Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 ταξίδευα τις καθημερινές από το Κεντ στο Λονδίνο με τρένο. Διάβαζα την Guardian, αλλά με κέντριζε ως λαθραναγνώστη η Sun. Παρόλο που με θύμωνε η δημοσιογραφία της, τα σκανδαλοθηρικά θέματά της με γαργαλούσαν ευχάριστα.
Δεν την αγόρασα ποτέ, διότι σχεδόν όλοι οι αναγνώστες της, κατεβαίνοντας στον προορισμό τους, την άφηναν στο βαγόνι. Ετσι, με αρκετές ενοχές, αλλά και με κρυφή χαρά συνάμα, έβαζα στην τσάντα την «ποιοτική» μου εφημερίδα (quality papers, όπως τις λένε ακόμα στην Αγγλία τις πιο σοβαρές, τότε όλες μεγάλου σχήματος) και απολάμβανα τη «γλυκιά μου αμαρτία».
Βοηθούσε και το γεγονός ότι εκεί ήμουν άγνωστος μεταξύ αγνώστων…
Οι δημοσιογραφικές της παρεκτροπές και αθλιότητες, μου έδιναν κάμποσο υλικό για τις ανταποκρίσεις μου από τη Βρετανία, αλλά ήταν και case studies για μένα, ευκαιρία να εμβαθύνω στις πρακτικές της και να μάθω, όντως, πολλά πράγματα.
Μία από αυτές, που είχε σχέση με την παρακολούθηση των τηλεφωνημάτων ενός άγγλου πολιτικού για να τον εκθέσει επειδή είναι γκέι, προστέθηκε στις πολλές που υποχρέωσαν τη μητρική εταιρεία του Μέρντοκ να πληρώσει τεράστια ποσά για αποζημιώσεις, και έτσι να μεγαλώσει ακόμα πιο πολύ η μαύρη τρύπα που τον αναγκάζει, όπως ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες, ουσιαστικά να κάνει ευθανασία στην εφημερίδα που κάποτε του γεννούσε χρυσά αυγά, με τα οποία εν συνεχεία γιγάντωσε το μιντιακό κοτέτσι του.
Στ’ αλήθεια, λοιπόν, λυπήθηκα και θύμωσα πολύ, όταν διάβασα αυτές τις ημέρες την είδηση ότι ο αυστραλός μεγιστάνας του Τύπου μηδένισε την αξία της εφημερίδας, αναγνωρίζοντας ότι η Sun, που τον βοήθησε τόσο πολύ να κτίσει την μιντιακή αυτοκρατορία του, πλέον είναι άνευ αξίας. «Δεν αξίζει τίποτα», έγραψε η Ιndependent την Τρίτη.
Η απόφαση του 90χρονου ιδιοκτήτη εκατοντάδων μέσων ενημέρωσης, σε όλο τον κόσμο, είναι κατανοητή – επιχειρηματίας είναι. Και από τη στιγμή, μάλιστα, που η προσωπική περιουσία του, μαζί με το περιοδικό Forbes, υπολογίζεται εύκολα στα 22,9 δισ. δολάρια, οι συναισθηματισμοί μοιάζουν με αστείο αλλά και λάθος μαζί.
Ενα προϊόν που ζημιώνει σταθερά, εάν δεν μπορείς, ή δεν θέλεις να το συντηρήσεις με τα κέρδη άλλων προϊόντων σου, το… αποθνήσκεις. Ασχέτως εάν έκανες το ίδιο κατά το παρελθόν, όταν η Sun κρατούσε στη ζωή τη διασωληνωμένη Times του Λονδίνου, που είχες ως σημαία σου. Δικό σου το καρπούζι, δικό σου και το μαχαίρι.
Η οικονομική ζημιά έφτασε τις 200 εκατ. στερλίνες λόγω πανδημίας. Ενδεικτικά, τα έσοδα της Sun, καθημερινής και κυριακάτικης, από πωλήσεις φύλλων και διαφημίσεις, έπεσαν κατά 23% από £419,9 εκατ. σε £314 εκατ. μόνο από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο του 2020, με το που έσκασε δηλαδή μύτη ο κορονοϊός και ο κόσμος κλείστηκε.
