Λιβύη. Μια χώρα σε διαρκή αναταραχή μετά την πτώση και τον θάνατο του δικτάτορα Μουαμάρ Καντάφι το 2011. Μια χώρα όπου η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Αμπντελχαμίντ Ντμπεϊμπά, που έχει την έδρα της στη δυτική Λιβύη και αναγνωρίζεται από τον ΟΗΕ, έχει απέναντί της το σχήμα που υποστηρίζεται από τον στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ στα ανατολικά της χώρας. Μια χώρα που ενδιαφέρει την Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» υπέγραψε το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο με την Αγκυρα.
Στη διχασμένη Λιβύη το τελευταίο επεισόδιο αφορά την αναστολή όλων των λειτουργιών της Κεντρικής Τράπεζάς της μετά την απαγωγή ενός αξιωματούχου της στην πρωτεύουσα Τρίπολη την Κυριακή (18/8). Προηγήθηκε, μία εβδομάδα νωρίτερα, συγκέντρωση στην οποία συμμετείχαν και ένοπλοι, μπροστά από την έδρα της τράπεζας στην Τρίπολη, με αίτημα την αποπομπή του διοικητή της, Σεντίκ ελ Κεμπίρ, για τη διαχείριση του προϋπολογισμού και των πετρελαϊκών εσόδων στην πλούσια σε υδρογονάνθρακες χώρα.
Οπως σημειώνουν οι New York Times, η διαμάχη των δυνάμεων Ανατολής – Δύσης για τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας συνδέεται με τον έλεγχο του αγωγού για τον τεράστιο πετρελαϊκό πλούτο της Λιβύης. Η αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Αμπντελχαμίντ Ντμπεϊμπά, ελέγχει μόνο τη δυτική Λιβύη. Το ανατολικό τμήμα της επικράτειας στεγάζει το εθνικό Κοινοβούλιο και έχει τον δικό του πρωθυπουργό, αλλά κυβερνάται από τον στρατηγό Χαλίφα Χαφτάρ.
Η νεοϋορκέζικη εφημερίδα θυμίζει πως από τότε που η απόπειρα του Χαφτάρ να καταλάβει την Τρίπολη κατέληξε σε κατάπαυση του πυρός, το 2020, η σύγκρουση δεν αναζωπυρώθηκε, καθώς οι ισχυροί παίκτες και στις δύο πλευρές έχουν συνάψει συμφωνίες προς όφελός τους, μοιράζοντας τα έσοδα από το πετρέλαιο της Λιβύης.
O χάρτης αποτυπώνει τις περιοχές της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ κυβέρνησης στα ανατολικά και αυτές που ελέγχει ο στρατάρχης Χαφτάρ στα δυτικά:
Τα Ηνωμένα Εθνη μεσολάβησαν για να επιτευχθεί μια συμφωνία, η οποία οδήγησε τον Ντμπεϊμπά στο αξίωμα του πρωθυπουργού και δημιούργησε ένα τριμελές προεδρικό συμβούλιο που εξασφάλισε την εκπροσώπηση των διαφόρων περιοχών της Λιβύης. «Υποτίθεται ότι θα παραιτούνταν μετά από εθνικές εκλογές και την ενοποίηση της χώρας, όμως οι εκλογές δεν έγιναν ποτέ» συνεχίζει το δημοσίευμα των New York Times.
Η αμερικανική εφημερίδα εξηγεί ότι η πολιτική εξουσία είναι πλέον διασκορπισμένη σε ένα συνονθύλευμα πολιτικών θεσμών, συμπεριλαμβανομένου του προεδρικού συμβουλίου, με επικεφαλής αξιωματούχους που είτε δεν εξελέγησαν ποτέ είτε η θητεία τους έληξε πριν από χρόνια. «Η Κεντρική Τράπεζα είναι ένας από τους λίγους θεσμούς που έχει γεφυρώσει την Ανατολή και τη Δύση, καθιστώντας τον επικεφαλής της, Σεντίκ ελ Κεμπίρ, βασικό παράγοντα. Αν και η τράπεζα εδρεύει στην Τρίπολη, μαζί με την κυβέρνηση του Ντμπεϊμπά, και οι δύο πλευρές (σ.σ.: ανατολικές και δυτικές δυνάμεις) συνεργάστηκαν με τον ελ Κεμπίρ για να διατηρήσουν τη ροή των πετρελαϊκών κεφαλαίων και την καταβολή των κυβερνητικών μισθών» αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο Ντμπεϊμπά και ο ελ Κεμπίρ, που κάποτε ήταν σύμμαχοι, ήρθαν σε ρήξη πέρυσι, καθώς ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας άρχισε να κατηγορεί τον πρωθυπουργό για διαφθορά και υπερβολικές δαπάνες. Αναλυτές αναφέρουν, σύμφωνα πάντα με τη νεοϋορκέζικη εφημερίδα, ότι ο ελ Κεμπίρ μπορεί επίσης να ανησυχούσε για τη δική του πολιτική επιβίωση, καθώς γινόταν ολοένα και πιο σαφές ότι ο Ντμπεϊμπά επιθυμούσε να τον αντικαταστήσει. Ο κεντρικός τραπεζίτης, που χρειάζεται νέους συμμάχους, φαίνεται τώρα να ευθυγραμμίζεται με τις δυνάμεις της ανατολική Λιβύης.
