Στην καρδιά του Παρισιού, ανάμεσα στην Πλας ντε λα Κονκόρντ και τη Μαντλέν, στο νούμερο 3 της οδού Ρουαγιάλ, υπήρχε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ένα παγωτατζίδικο. Στη θέση του, ένας πρώην σερβιτόρος, ο Μαξίμ Γκαγιάρ, άνοιξε ένα μπιστρό και του έδωσε το όνομά του.
Το «Maxim’s», αφού γνώρισε θριάμβους και κέρδισε τρία αστέρια Michelin, κατέληξε στην επιχειρηματική αυτοκρατορία του Πιέρ Καρντέν, μέχρι που ξεχάστηκε από τους λάτρεις της γαστρονομίας. Θα μπορέσει άραγε να αναστηθεί ο θρύλος του; Το σίγουρο είναι ότι ο κόσμος της μόδας το προσπαθεί στηρίζοντάς το φανατικά.
Μια ιστορία 130 χρόνων
Στις 21 Μαΐου 1893, η νεαρή ηθοποιός Ιρμα ντε Μοντινί μπαίνει στο «Maxim’s» και γοητευμένη από αυτό που βλέπει λέει στον Γκαγιάρ «θα σε βοηθήσω να λανσάρεις το εστιατόριό σου». Η Ιρμα τηρεί την υπόσχεσή της και έτσι αρχίζει ο θρύλος του επικού παριζιάνικου εστιατορίου. Το 1898, το «Maxim’s» περνάει στην ιδιοκτησία του Εζέν Κορνουσέ, ο οποίος μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια το μετατρέπει κυριολεκτικά σε ναό του Art Nouveau, με τη βοήθεια μεγάλων καλλιτεχνών της σχολής του Νανσί. Στα εγκαίνια της Παγκόσμιας Εκθεσης του Παρισιού το 1900 (από 14 Απριλίου έως 12 Νοεμβρίου), το «Maxim’s» είναι πλέον πανέτοιμο να υποδεχτεί το διεθνές κοινό του.
Στην κομψή διακόσμηση κυριαρχούν οι αισθησιακές Art Nouveau καμπύλες, τα βιτρό και οι τοιχογραφίες εμπνευσμένες από την πανίδα, τη χλωρίδα και τη γυναικεία γοητεία, τα μπρούτζινα στοιχεία και οι βελούδινες ταπετσαρίες. Παπαρούνες, κρίνοι, ίριδες, φύλλα καστανιάς, λιβελούλες, πεταλούδες, έντομα και πουλιά κατακλύζουν τους χώρους του τριώροφου εστιατορίου. Ο Κορνουσέ θα προσθέσει επίσης ένα πιάνο, το μυστικό του «όπλο», όμως, είναι οι ωραίες γυναίκες.
Συχνά έλεγε, «άδειος χώρος… ποτέ! Εχω πάντα μια καλλονή να κάθεται δίπλα στο παράθυρο και να φαίνεται από το πεζοδρόμιο», προσελκύοντας την παρισινή ελίτ. Μάλιστα, είναι τόσο διάσημο το εστιατόριό του ώστε η τρίτη πράξη της οπερέτας του Φραντς Λέχαρ «Εύθυμη Χήρα» διαδραματίζεται εδώ. Και ο Ζορζ Φεντό, απόγονος του Μολιέρου και ανανεωτής του βοντβίλ, το 1899 θα γράψει τη φάρσα «Η κυρία του Μαξίμ», που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής μέχρι σήμερα.
Αργότερα, ο Οκτάβ Βοντάμπλ, ο νέος ιδιοκτήτης του «Maxim’s» (το αγόρασε το 1932) θα επιλέγει την πελατεία του προτιμώντας θαμώνες πλούσιους και διάσημους. Είναι η εποχή που στο θρυλικό εστιατόριο συχνάζουν ο Εδουάρδος Η’ της Αγγλίας και η αμερικανίδα σύζυγός του Γουόλις Σίμπσον, η Ζοζεφίν Μπέικερ και ο Ζαν Κοκτό.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το «Maxim’s» ήταν το αγαπημένο εστιατόριο των γερμανών κατακτητών του Παρισιού και των συνεργατών τους, απολαμβάνοντας μοναδικά προνόμια και ελευθερίες. Μετά την απελευθέρωση η γαλλική Αντίσταση το έκλεισε, όμως οι Βοντάμπλ το έθεσαν και πάλι σε λειτουργία τον Σεπτέμβριο του 1946, αφού το ανακαίνισαν προσεκτικά.
