Ο αποχαιρετισμός του, την ώρα που η «Βασίλισσα» ήταν, ακόμη, μεθυσμένη από την κατάκτηση του τρίτου Champions League στη σειρά, αποδείχθηκε προφητικός: «Οπως είπα και στον πρόεδρο, μπορεί να είναι ένα «εις το επανιδείν, πολύ σύντομα», καθώς η Ρεάλ μου έχει δώσει τα πάντα». Μόλις εννέα μήνες και οκτώ ημέρες μετά, ο Ζινεντίν Ζιντάν ξαναπιάνει δουλειά στο σύλλογο στον οποίο έγραψε ιστορία, ως παίκτης και ως προπονητής, με συμβόλαιο έως τις 30 Ιουνίου 2022.
Παραλαμβάνει μια ομάδα υπό διάλυση – τη χειρότερη Ρεάλ της τελευταίας δεκαπενταετίας. Που γνώρισε δυο ήττες μέσα σε τέσσερις μέρες από την Μπαρτσελόνα κι έναν διασυρμό από τον νεανικό Αγιαξ, ο οποίος την πέταξε εκτός Champions League (ήταν η πρώτη φορά μετά το 2004, που έχασε σε τέσσερα διαδοχικά ματς). Τρίτη στην κατάταξη του ισπανικού πρωταθλήματος, 12 βαθμούς πίσω από τους Καταλανούς, με οκτώ ήττες σε 27 ματς – όσες έχουν και η Αλαβές με την Εϊμπαρ. Αποκλεισμένη και από το Copa del Rey (Κύπελλο Ισπανίας). Με τους παίκτες της χωρισμένους σε «παιδιά και αποπαίδια». Πιο προβληματική και από τον καιρό που την είχε αναλάβει για πρώτη φορά, τον Ιανουάριο του 2016, διαδεχόμενος τον Ράφα Μπενίτεθ. Ασφαλώς και από τη μέρα που, αιφνιδίως, την παράτησε «στα κρύα του λουτρού» ως πρωταθλήτρια Ευρώπης.
Κατά την παρουσίασή του από τον πρόεδρο Πέρεθ, το βράδυ της Καθαράς Δευτέρας, οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων επιχείρησαν να λύσουν το μέγα μυστήριο: Γιατί ο «Ζιζού» να εγκαταλείψει τη Ρεάλ στο απόγειο της δόξας της, και να δεχθεί να επιστρέψει τώρα, στα χειρότερά της; Δεν το έκανε, βεβαίως, επειδή «μου το ζήτησε ο πρόεδρος, και αγαπώ πολύ τον Φλορεντίνο», όπως τόνισε. Τον αγαπούσε και τον περασμένο Μάιο, που εκείνος τον εκλιπαρούσε να μη φύγει. Η εξήγηση κρύβεται σε μια άλλη, χθεσινή του «ατάκα»: «Δεν ξεχνώ όλα όσα κατακτήσαμε, αλλά ούτε και όλα όσα χάσαμε».
Για να κατανοήσουμε το σκεπτικό του -αλλά και πόσο σπουδαία προσωπικότητα είναι ο Ζιντάν- θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Το καλοκαίρι του 2017 ο γάλλος προπονητής είχε στα χέρια του την καλύτερη ομάδα του κόσμου. Οχι μόνο στη θεωρία, επειδή η Ρεάλ είχε κατακτήσει για δεύτερη φορά στη σειρά το τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά, αλλά και στην πράξη: εκείνη τη σεζόν είχε παίξει καταπληκτικό ποδόσφαιρο. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο ίδιος είχε ανακηρυχθεί «Προπονητής της Χρονιάς». Στη συνέχεια, όμως, η «Βασίλισσα» καταρρέει, εντελώς ανεξήγητα. Χάνει το Πρωτάθλημα από πολύ νωρίς και αποκλείεται στο Κύπελλο από… κάποια Λεγκανιές. Εάν δεν ήταν τόσο εγωιστής, ο «Ζιζού» θα είχε παραιτηθεί στη μέση της σεζόν (2017-2018). Κι αν δεν τον έλεγαν Ζιντάν, θα είχε απολυθεί.
