Την 14η Απριλίου οι ουκρανικές δυνάμεις συγκλόνισαν τον κόσμο και εξόργισαν τον Πούτιν, προκαλώντας τη βύθιση του καταδρομικού «Moskva», της ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα. Οπως μετέδωσαν τα διεθνή ΜΜΕ, οι Ουκρανοί κατάφεραν να πλήξουν το πλοίο με τους δικούς τους, ουκρανικής κατασκευής, πυραύλους Neptune, παρά τα προηγμένα αμυντικά συστήματα του «Moskva». Λιγότερο γνωστό είναι, ωστόσο, ότι η ουκρανική επίθεση κατέστη δυνατή και ευοδώθηκε χάρη σε δύο τουρκικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 τα οποία, διαφεύγοντας τα ραντάρ του πλοίου, παρείχαν ακριβή στοιχεία στόχευσης στους Ουκρανούς.
Ωστόσο δεν επρόκειτο για την πρώτη φορά που τα χαμηλού κόστους αλλά φονικά τουρκικά drones συνέβαλαν αποφασιστικά στην αντίσταση των Ουκρανών κατά των ρώσων εισβολέων. Ηδη από τις πρώτες μέρες του πολέμου, χάρη και στα Bayraktar, οι Ουκρανοί είχαν καταφέρει να επιβραδύνουν την επέλαση των ρωσικών δυνάμεων, καταστρέφοντας άρματα μάχης και άλλα τεθωρακισμένα οχήματά τους.
Τον περασμένο Ιανουάριο, καθώς η Ρωσία συγκέντρωνε τα στρατεύματά της στα ουκρανικά σύνορα, η κυβέρνηση του Κιέβου αγόρασε από την Αγκυρα δεκαέξι μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 (μαζί με άλλα τουρκικής κατασκευής οπλικά συστήματα, έναντι περίπου εξήντα εκατομμυρίων δολαρίων) ενώ είχε ήδη αποκτήσει περί τα είκοσι τα προηγούμενα χρόνια. Τόσο σημαντική έχει αποδειχθεί η συμβολή των τουρκικών drones στην ουκρανική αντίσταση που κατέστη μέχρι και πηγή έμπνευσης για το πρώτο αντιστασιακό τραγούδι των Ουκρανών που προασπίζονται την πατρίδα τους.
Παρά, ωστόσο, το ενδιαφέρον για όλα όσα καταφέρνουν οι Ουκρανοί με τα τουρκικά drones, ελάχιστη προσοχή έχει δοθεί έως σήμερα στην στρατηγική της χώρας που τα εξάγει. Τα TB2, που κατασκευάζονται από μια εταιρεία που συνδέεται στενά με τον τούρκο πρόεδρο, πριν από την Ουκρανία διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο σε πολλές συρράξεις – στον Καύκασο, στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή. Οσον αφορά την στρατηγική της Τουρκίας, «προωθώντας μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε περίπου 24 χώρες, κυρίως χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, η Αγκυρα κατάφερε να επεκτείνει τη γεωπολιτική της επιρροή ενώ ταυτόχρονα κατέστη ικανή να καθορίζει την έκβαση σημαντικών περιφερειακών συρράξεων», εξηγούν σε εκτενή ανάλυσή τους στο Foreign Affairs o Σόνερ Καγκαπτάι, διευθυντής του ερευνητικού προγράμματος για την Τουρκία στο Washington Institute, και ο Ριτς Αουτζεν, απόστρατος συνταγματάρχης των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων και μέλος της ομάδας σχεδιασμού πολιτικής του αμερικανικού ΥΠΕΞ από το 2016 έως το 2018.
Κίνδυνοι και οφέλη
Οι δύο ειδικοί σημειώνουν καταρχάς πως η διπλωματία των drones εμπεριέχει σημαντικούς κινδύνους για την Τουρκία. Η εμπλοκή της στη Λιβύη, για παράδειγμα, ώθησε χώρες (Ελλάδα, Αίγυπτος, κ.α.) να συνασπιστούν με στόχο τον περιορισμό της τουρκικής ισχύος στην ευρύτερη περιοχή ενώ στην Ουκρανία τα τουρκικά drones θα μπορούσαν να κλονίσουν την ήδη εύθραυστη ισορροπία μεταξύ Αγκυρας και Μόσχας. Οσον αφορά τις ΗΠΑ, εκπρόσωποι αμφότερων των κομμάτων εκφράζουν εδώ και καιρό την ανησυχία τους για την ολοένα πιο αισθητή και καθοριστική παρουσία των τουρκικών πολεμικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών ανά τον κόσμο.