Στα μέσα του 20ού αιώνα, το «Maxim’s» ήταν πλέον το πιο διάσημο εστιατόριο στον κόσμο φιλοξενώντας celebrities όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης, η Μαρία Κάλας, η Ζακλίν Κένεντι Ωνάση, ο Κάρι Γκραντ και η σύζυγός του, η πλούσια κληρονόμος των Woolworth Μπάρμπαρα Χάτον. Η δόξα του συνεχίστηκε τις δεκαετίες του 1960 και 1970, με τη Μπριζίτ Μπαρντό να προκαλεί σκάνδαλο μπαίνοντας ξυπόλητη στο εστιατόριο συνοδευόμενη από τον πλεϊμπόι σύζυγό της Γκίντερ Σακς. Σκάνδαλο, όμως προκάλεσε και ο Πιέρ Καρντέν, όταν εμφανίστηκε με ζιβάγκο αντί για πουκάμισο και παπιγιόν, όπως απαιτούσε το dress code. Στο «Maxim’s» σύχναζε τότε όλο το διεθνές τζετ σετ: καλλιτέχνες, σταρ του Χόλιγουντ, πρίγκιπες και βασιλιάδες, όπως οι Αντι Γουόρχολ, Κλιντ Ιστγουντ, Μάρλον Μπράντο, Σιλβί Βαρτάν, Ζαν Μορό, Τζέιν Μπίρκιν, Μαργκαρέτε Β’ της Δανίας, Τζον Τραβόλτα, Μπάρμπρα Στρέιζαντ και Κίρι ντε Κανάουα.
Η γαστρονομική του φήμη ήταν, επίσης, τόσο μεγάλη ώστε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 η αεροπορική εταιρία Pan Am κατά τη διάρκεια των υπερατλαντικών πτήσεών της σέρβιρε πιάτα του «Maxim’s», μεταξύ των οποίων και το περίφημο μοσχαρίσιο φιλέτο του, καθώς τα Boeing 377 της εταιρίας διέθεταν φούρνους όπου ψηνόταν το φιλέτο για να κοπεί στη συνέχεια μπροστά στον επιβάτη…
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η επιχείρηση είχε πλέον επεκταθεί διεθνώς με μια αλυσίδα εστιατορίων σε γαλλικά αεροδρόμια, στις ΗΠΑ αλλά και στο Χονγκ Κονγκ, όπου μετατράπηκε σε εταιρία catering, ενώ το παρισινό «Maxim’s» για αρκετά χρόνια διέθετε τρία αστέρια Michelin.
Στα χέρια του Πιέρ Καρντέν
Το 1981, το εστιατόριο, που έκανε μόδα την Art Nouveau διακόσμηση, κηρύχθηκε διατηρητέο. Την ίδια χρονιά οι Βοντάμπλ –για να μην πέσει σε ξένα χέρια- το πούλησαν στην Cardin Enterprises του Πιέρ Καρντέν. Ο διάσημος γάλλος μόδιστρος δημιούργησε αργότερα ένα μουσείο Art Nouveau στους τρεις ορόφους του κτηρίου και ένα καμπαρέ με τραγούδια των αρχών του 20ου αιώνα.
Ομως, η παρακμή του «Maxim’s» είχε ήδη αρχίσει. Σήμερα η ιστοσελίδα του αναφέρει ότι είναι κλειστό λόγω ανακαίνισης, μέχρι τον Οκτώβριο. Αλλά ποιον Οκτώβριο; Μάλλον ξέχασαν να την ανανεώσουν, κάτι που δείχνει μάλλον αδιαφορία αφού όπως φαίνεται το εστιατόριο λειτουργεί και πάλι. Στο μεταξύ εξακολουθεί να ανήκει στην εταιρεία του Πιέρ Καρντέν, ο οποίος πέθανε το 2020 σε ηλικία 98 ετών. (Και έκτοτε οι κληρονόμοι του έχουν εμπλακεί σε μια διαμάχη για την περιουσία του).
Η ξεναγός Ανια Φαϊαρστόουν, η οποία ζει στο Παρίσι από το 2010, είπε στους New York Times ότι έφαγε στο «Maxim’s» τον περασμένο Νοέμβριο. Εκείνο το βράδυ το φημισμένο γαλλικό εστιατόριο ήταν ασφυκτικά γεμάτο: «Υπήρχε ενέργεια, τα φαντάσματα του “Maxim’s” είναι ίσως χαρούμενα», είπε. Και πρόσθεσε ότι δεν είχε προσπαθήσει να δειπνήσει εκεί παλιότερα, εν μέρει επειδή δεν γνώριζε αν εξακολουθούσε να λειτουργεί ως εστιατόριο.
Αλλά δεν ήταν η μόνη: «Πολλοί άνθρωποι, οι περισσότεροι, δεν συνειδητοποιούσαν ότι ήταν ανοιχτό ως εστιατόριο», επιβεβαίωσε ο Πιέρ Πελεγκρί, εδώ και 27 χρόνια διευθυντής του «Maxim’s», ο οποίος είχε προσληφθεί από τον Πιέρ Καρντέν.
Τα τελευταία χρόνια, το «Maxim’s» έχει στραφεί κυρίως σε ιδιωτικές εκδηλώσεις, είπε ο κ. Πελεγκρί. Για ένα διάστημα, μάλιστα, ήταν ανοιχτό για φαγητό μόνο από Τετάρτη έως Σάββατο. Οι καθημερινές κρατήσεις ξεκίνησαν και πάλι τον Νοέμβριο, δύο μήνες αφότου ο γαλλικός όμιλος Paris Society ανέλαβε τη λειτουργία του εστιατορίου στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με την οικογένεια Καρντέν.
