Αν και παραμένει συμπαγές, τις ρωγμές στο τείχος της Δυτικής αλληλεγγύης προς την Ουκρανία τις βλέπει, φυσικά, και ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η «αιφνιδιαστική» επίσκεψή του στη Γρανάδα, όπου συγκεντρώθηκαν την Πέμπτη περισσότεροι από 40 ηγέτες της Γηραιάς Ηπείρου, ερμηνεύθηκε ως μια απόπειρα να ξορκίσει τα κακά πνεύματα, αυτές τις «πολύ περίεργες φωνές», όπως τις όρισε, που ακούγονται στα μέγαρα της πολιτικής, όχι μόνο στο Κογκρέσο αλλά και σε διάφορα κοινοβούλια της Ευρώπης.
Στις ΗΠΑ, η ασυμφωνία στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών όσον αφορά τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας είχε ως αποτέλεσμα να απαλειφθεί από τον προσωρινό προϋπολογισμό, που υπεγράφη το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, ένα πακέτο βοηθείας ύψους 6 δισ. δολαρίων που προοριζόταν για την εμπόλεμη χώρα. Στη συνέχεια, μια ομάδα σκληροπυρηνικών –ήτοι τραμπικών– βουλευτών του κόμματος επεδίωξαν και κατάφεραν την αποπομπή του επίσης Ρεπουμπλικανού Κέβιν Μακ Κάρθι από την προεδρία της Βουλής των Αντιπροσώπων, κατηγορώντας τον ότι συνήψε μυστική συμφωνία με τον Τζο Μπάιντεν για συνέχιση της αρωγής του Κιέβου.
Στην Ευρώπη, οι Πολωνοί, βασικοί αρωγοί των Ουκρανών σε στρατιωτικό και σε ανθρωπιστικό επίπεδο από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, εισήλθαν σε τροχιά σύγκρουσης με το Κίεβο για τα σιτηρά. Και οι Σλοβάκοι εξέλεξαν στην πρωθυπουργία τον φιλορώσο Ρόμπερτ Φίτσο, ο οποίος αναμένεται να σχηματίσει κοινό μέτωπο με τον Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας (ο οποίος το πρωί της Παρασκευής έβαλε κατά των «γραφειοκρατών των Βρυξελλών», επικρίνοντας τα σχέδιά τους για περισσότερη βοήθεια προς την Ουκρανία, καθώς και τις μεταναστευτικές πολιτικές της ΕΕ).
«Εχω εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ. Είναι ισχυρός λαός, με ισχυρούς θεσμούς και ισχυρή δημοκρατία» δήλωσε ο Ζελένσκι, εκφράζοντας τη βεβαιότητά του για συνέχιση της στήριξης της Ουάσινγκτον. Ωστόσο, εξίσου βέβαιος δεν φαίνεται να είναι ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος, μάλιστα, προανήγγειλε «σημαντικό διάγγελμα» για τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας.
Οι επικρατέστεροι για την προεδρία της αμερικανικής Βουλής, με πρώτο τον Τζιμ Τζόρνταν (εκλεκτό του Ντόναλντ Τραμπ), τάσσονται όλοι κατά της συνέχισης της αρωγής της Ουκρανίας, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί, στο σύνολό τους, έχουν αρχίσει, αν όχι να κλίνουν προς τη Ρωσία, σίγουρα να απομακρύνονται από την Ουκρανία.
Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, περισσότεροι από οκτώ στους δέκα Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους υποστηρίζουν υποψήφιους για την προεδρία –τον Ντόναλντ Τραμπ, τον Ρον ΝτεΣάντις και τον Βιβέκ Ραμασουάμι– που επιθυμούν επίσης να διακοπεί η παροχή βοήθειας προς το Κίεβο. Η θέση τους είναι ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία αποσπά την προσοχή των ΗΠΑ από την πραγματική απειλή, που είναι η Κίνα, και ορισμένοι αναλυτές μιλούν ήδη για «επιστροφή του αμερικανικού απομονωτισμού».
Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ δήλωσε την Πέμπτη από τη Γρανάδα ότι η ελπίδα του, και ελπίδα όλων όσοι «δεν θέλουν να κερδίσει ο Πούτιν αυτόν τον πόλεμο», είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «θα το ξανασκεφτούν και θα συνεχίσουν να στηρίζουν την Ουκρανία». Πρόσθεσε, όμως, επίσης ότι «σίγουρα η Ευρώπη δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ».