Η αποζημίωση των £164 εκατ.
Από το σύνολο των απωλειών της Sun, περίπου το 80%, δηλαδή γύρω στις £164 εκατ., αφορούν χρήματα που υποχρεώθηκε να καταβάλει για υπόθεση υποκλοπής τηλεφωνικών συνομιλιών. Συγκεκριμένα, την περασμένη εβδομάδα πλήρωσε εξωδικαστικά «ένα σημαντικό ποσό» στον πρώην βουλευτή των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (Lib Dems, η συντομογραφία), σερ Σάιμον Χιουζ, που κατέθεσε αγωγή κατά της επιχείρησης, ισχυριζόμενος ότι δημοσιογράφοι της εφημερίδας παρακολουθούσαν το τηλέφωνό του για να δημοσιεύσουν λεπτομέρειες για παλιότερες σχέσεις που είχε με άνδρες.
Το θέμα έγινε πρωτοσέλιδο στη Sun το 2016 και προκλήθηκε θόρυβος μεγάλος, το φύλλο εξαντλήθηκε και ο Μερντοκ χαμογελούσε από το Μπρίσμπεϊν ως τη Μινεσότα – δυο μέρη που αγαπά πολύ! Τίτλος του δημοσιεύματος ήταν, σε ελεύθερη μετάφραση, «Και δεύτερος κουτσο-Δημοκράτης ομολογεί: Είμαι κι εγώ γκέι». Παραφράζοντας δηλαδή ύπουλα και αισχρά τη συντομογραφία του τίτλου του κόμματος από Lib Dem σε Limp Dem, όπου “Λιμπ” παραπέμπει σε κάποιον που είναι κουτσός ή λειψός!
Οπως διαβάζουμε στον Guardian, η News UK του Μέρντοκ (που είχε τότε τη Sun, την Times και την News of the World –κυριακάτικη ταμπλόιντ, ακόμα πιο «άγρια»), η οποία είναι θυγατρική της News International που στεγάζει όλα του τα μίντια, δεν παραδέχτηκε ποτέ ότι η Sun χρησιμοποίησε αθέμιτα μέσα για να αλιεύσει πληροφορίες, αλλά ισχυρίστηκε ότι η παρανομία, δηλαδή η παρακολούθηση τηλεφώνου, έγινε από τη News of the World, που όμως έκλεισε πριν από 10 χρόνια. Επειδή όμως και οι δύο εφημερίδες ανήκουν στον Μέρντοκ, είχε το δικαίωμα η News UK να αποζημιώσει τον Χιουζ για συκοφαντική δυσφήμηση, χωρίς όμως να παραδεχτεί ενοχή για τον τρόπο με τον οποίο τον διέσυρε!
Η Sun κάποτε, με χρυσή δεκαετία αυτή του ’90, πουλούσε 5 εκατ. φύλλα την ημέρα στη Βρετανία. Αυτήν την πρωτιά, με απόσταση από τις άλλες, τη διατηρούσε επί περίπου 40 χρόνια. Τώρα, στην 2η θέση πια, κάτω από την επίσης συντηρητική, αλλά πιο παραδοσιακή Daily Mail, δηλώνει ότι η κυκλοφορία της έπεσε κάτω από τα 1 εκατ. φύλλα, παρόλο που στη Βρετανία δεν γίνονται πια μετρήσεις για τις πωλήσεις εφημερίδων. Η αγορά έχει κρίνει ότι αυτές οι μετρήσεις είναι αχρείαστες και αναξιόπιστες. Σχεδόν όλα τα λεφτά διοχετεύονται πλέον στα ηλεκτρονικά μέσα.
«Προτεραιότητά μας είναι να διατηρήσουμε έστω αυτήν τη θέση, αρκεί η πρότασή μας να βρει σύμφωνους και τους αναγνώστες», ανακοίνωσε η εταιρεία, σε μια μάλλον αινιγματική διατύπωση από εταιρεία που μόλις είχε δηλώσει ότι η αξία της είναι… τίποτα!