«Εντούτοις, μετά από χρόνια μοναχικής μονομερούς δράσης – που έφερε την Τουρκία αντιμέτωπη με έναν αυξανόμενο αριθμό περιφερειακών αντιπάλων και έφθειρε τις συμμαχίες της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη – η τουρκική κυβέρνηση κατάφερε να χρησιμοποιήσει τα Bayraktar και άλλα drones της για να μεταμορφώσει το διεθνές προφίλ της. Στη Μέση Ανατολή, τα drones βοήθησαν την Τουρκία να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα με σχετικά περιορισμένους διπλωματικούς πόρους. Στην Ουκρανία, η στρατιωτική αρωγή της Αγκυρας προσέδωσε νέα βαρύτητα στον Ερντογάν εντός του ΝΑΤΟ, σε μια εποχή κατά την οποία η κυβέρνησή του βρίσκεται σε δύσκολη θέση στο εσωτερικό ενώ οι σχέσεις του με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη βρίσκονται σε κρίση εδώ και αρκετά χρόνια. Εάν η Τουρκία μπορέσει να συνεχίσει να διαχειρίζεται επιτυχώς και να επενδύει στο πρόγραμμα των drones της, ενδέχεται να προσφέρει στον εαυτό της ένα νέα σημαντικό εργαλείο άσκησης επιρροής – και να επαναπροσδιορίσει τον πόλεμο με μη επανδρωμένα αεροσκάφη», γράφουν οι Καγκαπτάι και Αουτζεν.
Η επένδυση στα drones
Η Τουρκία αποφάσισε να αναπτύξει τα δικά της μη επανδρωμένα αεροσκάφη κυρίως επειδή οι ΗΠΑ, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, και μερικά χρόνια μετά, και το Ισραήλ αρνήθηκαν να της πουλήσουν τα δικά τους. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 μια τουρκική κρατική επιχείρηση ανέπτυξε ένα πρωτότυπο drone το οποίο έως το 2016 ήταν σε θέση να πραγματοποιεί αναγνωριστικές πτήσεις. Την ίδια περίοδο ο Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ, ένας νεαρός μηχανικός με διδακτορικό από το MIT και μελλοντικός γαμπρός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σχεδίασε το Bayraktar TB2, το οποίο άρχισε να παράγεται μαζικά το 2012 ενώ, έπειτα από μία τριετία, ήταν σε θέση να πραγματοποιεί πλήγματα ακριβείας, αναβαθμίζοντας, έτσι, σημαντικά το οπλοστάσιο της Τουρκίας.
Το 2015 ο τουρκικός στρατός άρχισε να χρησιμοποιεί τα drones του εναντίον των κούρδων ανταρτών του PKK, καταφέρνοντας μέσα σε τρία χρόνια να εκδιώξει σχεδόν την οργάνωση από την Τουρκία και να εξολοθρεύσει πολλά μέλη του PKK, περιλαμβανομένων και ηγετικών στελεχών του στο Ιράκ. Στη συνέχεια, η Αγκυρα ξεκίνησε επίσης να χρησιμοποιεί τα drones εναντίον των κούρδων μαχητών στην Συρία, γεγονός που της επέτρεψε να εδραιώσει τον έλεγχο των νοτιοανατολικών και νότιων συνόρων της και να επεκτείνει την επιρροή της στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις επί του εδάφους. «Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες, η Αγκυρα κατάφερνε να αποκτήσει ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα στη μακροχρόνια σύγκρουση με το PKK», συνοψίζουν οι δύο ειδικοί.
Σύντομα, ωστόσο, το ίδιο πλεονέκτημα άρχισαν να επιθυμούν να αποκτήσουν και άλλες μικρές και μεσαίες δυνάμεις στο εξωτερικό. «Με μια σχετικά περιορισμένη επένδυση, μια χώρα μπορούσε να αποκτήσει φονική στρατιωτική τεχνολογία που θα μπορούσε να αλλάξει την δυναμική μιας σύγκρουσης ή να παράσχει ένα αποτελεσματικό αποτρεπτικό μέσο εναντίον ανταρτών ή άλλων δυνάμεων», εξηγούν οι Καγκαπτάι και Αουτζεν.
Οι εξαγωγές
Από το 2017, όταν άρχισε να εξάγει το TB2, έως σήμερα η Αγκυρα έχει πουλήσει drones της σε συμμάχους και εταίρους της στην Ευρώπη (Αλβανία, Πολωνία και Ουκρανία), στην Κεντρική και Νότια Ασία (Κιργιστάν, Πακιστάν και Τουρκμενιστάν), στην Αφρική (Αιθιοπία, Λιβύη, Μαρόκο, Σομαλία και Τυνησία), στον Περσικό Κόλπο (Κατάρ) και στον Καύκασο (Αζερμπαϊτζάν).
