάδα των επιθέσεων του Ισραήλ στη Γάζα κύλησε με τρόπο που ενίσχυσε τη δημοτικότητα της Χαμάς, καθώς οι παλαιστινιακές οικογένειες υποδέχθηκαν στο σπίτι συζύγους, αδελφές και παιδιά που απελευθερώθηκαν από τις ισραηλινές φυλακές ως αντάλλαγμα για τους ομήρους που είχαν συλληφθεί κατά την επίθεση του Οκτωβρίου.
Αμερικανοί αξιωματούχοι κατηγορούν τη Χαμάς για την απελπιστική ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα, λέγοντας ότι η οργάνωση θα μπορούσε να είχε γλιτώσει τους Παλαιστίνιους από τα ισραηλινά αντίποινα αν δεν είχε πραγματοποιήσει τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου. Παραδέχονται, όμως, επίσης ότι η σκληρή ισραηλινή απάντηση έχει πυροδοτήσει την οργή των Παλαιστινίων και έχει ανακόψει την πρόοδο προς μια πιο βιώσιμη ειρήνη.
Η αποτυχία για την προστασία των αμάχων μπορεί να τους «οδηγήσει στην αγκαλιά του εχθρού» δήλωσε το Σάββατο ο αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λόιντ Οστιν.
Οι Ισραηλινοί λένε ότι δεν θέλουν να επιστρέψουν στην κατοχή της Γάζας. Συζητούν για βελτιώσεις στην ασφάλεια, όπως μια νεκρή ζώνη κατά μήκος των συνόρων της με το Ισραήλ. Ζητούν επίσης να υπάρχει πρόσβαση στην περιοχή για τις ισραηλινές δυνάμεις κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, στη διάρκεια της οποίας λένε ότι δεν θα ισχύουν κάποια στοιχεία αυτονομίας για τους κατοίκους της Γάζας.
Διεθνής δύναμη αραβικών κρατών;
Σύμφωνα με την Washington Post, «η κυβέρνηση Μπάιντεν αντιτίθεται σθεναρά σε οποιουσδήποτε περιορισμούς στον τρόπο που οι κάτοικοι της Γάζας θα μπορούν να χρησιμοποιούν τη γη τους, και επιθυμεί διακαώς οι ισραηλινές δυνάμεις να παραδώσουν την ευθύνη, ενδεχομένως σε διεθνείς δυνάμεις που έχουν υποσχεθεί αραβικά έθνη για την ασφάλεια της περιοχής».
Ωστόσο, αναλυτές σχολιάζουν ότι οποιοσδήποτε μελλοντικός σχεδιασμός εξαρτάται από το τι θα συμβεί όσο η σύγκρουση θα συνεχίζει να μαίνεται. «Ο τρόπος με τον οποίο θα συνεχιστεί ο πόλεμος θα καθορίσει το εύρος των επιλογών» δήλωσε ο Μπράιαν Κάτουλις, αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Μέσης Ανατολής. «Κάθε βόμβα που πέφτει και κάθε μέρα που η Χαμάς εξακολουθεί να στέκεται όρθια, αυξάνει το κόστος της ανοικοδόμησης» προσθέτει.
Η Παλαιστινιακή Αρχή «μπορεί να είναι η καλύτερη από μια σειρά πολύ κακών επιλογών» προσθέτει ο ίδιος. Η Washington Post αναφέρει ωστόσο ότι η αξιοπιστία της απέναντι στον παλαιστινιακό λαό έχει υπονομευθεί από τον ρόλο της για την ασφάλεια στη Δυτική Οχθη, καθώς η αστυνομική της δύναμη έχει χρεωθεί όχι μόνο την επιεικώς πλημμελή προστασία των Παλαιστινίων, αλλά και την υποβοήθηση της ισραηλινής στρατιωτικής κατοχής.
«Η Αρχή θεωρείται διεφθαρμένη και στερείται υποστήριξης από τον παλαιστινιακό πληθυσμό» δηλώνει ο Σάουκι Ισα, ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και πρώην υπουργός της Παλαιστινιακής Αρχής. Υπό το φως αυτών των δεδομένων, οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν δεν λένε ρητά ότι ο Αμπάς πρέπει να φύγει, ούτε αποτολμούν να προτείνουν ιδέες για το ποιος θα πρέπει να τον αντικαταστήσει, καθώς θεωρούν ότι οι Παλαιστίνιοι και οι περιφερειακοί υποστηρικτές τους θα πρέπει να κάνουν αυτή τη συζήτηση.
«Εχουν όμως ιδέες για βασικές μεταρρυθμίσεις, που θα θέσουν τις βάσεις για μια πιο ανοιχτή κοινωνία της Γάζας, η οποία δεν είχε την ευκαιρία να ψηφίσει σε εκλογές από το 2006 και μετά» γράφει η Washington Post. Μετά τη συνάντησή του με τον Αμπάς την Πέμπτη (30/11), ο Μπλίνκεν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν επιδιώκει μεταρρυθμίσεις που «θα ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στις ανάγκες του παλαιστινιακού λαού».
«Η Παλαιστινιακή Αρχή πρέπει να καταπολεμήσει τη διαφθορά, να συνεργαστεί με την κοινωνία των πολιτών και να βελτιώσει την υποστήριξη για τα ελεύθερα μέσα ενημέρωσης» δήλωσε ο Μπλίνκεν. Ωστόσο, όλα αυτά μοιάζουν ακόμη μακρινά ενόσω μαίνονται οι μάχες στη νότια Γάζα και οι άμαχοι βιώνουν τον τρόμο του πολέμου.
«Οι τρέχουσες πολιτικές συζητήσεις μοιάζουν άτοπες την ώρα που οι άνθρωποι στη Γάζα συνεχίζουν να υποφέρουν, όχι μόνο από τους βομβαρδισμούς, αλλά και από την πείνα και τη δίψα» δηλώνει στην αμερικανική εφημερίδα η Λάμες Χαντάντ, 32 ετών, μητέρα δυο παιδιών από την Πόλη της Γάζας. Η ίδια υποστηρίζει ότι τόσο η Χαμάς όσο και η Παλαιστινιακή Αρχή «κατατρύχονται από διαφθορά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News