Εάν αυτή η διάσταση (του «άσ’ τα πράγματα έτσι και βλέπουμε») ενδιαφέρει την αγορά, είναι ένα ζήτημα. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Όμιλος του Μέρντοκ ακόμα ελέγχει μεγαθήρια, όπως η Times, η Wall Street Journal, η New York Post, η Fox News και ισχυρά μίντια στην Αυστραλία.
Αλλο ζήτημα όμως είναι το κενό που αναπόφευκτα θα δημιουργηθεί στη βρετανική αγορά. Εκτός από τις μεγάλες lifestyle αποκλειστικότητές της (εκεί όπου επικεντρώνεται ο… θαυμασμός μου, καθώς ήταν τόσο επαγγελματικός ο τρόπος που δρούσε δημοσιογραφικά, ώστε δεν υπήρχε περίπτωση το «θέμα» να μη βγει), η εφημερίδα έπαιξε καίριο ρόλο, όχι πάντοτε διαυγή και έντιμο, και στο πολιτικό τοπίο.
Το πρωτοσέλιδό της, στις 3 Μαρτίου 2016, περίπου τρεις μήνες πριν από το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ, έκανε τόσο πάταγο, που οι έγκυροι πολιτικοί αναλυτές δεν έχουν αμφιβολία ότι σαφώς επηρέασε υπέρ το τελικό αποτέλεσμα. Η πονηρά Sun, για πρώτη φορά ενέπλεξε το Παλάτι σε εκλογική μάχη.
«Η βασίλισσα είναι υπέρ του Brexit», ήταν ο τεράστιος τίτλος της, αποδίδοντας τη φράση αυτή σε συζήτηση που είχε η Ελισάβετ σε κάποια «κλειστή» δεξίωση, και τη μετέφερε σε πολιτικό πρόσωπο ένας από τους θαμώνες. Η Sun λέει ότι πιστεύει απόλυτα τα λόγια του πολιτικού προσώπου, το οποίο βεβαία δεν κατονόμασε. Η Ανεξάρτητη Αρχή που ελέγχει τους κανόνες που διέπουν τα επίπεδα «Ποιότητας της Δημοσιογραφίας», έκρινε ότι το δημοσίευμα ήταν «σημαντικά παραπλανητικό».
Η εφημερίδα επανήλθε στις 22 Ιουνίου 2016, παραμονή του δημοψηφίσματος, με ένα ακόμα πιο… προχωρημένο πρωτοσέλιδο, λέγοντας ότι σύμφωνα με βασιλικό βιογράφο, σε ιδιωτικό δείπνο η βασίλισσα ρώτησε τους λιγοστούς καλεσμένους της «Δώστε μου τρεις καλούς λόγους για να μείνουμε στην Ευρώπη», και όλοι, λέει, απάντησαν με μια φωνή, «ούτε έναν, Μεγαλειοτάτη».
Η ανακοίνωση από το Παλάτι ήταν ότι η βασίλισσα δεν συζητά ποτέ πολιτικά θέματα έξω από το πλαίσιο που της επιτρέπει το Σύνταγμα, αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει. Με τη δολοφονία στις 16 Ιουλίου του 2016 (προσέξτε τις χρονολογικές συγκυρίες) της βουλευτού του Εργατικού Κόμματος, Τζο Κοξ, ένθερμης υποστηρίκτριας της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ, από μεσήλικα άνδρα φανατικό οπαδό του Brexit, οι δημοκοπικές ενδείξεις σημείωναν «σαφή τάση υπέρ της παραμονής». To δημοσίευμα της Sun για τη βασίλισσα, όπως «πανηγύρισε» η ίδια όταν βγήκε το γνωστό αποτέλεσμα, ήταν «η δικαίωση της Βρετανίας».