Τα τουρκικά drones έχουν γείρει την πλάστιγγα σε πολυάριθμες συγκρούσεις: στη Λιβύη (προς την κυβέρνησης της Τρίπολης), στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ (προς το Αζερμπαϊτζάν), στην επαρχία Ιντλίμπ της Συρίας (προς τη συριακή αντιπολίτευση), στην Αιθιοπία (προς την κυβέρνηση στον πόλεμο κατά των ανταρτών της επαρχίας Τιγκράι).
Εννοείται, φυσικά, πως το ενδιαφέρον της Τουρκίας, πέρα από εμπορικό, είναι και (εάν όχι κυρίως) γεωπολιτικό. Ωστόσο «η ταχεία ανάδειξη της Τουρκίας ως ηγέτιδας προμηθεύτριας drones σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος έχει ωφελήσει την τουρκική ισχύ, αλλά έχει δημιουργήσει επίσης και νέες προκλήσεις», υπογραμμίζουν στην ανάλυσή του οι Kαγκαπτάι και Αουτζεν.
«Η επέμβαση της Τουρκίας σε συγκρούσεις όπως αυτή της Λιβύης έχει θορυβήσει αντιπάλους, όπως η Αίγυπτος, η Γαλλία, και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Τον Μάιο του 2020, καθώς τα τουρκικά drones άλλαζαν την πορεία του εμφυλίου πολέμου στην Λιβύη, η Αίγυπτος σχημάτισε μια άτυπη συμμαχία με την Κύπρο, την Γαλλία, την Ελλάδα, και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για να αντιταχθούν στην τουρκική δραστηριότητα στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω της συντονισμένης πολιτικής, διπλωματικής και ναυτικής παρουσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν πρόσφατα την στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα ως αντιστάθμισμα έναντι της Ρωσίας —αλλά και, σε κάποιο βαθμό, έναντι της Τουρκίας και του αυξανόμενου στρατιωτικού της αποτυπώματος στην περιοχή», εξηγούν.
Διπλό παιχνίδι στην Ουκρανία
Οσον αφορά τον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία, ο ρόλος που διαδραματίζουν τα τουρκικά drones είναι εξαιρετικά σημαντικός αλλά και για αυτό ακριβώς ιδιαίτερα επικίνδυνος. Το Κίεβο άρχισε να αγοράζει TB2 το 2019 και τα χρησιμοποίησε για πρώτη φορά εναντίον των υποστηριζόμενων από την Ρωσία αυτονομιστών του Ντονμπάς το 2021. Πλέον, ωστόσο, τα τουρκικά drones, βάλλουν κατά της ίδιας της Ρωσίας, καταφέροντας, μάλιστα, βαριά πλήγματα στις ρωσικές δυνάμεις εισβολής.
Η αναπάντεχη συμβολή των τουρκικών drones στην ουκρανική αντίσταση συνέβαλε στο να ενισχυθεί η θέση της Αγκυρας στους κόλπους του ΝΑΤΟ «σε επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί εδώ και χρόνια», με αποτέλεσμα, σήμερα, να καταβάλλονται προσπάθειες αναθέρμανσης των σχέσεων της τουρκικής κυβέρνησης, με κάποιες σημαντικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, περιλαμβανομένης και της γαλλικής. Συγχρόνως, όμως, έχει εγείρει «περίπλοκα νέα ερωτήματα σχετικά με τις προσπάθειες της Τουρκίας να διατηρήσει λειτουργικές σχέσεις με τη Μόσχα».
Καταρχάς γιατί η Τουρκία καλείται να αντιμετωπίσει τη Ρωσία σε πολυάριθμα πεδία, από τη Μαύρη Θάλασσα έως την Συρία και το Αζερμπαϊτζάν. Ο Σόνερ Καγκαπτάι και ο Ριτζ Αουτζεν θεωρούν πως «από στρατηγικής άποψης, η Aγκυρα θα κάνει ό,τι μπορεί για να διασφαλίσει ότι το Κίεβο δεν θα πέσει υπό την κυριαρχία της Μόσχας».
«Ιστορικός» εχθρός
Υπενθυμίζοντας πως η Ρωσία είναι ο «ιστορικός άσπονδος εχθρός» Τουρκίας, υποστηρίζουν πως η επιθετικότητα του Πούτιν κατά της Ουκρανίας κατέστησε τους Τούρκους πιο ρεαλιστές όσον αφορά τη Ρωσία. «Περισσότερο από ποτέ, η Αγκυρα εκτιμά τώρα την Ουκρανία και άλλες χώρες της Μαύρης Θάλασσας ως απαραίτητες συμμάχους με τις οποίες μπορεί να οικοδομήσει ένα μπλοκ έναντι του ρωσικού μεγαθηρίου στα βόρεια της Μαύρης Θάλασσας», γράφουν.
