Από τότε που ξέσπασε ο νέος πόλεμος στη Γάζα, διάφοροι ισραηλινοί αξιωματούχοι ασφαλείας αναφέρονται τακτικά στα όποια μέτρα λαμβάνονται για την ελαχιστοποίηση των απωλειών μεταξύ των αμάχων, ενώ ισχυρίζονται επίσης πως πλήττονται μόνο στρατιωτικοί στόχοι.
Πρόσφατα, ο Ντάνιελ Χαγκάρι, εκπρόσωπος των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, κατηγόρησε τη Χαμάς ότι αναπτύσσει «κυνικά» τον οπλισμό της σε περιοχές αμάχων και κοντά σε κρίσιμες υποδομές, όπως νοσοκομεία. Ωστόσο, λίγες ημέρες μετά από τις αποτρόπαιες και πολύνεκρες επιθέσεις της Χαμάς στο Νότιο Ισραήλ την 7η Οκτωβρίου, μιλώντας κατά την αρχική φάση της ισραηλινής επίθεσης, ο ίδιος ισραηλινός στρατιωτικός αξιωματούχος ήταν εξίσου κυνικός, δηλώνοντας απερίφραστα ότι, στο πλαίσιο των αντιποίνων του Ισραήλ, η «έμφαση» επρόκειτο να δοθεί «στη ζημιά και όχι στην ακρίβεια».
Εκείνη την περίοδο τα ισραηλινά πολεμικά αεροσκάφη είχαν ήδη ρίξει εκατοντάδες τόνους βομβών σε στόχους στη Λωρίδα της Γάζας, ενώ στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης εκστρατείας, το επόμενο διάστημα σκοτώθηκαν περισσότεροι από 10.000 Παλαιστίνιοι, 4.000 εκ των οποίων ήταν παιδιά.
Οι ισραηλινές δυνάμεις προκάλεσαν επίσης μια ανθρωπιστική κρίση μέσω του εκτοπισμού της πλειονότητας των 2,3 εκατομμυρίων πολιτών της Γάζας και στερώντας από το σύνολο του πληθυσμού ακόμα και τα εντελώς απαραίτητα για την επιβίωση, περιλαμβανομένων της τροφής και του νερού, με αποτέλεσμα πάνω από τις κατεστραμμένες γειτονιές της Γάζας να πλανάται το φάσμα του λιμού, ενώ κάθε μέρα αυξάνεται ο κίνδυνος εξάπλωσης μολυσματικών νόσων.
Την ίδια ώρα, οι ανθρωπιστικές οργανώσεις θεωρούν πως οι «τετράωρες παύσεις» στις οποίες συναίνεσε, τελικά, το Ισραήλ, με στόχο τη φυγή των αμάχων προς τον Νότο της Λωρίδας, δεν πρόκειται να συμβάλουν ουσιαστικά στη βελτίωση της τραγικής και ολοένα χειρότερης κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή.
Τα παραπάνω στοιχεία παραθέτει σε ανάλυσή του ο Ισάν Θαρόρ, αρθρογράφος της Washington Post επί των διεθνών εξελίξεων, διερωτώμενος ποια θα μπορούσε να είναι η στρατηγική που εφαρμόζει το Ισραήλ, καθώς επιδιώκει να εξαλείψει τη μακροχρόνια απειλή της Χαμάς και να εκκαθαρίσει τη Λωρίδα της Γάζας από την ισλαμιστική οργάνωση. Ορμώμενος από τις δηλώσεις του εκπροσώπου των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων περί «έμφασης» στη ζημιά παρά στην ακρίβεια, γράφει ότι πίσω από όλα όσα εκτυλίσσονται στη Γάζα διακρίνεται ένα παλιό ισραηλινό στρατιωτικό δόγμα.
«Το αποκαλούμενο “Δόγμα Νταχίγια” διαμορφώθηκε στον απόηχο του σκληρού πολέμου του 2006 μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Νταχίγια είναι η ονομασία των νοτίων προαστίων της Βηρυτού, όπου η Χεζμπολάχ διατηρούσε τα οχυρά της, τα οποία σφυροκοπήθηκαν από ισραηλινά αεροσκάφη μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, όταν μαχητές της οργάνωσης απήγαγαν δύο ισραηλινούς στρατιώτες. Η επίθεση αιφνιδίασε τη Χεζμπολάχ, της οποίας η ανώτερη ηγεσία δεν περίμενε να δει το αρχηγείο της να μετατρέπεται σε συντρίμμια, ούτε είχε καταστρώσει σχέδια για έναν έναν τέτοιο ανηλεή βομβαρδισμό», συνοψίζει ο Ισάν Θαρόρ.
Πιο ολοκληρωμένα και ξεκάθαρα το Δόγμα Νταχίγια διατυπώθηκε από τον Γκάντι Αϊζενκοτ, νυν υπουργό άνευ χαρτοφυλακίου και πρώην αρχηγό του γενικού επιτελείου των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων την περίοδο 2015-2019. «Θα ασκήσουμε δυσανάλογη ισχύ εναντίον κάθε χωριού από το οποίο βάλλεται το Ισραήλ και θα προκαλέσουμε τεράστιες ζημιές και καταστροφές. Από τη δική μας σκοπιά, πρόκειται για στρατιωτικές βάσεις» είχε δηλώσει σε μια ισραηλινή εφημερίδα το 2008, προσθέτοντας, μάλιστα, πως «αυτό δεν είναι πρόταση. Είναι ένα σχέδιο που έχει ήδη εγκριθεί».
