1572
| Shutterstock / AΙ

Μπορεί η Κίνα να πολεμήσει μόνη της την Αμερική;

Protagon Team Protagon Team 13 Απριλίου 2025, 10:33
| Shutterstock / AΙ

Μπορεί η Κίνα να πολεμήσει μόνη της την Αμερική;

Protagon Team Protagon Team 13 Απριλίου 2025, 10:33

Το εμπορικό λιμάνι του Χονγκ Κονγκ ήταν φαινομενικά ατάραχο το μεσημέρι της 9ης Απριλίου, τη στιγμή που ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωνε το νέο μπαράζ δασμών του προς την Κίνα. Το λιμάνι διαχειρίστηκε, πέρυσι, πάνω από 10 εκατ. εμπορευματοκιβώτια, στέλνοντας την πακεταρισμένη παγκοσμιοποίηση σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.

Τα containers συνέχισαν να μεταφέρονται απ’ άκρου εις άκρον στο λιμάνι, γράφει ο Economist, η παγκοσμιοποίηση συνέχισε να κινείται, όμως το φαινομενικά απαθές σκηνικό ήταν απατηλό, διότι μόλις είχε ξεπεραστεί ένα τεράστιο όριο. Τα περισσότερα αγαθά που φεύγουν από αυτό το λιμάνι –και άλλα λιμάνια σε όλη την Κίνα– θα επιβαρύνονται τώρα με εξωφρενικούς δασμούς εάν εισέλθουν στην Αμερική, τη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου και, μέχρι τώρα, τον πιο ένθερμο υπέρμαχο του παγκόσμιου εμπορίου.

Οι δασμοί στην Κίνα έφτασαν τόσο εξωφρενικά υψηλά, επειδή η χώρα επέλεξε να ανταπαντήσει στον «οικονομικό εκφοβισμό» της Αμερικής. Οταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε δασμούς 34% στην Κίνα, στις 2 Απριλίου, η Κίνα αμέσως είπε ότι θα κάνει το ίδιο. Ο Τραμπ ανέβασε τον φόρο στο 84% και η Κίνα απάντησε ομοίως. Στη συνέχεια, λίγες ώρες μετά την έναρξη ισχύος των δασμών της Αμερικής, την 9η Απριλίου, ο Τραμπ αύξησε τους δασμούς στο 104%, το μεσημέρι, συμπεριλαμβανομένης της προηγούμενης «ποινής» 20% που σχετίζεται με τον ρόλο της Κίνας στην παραγωγή φαιντανύλης) και στο 125% μετά το σούρουπο. Η Κίνα απάντησε ξανά.

Χτυπώντας την Κίνα, ο Τραμπ υποχώρησε αλλού. Οι αμοιβαίοι δασμοί σε άλλες χώρες, που συνδέονται με το μέγεθος των εμπορικών τους πλεονασμάτων με την Αμερική, δεν θα τεθούν σε ισχύ για άλλες 90 ημέρες. Οι χώρες θα αντιμετωπίσουν δασμούς 10% καθώς επιδιώκουν συμφωνίες με τον πρόεδρο.

Η υποχώρηση του Τραμπ κέρδισε ένα θερμό «ευχαριστώ» από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η αγορά ομολόγων, ειδικότερα, είχε κάνει τους ανθρώπους λίγο «ανήσυχους», παραδέχτηκε ο Τραμπ. Μετά την αναστολή των δασμών, οι μετοχές ανέβηκαν. Ο δείκτης S&P 500 έκλεισε την ημέρα με άνοδο κατά 10%, μένοντας κατά 3% κάτω από την 1η Απριλίου, πριν ξεκινήσει η όλη παρωδία.

Παρά την υποχώρηση του Τραμπ, οι δασμοί που παραμένουν σε ισχύ εξακολουθούν να είναι ιστορικοί, σημειώνει ο Economist. Είναι κατά μέσο όρο πάνω από 25% σε όλους τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.