Εφημερίδες για κάθε γούστο
Πηγαίνοντας αρκετά χρόνια πίσω, θυμήθηκα την εκπληκτική σειρά «Μάλιστα Πρωθυπουργέ», του BBC. Σε ένα από τα επεισόδια, στο διάλειμμα μιας κλειστής σύσκεψης στην 10 Ντάουνινγκ Στριτ, με δύο στενούς συνεργάτες του, τον υπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ και τον εκπρόσωπο Τύπου, ο Πρωθυπουργός ενημερώθηκε για ένα θέμα που ετοιμαζόταν να βγάλει κάποια σκανδαλοθηρική εφημερίδα. Εκείνοι του έλεγαν να κάνει μια ανακοίνωση, διότι «και δικοί μας ψηφοφόροι διαβάζουν τη συγκεκριμένη εφημερίδα», αλλά εκείνος πήρε ανάποδες. «Μη με πατρονάρετε. Ξέρω ακριβώς ποιοι διαβάζουν ποια εφημερίδα». Και άρχισε να τους λέει:
— Η Daily Mirror (λαϊκή ταμπλόιντ, φιλεργατική) διαβάζεται από ανθρώπους που νομίζουν ότι κυβερνούν τη χώρα.
— Η Guardian (φιλεργατική και αυτή, αλλά σοβαρή) διαβάζεται από ανθρώπους που νομίζουν ότι αυτοί πρέπει να κυβερνήσουν την χώρα.
— Η Τimes (συντηρητική, του Μέρντοκ) διαβάζεται από εκείνους που όντως κυβερνούν την χώρα.
— Η Daily Mail (υπερσυντηρητική, λαϊκή ταμπλόιντ), διαβάζεται από τις συζύγους εκείνων που κυβερνούν τη χώρα.
— Η Financial Times από ανθρώπους που είναι ιδιοκτήτες της χώρας.
— Και η Morning Star (παρωχημένη, παλαιοκομμουνιστική) διαβάζεται από ανθρώπους που πιστεύουν ότι η χώρα πρέπει να κυβερνάται από άλλη χώρα.
«Μα Πρωθυπουργέ, ξεχάσατε τη Sun», του λέει ο «παρά τω Πρωθυπουργώ», και πετάγεται τότε ο εκπρόσωπος Τύπου και απαντά:
— Οι αναγνώστες της Sun δεν ενδιαφέρονται ποιος κυβερνά τη χώρα, αρκεί να έχει μεγάλα βυζιά!»
Αφησα για το τέλος αυτή τη… λεπτομέρεια: Τα περίφημα «Kορίτσια της 3ης σελίδας». Εκείνης που πάντα είχε μεγάλη αναγνωσιμότητα, αφού σε αυτήν πέφτει το μάτι σου, δεξιά, μόλις γυρίσεις την πρώτη σελίδα. Εκεί, λοιπόν, είχαν μόνιμη θέση τα κορίτσια της διπλανής πόρτας, χωρίς Photoshop τότε, όπως ήταν στην καθημερινότητά τους. Πολλές από αυτές, αργότερα, έγιναν φωτομοντέλα και τραγουδίστριες και εξασφάλισαν κι άλλη, πιο μεγάλη, δημοσιότητα.
Σήμερα –και είναι κι αυτός ένας ακόμη λόγος που μηδενίστηκε η αξία της εφημερίδας από τον ψυχρό μεν, διορατικό δε ιδιοκτήτη της– τα «Κορίτσια της 3ης» τα βρίσκεις και τα βλέπεις παντού, κυρίως στο Instagram. Και η μετέπειτα καριέρα τους καθορίζεται όχι από την κυκλοφορία της εφημερίδας, αλλά από τα likes που σε καθιστούν τελικά influencer. Δηλαδή, πρόσωπο με επιρροή.
ΥΓ.: Αφήσαμε εκτός συζήτησης εδώ τον ίδιο τον τίτλο της εφημερίδας, Sun. Δηλαδή Ηλιος. Πριν από περίπου έξι χρόνια, ο Πολ Κέρλι έγραψε ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι στο BBC με τίτλο «Η σχέση έρωτα και μίσους του έθνους με τον Ηλιο». Κάνοντας αναγωγή στην Sun, «μιλάμε για κάτι που πολλοί από εμάς μισούμε, διότι κάνει κακό στην υγεία μας, και ακόμα περισσότεροι λατρεύουμε γιατί μας κάνει να αισθανόμαστε ωραία». Ακριβώς!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News