Περίπου την ίδια εποχή ο ισραηλινός απόστρατος συνταγματάρχης Γκάμπριελ Σιμπόνι συνέταξε μια έκθεση υπό την αιγίδα του Ινστιτούτου Μελετών Εθνικής Ασφάλειας του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, στην οποία υποστήριζε πως η απαραίτητη απάντηση στις όποιες πολεμικές προκλήσεις από τον Λίβανο, τη Συρία και τη Γάζα θα έπρεπε να ήταν «δυσανάλογες» επιδρομές με κύριο στόχο, όχι τόσο την καταστροφή του οπλισμού και των λοιπών στρατιωτικών υποδομών του εχθρού, όσο την πρόκληση τεράστιων ζημιών, ανεξάρτητα από τις όποιες άμεσες ή έμμεσες συνέπειες για τους αμάχους, με την ανείπωτη καταστροφή να λειτουργεί στο εξής ως αποτρεπτικός παράγοντας.
«Μετά από ένα ξέσπασμα εχθροπραξιών, ο ισραηλινός στρατός θα πρέπει να δρα άμεσα, αποφασιστικά και με ισχύ δυσανάλογη προς τις ενέργειες του εχθρού και την απειλή που συνιστά», έγραψε. «Μια τέτοια απάντηση στοχεύει στην πρόκληση ζημιών και στην επιβολή αντιποίνων σε βαθμό που να καθιστούν τις διαδικασίες ανοικοδόμησης μακροχρόνιες και δαπανηρές».
Το Δόγμα Νταχίγια πρώτη φορά πρέπει να εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια ενός γύρου εχθροπραξιών μεταξύ της Χαμάς και του Ισραήλ στα τέλη του 2008 – αρχές του 2009. Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε από τον ΟΗΕ για τη σύρραξη, η εκστρατεία του Ισραήλ ήταν «μια εσκεμμένα δυσανάλογη επίθεση, που σχεδιάστηκε για να τιμωρήσει, να ταπεινώσει και να τρομοκρατήσει έναν άμαχο πληθυσμό, να περιορίσει δραστικά την τοπική οικονομική του ικανότητα, τόσο να εργάζεται όσο και να εξασφαλίζει τα προς το ζην, και να του επιβάλει μια ολοένα αυξανόμενη αίσθηση εξάρτησης και ευαλωτότητας».
Οσον αφορά τη συνέχεια, «ισραηλινοί στρατιωτικοί ανταποκριτές και αναλυτές ασφαλείας ανέφεραν επανειλημμένα ότι το δόγμα Νταχίγια ήταν η στρατηγική του Ισραήλ καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα το περασμένο καλοκαίρι», παρατήρησε ο παλαιστινιο-αμερικανός μελετητής Ρασίντ Χαλίντι το φθινόπωρο του 2014, μετά από μια άλλη ισραηλινή εκστρατεία, κατά την οποία σκοτώθηκαν περισσότεροι από 1.400 άμαχοι, μεταξύ των οποίων περίπου 500 παιδιά.
«Ας είμαστε ειλικρινείς: αυτό είναι στην πραγματικότητα λιγότερο στρατηγικό δόγμα παρά η ρητή περιγραφή μιας συλλογικής τιμωρίας και πιθανών εγκλημάτων πολέμου», πρόσθεσε, μην παραλείποντας να αναφέρει ότι «δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός πως κάποιος μπορούσε να βρει ελάχιστες αναφορές στο δόγμα Νταχίγια, είτε σε δηλώσεις πολιτικών των ΗΠΑ είτε στην κάλυψη του πολέμου από τα περισσότερα από τα κύρια αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία συνέχιζαν να περιγράφουν τις ενέργειες του Ισραήλ ως “αυτοάμυνα”».
Το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα επικαλούνται και προασπίζονται και αυτή την φορά ηγέτες, νομοθέτες και σχολιαστές σε ολόκληρη τη Δύση. Και λόγω της πρωτοφανούς κλίμακας και της φρίκης των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου φαίνεται πως η πλειονότητα των Ισραηλινών συμφωνεί ότι ο στρατός τους πρέπει να κάνει ό,τι χρειάζεται για να εξουδετερώσει τη Χαμάς. Σε αυτό το πλαίσιο, διάφοροι ισραηλινοί πολιτικοί έχουν ζητήσει τη συνολική καταστροφή της Γάζας, την ερήμωση της επικράτειάς της ή ακόμη και την επανεποίκισή της από το Ισραήλ.
Το ότι ο Γκάντι Αϊζενκοτ είναι πλέον μέλος της κυβέρνησης εθνικής ενότητας και του υπουργικού συμβουλίου διαχείρισης πολέμου δεν σημαίνει απαραίτητα κάτι, ενώ κανένας ισραηλινός πολιτικός ή αξιωματούχος ασφαλείας δεν έχει επικαλεστεί ρητά το Δόγμα Νταχίγια ως οδηγό για την εν εξελίξει καταστροφή της Γάζας.
«Δεν νομίζω ότι αυτό το δόγμα εφαρμόζεται σήμερα» ανέφερε στη Le Monde ο απόστρατος συνταγματάρχης και νυν ερευνητής του Ινστιτούτου Στρατηγικής και Ασφάλειας της Ιερουσαλήμ Γκάμπριελ Σιμπόνι, υποστηρίζοντας ότι το Ισραήλ βάλλει αποκλειστικά κατά στρατιωτικών στόχων. Μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι οι προσπάθειες του Ισραήλ να πείσει τους Παλαιστίνιους στη βόρεια Γάζα να κατευθυνθούν προς τον Νότο ήταν ένα σημάδι της ανθρωπιστικής του προσέγγισης. «Οσο για αυτούς που μένουν, κρίμα. Επιλέγουν να ριψοκινδυνέψουν τις ζωές τους».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News