Οι υπέρογκοι φόροι για τα κινεζικά προϊόντα από την Κίνα ήταν υπεραρκετοί για να αντισταθμίσουν την αναστολή της τελευταίας στιγμής που προσφέρθηκε στην Ινδία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν. Κατά συνέπεια, οι σταθμισμένοι συνολικοί δασμοί της Αμερικής εξακολουθούν να είναι πάνω από τα επίπεδα του διαβόητου νόμου Σμουτ-Χόλεϊ, του 1930. Την εποχή που είχε ψηφιστεί εκείνη η νομοθεσία, ο Economist την είχε περιγράψει ως «το κωμικοτραγικό φινάλε σε ένα από τα πιο εκπληκτικά κεφάλαια στην παγκόσμια ιστορία των δασμών».

Το σημερινό κεφάλαιο, ακόμα πιο εκπληκτικό και τραγικό, δεν έχει φτάσει ακόμα στο φινάλε του. Οι 90 ημέρες που έδωσε ο Τραμπ για τις διαπραγματεύσεις ανά χώρα είναι απειροελάχιστος χρόνος. Οταν αρχίσουν οι σοβαρές διαπραγματεύσεις, ορισμένες χώρες μπορεί να μην κάνουν αρκετές παραχωρήσεις για τα γούστα του Τραμπ.

Ο πρόεδρος φαίνεται ότι εξακολουθεί να έχει πρόθεση να επιβάλει δασμούς στον χαλκό, την ξυλεία, τα φαρμακευτικά προϊόντα και τους ημιαγωγούς. Και στις 2 Μαΐου, τα δέματα από την Κίνα που έχουν αξία μικρότερη από 800 δολάρια θα αντιμετωπίσουν επαχθείς δασμούς και απαιτήσεις τεκμηρίωσης, από τις οποίες προηγουμένως διέφευγαν επειδή συχνά οι εισπράξεις δεν άξιζαν τον κόπο της διαδικασίας.

Ανάμεσα στους καταναλωτές και τα εισαγόμενα προϊόντα τους

Η Κίνα μπορεί να χτυπήσει κι εκείνη περισσότερο, σημειώνει ο Economist. Εχει ήδη τοποθετήσει αρκετές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της PVH, ιδιοκτήτη της φίρμας Calvin Klein, στη λίστα με τις «αναξιόπιστες οντότητες» που θα υποστούν κρατικό έλεγχο και περιορισμούς. Θα μπορούσε ακόμη και να σταματήσει εντελώς τη λειτουργία τους. Εχει επίσης αποκόψει ορισμένους αμερικανούς κατασκευαστές drones από τους Κινέζους προμηθευτές τους και περιόρισε τις εξαγωγές στην Αμερική μιας ποικιλίας κρίσιμων μετάλλων.

Στις 8 Απριλίου, μια λίστα με άλλες πιθανές απαντήσεις δημοσιεύτηκε στο Διαδίκτυο από καλά ενημερωμένους σχολιαστές. Η Κίνα θα μπορούσε να αναστείλει κάθε συνεργασία με την Αμερική για τη φαιντανύλη. Θα μπορούσε να απαγορεύσει τις εισαγωγές αμερικανικών πουλερικών και άλλων γεωργικών προϊόντων, όπως η σόγια, τα οποία προέρχονται κυρίως από ρεπουμπλικανικές πολιτείες.

Η Κίνα, συνεχίζει ο Economist, μπορεί επίσης να επιβάλει περιορισμούς στις αμερικανικές υπηρεσίες. Ενα έγγραφο που δημοσιεύθηκε προσφάτως από το υπουργείο Εμπορίου δείχνει ότι οι ΗΠΑ έχουν πλεόνασμα με την Κίνα στο εμπόριο υπηρεσιών (αν και πολύ μικρότερο από το έλλειμμα της Αμερικής στο εμπόριο αγαθών). Η Κίνα έχει το δικαίωμα να επιβάλει δασμούς 28% στις αμερικανικές υπηρεσίες, ενώ θα μπορούσε επίσης να «σπάσει» την πνευματική ιδιοκτησία που κατέχουν αμερικανικές εταιρείες, τις οποίες θα θεωρήσει μονοπώλια.