Εάν, όμως, ο Πούτιν καταφέρει να κατακτήσει τμήματα της Ουκρανίας, «ή αποτύχει, και κατηγορήσει την Τουρκία για την αποτυχία», θα μπορούσε στη συνέχεια να της δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα – υπονομεύοντας τα συμφέροντά της Αγκυρας στη Συρία μέσω της πρόκλησης προσφυγικών κυμάτων προς την Τουρκία από την επαρχία Ιντλίμπ, περιορίζοντας τις τουρκικές εξαγωγές γεωργικών προϊόντων στη Ρωσία, αποκλείοντας τους Ρώσους τουρίστες από την Τουρκία ή κλείνοντας τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου.
«Παρόμοιες ενέργειες θα υπονόμευαν την οικονομική ανάκαμψη της Τουρκίας και μαζί και τις προοπτικές επανεκλογής του Ερντογάν το 2023», αναφέρουν οι δύο αναλυτές, γεγονός που εξηγεί γιατί επίσημα η Αγκυρα υποστηρίζει ότι δεν προμηθεύει η τουρκική κυβέρνηση το Κίεβο με Bayraktar αλλά μια ιδιωτική εταιρεία.
«Η Τουρκία φοβάται μια ρωσική ήττα ελαφρώς λιγότερο από όσο φοβάται μια ρωσική νίκη, εν μέρει επειδή η Ρωσία είναι ένας χρήσιμος εμπορικός εταίρος και εν μέρει επειδή οι Τούρκοι και οι Ρώσοι έχουν λειτουργικές -αν και ανταγωνιστικές– σχέσεις στον Καύκασο, στη Λιβύη, και στη Συρία που μπορεί να τεθούν σε κίνδυνο», καταλήγουν οι Καγκαπτάι και Αουτζεν, σημειώνοντας πως εάν μετά το τέλος του πολέμου ο ρώσος πρόεδρος επέλεγε να στραφεί κατά συγκεκριμένων χωρών για την υποστήριξη που παρείχαν στην Ουκρανία, μεταξύ αυτών, πέρα από τα κράτη της Βαλτικής, την Πολωνία, τη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, θα περιλαμβανόταν σίγουρα και η Τουρκία.
Σύνθετα συμφέροντα
Απώτερος στόχος του Ερντογάν είναι καταρχάς να αποφύγει να έρθει σε ανοιχτή σύγκρουση με τον Πούτιν, καθώς ο ρώσος πρόεδρος θα μπορούσε να υπονομεύσει ποικιλοτρόπως τις πιθανότητες επανεκλογής του την επόμενη χρονιά. Επιπρόσθετα, ο τούρκος πρόεδρος «θέλει να προσελκύσει στην Τουρκία τους Ρώσους ολιγάρχες στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις, ελπίζοντας ότι τα περιουσιακά τους στοιχεία και τα μετρητά τους θα μπορούσαν να συμβάλουν στην τόνωση της ασθμαίνουσας οικονομίας της Τουρκίας. Η Τουρκία θα μπορούσε επίσης να γίνει μια αγορά ακινήτων για την ανώτερη μεσαία τάξη της Ρωσίας που ανυπομονεί να διαφυλάξει τον πλούτο της».
Διαπιστώνεται, οπότε, ότι στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία ο Ερντογάν εφαρμόζει μια διπλή στρατηγική, στηρίζοντας στρατιωτικά το Κίεβο με τα drones του αλλά και διατηρώντας ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας με το Κρεμλίνο. Για αυτό δεν υποστήριξε τις δυτικές κυρώσεις και συνεχίζει να αγοράζει πετρέλαιο από τη Ρωσία, διατηρώντας τον εναέριο χώρο της πατρίδας του ανοιχτό για τα ρωσικά πολιτικά αεροσκάφη.
«Αυτή η διπρόσωπη στρατηγική μπορεί να είναι απλώς αποδεκτή για τον Πούτιν στην παρούσα φάση. Είναι απίθανο ο ρώσος ηγέτης να προκαλέσει μια διαμάχη αυτήν την περίοδο, ειδικά εάν ο Ερντογάν παράσχει σε αυτόν και στους ολιγάρχες του μια οικονομική σανίδα σωτηρίας. Αλλά εάν ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχιστεί και τα TB2 συνεχίσουν να καταστρέφουν σημαντικά ρωσικά στοιχεία όπως το “Moskva”, η τουρκική απαγόρευση στα ρωσικά πλοία να διασχίζουν τα Στενά θα μπορούσε να φέρει την Αγκυρα και τη Μόσχα σε πιο άμεση αντιπαράθεση», αποφαίνονται οι δύο αναλυτές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News