Κάποιος από τη βιομηχανία του Χόλιγουντ ζήτησε κάποτε από την Τζούλιαν Μουρ να «προσπαθήσει να δείχνει πιο ελκυστική» και εκείνη του απάντησε πως δεν ήξερε εάν ήταν ικανή να το κάνει. «Προφανώς η ομορφιά παίζει ρόλο για όσους κάνουν αυτή τη δουλειά, αλλά υπάρχει και ένα αντικειμενικό στοιχείο», ανέφερε η ίδια σχετικά, πριν από μερικές ημέρες, σε συνέντευξή της στο βρετανικό Time Out.
Αλλά η αμερικανίδα ηθοποιός (βραβευμένη με Οσκαρ το 2015 για την ερμηνεία της στην ταινία «Still Alice») αποκάλυψε ότι ανέκαθεν ήθελε, ακόμα και σήμερα, να ήταν μια «μαυρισμένη ξανθιά» και όχι μια χλωμή κοκκινομάλλα, το οποίο, όταν ήταν νεαρή κοπέλα, την έκανε να αισθάνεται ξένη.
Μιλώντας στη συνέχεια στην ιταλική La Repubblica με αφορμή την επικείμενη πρεμιέρα του «Sharper» της νέας ταινίας στην οποία πρωταγωνιστεί (ένα θρίλερ τύπου «The Usual Supsects», διαθέσιμο από την 17η Φεβρουαρίου στο AppleTV+) η Τζούλιαν Μουρ αναφέρθηκε εκ νέου στο χρώμα των μαλλιών της.
Σημειώνοντας η ιταλίδα δημοσιογράφος πως τα κόκκινα μαλλιά στην αρχαία Αίγυπτο ήταν σύμβολο της αγριότητας, ενώ στην αρχαία Ρώμη σχετιζόταν με την κακοτυχία, όπως κατά τον Μεσαίωνα με τις μάγισσες, η Μουρ ανέφερε πως η προκατάληψη για τα κόκκινα μαλλιά «είναι μόνο μία από τις πολλές παραλλαγές της ξενοφοβίας. Συμβαίνει πάντα, όταν θεωρούμε οποιονδήποτε άνθρωπο “άλλον” από εμάς. Ανέκαθεν το κάνουμε και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο. Τείνουμε να χαρακτηρίζουμε καθετί διαφορετικό ως κάτι που δεν μας ανήκει. Οσον αφορά τους ανθρώπους με κόκκινα μαλλιά, αποτελούν το 2% του παγκόσμιου πληθυσμού και εξακολουθούν να θεωρούνται και σήμερα “εξωτικοί”», είπε η ηθοποιός.
Πρόσθεσε, όμως, πως «είναι προφανές ότι αυτό είναι η λιγότερο σοβαρή από όλες τις άλλες φρικτές συμπεριφορές που υιοθετούνται προς ανθρώπους διαφορετικών πολιτισμών, θρησκειών, φυλών. Πρόκειται για μια αποκρουστική στάση μας, το να είμαστε συνεχώς ρατσιστές για τα πάντα. Ηθελα μόνο να το αναφέρω γιατί μου φαίνεται σημαντικό να θυμόμαστε ότι δεν πρέπει να ταξινομούμε οι μεν τους δε. Είμαστε όλοι άνθρωποι. Και εάν η διάκριση αφορά ακόμη και κάτι τόσο ασήμαντο όσο τα κόκκινα μαλλιά, μου φαίνεται ότι αυτό φωτίζει την παράλογη φύση της προκατάληψης».