Οποιαδήποτε κέρδη αποκομίσει η Κίνα μέσω των συνομιλιών, μπορεί να μετριαστούν με την πάροδο του χρόνου. Οι ηγέτες της χώρας έχουν επίσης πολλά να χάσουν εάν οι συζητήσεις δεν πάνε καλά. Κανένας σύμβουλος του Σι Τζινπίνγκ δεν θα διακινδύνευε να τον εκθέσει σε δημόσια ταπείνωση σαν αυτή που υπέστη ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι τον Φεβρουάριο. Ενας εμπορικός πόλεμος, επισημαίνει ο Economist, είναι υποφερτός. Ενα τσίρκο στο Οβάλ Γραφείο δεν είναι.

Εάν οι δύο υπερδυνάμεις συνεχίσουν να μάχονται, ποιος θα υποχωρήσει πρώτος; Ο Τραμπ κληρονόμησε ένα χρηματιστήριο στα όριά του, αλλά μια ισχυρή οικονομία. Τα τελευταία στοιχεία για την απασχόληση στην Αμερική ξεπέρασαν τις προβλέψεις. Οι ισολογισμοί των νοικοκυριών είναι εύρωστοι. Ο πρόεδρος έκανε ό,τι μπορούσε για να διαλύσει αυτήν την κληρονομιά. Πριν από την αναβολή των δασμών, η JPMorgan Chase εκτίμησε ότι η Αμερική είχε 60% πιθανότητες να πέσει σε ύφεση και 40% πιθανότητα να συμπαρασύρει την παγκόσμια οικονομία μαζί της.

Αυτές οι πιθανότητες έχουν μειωθεί λίγο. Αλλά οι δασμοί που παραμένουν θα αυξήσουν τις τιμές, διαβρώνοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και, ενδεχομένως, καθυστερώντας τυχόν περικοπές επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Για πάνω από το ένα τρίτο των προϊόντων που αγοράζει η Αμερική από το εξωτερικό, η Κίνα είναι ο κυρίαρχος προμηθευτής, καλύπτοντας το 70% της εξωτερικής ζήτησης της Αμερικής, σύμφωνα με την Goldman Sachs. Ο εμπορικός πόλεμος θα υπερδιπλασιάσει την τιμή αυτών των αγαθών.

Ακόμη και πριν από την άνοδο του πληθωρισμού, η αβεβαιότητα έχει αυξηθεί. Και αυτό μπορεί να είναι εξίσου επιζήμιο για τις επενδύσεις και τις δαπάνες.

Η χάραξη οικονομικής πολιτικής της Κίνας έχει φυσικά τις δικές της αδυναμίες και μερικές είναι αντανάκλαση εκείνων της Αμερικής. Η οικονομία της απειλείται από αποπληθωρισμό και όχι από πληθωρισμό. Οι τιμές καταναλωτή της χώρας μειώθηκαν κατά 0,1% τον Φεβρουάριο, σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα. Και οι κινέζοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι πολύ άκαμπτοι στους στόχους τους και πολύ δυσκίνητοι στις αλλαγές πορείας.

Αν και περίμεναν εμπορικό πόλεμο από τον Τραμπ, αυτός έφτασε με ταχύτητα και αγριότητα που η Κίνα δεν περίμενε. Σύμφωνα με την Goldman, μια αύξηση κατά 50% στους αμερικανικούς δασμούς (περίπου το σενάριο που αντιμετώπισε η Κίνα προτού αντιδράσει) θα είχε μειώσει το ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου 1,5%. Μια αύξηση 125% θα το μειώσει κατά 2,2% φέτος. Το πρώτο 50%, με άλλα λόγια, πονάει περισσότερο από τα επόμενα. Οι υπερβολικοί δασμοί σκοτώνουν το εμπόριο, αλλά δεν μπορείς να σκοτώσεις το ίδιο εμπόριο δύο φορές, όπως το θέτει ο Economist.