Οπως αναφέραμε στην αρχή του κειμένου, τις τελευταίες εβδομάδες ένοπλες ομάδες που συνδέονται με τις αντίπαλες ομάδες σε ανατολή και δύση αναπτύχθηκαν γύρω από την έδρα της Κεντρικής Τράπεζας, δημιουργώντας υποψίες ότι ο Ντμπεϊμπά και οι σύμμαχοί του θα επιχειρούσαν να την καταλάβουν με τη βία. Ετσι, την Κυριακή (18/8), η Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε ότι διακόπτει τις εργασίες της, παραλύοντας το τραπεζικό σύστημα της χώρας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την απαγωγή του διευθυντή πληροφορικής Μοσάμπ Μσάλεμ. «Δεν ήταν σαφές ποιος τον είχε απαγάγει» αναφέρει το ρεπορτάζ των New York Times.
Τη Δευτέρα, συνεχίζουν οι New York Times, το προεδρικό συμβούλιο, το οποίο συνήθως ασκεί περιορισμένη εξουσία, εξέδωσε το διάταγμα για την αποπομπή του ελ Κεμπίρ, υπερβαίνοντας καταφανώς τις αρμοδιότητές του. Ωρες αργότερα, η τράπεζα ανακοίνωσε ότι ο Μοσάμπ Μσάλεμ απελευθερώθηκε και η τράπεζα επανήλθε σε λειτουργία. Η ανακοίνωσή αγνόησε το διάταγμα του προεδρικού συμβουλίου.
Την Τρίτη, το προεδρικό συμβούλιο της χώρας (αυτό συστήθηκε μετά την κατάπαυση του πυρός το 2020 και την παρέμβαση του ΟΗΕ) έστειλε αντιπροσωπεία αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου ενός μέλους της πολιτοφυλακής, στην τράπεζα για να πει στον ελ Κεμπίρ να αποχωρήσει. Εκείνος απάντησε με δήλωσή του ότι δεν ήταν υπόλογος στους παλιούς του συμμάχους στη δυτική Λιβύη, αλλά στο Κοινοβούλιο στην ανατολική Λιβύη. Ο Ντμπεϊμπά, εγκρίνοντας την απόλυση, έδωσε εντολή στις λιβυκές πρεσβείες σε όλον τον κόσμο να ενημερώσουν τους ξένους αξιωματούχους ότι η θητεία του ελ Κεμπίρ είχε λήξει.
Η νέα αστάθεια στη Λιβύη με αφορμή την Κεντρική Τράπεζα συνδυάζεται με το γεγονός ότι ο στρατάρχης Χαφτάρ, που κυβερνά τις ανατολικές περιοχές (και έχει καλές σχέσεις με την Ελλάδα), απέκλεισε το μεγαλύτερο πεδίο άντλησης πετρελαίου της Λιβύης και μετέφερε ορισμένες από τις δυνάμεις του στα δυτικά. Το δε ανατολικό κοινοβούλιο κήρυξε την κυβέρνηση Ντμπεϊμπά παράνομη.
«Η Λιβύη θα μπορούσε να κυλήσει σε ακόμη περισσότερη βία», γράφουν οι New York Times, «καθώς οι πολιτικές παρατάξεις και οι πολιτοφυλακές ανταγωνίζονται για την εξουσία και τον πετρελαϊκό πλούτο. Αναλυτές αναφέρουν ότι είναι απίθανο οι ανατολικές και δυτικές δυνάμεις της Λιβύης να επιστρέψουν σύντομα σε ολοκληρωτικό πόλεμο, αλλά το εύθραυστο πολιτικό σκηνικό που έχει αποτρέψει τις συγκρούσεις διαβρώνεται».
Η αμερικανική εφημερίδα σημειώνει επίσης πως δεν καταγράφεται ισχυρή συναίνεση μεταξύ των διεθνών παικτών που εμπλέκονται στη Λιβύη –συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας, της Ρωσίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Αιγύπτου– σχετικά με το πώς να βγει η χώρα από το τέλμα.
Καθώς οι αναλυτές αναρωτιούνται αν βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία «θερμής» επαναδιαπραγμάτευσης των διευθετήσεων που επιτεύχθηκαν πριν από λίγα χρόνια ή πρόκειται για το προοίμιο ενός νέου πολέμου, το βέβαιο είναι ότι η Αθήνα παρακολουθεί με προσοχή τις εξελίξεις.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News