Τα τελευταία χρόνια, πολλές εταιρείες και ερευνητικές ομάδες αναπτύσσουν εμφυτεύματα που υπόσχονται τη βελτίωση της κατάστασης της υγείας ασθενών με σοβαρές εγκεφαλικές ή νευρολογικές ζημιές, οι οποίες έχουν περιορίσει ή εξαφανίσει εντελώς την κινητικότητά τους, τις γνωστικές τους ικανότητες και τη δυνατότητα επικοινωνίας τους με το περιβάλλον.
Υπάρχει η προσδοκία ότι, σε κάποιο επόμενο στάδιο ,τέτοιου είδους εμφυτεύματα θα επιτρέψουν σε υγιείς ανθρώπους να αποκτήσουν τηλεπαθητικές ικανότητες βγαλμένες από σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Από την άλλη, κάποιοι φοβούνται μια τέτοια εξέλιξη, δηλαδή τη δημιουργία ανθρώπων-cyborg, που θα μπορούν είτε να λειτουργούν αυτοβούλως με κακόβουλο τρόπο, είτε να ελέγχονται από άλλους ώστε να προκαλούν κακό.
Ενα ακόμη εγκεφαλικό εμφύτευμα δημιούργησε ερευνητική ομάδα με επικεφαλής επιστήμονες του αμερικανικού πανεπιστήμιου Στάνφορντ. Η ομάδα έλαβε άδεια δοκιμών σε ανθρώπους, με τα πρώτα αποτελέσματα να είναι κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά. Το εμφύτευμα στοχεύει στην τόνωση της δραστηριότητας μεταξύ των νοητικών περιοχών που είναι υπεύθυνες για τη συνειδητή μάθηση, τη μνήμη, τη σκέψη και την επίλυση προβλημάτων.
Τα πειράματα
Το εμφύτευμα τοποθετήθηκε σε πέντε ασθενείς με σοβαρές εγκεφαλικές βλάβες. Οπως διαπιστώθηκε, οι άνθρωποι αυτοί είδαν σημαντική βελτίωση σε μια σειρά από τομείς, όπως η μνήμη, η συγκέντρωση, η ανάγνωση, ακόμη και η οδήγηση.
Για να ολοκληρωθεί η δοκιμή, θα πρέπει σταδιακά οι εθελοντές να απενεργοποιήσουν το εμφύτευμα, ώστε οι ερευνητές να μελετήσουν τις επιπτώσεις της απενεργοποίησης. Ομως, όπως αναφέρει σε δημοσίευμα της η βρετανική εφημερίδα Telegraph, οι ασθενείς αρνούνται να το απενεργοποιήσουν.
«Δεν μπορούσα να θυμηθώ τίποτα. Αντιμετώπιζα παραλύσεις στα πόδια, με αποτέλεσμα να είμαι επιρρεπής σε τροχαίες παραβάσεις και να προκαλώ τροχαία ατυχήματα. Δεν μπορούσα να διαβάσω, ενώ ήμουν πολύ ευέξαπτη. Με το εμφύτευμα κατάφερα να διαβάσω βιβλία και δεν εκνευρίζομαι πλέον τόσο εύκολα» λέει η Τζίνα Αράτα,η οποία είχε υποστεί εγκεφαλικές ζημιές μετά από ένα τροχαίο ατύχημα το 2001.
Οι ερευνητές επέλεξαν ασθενείς που είχαν αναρρώσει από κώμα και η εγκεφαλική λειτουργία τους δεν είχε επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση, αλλά βρισκόταν σε σχετικά καλό επίπεδο. «Σε αυτούς τους ασθενείς, τέτοια μονοπάτια είναι σε μεγάλο βαθμό άθικτα: νιώθουν σαν να έχουν χαμηλώσει τα φώτα και να μην υπάρχει αρκετή ηλεκτρική ενέργεια για να ανάψουν ξανά» δήλωσε ο δρ Τζέιμι Χέντερσον, καθηγητής νευροχειρουργικής.
«Πρωτοποριακή στιγμή»
Οι ερευνητές ήλπιζαν ότι η ακριβής ηλεκτρική διέγερση συγκεκριμένων περιοχών θα μπορούσε να ανάψει ξανά τα «φώτα». Δημιούργησαν, λοιπόν, ένα εικονικό μοντέλο του εγκεφάλου κάθε εθελοντή ασθενή, ώστε να δοκιμάσουν τη διέγερση σε διαφορετικές τοποθεσίες πριν από την τοποθέτηση του εμφυτεύματος, που έγινε με χειρουργική επέμβαση.
Καθοδηγούμενος από αυτά τα μοντέλα, ο δρ Χέντερσον και η ομάδα του εμφύτευσαν τις συσκευές σε πέντε συμμετέχοντες, ηλικίας από 22 μέχρι 60 ετών, που είχαν τραυματιστεί τρία έως 18 έτη νωρίτερα. Αφού άφησαν το εμφύτευμα απενεργοποιημένο για ένα δεκαπενθήμερο, οι συμμετέχοντες πέρασαν 90 ημέρες με ενεργοποιημένο το εμφύτευμα επί 12 ώρες την ημέρα. Στο τέλος της περιόδου θεραπείας των 90 ημερών, οι συμμετέχοντες είχαν βελτιώσει τις ταχύτητες νοητικής επεξεργασίας τους κατά μέσο όρο 32%.
Η συσκευή επέτρεπε στους ασθενείς να συνεχίσουν δραστηριότητες που προηγουμένως ήταν αδύνατες για αυτούς, όπως η ανάγνωση βιβλίων, η παρακολούθηση τηλεοπτικών σειρών, η αναπαραγωγή βιντεοπαιχνιδιών ή η ολοκλήρωση εργασιών για το σπίτι. Ανέφεραν επίσης ότι αισθάνονταν λιγότερο κουρασμένοι και μπορούσαν να περάσουν τη μέρα τους χωρίς να κοιμηθούν.
Οταν ένας συμμετέχων κλήθηκε να απενεργοποιήσει τη συσκευή του για τρεις εβδομάδες, η ταχύτητα διανοητικής επεξεργασίας του μειώθηκε κατά 34%. «Αυτή είναι μια πρωτοποριακή στιγμή. Στόχος μας τώρα είναι να κάνουμε συστηματικά βήματα ώστε αυτό να εξελιχθεί σε θεραπεία. Αξίζει τον κόπο κάθε προσπάθεια» δήλωσε ο δρ Νίκολας Σκιφ, καθηγητής στο Weill Cornell Medicine και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Μαθαίνοντας οι υπόλοιποι εθελοντές τι συνέβη με εκείνον που απενεργοποίησε το εμφύτευμα, αρνήθηκαν να το απενεργοποιήσουν, δημιουργώντας στους ερευνητές ένα απρόσμενο εμπόδιο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News