Παραμένει στη θέση του, καταφέρνει να αφυπνίσει τους παίκτες του και, στο τέλος, η Ρεάλ κατακτά (πάλι) το Champions League. Εκεί που όλοι έβλεπαν έναν θρίαμβο, ο Γάλλος είδε μια τεράστια αποτυχία. Ο άθλος του Κιέβου (τρίτη κούπα του Champions League στη σειρά) ήταν η απόδειξη όσων η ομάδα μπορούσε να πετύχει στις εγχώριες διοργανώσεις – και δεν πέτυχε. Στο μυαλό του χτύπησε το «καμπανάκι» του κινδύνου. Δεν το έκρυψε – εμείς δεν το είχαμε προσέξει. Στην αποχαιρετιστήρια συνέντευξη Τύπου είχει πει: «Δεν βλέπω με ποιο τρόπο θα συνεχίσουμε να κερδίζουμε. Κι εμένα δεν μου αρέσει να χάνω. Είμαι νικητής, σε ό,τι κι αν παίζω».
Οποιοσδήποτε άλλος προπονητής στη θέση του θα φρόντιζε να εξαργυρώσει την επιτυχία με ένα νέο, καλύτερο (σε αποδοχές) συμβόλαιο. Εκείνος, όμως, απέδειξε ότι το ποδόσφαιρο τον ενδιαφέρει περισσότερο από το χρήμα και τη δόξα. Πριν από τον τελικό του Κιέβου είχε κάνει κάποιες συζητήσεις με τον Πέρεθ, για τη Ρεάλ της επόμενης σεζόν, και είχε διαπιστώσει πως διαφωνούσαν σε καίρια ζητήματα. Για παράδειγμα, ο Ζιντάν επιθυμούσε να παραμείνει ο Ρονάλντο και να φύγει ο Μπέιλ. Ενώ ο πρόεδρος, το αντίστροφο. Σε κάθε περίπτωση, ο «θείος Φλο» δεν ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει στον προπονητή την απόλυτη εξουσία του αγωνιστικού σχεδιασμού για το 2018-2019. Ούτε που το φανταζόταν, βεβαίως, ότι ο Ζιντάν θα έβαζε τις αρχές του πάνω από τα προνόμια που είχε στο «Μπερναμπέου».
Ο Γάλλος δικαιώθηκε σε όλα, σε χρόνο – ρεκόρ. Οταν ο Ρονάλντο έφυγε για το Τορίνο, οι παλιοί του συμπαίκτες χωρίστηκαν σε δυο «στρατόπεδα». Ο Μπέιλ εξακολουθεί να «σέρνεται», όταν δεν είναι τραυματίας. Ο Λοπετέγκι και ο Σολάρι απέτυχαν να κερδίσουν τον σεβασμό που απολάμβανε στα αποδυτήρια ο Ζιντάν. Αρκετοί από τους σούπερ-σταρ της ομάδας (Μαρσέλο, Μόντριτς, Ισκο, Κρόος…) είναι «σκιές» του εαυτού τους. Τα νέα ταλέντα, άγουρα ακόμη για να σηκώσουν το βάρος της φανέλας. Βλέποντας το καράβι του να βουλιάζει, ο Πέρεθ ζήτησε από τον παλιό καπετάνιο (που του έφερε εννέα τρόπαια μέσα σε δυόμισι μήνες) να επιστρέψει. Αυτή τη φορά, όχι ως «στρατηγός», αλλά ως «αυτοκράτορας». Ο Ζιντάν έλαβε όλες τις εγγυήσεις που ζητούσε από πέρυσι. Αρνήθηκε τα ηγεμονικά συμβόλαια που του πρόσφεραν ο Ανιέλι και ο Αμπράμοβιτς, επειδή νιώθει ότι χρωστάει πολλά στη Ρεάλ και τον Πέρεθ, και από σήμερα (Τρίτη) προπονεί, πάλι, τη «Βασίλισσα». Με σκοπό το καλοκαίρι να αλλάξει πολλά στην ομάδα.
Στη Ρεάλ είχαν πάψει να μιλούν για ποδόσφαιρο, εδώ και μήνες. Τα σκέπαζε όλα η νοσταλγία για τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Αλλά, αυτό που πραγματικά έλειπε από τον σύλλογο, δεν ήταν ο Πορτογάλος. Ηταν η τεράστια προσωπικότητα του Ζιντάν. Που επέστρεψε για να θεμελιώσει τη νέα ποδοσφαιρική δυναστεία της «Βασίλισσας».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News