Το τριώροφο εστιατόριο, το οποίο έχει μια μικρή σκηνή στο ισόγειο, είναι εδώ και καιρό αγαπημένος χώρος των οίκων μόδας, γράφει στους New York Times η Σαντέλ Τάτολι. Πέρσι ο Valentino και ο Dior διοργάνωσαν τα πάρτι τους στο «Maxim’s», ενώ φέτος ο Fendi σχεδιάζει να κάνει μια εκδήλωση εκεί κατά τη διάρκεια της Εβδομάδας Μόδας στο Παρίσι αυτόν τον μήνα. Η σχεδιάστρια παπουτσιών Αλέξα Μπάκλεϊ Ρουσέλ και ο Αλεξάντρ Ρουσέλ, γιος στελέχους μόδας, έκαναν το πάρτι του γάμου τους στο φημισμένο εστιατόριο τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Το «Maxim’s» έχει, εξάλλου, χρησιμοποιηθεί σαν σκηνικό για τα γυρίσματα ταινιών όπως το «Gigi» και το «Moulin Rouge» του 1952, αλλά και για φωτογραφίσεις της Vogue.
Αρκούν οι εκδηλώσεις μόδας για να του δώσουν νέα ώθηση;
Η καλλιτεχνική σύμβουλος του ομίλου Paris Society Κορντελιά ντε Καστελάν, η οποία έχει επιφορτιστεί με την ανανέωση της εμφάνισης του θρυλικού εστιατορίου, είπε ότι όταν της ζητήθηκε να βοηθήσει, σκέφτηκε: «Θα αναλάβω τη δουλειά, αλλά δεν αγγίζω τίποτα!».
Η 42χρονη κυρία ντε Καστελάν, η οποία είναι επίσης η καλλιτεχνική διευθύντρια των σειρών baby και home του Dior, πρόσθεσε ότι οι «μικρές παρεμβάσεις» της στο «Maxim’s» περιέλαβαν νέες ταπετσαρίες με λουλούδια και αλλαγή των αποχρώσεων στα επιτραπέζια φωτιστικά από κοκκινωπές σε ροζ.
Επίσης, τροποποίησε το λογότυπο του εστιατορίου. Υπό την ιδιοκτησία του Πιέρ Καρντέν είχε δημιουργηθεί ένα στυλιζαρισμένο M το οποίο, όμως όπως είπε, «έμοιαζε πάρα πολύ» με το χρυσό έμβλημα των McDonald’s.
Οταν το αγόρασε ο Καρντέν, το «Maxim’s» άρχισε να λειτουργεί ως επωνυμία: Ανοιξαν νέα εστιατόρια στη Νέα Υόρκη και σε όλο τον κόσμο, μερικά από τα οποία έκλεισαν αργότερα, και το όνομα του εστιατορίου άρχισε να εμφανίζεται σε διάφορα προϊόντα, από τρόφιμα μέχρι αποσκευές και μαγειρικά σκεύη.
Ωστόσο, εξαιτίας αυτών των προσπαθειών για ανάπτυξη της επιχείρησης, «το “Maxim’s” έχασε τη μαγεία του », ανέφερε με email της στους New York Times η γαλλίδα τραγουδίστρια και μοντέλο Αμάντα Λιρ, η οποία στο παρελθόν διατηρούσε επίσης κουτσομπολίστικες στήλες σε βρετανικά έντυπα.
Τη δεκαετία του 1970, η Αμάντα Λιρ έτρωγε συχνά στο εστιατόριο μαζί με τον Σαλβαδόρ Νταλί: «Κάθε επισκέπτης που έμπαινε στον χώρο έπρεπε να περάσει μπροστά από το τραπέζι του και φυσικά όλοι σταματούσαν για να τον χαιρετίσουν», είπε.
Πέρσι, η ανδρόγυνη μούσα του Νταλί, -ο διάσημος ζωγράφος είχε δηλώσει ότι η Λιρ είναι «ένα πλάσμα θεϊκό που δεν έχει φύλο»- εμφανίστηκε στην εκδήλωση του Dior που έγινε στο «Maxim’s» και τραγούδησε το «Fashion Pack», ένα ντίσκο σινγκλ του 1979. («In Paris you go to be seen at Maxim’s», λέει ένας στίχος του).
Η 84χρονη Αμάντα Λιρ είναι συγκρατημένα αισιόδοξη για το μέλλον του εστιατορίου. Ελπίζει ότι η νέα διαχείριση «θα το αναστήσει», όπως είπε, «Αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι οι ροκ σταρ και οι Καρντάσιανς του σήμερα θα καταφέρουν να επαναφέρουν την αίγλη αυτού του ιστορικού μέρους», πρόσθεσε. Θα δείξει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News