Εγκαταλείποντας τις προκαταλήψεις και επιστρέφοντας στο «Sharper», η Τζούλιαν Μουρ, η οποία πέρα από πρωταγωνίστρια είναι και παραγωγός της ταινίας, σημείωσε πως «έλαβα το σενάριο, η ατζέντισσά μου μού είχε ζητήσει να το διαβάσω, όντας σίγουρη ότι θα το εκτιμούσα. Και αυτό έγινε, σελίδα με τη σελίδα, η επιθυμία να υποδυθώ αυτόν τον ρόλο μεγάλωνε μέσα μου. Το στήσιμο της ταινίας δεν ήταν εύκολο, κάναμε τα πάντα μέσω Zoom κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κινδυνέψαμε να χάσουμε τις προθεσμίες. Υποστήριξα το έργο, παρά τις δυσκολίες, όντας πεπεισμένη ότι θα μπορούσα να δραστηριοποιήσω και την υπόλοιπη ομάδα. Διαπιστώνοντας πόσο είχα παθιαστεί, σκέφτηκα πως και οι άλλοι θα άρχιζαν να πιστεύουν περισσότερο στην ταινία. Ηταν μια εμπειρία από την οποία έμαθα πολλά, αν και δεν νομίζω ότι τα έκανα όλα σωστά: είναι δύσκολος ο συνδυασμός της προσήλωσης που απαιτεί η δουλειά του ηθοποιού με τον πραγματισμό και την ταχύτητα που απαιτεί η δουλειά του παραγωγού», εξήγησε η Μουρ.
Σχετικά με τη «Μαντλίν» την οποία υποδύεται στην ταινία, καταρχάς είπε ότι είναι «ένας άνθρωπος που χαίρεται πολύ με αυτά που κάνει. Απολαμβάνει οτιδήποτε κάνει και χαίρεται να ζει την κάθε στιγμή της ύπαρξής της. Της αρέσουν τα ψώνια, τα πάρτι… Κάθε επιλογή της είναι αποτέλεσμα της επιθυμίας και της ευχαρίστησης».
Διερωτώμενη η συνομιλήτριά της εάν η «Μαντλίν» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «χαμαιλεοντική φιγούρα», η Μουρ σημείωσε, κάπως σιβυλλικά, ότι «κατά τη γνώμη μου στον καθένα μας ενυπάρχουν διαφορετικές προσωπικότητες που προσαρμόζονται στις καταστάσεις. Με τον σύντροφό μας συμπεριφερόμαστε με έναν τρόπο, με το αφεντικό μας με άλλον και με διαφορετικό με τους φίλους. Και, επίσης, είμαστε διαφορετικοί όταν πάμε για ψώνια. Το να πιστεύουμε ότι η ταυτότητα είναι κάτι στέρεο είναι καθαρή ψευδαίσθηση: είναι απλώς μια κατασκευή. Είναι ο τρόπος με τον οποίο επιλέγουμε να παρουσιαζόμαστε, σε όποια κατάσταση κι αν βρεθούμε».
Τη σκηνοθεσία του «Sharper» υπογράφει ο βρετανός Μπέντζαμιν Κάρον, ενώ στο καστ περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι Σεμπάστιαν Σταν, Τζάστις Σμιθ, Τζον Λίθγκοου και Μπριάνα Μίντλτον. «Θα ήθελα οι θεατές να βιώσουν ό,τι βίωσα εγώ κατά την ανάγνωση του σεναρίου […] Αλλά πέρα από τις ανατροπές, νομίζω ότι είναι μια ταινία για τους ανθρώπους και τις σχέσεις τους, και για το πώς χρησιμοποιούμε τις σχέσεις για να αποκτάμε αυτό που θέλουμε. Μου αρέσει να εξερευνώ αυτές τις δυναμικές, ό,τι κρύβεται πίσω από δύο άτομα που συναντιούνται, μιλάνε, ερωτεύονται, παντρεύονται… Προτιμώ να παρακολουθώ και να μεταφέρω στην οθόνη περισσότερο αυτό, παρά μια καταδίωξη με αυτοκίνητα. Είναι πιο ενδιαφέρον να βλέπουμε τι συμβαίνει όταν δύο άνθρωποι μιλούν μεταξύ τους και προσπαθούν να κερδίσουν κάτι ο ένας από τον άλλον», είπε η Τζούλιαν Μουρ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News