Ωστόσο, αυτοί οι υπολογισμοί δεν μπορούν να λάβουν πλήρως υπόψη τη ζημιά στην εμπιστοσύνη. Το χρηματιστήριο της Κίνας έπεσε κατακόρυφα στις 7 Απριλίου, αφού η κυβέρνηση επέλεξε να προβεί σε αντίποινα κατά του Τραμπ. Η «εθνική ομάδα» της χώρας, τράπεζες και επενδυτικά κεφάλαια που κατευθύνονται από το κράτος, υποχρεώθηκε να παρέμβει για να σταθεροποιήσει τις τιμές. Οι ηγέτες της Κίνας έχουν επίσης ανακοινώσει ότι είναι έτοιμοι να κάνουν περισσότερα για να τονώσουν την οικονομία, εάν χρειαστεί, μειώνοντας τα επιτόκια και τις απαιτήσεις τραπεζικών αποθεματικών, καθώς και πουλώντας περισσότερα κρατικά ομόλογα.

Θα πρέπει να εκδώσουν πολλά από αυτά για να αντισταθμίσουν το δασμολογικό σοκ. Η Barclays υπολογίζει ότι η Κίνα θα χρειαζόταν έως και 7,5 τρισεκατομμύρια γιουάν (πάνω από 1 τρισεκατομμύρια δολάρια, ή 5% του φετινού ΑΕΠ) επιπλέον κινήτρων, πέρα από τη χαλάρωση των 2,4 τρισεκατομμυρίων γιουάν που ανακοίνωσε τον Μάρτιο. Ακόμη και αυτό θα έφτανε την ανάπτυξη μόνο στο 4%. Για να επιτευχθεί ο στόχος της κυβέρνησης για «ανάπτυξη γύρω στο» 5%, τα 7,5 τρισεκατομμύρια γιουάν θα πρέπει να γίνουν 12 τρισεκατομμύρια (ή 9% του ΑΕΠ).

Η λύση των Offshore

Μια άλλη στρατηγική επιβίωσης για τους Κινέζους εξαγωγείς είναι να φύγουν μακριά από την άμεση εμβέλεια των αμερικανικών δασμών. Μπορούν να πουλάνε ανταλλακτικά και εξαρτήματα σε εμπορικούς εταίρους, στις γειτονικές χώρες, όπου μπορούν να ενσωματωθούν σε τελικά προϊόντα για εξαγωγή στην Αμερική. Εκ πρώτης όψεως, το κίνητρο για την επιδίωξη αυτής της στρατηγικής είναι πολύ ισχυρό εάν η Κίνα παραμείνει με τους αμερικανικούς δασμούς άνω του 100%, ενώ χώρες όπως η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ αντιμετωπίζουν εισφορές μόνο 10%.

Ομως, σημειώνει ο Economist αυτή η στρατηγική δεν είναι άγνωστη στο Λευκό Οίκο. Ο Πίτερ Ναβάρο, ο εμπορικός σύμβουλος του Τραμπ, κατηγόρησε πρόσφατα το Βιετνάμ ότι λειτουργεί ως «αποικία» για τους Κινέζους κατασκευαστές. «Χτυπούν μια ετικέτα made in Vietnam» σε ένα κινεζικό αγαθό «και το στέλνουν εδώ για να αποφύγουν τους δασμούς», είπε στο Fox News. Το Βιετνάμ θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη δική του πρόσβαση στην αμερικανική αγορά εάν δεν αποστασιοποιηθεί από την Κίνα.

Οι κινέζοι κατασκευαστές έχουν τις δικές τους ανησυχίες. Ακόμα κι αν οι ασιάτες γείτονές τους υπογράψουν μια «κατά παραγγελία» συμφωνία με τον Τραμπ, τι θα τον εμποδίσει να την ανατρέψει στο μέλλον; Τι θα συμβεί αν τα εμπορικά πλεονάσματα μιας χώρας με την Αμερική αποτύχουν να μειωθούν; Θα ξαναβάλει δασμούς; Οι μεταπολεμικοί εμπορικοί κανόνες που η Αμερική κατάφερε να κατοχυρώσει κάποτε, πρόσφεραν απαντήσεις σε αυτές τις ανησυχίες και έδωσαν στους εξαγωγείς τη βεβαιότητα που χρειαζόταν για να εξυπηρετήσουν τη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου. Αυτή η βεβαιότητα έχει πλέον χαθεί οριστικά, καταλήγει ο Economist.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...