Εάν, ωστόσο, στο αμερικανικό Κογκρέσο επικρατήσουν οι σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές του Τραμπ και θιασώτες του δόγματος MAGA (Make America Great Again), αναπόφευκτα θα κληθούν τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μαζί με τη Βρετανία, να παράσχουν στους Ουκρανούς όπλα και χρήματα, αν όντως δεν θέλουν, όπως ανέφερε ο Μπορέλ, να δουν τον Πούτιν να κερδίζει τον πόλεμο.
Ομως η σχέση του Κιέβου με την ΕΕ είναι ήδη ιδιαίτερα περίπλοκη και λόγω της υποψηφιότητας της Ουκρανίας για την ένταξή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Ο Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος ως οικοδεσπότης προεδρεύει των συνεδριάσεων στη Γρανάδα, δήλωσε ότι η Μαδρίτη τάσσεται σταθερά υπέρ της ένταξης της Ουκρανίας, μαζί με τις υπόλοιπες υποψήφιες χώρες, στην ΕΕ.
Αλλά σύμφωνα με μελέτη που ανατέθηκε από τη γραμματεία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και δημοσιεύθηκε επίσης την Πέμπτη στο πρωτοσέλιδο των Financial Times, η ένταξη της Ουκρανίας (εκτός από αυτές της Μολδαβίας, της Γεωργίας και έξι βαλκανικών κρατών) θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό: «Ολα τα κράτη-μέλη θα πρέπει να πληρώνουν περισσότερα και να λαμβάνουν λιγότερα» επισημαίνεται στην έρευνα, με τη μερίδα του λέοντος να καταλήγει στην Ουκρανία.
Για παράδειγμα, με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς, στο πλαίσιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής το Κίεβο θα δικαιούτο 96,5 δισ. ευρώ, τα οποία θα προέκυπταν από μια περικοπή της τάξεως του 20% των αγροτικών επιδοτήσεων των σημερινών κρατών-μελών της ΕΕ. Ενόψει των ευρωεκλογών του επόμενου έτους, αυτά τα δεδομένα ενδέχεται να επηρεάσουν σημαντικά τους ψηφοφόρους (στο όνομα των πολωνών αγροτών επέλεξε η Βαρσοβία να έρθει σε ρήξη με το Κίεβο), αλλά και τους υποψήφιους, καθιστώντας ακόμη πιο βαριά τη σκιά του Πούτιν (και) στις ευρωεκλογές.
Τον κίνδυνο «οι συνέπειες της σύρραξης, που επιδρούν στους πολίτες, να επηρεάσουν την κοινή γνώμη» επεσήμανε κατά τη διάρκεια της εβδομάδας και η Τζόρτζια Μελόνι, αναφερόμενη στον πληθωρισμό, στο κόστος της ενέργειας, στη μετανάστευση, δηλαδή σε ζητήματα που αφορούν τις τσέπες και την καθημερινή ζωή των πολιτών/ψηφοφόρων της Ιταλίας. Παρόμοια μηνύματα αποστέλλονται και από άλλη κράτη-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας.
Αναμφίβολα, και ο Πούτιν, ο οποίος την Πέμπτη, μετέχοντας στο συνέδριο της Λέσχης Βαλντάι στο Σότσι, εξαπέλυσε εκ νέου μύδρους και απειλές κατά της Δύσης, καλείται να διαχειριστεί σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Οπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών της Ρωσίας Αντον Σιλουάνοφ, ο πόλεμος οδήγησε σε τριπλασιασμό των στρατιωτικών δαπανών σε σχέση με το 2021 και σε αύξηση 70% σε σχέση με τις προβλέψεις για το τρέχον έτος.
Ωστόσο, ο πρόεδρος της Ρωσίας διαθέτει εκβιαστικά μέσα που του επιτρέπουν να μετριάζει το κόστος της σύρραξης – από την αναγκαστική φορολόγηση των ολιγαρχών, που αποκαλείται ευφημιστικά «κοινωνική ευθύνη», και τις «εθελοντικές δωρεές» που υποχρεούνται να κάνουν οι Δυτικές εταιρείες που επιλέγουν να φύγουν από τη Ρωσία, έως τις κρατικοποιήσεις τουλάχιστον 17 μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών φέτος.
Ομως το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του ρώσου προέδρου είναι ότι δεν αντιμετωπίζει προβλήματα κοινής γνώμης ούτε εκλογικούς κινδύνους, σε αντίθεση με τον Τζο Μπάιντεν και τους ευρωπαίους ηγέτες, ορισμένοι από τους οποίους ξεχνούν ότι το κόστος της στρατιωτικής και της οικονομικής αρωγής της Ουκρανίας θα είναι πάντα μικρότερο από το πολιτικό κόστος που θα κληθεί να πληρώσει η Δύση και πρωτίστως η Ευρώπη σε περίπτωση νίκης της Ρωσίας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News